Μια εντυπωσιακή έκθεση ζωγραφικής φιλοξενεί τις τελευταίες ημέρες το Εικαστικό Εργαστήρι του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης στο Ρέθυμνο. Οι περιηγητές της πολύχρωμης και όλο νόημα έκθεσης ζωγραφικής, αδυνατούν να πιστέψουν ότι έχει δημιουργηθεί από τους μαθητές του λυκείου Ατσιποπούλου, μιας και το αποτέλεσμα είναι άκρως επαγγελματικό. Παράλληλα, τα μηνύματα που αναδύονται μέσα από τις ζωγραφιές των μαθητών, είναι πιο επίκαιρα από ποτέ, αφού αφορούν τον σχολικό εκφοβισμό και τον πόλεμο.
Στόχος της έκθεσης με τίτλο «Το μάθημα που δεν έγινε», ήταν η ενίσχυση του κλίματος εμπιστοσύνης και ασφάλειας, η καλλιέργεια της δυνατότητας να χρησιμοποιείται, συμπληρωματικά και δημιουργικά, η διαφορετικότητα και η αξιοποίηση της εμπειρίας των μαθητών για τον εκφοβισμό και τη βία στο σχολείο, σε εικαστικές και σε λογοτεχνικές δημιουργικές δραστηριότητες. Όλα αυτά με σκοπό να λειτουργήσουν ως «εκστρατεία» εναντίον του σχολικού εκφοβισμού και της βίας γενικότερα.
Οι δεκαπέντε μαθητές/-τριες που έλαβαν μέρος στο εικαστικό εργαστήρι με τίτλο «Σιωπηλή ποίηση και ομιλούσα εικόνα», «επένδυσαν» τον ελεύθερο τους χρόνο κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς και δημιούργησαν έργα τέχνης που θίγουν ζητήματα της εποχής. Μέσα από αυτή τη δημιουργική διαδικασία δηλαδή, τα παιδιά κλήθηκαν να αναλογιστούν, να ενημερωθούν και να προβληματιστούν για κοινωνικά ζητήματα του σήμερα, αποτυπώνοντας τις σκέψεις τους είτε με τη μορφή της ζωγραφικής, είτε με τη μορφή της δημιουργικής γραφής.
Τα οφέλη που προέκυψαν από το εγχείρημα αυτό ήταν πολλά. Οι μαθητές μπόρεσαν μεν να εκπαιδευτούν με έναν τρόπο πρωτότυπο – για τα δεδομένα της παραδοσιακής εκπαιδευτικής διαδικασίας -, ανακάλυψαν όμως και το καλλιτεχνικό τους ταλέντο, ενισχύοντας παράλληλα τη δημιουργικότητά τους.
Πλέον, μπορούν περήφανοι να κοιτούν τις δημιουργίες τους, οι οποίες έχουν καταφέρει ήδη από τις πρώτες ημέρες, να τραβήξουν τα βλέμματα ντόπιων καθώς και τουριστών που τυχαίνει να περάσουν από το Εικαστικό Εργαστήρι του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης. Μάλιστα, λόγω του μεγάλου ενδιαφέροντος από πλευράς τουριστών, έχει μεταφραστεί το περιγραφικό κείμενο της έκθεσης σε αρκετές ξένες γλώσσες, όπως αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ισπανικά, ώστε οι επισκέπτες να μπορούν να κατανοήσουν ευκολότερα περί τίνος πρόκειται.
«Κυρία, δεν ήξερα ότι η μουτζούρα μου είναι έργο τέχνης»
Μιλώντας στα «Ρ.Ν.» η φιλόλογος και υπεύθυνη καθηγήτρια της έκθεσης ζωγραφικής, Ελεονώρα Μάλλιου, περιέγραψε την έμπνευση πίσω από τη δημιουργία του εργαστηρίου και τον τρόπο με τον οποίο αποτυπώθηκε ο ενθουσιασμός και η ενέργεια των παιδιών κατά τη συμμετοχή τους σε αυτό. «Πήραμε ένα πολιτιστικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα και φτιάξαμε πάνω σε αυτό, ένα εικαστικό εργαστήρι και το ονομάσαμε «Σιωπηλή ποίηση και ομιλούσα εικόνα» διότι έχει δύο πυλώνες. Ο ένας είναι η τέχνη της ζωγραφικής και ο άλλος η τέχνη της δημιουργικής γραφής, του λόγου δηλαδή. Έτσι τα παιδιά αποφάσισαν να ζωγραφίσουν πίνακες και από την άλλη, όσα δε μπορούσαν να ζωγραφίσουν, να γράψουν ένα κείμενο πάνω στους πίνακες. Αυτό ήταν το αρχικό μας σχέδιο. Μετά επιλέξαν το θέμα της ενδοσχολικής βίας που τους απασχολούσε πάρα πολύ. Μας πρόλαβαν και τα γεγονότα με τον πόλεμο που το θεωρήσαμε τον ύψιστο βαθμό βίας και άρχισαν τα παιδιά να φτιάχνουν έργα πάνω σε αυτά τα θέματα».
Σύμφωνα με την ίδια, μέσα από τα έργα των παιδιών ξεπροβάλλουν οι σκέψεις τους και τα συναισθήματά τους. «Μας δείχνουν πως αντιδρά ένας θύτης, ένα θύμα και γενικότερα μια κοινωνία, μπροστά σε ένα πόλεμο, σε μια βία. Τα παιδιά εξέφρασαν πολλά «γιατί;», μέσα σε όλο αυτό το πρότζεκτ. Δηλαδή αναρωτήθηκαν «Γιατί να υπάρχει πόλεμος, αφού ο σύγχρονος κόσμος γνωρίζει πλέον τι σημαίνει πόλεμος;». Τους φάνηκε πάρα πολύ περίπλοκο αυτό, γιατί να συμβαίνει αυτό και έτσι, αποτυπώσανε όλες τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους πάνω στους πίνακες».
Παρόλο που τα παιδιά δεν είχαν κάνει ποτέ μαθήματα ζωγραφικής, τα έργα τους ξεχωρίζουν για την ποιότητα και τη λεπτομέρειά τους, με την κυρία Μάλλιου να επισημαίνει ότι τους θεωρεί όλους επαγγελματίες καλλιτέχνες. «Ρωτούσα τα παιδιά που έμαθαν να ζωγραφίζουν έτσι και μου απαντούσαν ότι έμαθαν μόνα τους. Μια μαθήτρια μου είπε «Κυρία, δεν ήξερα ότι η μουτζούρα μου είναι έργο τέχνης». Είναι εκπληκτικό. Το εργαστήριο διήρκησε όλη τη χρονιά αλλά τα παιδιά δούλεψαν πολύ, κυρίως στον ελεύθερο τους χρόνο, με την περισσότερη δουλειά να γίνεται στις διακοπές του Πάσχα».
Καθ’ όλη τη διάρκεια του εργαστηρίου οι μαθητές, οι οποίοι πάνε στην Α’ και στη Β’ τάξη του λυκείου, έμαθαν να επικοινωνούν με τη «δημιουργική τους ενέργεια». «Ήταν μια πολύ δημιουργική διαδικασία για τα παιδιά και θα το συνεχίσουμε και για δεύτερη χρονιά. Τους δόθηκε η ευκαιρία να βρουν το ταλέντο τους, κάτι που στην αρχή δεν είχαν σπουδαιολογήσει. Μάλιστα, πολλά παιδιά που μπήκαν στο πρότζεκτ για να γράψουν κείμενο, στην πορεία ζωγραφίσανε και συνέβη και το αντίθετο. Ήταν φοβερά δημιουργικό, έβλεπα στα πρόσωπά τους μια λάμψη, γιατί μαθαίνανε να επικοινωνούν με τη δημιουργική τους ενέργεια. Είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό στο σχολείο», εξήγησε η επιβλέπουσα καθηγήτρια.
Η τέχνη σαν τρόπος έκφρασης – «Σε βοηθά να λες αυτά που νιώθεις αλλά χωρίς να τα πεις»
Από τη δική τους πλευρά, οι μαθητές/-τριες που συμμετείχαν στην έκθεση, περιέγραψαν με ενθουσιασμό τη συμμετοχή τους σε αυτήν, με τα λόγια τους να προκαλούν συγκίνηση.
Η Μαριάννα Αυγουστάκη ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η έκθεση μας βοήθησε να μάθει το κοινό μέσω της τέχνης μας, τι εστί σχολικός εκφοβισμός. Εγώ θα αλλάξω τον τίτλο της έκθεσης που είναι το «Μάθημα που δεν έγινε» και θα πω «Είναι το μάθημα που δεν έγινε στους σωστούς χώρους», γιατί ο σωστός χώρος για να μαθαίνουμε για το bullying δεν είναι εδώ που γίνεται η έκθεση, είναι το σχολείο. Πρέπει να μάθουν οι δάσκαλοι και οι καθηγητές και οι βρεφοκόμοι και οι νηπιαγωγοί και οι γονείς ότι το bullying δεν είναι παιχνίδι, δεν είναι αστείο. Μερικές φορές το κοροϊδεύουμε και λέμε «Αχ αυτός ο άνθρωπος μας κάνει bullying». Δεν είναι έτσι. Το bullying όπως μας είχαν πει και οι ψυχολόγοι από το Χαμόγελο του Παιδιού που ήρθαν στο σχολείο κάποια στιγμή, είναι κάτι συνεχόμενο, κάτι που δεν σταματάει και συνεχίζεται μήνες». Παράλληλα η ίδια εξήγησε ότι μπορεί κάποιοι να βλέπουν την τέχνη σαν μουτζούρες, αυτό όμως δεν ισχύει. «Και εγώ πολλές φορές που ήρθα στην έκθεση είπα «Πω πω η μουτζούρα μου σε ένα τοίχο έκθεσης» αλλά δεν είναι μουτζούρες είναι τρόπος έκφρασης».
Ο Μάριος Λιανδρής ανέφερε ότι η τέχνη έως τώρα δε σήμαινε πολλά για εκείνον, κάτι το οποίο ανατράπηκε με τη συμμετοχή του στο εργαστήριο. «Γνώρισα άλλα παιδιά που μέσα από την τέχνη λένε τη δική τους ιστορία, τη δική τους εκδοχή, τη δική τους πραγματικότητα που βλέποντάς τα στην καθημερινή ζωή δε μπορείς να καταλάβεις τι έχει περάσει ή τι έχει εξακολουθεί να περνάει. Μέσω της τέχνης αφήνουν θέλοντας ή άθελά τους να εννοηθεί τι έχουν περάσει, με την επιλογή των χρωμάτων, των σχεδίων κ.λπ. Η έκφραση αυτή προκαλεί ανακούφιση και σε βοηθά να λες αυτά που νιώθεις αλλά χωρίς να τα πεις». Σχολίασε μάλιστα και το ενδεχόμενο επαγγελματικής ενασχόλησης με την τέχνη, εξηγώντας ότι: «Γενικά υπάρχει η άποψη ότι το να είναι κάποιος ζωγράφος δεν είναι μια δουλειά η οποία σου δίνει μια ασφάλεια για το μέλλον σου, από οικονομική πλευρά. Η κοινωνία θεωρεί ότι είναι μια δουλειά που ή πετυχαίνεις ή όχι, ή θέλει πάρα πολύ χρόνο για να μπορέσεις να έχεις τη φήμη και να έχεις ένα εισόδημα. Επειδή η τέχνη είναι πολύ υποκειμενικό είναι δύσκολο να βρεις ένα κοινό που θα ξοδέψει ένα χρηματικό ποσό για να συνεργαστεί μαζί σου». Σε ότι έχει να κάνει όμως με το αποτέλεσμα της έκθεσης δήλωσε: «Όταν βλέπουμε τους πίνακες αυτομάτως βλέπουμε και ένα κομμάτι του εαυτού μας μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Βλέπεις ένα κομμάτι που είτε το ζεις τώρα, είτε το έχεις ζήσει και βλέπεις ότι και άλλοι άνθρωποι ζουν το ίδιο με εσένα ή το έχουν περάσει, άρα υπάρχει ελπίδα να το ξεπεράσεις και εσύ αυτό».
Η Βαγγελιώ Πιοτογιαννάκη πρόσθεσε ότι μέσω της έκθεσης κατάφεραν να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους, αναφορικά με το ζήτημα της βίας, είτε αυτή είναι σωματική, είτε είναι λεκτική, είτε είναι πόλεμος. «Μας βοήθησε επίσης να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας σαν παιδιά που έχουμε βιώσει κάποιου είδους βία. Η λέξη bullying έχει γίνει «καραμέλα» στα στόματα των περισσότερων ανθρώπων χωρίς να το έχουν βιώσει στα αλήθεια. Η τέχνη επουλώνει τον πόνο που έχουμε μέσα μας, γιατί μέσω αυτής μπορούμε να τον εξωτερικεύσουμε χωρίς να μιλάμε με το στόμα μας. Μιλάμε με τη ζωγραφική μας. Είναι όμως δύσκολο να βρεις θεατές που να μπορέσουν να «ακούσουν» την εικόνα σου. Γιατί η εικόνα πολλές φορές «φωνάζει». Νιώθω περηφάνια για τους συμμαθητές μου που μαζί καταφέραμε να ολοκληρώσουμε αυτό το δύσκολο έργο».
Κλείνοντας, η κυρία Μάλλιου επεσήμανε ότι η έκθεση έχει ήδη παρουσιαστεί διαδικτυακά σχεδόν σε όλα τα σχολεία της Ελλάδος, ενώ έχει τραβήξει την προσοχή και από πανεπιστήμια του εξωτερικού για μελλοντικές συνεργασίες. «Θα έρθει ένας καθηγητής από τη σχολή Καλών Τεχνών του Μονάχου, για να δει την έκθεση από κοντά και μας πρότεινε να κάνουμε και ένα πρότζεκτ μαζί με όλα τα σχολεία της Ευρώπης και έχει ενδιαφερθεί και μια καθηγήτρια, η οποία είναι ζωγράφος στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και την περιμένουμε και αυτήν να έρθει να τη δει από κοντά. Θα συνεργαστούμε και με τα δύο αυτά πανεπιστήμια», κατέληξε.