Μέρος Α’
Διάσημο θέρετρο 61 χλμ. ΝΑ του Ρεθύμνου και 68 χλμ. ΝΔ του Ηρακλείου, στο Λιβυκό Πέλαγος.
Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στις εκβολές του αρχαίου ποταμού Ηλέκτρας ή Πλατύ, που πηγάζει από τον Ψηλορείτη και Κέδρος, ενώ ανοίγει σ’ ένα γραφικό λιμανάκι με Γ.Π. 30ο 05ο 07”(Β) και 24ο 41′ 36” (Α).
Στη θέση της ήταν το επίνειο της Συβρίτου, η αρχαία πόλη Σουλία του 8ου-5ου π.Χ. αιώνα που αργότερα ονομαζόταν και Ερημούπολη.
Αποτελεί Δημοτικό διαμέρισμα Δήμου Αγ. Βασιλείου με 632 κατ. (Αγ. Γαλήνη 604 και Ξηρόκαμπος 28) το 2011.
Το 2001 ήταν Δ.Δ. του Δήμου Λάμπης με 1.273 κατοίκους (Αγ. Γαλήνη 1.260, Ξηρόκαμπος 13).
Εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι το 2015 ήταν 598 και ψήφισαν 403.
Ιστορία-ονομασία
Στις εκβολές του ποταμού Ηλέκτρας-Λυγιώτη ήταν χτισμένη μια από τις 100 ομηρικές πόλεις της Κρήτης η Σουλία ή Σουλήνα, επίνειο της Συβρίτου κατά τον 8ο-5ο π.Χ. αιώνα. Εκεί ανθούσε η λατρεία της θεάς Αρτέμιδος (σώζονται δύο κολόνες του ναού της).
Η πόλη αυτή καταστράφηκε το 640 μ.Χ. από τους Σαρακηνούς πειρατές μαζί και ο ναός της Παναγίας (έμεινε μόνο το ιερό και αγιογραφίες). Το 1937 βρέθηκαν συνολικά 259 ρωμαϊκά νομίσματα) αγαλματάκια Έρωτα και Αφροδίτης κ.ά. μετά από έρευνα -ναυάγιο ρωμαϊκού πλοίου του 3ου μ.Χ. αιώνα (εκτίθενται στο Μουσείο Ρεθύμνου).
Την α’ Βυζαντινή περίοδο και γύρω στο 448 μ.Χ., η σύζυγος του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β’ (408-450) Αθηναΐδα που βαπτίστηκε Ευδοκία (χάρη σ’ αυτή σώθηκε ο Παρθενώνας και ιδρύθηκε το Πανδιδακτήριο), εξορίστηκε στην Αφρική, μετά από τις ραδιουργίες της αδελφής του Θεοδοσίου Πουλχερίας.
Το ιστιοφόρο της ενώ βρισκόταν κοντά στην παραλία της Σουλίας, κινδύνεψε από άγρια θαλασσοταραχή.
Η Ευδοκία ως Χριστιανή προσευχήθηκε στην Παναγία να γαληνέψει η θάλασσα και να χτίσει εκκλησία αφιερωμένη στην «Παναγία Αγ. Γαλήνη».
Το θαύμα έγινε, το ιστιοφόρο άραξε στο λιμανάκι και τότε ζήτησε να εκπληρώσει το τάμα της.
Έτσι η «Παναγία Αγία Γαλήνη», χτίστηκε, ενώ η ίδια η βασίλισσα (ήταν η πρώτη Ελληνίδα που στέφθηκε αυτοκρατόρισσα στην πόλη), έμεινε εκεί για να επιτηρεί το έργο.
Κόντευε να τελειώσει η εκκλησία, όταν έφτασε το μήνυμα το 450 μ.Χ. να επιστρέψει γιατί ξαφνικά ο Θεοδόσιος Β’ πέθανε, τότε άφησε χρήματα για να τελειώσει η εκκλησία και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη.
Έτσι κυριάρχησε το Αγία Γαλήνη και ξεχάστηκε η αρχαία πόλη Σουλία ή Ερημόπολη, ενώ σύμφωνα με άλλη εκδοχή η Ευδοκία όταν σταμάτησε η θαλασσοταραχή, είπε τη φράση «αεί γαλήνη»-Αϊ Γαλήνη.
Στο Αγιολόγιο της εκκλησίας μας δεν υπάρχει Αγία Γαλήνη και σύμφωνα με μια μαρτυρία του 1394 αναφέρεται ότι στη Σουλία υπήρχε Μονή Γαλήνιου Χριστού και τ’ όνομα το σωστό να είναι Άγιος Γαλήνης.
Στα ερείπια του ναού της Αρτέμιδας της πόλης Σουλίας, χτίστηκε τα χριστιανικά χρόνια η εκκλησία του Γαλήνιου Χριστού.
Τι αναφέρεται το 1415
Ο Φλωρεντινός ιερωμένος Χρ. Μπουοντελμόντι που επισκέφτηκε το 1415 την περιοχή αναφέρει:
«Σ’ ένα ψηλό βράχο ανακαλύψαμε την αρχαία πόλη Σουλία. Οι καλόγεροι που κατοικούντο μοναστήρι το ονομάζουν σήμερα Άγιος Γαλήνης. Μας έδειξαν ένα υδραγωγείο, που κατέβαινε από ψηλά, όπως και πέτρινους κίονες όλων των χρωμάτων. Αυτή η πόλη, που δεν είχε λιμάνι, ήταν χτισμένη κοντά σ’ ένα ρεύμα ποταμού…
Προχωρήσαμε και αφήσαμε πίσω μας ψηλές, απότομες ακτές, έως ότου αποφασίσαμε να κατεβούμε στο εξαιρετικά ψυχρό ρεύμα του ποταμιού Ηλέκτρα- «… Το νησί Παξιμάδι διακρίνεται αριστερά. Υπήρξε, όπως λένε, η φυλακή του Δαίδαλου και του Ίκαρου. Σήμερα ακόμη βλέπει κανείς εκεί τείχη».
Έγγραφο 1823 προς τους κ. φροντιστάς οικονομίας
«Σας δηλοποιούμε ότι τα μεσάνυχτα επιάσαμε αυτούς τους ανθρώπους από τις Μέλαμπες, όπου σας γράφω, ότι εκατζιρδίζανε λάδια, ο Γεώργιος Φουτάκης οκάδες 82 και δράμια 250, ο Ηλίας Φουτάκης 74 και 40, ο παπα-Μιχελής Μελιδονιώτης 40 και 300, το έτρεχαν με τουλούμια… μένω δε περιμένοντας την προσταγήν σας.
Τη 15 Σεπτεμβρίου 1823 Αγία Γαλήνη.
Ο Δούλος σας
Σπυρίδος Χατζημιχαλάκης».
Επανίδρυση Αγ. Γαλήνης το 1884 και ο πρώτοι κάτοικοι
Στην Ερημόπολη όπως ονομαζόταν τότε, ήρθαν από τις Μέλαμπες τ’ αδέλφια Ηλίας και Αντώνης Μαμαλάκης το 1884 και έγιναν οι πρώτοι κάτοικοι της Αγ. Γαλήνης.
Μαζί τους και ο Μελαμπιανός Γιάννης Μαμαλάκης, που είχε ζήσει στη Σμύρνη και με τις γνώσεις του, έκανε το ρυμοτομικό της σχέδιο, αλλά και άλλος ένας Σμυρνιός ο Χαλκεδάκης.
Η επίσημη όμως ίδρυση έγινε στις 12 Μαρτίου 1885, όπως αναφέρεται στο παρακάτω έγγραφο:
Έγγραφο εφημερίδας «Αρκάδιον» 12-3-1885
«Εν τη Γιαλιά της Κωμοπόλεως Μέλαμπες της επαρχίας Αγ. Βασιλείου παρά την ακτής της θαλάσσης, και παρά τη θέσιν Άγιος Γαλήνιος, υπήρχε ποτέ πόλις ονομαζόμενη Ερμούπολις ήδη δε Αρμόπολις, την οποίαν απεασίσαμεν να ανεγείρομεν. Μεταβάντες όθεν πρώτον ημείς προ είκοσι ημερών ηρχίσαμεν την ανοικοδόμησιν δέκα μαγαζιών, αφού πρώτον ελάβαμεν την άδειαν παρά τον κ. δήμαρχον Μελάμπων και την επιβεβαίωσιν ότι έκαστος εξ οιουδήποτε μέρους της νήσου μας θα η ελεύθερος και δεκτός να λαμβάνει οικόπεδον δωρεάν… και να κτίζει οίκημα ή μαγαζίον.
Ακολούθως δε μετέβη και ετέρα τις εταιρεία εξ’ είκοσι ατόμων δια τον αυτόν σκοπόν και ήδη ευρίσκονται εν ενεργεία άνω των 30 μαγαζίων… Η κατά πρώτην μεταβάσα εν τη μελούση πόλει εταιρεία, Γεώργιος, Μιχαήλ και Γεώργιος Παπαδάκης, Γεώργιος Βουλγαράκης, Μύρων Χατζηδάκης, Νικόλαος Περγαδάκης».
Όποιος ήθελε να γίνει Αγιογαληνιώτης έπρεπε να πληρώσει στην εκκλησία Μελάμπων 2 τούρκικα μετζίπια (20 δρχ.) γιατί τα ακίνητα ανήκαν στην εκκλησία.
Αλματώδης ανάπτυξη
Το 1896 οι λιγοστοί τότε κάτοικοι, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το χωριό, γιατί κινδύνευαν από επιδρομές, όμως επέστρεψαν το 1898 και τότε γεννήθηκε και το πρώτο παιδί εκεί ο Ανδρέας Μηνά Μηναδάκης και το 1900 το δεύτερο ο Βαγγέλης Ματθαίου Μαμαλάκης.
Το 1900 αναφέρεται για πρώτη φορά και ονομάζεται Άγιος Γαλήνης έχοντας 125 κατοίκους και ανήκε στον Δήμο Μελάμπων.
Το 1890 χτίστηκαν ελαιοτριβείο, σαπουνωποιείο, πυρηνελαιουργείο, αλευρόμυλος με τα υλικά να μεταφέρονται με βάρκες (δεν υπήρχε δρόμος, αφού έγινε το 1941).
Το 1950 άρχισε να γίνεται το λιμάνι και από το 1970 και μετά η μεγάλη τουριστική ανάπτυξη με 60 ξενοδοχεία, 45 καταλύματα, ταβέρνες κ.ά.
Ονομαστό ακόμη είναι ως Ψαροχώρι, αφού προμήθευε με εκλεκτά ψάρια όλα τα γύρω χωριά.
Το 1928 είχε 430 κατοίκους, ενώ το 1951 έγινε ομώνυμη κοινότητα με 445 κατοίκους, φτάνοντας το 1981 στους 751 κατοίκους και το 1991 τους 1.041 κατοίκους.
Συμμετοχή στους αγώνες
Οι Αγιογαληνιώτες έχουν φυσικά πατριωτική συμμετοχή από το 1912-1921, με θύματα τους: Ηλία Ι. Παπαδογιάννη, Γεώργιο Μ. Μηναδάκη.
Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-1941 όταν έφευγαν ο παπάς τους έδωσε για φυλακτό ένα κομμάτι αναστάσιμο κερί και σώθηκαν όλοι εκτός από τους Νικόλαο Καράτζη και Αντώνη Μιχελαράκη (γαμπρούς από το χωριό που δεν πήραν) ο Μύρος Τυροκομάκης που εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στο σπίτι του, αλλά και ο Γιάννης Σταματάκης στην Αγυιά, καθώς και οι Γεώργιος Τρουλλινός, Εμμανουήλ Τρουλλινός και Εμμανουήλ Μπαγιαρτάκης, έπεσαν υπέρ πατρίδας.
Τέλος υπήρχαν και τρία θύματα ναρκών στην Αγ. Γαλήνη οι: Γεώργιος Τζωρτζακάκης, Ιωάννης Μπαγιαρτάκης, Παύλος Τσινιάρης.
Το φθινόπωρο του 1944 φεύγοντας οι Γερμανοί ανατίναξαν τις αποθήκες πυρομαχικών, με τους κατοίκους να σώζονται από θαύμα και από την προστασία της Παναγίας και των Τεσσάρων Μαρτύρων, όπως πιστεύουν.
Σπήλαια -Νησιά
Δαίδαλου και Ίκαρου ή Χριστοφογιάννη
Βρίσκεται ΒΑ του χωριού σε υψ. 40 μ. με διαστάσεις 100Χ10Χ10 και σύμφωνα με την παράδοση εκεί φυλακίστηκαν ο Δαίδαλος με το γιο του Ίκαρο.
Ο Δαίδαλος ήρωας της μυθολογίας και αρχιτέκτονας σκότωσε στην Αθήνα τον ανιψιό του Τάλω, γιατί τον ξεπερνούσε στην τέχνη.
Έτσι αναγκάστηκε να εκπατριστεί στην Κρήτη κοντά στο Μίνωα, αναλαμβάνοντας την ανοικοδόμηση του ανακτόρου της Κνωσού.
Ο Μίνωας για να μη φύγει και χτίσει άλλο παρόμοιο ανάκτορο, τον φυλάκισε μαζί με το γιο του, στο σπήλαιο αυτό.
Ο Δαίδαλος όμως κατόρθωσε να κατασκευάσει τα περίφημα κέρινα φτερά και αν φύγουν από την Κρήτη, προς την ελευθερία.
Μάλιστα λέγεται ότι η πτήση ξεκίνησε από τη θέση του παλιού φάρου.
Αγ. Αντωνίου, στον Ξερόκαμπο.
Σπηλιά στη θάλασσα, δίπλα στο λιμάνι.
Γεροντόσπηλιος στην Πλακούρα 25Χ15Χ10 μ.
Του Μαθιού στην κάτω Λαγκούφα 15Χ8Χ15μ.
Νησιά Παξιμάδια 6 μίλια Ν.Δ. της Αγ. Γαλήνης.
Πλατύς Ποταμός ονομάστηκε έτσι γιατί σύμφωνα με το θρύλο ο Διγενής Ακρίτας, έσκυψε να πιει νερό, όταν το ένα του πόδι πατούσε στην κορυφή του Ψηλορείτη και το άλλο στου Κέδρους. Σκύβοντας να πιει νερό τα μουστάκια του έκλεισαν τη ροή του ποταμού, έτσι ξεχείλισε και πήρε μεγάλο πλάτος (Πλατύς).
(Συνεχίζεται σ’ επόμενο φύλλο)