Ο άγιος Γεώργιος, μεγαλομάρτυς, ο Τροπαιοφόρος (23 Απρ.), στρατιωτικός άγιος και Δρακοντοκτόνος, από τους γνωστότερους αγίους της Ορθοδοξίας, καταγόταν από σπουδαία οικογένεια της Καππαδοκίας και είχε το υψηλό αξίωμα του κόμητος, όταν μαρτύρησε επί Διοκλητιανού (284-304) στη Νικομήδεια ή, κατ’ άλλους, στη Λύδα, που ήταν αναμφίβολα η πατρίδα της μητέρας του. Ως μεγαλόψυχος στρατιωτικός και ένοπλος Άγιος, ο Γεώργιος θεωρείται, κατά το απολυτίκιό του, ως των «αιχμαλώτων ελευθερωτής», των «πτωχών υπερασπιστής» και των «βασιλέων υπέρμαχος». Στην Υμνογραφία του, επίσης, ο άγιος Γεώργιος αποκαλείται «Χριστού γεώργιον», γιατί το όνομα «Γεώργιος» είναι πνευματική μεταφορά από την αγροτική μας ζωή και παράγεται από το ουσιαστικό γεώργιον, το [< ρ. γεωργώ (γη + έργο)], που σημαίνει το καλλιεργημένο χωράφι ή αγρό. Γίνεται όμως και επίθετο «γεώργιος», για τον άνθρωπο που επιδέχεται την πνευματική καλλιέργεια ή που τον επέλεξε γι’ αυτό ο Θεός.
Ο άγιος Γεώργιος, από τους πλέον δημοφιλείς αγίους της Ορθοδοξίας, εικονίζεται πολύ συχνά σε βυζαντινούς και νεότερους ναούς της Ελλάδας και μάλιστα σε αυτούς της υπαίθρου, όπου τιμάται ιδιαίτερα. Μετά τον 11ο αιώνα, εμφανίζεται πάντοτε έφιππος, ντυμένος με τη στρατιωτική του ενδυμασία, να τιθασεύει τον δράκο και να σώζει από βέβαιο θάνατο τη βασιλοπούλα, που του είχε δοθεί ως βορά, για να αφήσει το νερό της πολιτείας να τρέξει ελεύθερα προς χρήσιν του από τον λαό. Πριν από τον 11ο αι. οι παραλλαγές τού βίου τού αγίου Γεωργίου δεν αναφέρουν το επεισόδιο της δρακοντοκτονίας, ενώ στις εικονογραφικές παραστάσεις ο άγιος εικονίζεται να σκοτώνει τον αυτοκράτορα Διοκλητιανό.
Σε ορισμένες περιοχές της Β. Ελλάδας ο άγιος Γεώργιος θεωρείται προστάτης των κτηνοτρόφων και θεράπων Άγιος των ζώων που ασθενούν. Επίσης -λόγω του ακοντίου που φέρει, που, κατά κάποιο τρόπο, υπενθυμίζει το νυστέρι του χειρούργου και αυτός- όπως και άλλοι δρακοντοκτόνοι άγιοι- θεωρείται άγιος προστάτης και θεράπων κατά τις εγχειρήσεις.
Τέλος, στη Μάνδρα της Ξάνθης, υπάρχει εικόνα του αγίου Γεωργίου με την επωνυμία του Κουδουνά. Σε αυτόν αφιερώνουν οι μητέρες τα άρρωστα παιδιά τους, στα οποία κρεμούν ένα κουδουνάκι, από αυτά που κρέμονται στην εικόνα του, μέχρι το παιδί να γίνει καλά και να επέλθει η ίαση. Ο ίδιος άγιος Γεώργιος (ο Κουδουνάς), στην Πρίγκηπο- το μεγαλύτερο, ίσως, και ωραιότερο από όλα τα Πριγκηπονήσια, στη θάλασσα του Μαρμαρά- θεωρείται ότι θεραπεύει την παραφροσύνη με τα κουδούνια που απεικονίζονται στην εικόνα του, που, σε παλιότερες εποχές, τα φόραγαν στους τρελούς. Γι’ αυτό και όταν εκεί λένε: «αυτός είναι για τον Κουδουνά» εννοούν ότι είναι φρενοβλαβής. Στον εν λόγω άγιο Γεώργιο συρρέουν, κάθε χρόνο, πέραν των ορθοδόξων και οι Τούρκοι, κατά χιλιάδες στη γιορτή του, όπου ενώνονται οι προσευχές χριστιανών και μουσουλμάνων, για να προσκυνήσουν την εικόνα του Αγίου και να ζητήσουν να εισακούσει τις παρακλήσεις τους. Είναι χαρακτηριστικό, περαιτέρω, ότι οι μουσουλμάνες με σεβασμό παρακαλούν τον Αϊ- Γιώργη να κάνει το θαύμα του . του εξηγούν τις επιθυμίες τους με κάθε λεπτομέρεια, του γράφουν σημειώματα, του αφήνουν και λίγα χρήματα, μήπως και αυτό βοηθήσει. Ανάβουν κεριά, κολλούν ζάχαρες πάνω στον βράχο, δένουν κόμπους πάνω σε δέντρα και θάμνους…
Το προσκύνημα των Τούρκων κυρίως (γυναικών, αντρών και παιδιών), πέραν των παραπάνω, συνοδεύεται και από άλλες μαγικές δεισιδαιμονικές τελετουργίες. Ανεβαίνουν, δηλαδή, προς το μοναστήρι κρατώντας στα χέρια τους καρουλάκια από τα οποία ξετυλίγουν την κλωστή μέχρι να φθάσουν στην είσοδο της εκκλησίας. Επίσης, όσο ανεβαίνουν προς τον ναό, δεν επιτρέπεται να μιλάνε, ενώ μπορούν να μιλήσουν μόνο κατά την επιστροφή, όταν θα έχουν αφήσει το δώρο τους και την ευχή τους στον Άγιο. Μόνο έτσι πιστεύουν ότι θα τους ακούσει ο Άγιος και θα πραγματοποιήσει την επιθυμία τους.
Η παράδοση θέλει την εν λόγω μονή να χτίστηκε το 963, όταν βασίλευε ο Νικηφόρος Φωκάς, και τη θαυματουργή εικόνα του Αγίου Γεωργίου να είχε δοθεί στο μοναστήρι από τη γυναικεία Μονή της Ειρήνης της Αθηναίας. Η εικόνα αυτή έμεινε χωρίς να υποστεί καμία φθορά μέχρι την εύρεσή της από κάποιο βοσκό. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο βοσκός είδε στον ύπνο του τον Αϊ- Γιώργη, που του πρότεινε να ανέβει στον λόφο, για να τον βρει. Εκεί του είπε να σκάψει στο σημείο όπου θα άκουγε κουδούνια να χτυπούν. Έτσι και έγινε. Ο βοσκός ακολούθησε κατά γράμμα αυτά που του είπε ο Άγιος και βρήκε την εικόνα του σκεπασμένη από μιαν αρμαθιά κουδούνια, γι’ αυτό και πήρε την ονομασία «Κουδουνάς». Στη συνέχεια, επανίδρυσε τη μονή προς τιμήν του Αγίου. Από τότε δίνονται στους χιλιάδες προσκυνητές κουδουνάκια ως ευλογία του Αγίου, τα οποία, κατά τους ίδιους, «θαυματουργούν». Σύμφωνα με την παράδοση και μέχρι σήμερα, όσοι κάνουν τάμα παίρνουν ένα «κουδουνάκι» και όταν υλοποιείται το τάμα τους το επιστρέφουν, φέρνοντας στο μοναστήρι λάδι, χρήματα κ.ά.
Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, θεράπων άγιος των μικρών παιδιών θεωρούνταν και ο άγιος Γεώργιος, όπως φαίνεται από το «περί σφουγγάτου» θαύμα αυτού, με το οποίο έδωσε δύναμη και σφρίγος σε ένα ασθενικό παιδί. Υπάρχει, δηλαδή, παράδοση για ένα ζαβό παιδί, που δεν «εμπόρκε» (μπορούσε) να καταπονέσει και αυτός κανένα συνομήλικό του. Μια μέρα, λοιπόν, πήγε μπροστά στο εικόνισμα του Αϊ- Γιώργη και του είπε: «Αϊ μου Γιώρκη μου, να με βοηθήξης να καταπονέσω κι εγώ κανένα συνομήλικόν μου και να σου φέρω ένα σφουγγάτο». Την ίδκιαν κιόλας ημέραν το παιδί εκαταπόνεσεν ένα συνομήλικόν του, με τον οποίο επαλαίψασιν στο πλατύ της εκκλησιάς. Γεμάτος χαρά ετηγάνισε πεντέξι αυγά, έκαμεν ένα σφουγγάτο και το πήγε μπρος στο εικόνισμα του Αϊ- Γιώργη». Σαν έφυεν ο μικρός έτυχε να περάσει ένας Χαρκίτης πεινασμένος. Έφαγε το σφουγγάτο, μετά όμως δεν μπορούσε να κουνήσει, καζικώθηκε. Παρακαλεί τον Αϊ- Γιώργη να τον ελευθερώσει αλλά τίποτα. Τάσσεται ένα, δυο, τρία, τέσσερα γρόσια. Μόνο στα τέσσερα γρόσια ο άγιος εισάκουσε και μπόρεσε να ξεκολλήσει από τη θέση του. Φεύγοντας ο Χαρκίτης ακούστηκε να λέγει: «Αϊ- Γιώρκη μου, καλόν ήταν το σφουγγάτον σου, μα πολύ ακριβό!». Από εδώ γεννήθηκε η παροιμία «αυτουνού τα σφουγγάτα είναι πολύ ακριβά», προκειμένου να χαρακτηρίσουν τη φιλαργυρία κάποιου.
Υπάρχει, πάντως, και άλλη παραλλαγή της παραπάνω ιστορίας . έτσι, σε συλλογή θαυμάτων του αγίου Γεωργίου παρουσιάζεται ο Άγιος ως έξυπνος επιχειρηματίας, που ξέρει πως να αυξήσει την περιουσία του, πως να κάνει παζάρια και πώς να παίρνει την ανταμοιβή του με το παραπάνω, να απαιτεί και να παίρνει από τρεις εμπόρους την υπέρογκη πληρωμή του σε κανονικό νόμισμα και όχι υποτιμημένο, εξωθώντας τους να του πουν: «Αϊ- Γιώργη μου, ακριβά πουλάς τα σφουγγάτα σου και εμείς από σένα δεν αγοράζομε ξανά».
Ο «Αϊ- Γιώργης» είναι ένα γνωστό, σε διάφορες παραλλαγές, καθαροδευτεριάτικο δρώμενο, κυρίως στα χωριά γύρω από τον Ψηλορείτη της Κρήτης. Το κυρίως θέμα επικεντρωνόταν στην παραπάνω πανελλήνια γνωστή παράδοση τού «σφουγγάτου τού Αϊ- Γιώργη». Στη συνηθισμένη περίπτωση ένας άνδρας παρίστανε τον Αϊ- Γιώργη νεκρό. Μια ομάδα ανθρώπων άρχιζε να τον μοιρολογεί και να του ζητά συγχώρεση, γιατί κάποιος από το χωριό είχε, τάχατες, ασεβήσει, τρώγοντας το σφουγγάτο του Αϊ- Γιώργη και ο «άγιος» ήταν δυσαρεστημένος για την ασέβεια αυτήν. Μια ομάδα μουντζουρωμένων αναζητεί τον κλέφτη του σφουγγάτου. Αρχίζουν, λοιπόν, να σκύβουν ένας- ένας πάνω στον… νεκρό «άγιο», να ακουμπούν τα χέρια τους πάνω του και να ορκίζονται και να λέγουν: «να κολλήσω επαέ απού ‘μια, αν έφαγα εγώ το σφουγγάτο σου». Και, τελικά, κάποιος από όλους … κολλούσε. Ο νεκρός «άγιος» άπλωνε τα χέρια και τον αγκάλιαζε κρατώντας τον κολλημένο πάνω του. Ο δράστης είχε πια αποκαλυφθεί και οι λοιποί χωριανοί άρχιζαν να τον κτυπούν με τον στρούμπο (ένα ύφασμα που στην άκρη του έδεναν ένα μεγάλο κόμπο). Η εξορία του από την πόλη σηματοδοτεί την κάθαρση . του φορτώνουν στην πλάτη του όλα τα κακά, τα οποία, έτσι, απομακρύνονται κι αυτά μαζί του!
Το σκηνικό αυτό αρκεί, για να καταλάβουμε πόσο εύθραυστες είναι οι ισορροπίες, πόσο έτοιμη είναι μια κοινωνία να θεωρήσει ως αποδιοπομπαίο τον ιερόσυλο, ακόμη και αν η ιεροσυλία είναι απολύτως φανταστική και γίνεται στο πλαίσιο μιας καθαροδευτεριάτικης παρωδίας.