Κοσμοσυρροή στο μνημόσυνο που τελέστηκε την περασμένη Κυριακή στον Ι. Ν. Τεσσάρων Μαρτύρων
Αυτός ο κόσμος που είχε κατακλύσει την αίθουσα εκδηλώσεων του Ιερού Ναού των Τεσσάρων Μαρτύρων, το πρωί της Κυριακής, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη για τους διοργανωτές μιας σεμνής τελετής μνήμης, για τα τριάντα χρόνια από την αναχώρηση προς άλλη κοσμική διάσταση, του Πρωθιερέως Μιχαήλ Σταυριανάκη.
Μια πρωτοβουλία της Ιεράς Μητρόπολης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου σε συνεργασία με την ενορία Τεσσάρων Μαρτύρων που χαιρετίστηκε με μεγάλη ικανοποίηση από την τοπική κοινωνία.
Και πως ήταν δυνατόν να ξεχαστεί, όσα χρόνια κι αν περάσουν, ο παπά Μιχάλης που ήταν όπως εύστοχα ονομάστηκε το ντοκιμαντέρ στη μνήμη του, « Ο παπά Μιχάλης της καρδιάς μας».
Ένας σπουδαίος άνθρωπος
Ήταν στιγμή ευλογημένη όταν τον συναντούσες. Σ’ αγκάλιαζε με ‘κείνη τη φωτεινή ματιά του κι είχε πάντα κάτι να πει με τη σεμνή, αλλά τόσο ζεστή, φωνή του. Ήταν τόσο ευαίσθητος, τόσο σημαντικός εκείνος ο αγαθός λευίτης που αποτελεί την ομορφότερη ανάμνηση παιδικών χρόνων για τους περισσότερους Ρεθεμνιώτες. Τον αισθανόσουν πάντα κοντά σου σε χαρά και σε λύπη. Άκουγες και το γλυκό του μάλωμα με σεβασμό. Γιατί ποτέ δεν υπήρξε άδικος με κανέναν.
Μπροστά στο Άγιο Βήμα, λεβέντης καθώς ήταν, εντυπωσίαζε, χωρίς να το επιδιώξει. Άλλωστε όταν ιερουργούσε ο παπά-Μιχάλης, καμιά άλλη σκέψη δεν μπορούσε να σε αποσπάσει σε κάτι απλό καθημερινό.
Σωστά ειπώθηκε ότι βίωνε τη θεία λειτουργία κι αυτό μετέδιδε στο εκκλησίασμα.
Έδινε χρώμα ο παπά-Μιχάλης με την αγγελική παρουσία του σε κάθε τελετή, σε κάθε μεγάλη στιγμή της Ορθοδοξίας μας.
Περήφανος για την ταπεινή καταγωγή του
Γεννήθηκε στη Δρύμισκο το 1929. Γιος ενός ευσεβέστατου απλού ανθρώπου του Κωνσταντίνου Σταυριανάκη και της Παγώνας Κυριακάκη ήταν ένα αγνό, πράο παιδί γεμάτο όρεξη για μάθηση. Φρόντιζε να είναι πάντοτε κοντά σε ‘κείνους που είχαν ανάγκη και να προσφέρει κάθε δυνατή βοήθεια.
Πάλευε ο πατέρας ν’ αναστήσει τα παιδιά του χωρίς ποτέ να βαρυγκωμήσει για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε.
Το περιβάλλον που μεγάλωσε, ο παπά Μιχάλης, οι παραδόσεις που τον γαλούχησαν, η ιστορική του καταγωγή, τον έφεραν κοντά στην Εκκλησία από φλεγόμενη πίστη και αγάπη στον Χριστό.
Ακολούθησε σπουδές στην Ιερατική Σχολή Χανίων και χειροτονήθηκε αμέσως διάκονος το 1953 και δυο χρόνια αργότερα έγινε ιερέας στον ιερό χώρο, όπου επρόκειτο να μεγαλουργήσει ως εφημέριος και ως άνθρωπος. Τον χειροτόνησε ο τότε επίσκοπος Αθανάσιος Αποστολάκης.
Συνέχισε τις σπουδές του χωρίς να αμελήσει κανένα από τα καθήκοντά του και λίγο αργότερα έλαβε το πτυχίο Ποιμαντικής από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ο παπά Γιώργης Χουρδάκης, σε μια νεκρολογία του, αναφέρει στο βιογραφικό του παπά Μιχάλη ότι παρακολούθησε και σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ο παπά-Μιχάλης είχε καταφέρει να κερδίσει, τη νεολαία κυρίως, χωρίς αφορισμούς και ιδιαίτερη προσπάθεια.
Και στα 42 χρόνια της εφημερίας του, είχε επιτύχει να στάξει βάλσαμο στις πληγές, όσων είχαν να καταθέσουν πονεμένες εμπειρίες στο μυστήριο της εξομολόγησης.
Είχε το σπάνιο χάρισμα να ανακουφίζει με τον λόγο και την ειλικρινή αγάπη που έτρεφε για όλους τους ανθρώπους.
Το έργο ζωής του
Ο ναός των Τεσσάρων Μαρτύρων ήταν ο καημός του και το βάρος του δικού του σταυρού. Γιατί πέρασε πολλά μέχρι να καταφέρει, στη θέση του παλιού ναού να υψωθεί ο σημερινός που είναι «στολίδι» για την πόλη.
Από τον τότε Επίσκοπο μέχρι φορείς, μέχρι κάποιους στενοκέφαλους που θέλουν να το παίζουν παράγοντες όσο διαρκεί η εποχή της υποστήριξής τους από τοπικούς άρχοντες, ο παπά-Μιχάλης τράβηξε των «παθών του τον τάραχο». Απογοητεύσεις, πικρίες, στενοχώριες. Κι όμως με προσευχή και πίστη συνέχιζε τον αγώνα του.
Ήταν φυσικό στην πρώτη λειτουργία που έκανε, στον νέο περικαλλή ναό, να μας θυμίζει άγγελο που δεν πατά στη γη. Θα πρέπει να ήταν από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής του. Και δικαιολογημένα.
Ναός γεφύρι της Άρτας
Όπως είναι γνωστό στον τόπο μαρτυρίου των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων έγινε η πρώτη ενέργεια για την ίδρυση ναού το 1904 με δωρεά του περιβολιού οικοπέδου από τον …μουσουλμάνο Τουρκορεθεμνιώτη Αρίφ Μπεσιράκη. Έγιναν στη συνέχεια έρανοι σε χωριά του νομού και το 1907 ο Ύπατος Αρμοστής Κρήτης Αλ. Ζαΐμης ενέκρινε την ανέγερση του ναού, που φαίνεται να ξεκίνησε το 1909 που κόπηκε και ο πλάτανος. Στο καταστατικό του συλλόγου που ιδρύθηκε το 1930 με την υπ’ αριθμόν 628 απόφαση του Πρωτοδικείου Ρεθύμνου με σκοπό την αποπεράτωση επιτέλους του ναού, αναφέρεται ότι το πρώτο κτίσμα θεμελιώθηκε από τον Επίσκοπο Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Διονύσιο Καστρογιαννάκι στα 1905.
Με τη δικτατορία Μεταξά σταμάτησε κάθε δραστηριότητα. Ο πόλεμος που ακολούθησε κάθε άλλο παρά ευνοούσε τέτοιες προσπάθειες. Το 1941 μάλιστα με διαταγή του Γερμανού φρουράρχου Μπάουρερ, χρησιμοποιήθηκε ως …στάβλος (!!!) για τα άλογα, αλλά και χώρος στάθμευσης μοτοσυκλετών με ειδική ράμπα.
Μετά τον πόλεμο και μέχρι το 1947 ο ναός ήταν χώρος ευτυχισμένης προσέλευσης των παιδιών που εύρισκαν άνετο χώρο …να παίξουν. Το 1949 ο προηγούμενος ναός κατεδαφίστηκε με απόφαση της Νομαρχίας και το χτίσιμο της δεύτερης εκκλησίας ξεκίνησε το 1955.
Τα εγκαίνια έγιναν στις 28-10-1955 από τον επίσκοπο Αθανάσιο Αποστολάκη και με πρώτο εφημέριο τον Μιχάλη Σταυριανάκη.
Ούτε κι ο ναός αυτός με τριπλή τζαμαρία στον πρόναο ικανοποιούσε τους ρέκτες συμπολίτες και το 1972 παρά τις διαμαρτυρίες ορισμένων κατεδαφίστηκε με το αιτιολογικό ότι ήταν μικρός είχε κακοτεχνίες και δεν ανήκε σε κανένα ρυθμό.
Ο ναός που γνωρίζουμε θεμελιώθηκε στις 25 Ιουνίου 1972 από τον μακαριστό επίσκοπο Τίτο και εγκαινιάστηκε από τον ίδιο στις 28 Δεκεμβρίου 1975. Με χωρητικότητα περίπου 1.000 ατόμων κάλυπτε τις προσδοκίες των ενοριτών, όσο για το κόστος έφθασε τα 8 εκατ. δρχ. Μεγάλες ευεργέτιδες του ναού ήταν η Ελένη Θ. Γεωργίου και η Βασιλική Μαθιουδάκη.
Με την ολοκλήρωση του ναού πήρε βαθειά ανάσα ο παπά Μιχάλης Σταυριανάκης που είχε κάνει σκοπό ζωής την ολοκλήρωση του ναού.
Και μια ακόμα μεγάλη στιγμή στη ζωή του ήταν η αγιοποίηση των Τεσσάρων Μαρτύρων με Συνοδική Πράξη από τον Πατριάρχη Κωνσταντουπόλεως Δημήτριο αγιοποιήθηκαν οι Τέσσερις Μάρτυρες, με το κεντρικό κλίτος του ναού ν’ αφιερώνεται στη μνήμη τους.
Τίτλος τιμής ο Χατζής
Το 1989 ο παπά Μιχάλης επισκέφθηκε τους Άγιους Τόπους. Με τη χαρά μικρού παιδιού δακρύζοντας, κάποιες φορές, μου περιέγραφε τα συναισθήματά του, πατώντας εκεί περπάτησε ο Κύριος. Και από το ταξίδι του αυτό και μετά, δεν έλειπε από τις υπογραφές του η λέξη «Χατζής» που ήθελε και να την ακούει γιατί όπως έλεγε ήταν όνειρο ζωής.
Συνηθίζω να μην αναφέρομαι σε σημεία που αποτελούν μελανές σελίδες στην ιστορία του τόπου.
Θα κάνω μια εξαίρεση γιατί από αυτό που ήρθε στο νου, με την ευκαιρία, φαίνεται και η προσωπικότητα του παπά Μιχάλη.
Όταν ήταν υποχρεωμένος να κτυπά πόρτες για την ανέγερση του νέου ναού των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, κράτησε σε δέλτο μνήμης, ανεξίτηλης, όλους τους ευεργέτες.
Σε μια περίοδο που είχε και το Ρέθυμνο διχαστεί, τα γνωστά μιας εποχής που μας αξιολογούσαν ανάλογα με την ιδεολογική μας ταυτότητα, ο παπά Μιχάλης δέχτηκε τη μήνη τοπικού παράγοντα, γιατί σε μια τελετή φάνηκε σαν να κάνει διάκριση σε κάποιο πολιτικό πρόσωπο. Ακόμα το θυμάμαι και θαυμάζω…
Θεέ μου τι λεβεντιά ήταν εκείνη… Άστραψε και βρόντησε ο υπέροχος εκείνος ιερέας.
«Θα μου πείτε εμένα πως θα δεχθώ κάποιον που ποτέ δεν μου έκλεισε την πόρτα στις εκκλήσεις μου για τον ναό αυτό; Νομίσετε ό,τι θέλετε. Λιθοβολήστε με. Την ανθρωπιά μου δεν τη διαπραγματεύομαι…».
Είπε και σώπασαν οι πάντες. Τι να πουν άλλωστε;
Αυτά σε μια εποχή που έπρεπε να ακολουθείς ρεύματα της εποχής για να επιβιώσεις κοινωνικά.
Η σωτηρία της πόλης
Ο παπά Μιχάλης αγκάλιαζε την ενορία του την πόλη ολόκληρη με την έγνοια στοργικού πατέρα.
Αρχές δεκαετίας του 70 έπιασε φωτιά η περιοχή στον Ευλιγιά. Από στιγμή σε στιγμή με την ενίσχυση του ανέμου οι φλόγες κάλπαζαν προς την πόλη.
Τότε ο παπά Μιχάλης παίρνει την εικόνα των Τεσσάρων Μαρτύρων και κατευθύνεται στη μεγάλη εστία της πυρκαγιάς. Και λένε όσοι το έζησαν πως για μιας κόπασε ο άνεμος και σύντομα έσβησε η φωτιά. Η πόλη είχε σωθεί.
Θυμάμαι μια εποχή να ταλανίζεται η πόλη από ανομβρία. Προκαθήμενος της Εκκλησίας των Ρεθυμνίων ήταν ο μακαριστός Θεόδωρος, άλλη σπουδαία μορφή της Ιεροσύνης.
Ένα απόγευμα αποφασίζει με τον παπά Μιχάλη να κάνουν λιτανεία με την εικόνα των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μεγαλοπρέπεια εκείνης της στιγμής. Το ίδιο βράδυ ακούστηκαν βροντές και σε λίγο είχαν ανοίξει οι καταρράκτες του ουρανού.
Αυτά και άλλα πολλά ζήσαμε στην εποχή του παπά Μιχάλη.
Ο παπά Μιχάλης με την υπέροχη πρεσβυτέρα του Αμαλία εκτός από ποιμαντικό εκτελούσε και σπουδαίο κοινωνικό έργο. Ένα τμήμα αυτού και η Χριστιανική Γωνιά, φορέας βραβευμένος και από την Πολιτεία, που έγινε και παραμένει ένας χώρος αγάπης, που προσφέρει καλομαγειρεμένο σπιτικό φαγητό, σε κάθε πάσχοντα.
Λάτρευε τους συνεργάτες του
Ο παπά Μιχάλης αισθανόταν πάντα μια μεγάλη εκτίμηση για τους συνεργάτες του. Όπως καταθέτουν τόσο ο π. Νικόλαος, όσο και ο π. Σωκράτης, τους είχε πάντα κοντά του. Ο χορός των ιεροψαλτών του που είχε από νωρίς αποκτήσει μεγάλη φήμη και τον έκανε ιδιαίτερα περήφανο έχει να θυμηθεί πολλές συνεστιάσεις όπου άρχοντας πραγματικά ο παπά Μιχάλης έστρωνε τάβλες «αργυρές» για να τους περιποιηθεί. Και το λουκούλλειο γεύμα ακολουθούσε κρητικό γλέντι τρικούβερτο.
Ο π. Νικόλαος έχει να διηγηθεί και το εξής χαριτωμένο.
Όταν ο παπΆ Μιχάλης που δεν έκανε μέρα μακριά από το χωριό του δεν μπορούσε πια να οδηγήσει λόγω ενός προβλήματος υγείας προσφερόταν εκείνος, ο π. Νικόλαος, να οδηγήσει για να βρεθεί ο σεβαστός λευίτης κοντά στα ζώα του. Με το που έφθαναν στο χωριό ο πρώτος που οσμιζόταν την παρουσία τους κι έτρεχε ήταν ένας χαριτωμένος σκυλάκος. Κι ενώ τους έκανε χαρές ο παπά Μιχάλης με ένα περίεργο σφύριγμα έκανε μέσα σε ελάχιστα λεπτά να γεμίζει ο τόπος από τα προβατάκια του. Λες και τον περίμεναν.
Ένας λόγος που ήθελε ο παπά Μιχάλης να είναι κοντά στο χωριό του ήταν και ο ναός του Προφήτη Ηλία που είχε κτίσει με μεγάλες δυσκολίες.
Επρόκειτο για ένα τάμα που είχε κάνει ο αγαθός λευίτης όταν σώθηκε από βέβαιο θάνατο.
Ήταν μια μέρα που επέστρεφε στο Ρέθυμνο από το χωριό που είχε πάει να φροντίσει τα μελίσσια του. Τα τσιμπήματα που είχε δεχθεί από τις μέλισσες του έφεραν μια υπνηλία και κάποια στιγμή ανοίγει έντρομος τα μάτια του διαπιστώνοντας ότι τον είχε πάρει ο ύπνος ενώ οδηγούσε και βρισκόταν στην άκρη του δρόμου με κίνδυνο να προκαλέσει τροχαίο.
Κοιτάζει γύρω του κάνοντας τον σταυρό του και αντικρίζοντας την εκκλησία του προφήτη Ηλία υποσχέθηκε να κτίσει ναό στο χωριό του προς τιμήν του Αγίου που τον έσωσε από βέβαιο θάνατο. Όπερ και εγένετο.
Ο παπά Μιχάλης, σύμφωνα με μαρτυρία του κ. Λευτέρη Κυριακάκη δεν ξέχασε ποτέ τους ανθρώπους που τον βοήθησαν. Και κάθε γιορτή του Προφήτη Ηλία τους δεξιωνόταν στο υπόστεγό του.
Ο αξέχαστος λευίτης ήταν πάντα κοντά στους νέους. Είχε τον τρόπο του να τους εμπνέει εμπιστοσύνη έτσι ώστε σε κάθε τους πρόβλημα να ζητούν την πνευματική του καθοδήγηση.
Έχουν να λένε ότι είχε προσφερθεί να παντρέψει ζευγάρια που οι κοινωνικές ανισότητες του καιρού εκείνου δεν ευλογούσαν την ένωσή τους. Για τον υπέροχο αυτό λευίτη πρυτάνευε ο νόμος του Θεού της αγάπης. Σεβόταν τους νόμους αλλά σε εποχές δίσεκτες που καθεστώτα επέβαλαν αναχρονιστικές διατάξεις ο παπά Μιχάλης έπαιρνε θέση με λεβεντιά χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες. Έτσι οι νέοι τον λάτρευαν.
Κι ήταν ένα καμάρι όταν στην κορύφωση γλεντιού μάζευε το ράσο στη ζώνη του και έσερνε τον χορό με μοναδική λεβεντιά. Οι κινήσεις του χωρίς καν υποψία εντυπωσιασμού θύμιζαν αετό έτοιμο να ανοίξει τα φτερά του και να πετάξει. Αυτός ήταν ο υπέροχος ο μοναδικός παπά Μιχάλης, που όπως καταθέτει ο παπά Νικόλας Νικηφόρος ήξερε πότε μπορούσε να εκδηλώνει τα συναισθήματά του, χωρίς να σκανδαλίζει, με απόλυτο σεβασμό στο σχήμα του.
Ευλογημένος και από τη φύση ο παπά Μιχάλης εκτός από επιβλητικό παράστημα και λεβεντιά, διέθετε και μοναδικό χάρισμα φωνής. Λέγεται ότι για να απολαύσουν εκείνο το υπέροχο άκουσμα έρχονταν στην εκκλησία πολλοί Ρεθεμνιώτες.
Ιδιαίτερα στις ιερές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας, και μάλιστα όταν έψαλε το «Σήμερον κρεμάται» ο παπά Μιχάλης ήταν συγκλονιστικός!!!
Κοντά στο τέλος
Αρχές της δεκαετίας του ’90 ο λαοφιλέστατος ιερέας δεν ήταν αυτό που θυμόμαστε. Δεν θύμιζε τον λεβεντόκορμο παπά με το αγέρωχο βάδισμα. Πρόβλημα υγείας τον καθήλωνε σιγά-σιγά. Ακόμα και τότε όμως δεν έχασε το θάρρος του. Αντιμετώπιζε κάθε πρόβλημα με αξιοπρέπεια. Και δεν έπαυσε να ευχαριστεί τον Θεό μετά την πρώτη επιτυχημένη εγχείρηση, στην οποία είχε υποβληθεί και όλοι αγωνιούσαμε για το αποτέλεσμα.
Αξίζει να τονιστεί ότι σε κάθε κρίση, όταν του θύμιζε η μεγάλη καρδιά του ότι θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικός, αλλά εκείνος δεν έβαζε το καθήκον στο περιθώριο, οι γιατροί έτρεχαν κοντά του με περισσότερο ζήλο από όσο θα περίμενε κανείς. Σαν να επρόκειτο για στενό τους συγγενή. Στόχος να τον βοηθήσουν γιατί όλοι τον είχαμε ανάγκη. Μόνο για το χαμόγελο και τη ζεστή του ματιά. Μόνο να τον βλέπουμε να κατευθύνεται στον ναό με τον σκούφο του καλόγερου και το ράσο του να κυματίζει.
Ο αξέχαστος παπά Μιχάλης, μας αποχαιρέτησε μια σημαδιακή μέρα. Ήταν των Τριών Ιεραρχών του 1995. Γιορτή που εκείνος τιμούσε ιδιαίτερα.
Με το πρώτο θλιβερό άγγελμα της καμπάνας βυθίστηκε στο πένθος το Ρέθυμνο. Στο λαϊκό προσκύνημα που εκτέθηκε η σορός του συμμετείχαν όλοι μικροί και μεγάλοι. Αποχαιρετούσαμε με δάκρυα οδύνης τον αξέχαστο κληρικό. Δάκρυα της καρδιάς χωρίς υπερβολή.