Ο ερχομός του νέου έτους (του κάθε νέου έτους) αυτόματα γεννά μέσα μας ένα σύμπλεγμα ελπίδων, ονείρων και ψευδαισθήσεων πως ίσως κάτι θα συμβεί, πως ίσως κάτι θ’ αλλάξει. Δυστυχώς, πρόκειται σχεδόν πάντα για ουτοπία, για ψευδαίσθηση, για αυταπάτη. Τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει.
Είναι εκπληκτικό ότι τόσο πολλοί άνθρωποι επιδιώκουν και θέλουν να ζουν μέσα σε ουτοπίες, ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. Κάποιος άλλος πάλι μπορεί να ισχυριστεί ότι αυτές οι ψευδαισθήσεις είναι χρήσιμες, ίσως και απαραίτητες για να διατηρεί o άνθρωπος την ψυχική του ισορροπία, αφού ο συνεχής βομβαρδισμός με δυσάρεστα αποδομεί την προσωπικότητα και ισοπεδώνει την ψυχική σφαίρα.
Τι καινούργιο ή τι χρήσιμο μπορεί να πει ένας μέσος άνθρωπος (εγώ), ο οποίος εκτός από την κοινή λογική και κάποια παρατηρητικότητα, διαθέτει και ένα ιστορικό πενηντάχρονης θητείας στην υπηρεσία του Ιπποκράτη; Σίγουρα δικαιούται και μπορεί να πει αρκετά.
Το πιο σημαντικό είναι να βρει λόγια για να περιγράψει τον πόνο και τον τρόμο στα μάτια των ανθρώπων μπροστά στο τέλος της ζωής. Μετά από αυτή τη μέγιστη εμπειρία διάφορες άλλες σημαντικές εμπειρίες ακολουθούν:
– Τι είναι ευτυχία; Τι είναι αυτό που κυνηγάμε τελικά; Τι είναι το ταξίδι; Μην είναι φίδι, όπως λέει κι ο Γκάτσος;
«Μα είναι φίδι το ταξίδι
είναι χολή μαζί και ξύδι,
σε ένα μεγάλο αγκάθινο σταυρό…».
Πού είναι κρυμμένη η Ιθάκη και δεν διακρίνεται στον ορίζοντα; Πόσο καιρό ακόμη θα ανεχόμαστε την άνοδο της ασημαντότητας; Πόσο πολύ πρέπει να περιμένουμε για να φτάσομε ο καθένας στη δική του Ιθάκη; Άραγε, υπάρχει για τούτη τη χώρα κάποια Ιθάκη; Γιατί μέσα σ’ αυτό το τρικυμισμένο πέλαγος που λέγεται ελληνική γλώσσα, μ’ αρέσει ν’ ανοίγομαι μ’ ένα μικρό βαρκάκι και να ξεχνώ παντελώς το γυρισμό;
– Είναι ένα παράλογο θέατρο αλλά αυτό ακριβώς συμβαίνει, αποφάνθηκε ο Θωμάς με σοβαρότητα και συνέχισε:
– Υπάρχει ένα ανελέητο κυνηγητό για εξασφάλιση, κοινωνική άνοδο και εξουσία, ένας εκκωφαντικός κομπασμός και μια υπέρμετρη αυτοδιαφήμιση όλων εκείνων των δραστηριοτήτων με τις οποίες επιδιώκουμε την αυτοδικαίωσή μας. Είμαστε αιχμάλωτοι μιας ατμόσφαιρας απατηλής ψευδομεγαλοσύνης, ανήμποροι να διακρίνουμε τη βαθιά εσωτερική απελπισία που διακατέχει τον Έλληνα πολίτη, τραγικά απορημένοι και ιστορικά μόνοι.
Κάποτε θα πρέπει να πάψομε να διαχωρίζομε τη λογική από το συναίσθημα. Το τελευταίο βιβλίο του Γιάννη είχε μόλις έρθει στα χέρια μου και το είχα ανοίξει με λαχτάρα. Θα βυθιζόμουν σ’ αυτό και η πρώτη μέρα του «καινούργιου χρόνου» θα περνούσε ανώδυνα. Αίσιον και ευτυχές το νέο έτος.
* Ο Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός