Νέοι, γυναίκες και άτομα με χαμηλό μορφωτικό εκπαιδευτικό επίπεδο είναι οι μεγάλοι «χαμένοι» της οικονομικής κρίσης, που αντιμετωπίζουν την ανεργία ως καθημερινό «εφιάλτη», έχοντας, εδώ και μήνες, χάσει τη δουλειά τους, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να επανακάμψουν στην αγορά εργασίας. Τα στοιχεία για την «ταυτότητα» των ανέργων, που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Αρχή, είναι αποκαλυπτικά για τον τομέα της απασχόλησης στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (29,7%) είναι σημαντικά υψηλότερο από εκείνο των ανδρών (23,3%), την ώρα που το υψηλότερο ποσοστό παρατηρείται στους νέους ηλικίας 15-24 ετών (57,8%), το οποίο στις νέες γυναίκες εκτοξεύεται στο 65,0%. Το ποσοστό των «νέων ανέργων», δηλαδή των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν, ανέρχεται στο 24,0% του συνόλου των ανέργων, ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12 μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι), αποτελούν αντίστοιχα το 65,3%.
Η κατανομή της ανεργίας, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, έχει ως εξής: το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (41,9%), ενώ ακολουθούν τα άτομα που έχουν απολυτήριο Τριτάξιας Μέσης Εκπαίδευσης (30,9%). Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό (14,3%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (16,6%).
Επιπλέον, εξετάζοντας την εξέλιξη του αριθμού των απασχολουμένων, ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρείται ότι σε όλους τους τομείς παρατηρείται μείωση στον αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Στον πρωτογενή τομέα η μείωση ανέρχεται σε 2,3%, στον δευτερογενή 11,8% και στον τριτογενή 5,8%.
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 42,5% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 47,9% αναζητά πλήρη αλλά στην ανάγκη είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση, που κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος. Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 8,5% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων το 63,9% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 7,4% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,8% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το 23,9% για διάφορους άλλους λόγους.
Το Δ’ Τρίμηνο του 2012, το ποσοστό της ανεργίας σε όλη τη χώρα ανήλθε στο 26,0%, έναντι 24,8% του προηγούμενου τριμήνου και 20,7% του αντίστοιχου τριμήνου 2011. Η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 6,4% σε σχέση με το Δ’ Τρίμηνο του 2011. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 5,2% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 26,3% σε σχέση με το Δ’ Τρίμηνο του 2011.
Η Κρήτη, με ποσοστό ανεργίας 23%, βρίσκεται στο μέσον του πίνακα με τις Περιφέρειες που συγκεντρώνουν τα μεγαλύτερα ποσοστά. Η μεγαλύτερη ανεργία παρατηρείται στη Δυτική Μακεδονία με 30,1% και στη Στερεά Ελλάδα με 28,6%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στο Νότιο Αιγαίο με 18,0% και στις Ιόνιους Νήσους με 17,2%.
Τα χαρακτηριστικά της ανεργίας από την ΕΛΣΤΑΤ
• Γυναίκες και νέοι οι μεγάλοι «χαμένοι» της κρίσης στον τομέα της απασχόλησης
• Μείωση του αριθμού των εργαζομένων σε όλους τους τομείς – Κερδίζει έδαφος η μερική απασχόληση
Νέοι, γυναίκες και άτομα με χαμηλό μορφωτικό εκπαιδευτικό επίπεδο είναι οι μεγάλοι «χαμένοι» της οικονομικής κρίσης, που αντιμετωπίζουν την ανεργία ως καθημερινό «εφιάλτη», έχοντας, εδώ και μήνες, χάσει τη δουλειά τους, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να επανακάμψουν στην αγορά εργασίας. Τα στοιχεία για την «ταυτότητα» των ανέργων, που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Αρχή, είναι αποκαλυπτικά για τον τομέα της απασχόλησης στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (29,7%) είναι σημαντικά υψηλότερο από εκείνο των ανδρών (23,3%), την ώρα που το υψηλότερο ποσοστό παρατηρείται στους νέους ηλικίας 15-24 ετών (57,8%), το οποίο στις νέες γυναίκες εκτοξεύεται στο 65,0%.
Το ποσοστό των «νέων ανέργων», δηλαδή των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν, ανέρχεται στο 24,0% του συνόλου των ανέργων, ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12 μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι), αποτελούν αντίστοιχα το 65,3%. Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη υπηκοότητα, είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (36,9% έναντι 25,0%).
Επίσης, το 72,3% των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων το οποίο είναι 51,7%.
Η κατανομή της ανεργίας, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, έχει ως εξής: το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (41,9%), ενώ ακολουθούν τα άτομα που έχουν απολυτήριο Τριτάξιας Μέσης Εκπαίδευσης (30,9%). Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό (14,3%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (16,6%).
Εξετάζοντας την εξέλιξη του αριθμού των απασχολουμένων, ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρείται ότι σε όλους τους τομείς υπάρχει μείωση στον αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Στον πρωτογενή τομέα η μείωση ανέρχεται σε 2,3%, στον δευτερογενή 11,8% και στον τριτογενή 5,8%.
Κατά το Δ’ Τρίμηνο του 2012, βρήκαν απασχόληση 107.201 άτομα, τα οποία ήταν άνεργα πριν από ένα έτος. Παράλληλα, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, 35.626 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης. Αντίθετα, 196.341 άτομα, τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα 89.433 άτομα που ήταν απασχολούμενα, είναι πλέον οικονομικά μη ενεργά. Επιπλέον, 136.049 άτομα, που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση, αλλά είναι άνεργα.
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 42,5% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 47,9% αναζητά πλήρη αλλά στην ανάγκη είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση, που κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος. Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 8,5% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων το 63,9% έκανε αυτή την επιλογή, διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 7,4% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,8% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το 23,9% για διάφορους άλλους λόγους.
Ένα ποσοστό ανέργων (4,7%) απέρριψε, κατά τη διάρκεια του Δ’ τριμήνου του 2012, κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή:
α) δεν εξυπηρετούσε το ωράριο (27,8%),
β) δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (24,4%),
γ) δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (22,3%).
Τέλος, το 9,6% αναζητά μερική απασχόληση ή δεν ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.
Το Δ’ Τρίμηνο του 2012, το ποσοστό της ανεργίας σε όλη τη χώρα ανήλθε στο 26,0%, έναντι 24,8% του προηγούμενου τριμήνου και 20,7% του αντίστοιχου τριμήνου 2011. Η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 6,4% σε σχέση με το Δ’ Τρίμηνο του 2011. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 5,2% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 26,3% σε σχέση με το Δ’ Τρίμηνο του 2011.
Η Κρήτη, με ποσοστό ανεργίας 23%, βρίσκεται στο μέσον του πίνακα με τις Περιφέρειες που συγκεντρώνουν τα μεγαλύτερα ποσοστά. Η μεγαλύτερη ανεργία παρατηρείται στη Δυτική Μακεδονία με 30,1% και στη Στερεά Ελλάδα με 28,6%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στο Νότιο Αιγαίο με 18,0% και στις Ιόνιους Νήσους με 17,2%.