Ο «ξύλινος» λόγος των πολιτικών αποτελούσε ανέκαθεν ένα ενδιαφέρον αντικείμενο μελέτης για επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων (γλωσσολόγων, κοινωνιολόγων, ψυχολόγων ή ακόμα και ψυχιάτρων). Κενολογία και βερμπαλισμός ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού του λόγου, που χρησιμοποιούσε λίγες αλλά ιδιαίτερα ηχηρές λέξεις, που αν δεν έπειθαν, τουλάχιστον ερέθιζαν τη λαίμαργη για «Μεσσίες» κοινή γνώμη.
Η κάθε κοινωνία εναποθέτει τις δικές της αδυναμίες σε πολιτικά πρόσωπα – προσωπεία που θα εκφράσουν αρχικά λεκτικά τις μύχιες σκέψεις ή και πόθους αυτής της κοινωνίας. Θα είχε στατιστικό ενδιαφέρον να μετρήσει κάποιος σε μια πολιτική αναμέτρηση ή και αντιπαράθεση ακόμα πόσες φορές και με ποια άνεση οι πολιτικοί θα εκφέρουν τις λέξεις «πρόοδος» «λαός», «δημοκρατία», «αλλαγή» κλπ.
Κάποτε σε μια τηλεοπτική διαφήμιση υπήρχε η ατάκα «θέλω να τ’ ακούω..». Έχοντας προφανώς αυτό υπόψη επαναλαμβάνονται οι παραπάνω όροι-έννοιες προς εμπέδωσή τους απ’ την κοινή γνώμη και με πρόδηλο το στόχο του εντυπωσιοθηρισμού.
Είναι κοινό μυστικό πως όσο πιο σύνθετος, δυσνόητος και ασαφής είναι ο λόγος του πολιτικού τόσο περισσότερο εκτιμάται ως «ευφυής», «πρωτότυπος» και δείγμα υψηλής «πολιτικής νοημοσύνης». Δεν είναι λίγοι δε, οι πολιτικοί αστέρες που σταδιοδρόμησαν, πουλώντας τη λεκτική «πραμάτεια τους» για χρόνια στα πρωινά και μεταμεσονύκτια πολιτικά παζάρια, με ντελάληδες γραφικούς μιμητές ρητόρων που αναλάμβαναν και αναλαμβάνουν το «βάρος» να εξηγήσουν τα ανεξήγητα και να μετατρέψουν τα άλογα σε λογικά.
Η κοινή γνώμη θύμιζε για χρόνια το εκκλησίασμα μικρού χωριού, που ακούγοντας το κήρυγμα σε άπταιστη «αλεξανδρινή κοινή» ανακατωμένο με ολίγη καθαρεύουσα και εκκλησιαστική ηθικολογία από τον ημιμαθή ιερέα, τον εκτιμούσε άπειρα, ώστε όσο πιο δυσνόητα μιλούσε στο αδαές εκκλησίασμα, τόσο περισσότερο εκτιμούσε τη ρητορική δεινότητα του ρασοφόρου. Κατά απολύτως ανάλογο τρόπο οι «εκπρόσωποι» του λαού, όσο πιο πολύ θορυβούσαν εκτοξεύοντας λεκτικά πυροτεχνήματα κρότου και λάμψης, τόσο περισσότερο επαινούνταν για τη δεινότητα και αποτελεσματικότητά τους. Ολόκληροι μύθοι στήθηκαν γύρω από «πληθωρικούς» πολιτικούς, γυναίκες και άντρες, που χειρίζονταν «σωστά» το λόγο, λέγοντας με τρόπο λογικοφανή τους πλέον άλογους και παράλογους λόγους.
Όταν κάποιος τους υπενθύμιζε τη διττή σημασία του «λόγου», ως εκφορά αλλά και ως τη λογική επεξεργασία της σκέψης, αυτοί αρκούνταν στην πρώτη ερμηνεία που τους βόλευε κιόλας.
Μόλις άρχισαν τα γεγονότα να υπερβαίνουν τον άλογο λόγο, αλόγων λογοποιούντων άρχισε το «εκκλησίασμα» ν’ αντιλαμβάνεται το «κήρυγμα» του «ημιμαθούς ιερέα». Σκάνε μύτη πια στα τηλεοπτικά παράθυρα κάτι λόγοι όπως «οι Έλληνες δεν υπερφορολογούνται», ή ακόμα καλύτερα κάτι Αδώνειες υλακές εν είδει πολιτικού λόγου που απομυθοποιούν όλα όσα είχαν «χτίσει» με την ευφράδεια λόγου οι «ρήτορες κι οι λωποδύτες» (αυτό είναι Σαββόπουλος) βάλτε λοιπόν σκέτο το «ρήτορες», Βενιζέλος, Πολύδωρας, Στουρνάρας κλπ.
Άντε τώρα εξήγησε λεκτικά τα περί «λαϊκής κυριαρχίας», περί «δημοκρατίας», «ανεξαρτησίας» και λοιπούς Αισώπειους λόγους που κατέληγαν σε κάποιο επιμύθιο (συμπέρασμα του μύθου). Το μόνο που έμεινε από αυτούς τους μύθους είναι το επιμύθιο που συνήθως είναι το πειστικό και άκρως λογικοφανές ακλόνητο, αν και υποβολιμαίο απόφθεγμα: «αν δεν είχαμε μνημόνιο δεν θα είχαμε καύσιμα, φάρμακα και φασολάκια μαυρομάτικα».
Για έναν Έλληνα πολίτη με στοιχειώδη νοητική επάρκεια είναι ανυπόφορη η έστω και δίλεπτη έκθεση του σε πολιτικό λόγο από τα περιφερόμενα μπουλούκια των κομματανθρώπων παντός χρώματος.
Η συνθηματολογική γλώσσα των εύηχων υπερπατριωτικών και δημοκρατικών παραισθήσεων του παρελθόντος «περήφανα νιάτα και τιμημένα γηρατειά» ή «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» αντικαταστάθηκε από πιο συγκρατημένα τωρινά λεκτικά επινοήματα όπως τα περί «νοικοκυρέματος», «εξορθολογισμού», και η αγωνία του μέσου πολίτη πλέον είναι πρόδηλη να κατανοήσει τη νοηματική διαφορά μεταξύ «κινητικότητας, διαθεσιμότητας, εφεδρείας και απόλυσης».
Θερμή παράκληση προς τους πολίτες: «μην ακούτε πια τον άλογο λόγο, άλογων λογοποιούντων αφού το σίγουρο είναι ότι θα ξεχάσετε κι αυτά που ξέρετε…».
* Ο Μιχάλης Τζανάκης είναι φιλόλογος-συγγραφέας
istor.tzanakis@gmail.com