Οι ελεύθερες σεξουαλικές επαφές και η ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών, αποτελούν τις βασικές αιτίες αύξησης επιπολασμού της νόσου. Πιο συνήθεις για την Κρήτη οι περιπτώσεις ηπατίτιδας από τον ιό της ηπατίτιδας C, καθώς και από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
Στη χώρα μας σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων υπολογίζεται ότι από ηπατίτιδα Β έχει προσβληθεί το 2,5-3% του πληθυσμού, ενώ από τη C γύρω στο 1,5%. Σε περίπτωση μόλυνσης ο ασθενής μπορεί να μην εμφανίσει συμπτώματα, να είναι φορέας ή ακόμα και να νοσήσει. Στην περίπτωση που ο ασθενής νοσήσει απαιτείται παρακολούθηση και φαρμακευτική αγωγή γιατί η χρόνια εξέλιξη της νόσου μπορεί να οδηγήσει σε κίρρωση, ηπατικό καρκίνο ή ακόμα και θάνατο.
Για το σοβαρό αυτό θέμα στα «Ρ.Ν.» μίλησε ο καθηγητής Γαστρεντερολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και διευθυντής της γαστρεντερολογικής κλινικής του ΠΑ.Γ.Ν.Η. Ηλίας Κουρούμαλης. Ο καθηγητής βρέθηκε στο Ρέθυμνο καλεσμένος της Ιατρικής εταιρείας Ρεθύμνου για να συμμετάσχει στην διημερίδα «Ιατρικές Μέρες Ρεθύμνου».
Κατά τον κ. Κουρούμαλη η συχνότερες αιτίες εμφάνισης της νόσου είναι οι ιοί, με συχνότερους αυτούς της ηπατίτιδας B και της C. Βασική αιτία της νόσου στην Κρήτη είναι και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Σε περίπτωση που το άτομο προσβληθεί από τον ιό, σύμφωνα με τον καθηγητή, δεν είναι απαραίτητο ούτε να νοσήσει, ούτε να είναι φορέας. Ειδικά στην περίπτωση της C, η οποία απαντάται συχνότερα στην Κρήτη, οι περισσότεροι θα προσβληθούν χωρίς να το καταλάβουν. Τα συμπτώματα προσομοιάζουν αυτά ενός απλού κρυολογήματος, με λίγο πυρετό ή πόνους στις αρθρώσεις όπως το κρυολόγημα, όμως στην πραγματικότητα ο ιός της ηπατίτιδας C έχει κάνει την εμφάνισή του. «Μόνο το 10% περίπου θα «κιτρινίσει» και θα καταλάβει ότι στην πραγματικότητα έχει προσβληθεί από οξεία ηπατίτιδα C. Το ίδιο περίπου ισχύει και στην περίπτωση της Β, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν προσβληθεί χωρίς να το καταλάβουν. Από αυτούς που θα προσβληθούν από την ηπατίτιδα Β μόνο το 5% θα γίνει φορέας ή θα πάθει κίρρωση. Στην ηπατίτιδα C ο αριθμός είναι σαφώς μεγαλύτερος με το ποσοστό των φορέων να αγγίζει το 40%-50%». Ο καθηγητής συμπληρώνει ότι «Οι άνθρωποι αυτοί συνήθως δεν γνωρίζουν ότι είναι φορείς, διότι αδυνατούν να καταλάβουν ότι αρρώστησαν, το μαθαίνουν είτε από τυχαίο έλεγχο είτε όταν πάνε να δώσουν αίμα. Ένας καλός τρόπος αν θέλει κάποιος να ελεγχθεί είναι να δώσει αίμα. Ο έλεγχος θα είναι δωρεάν και θα έχετε συνεισφέρει σε κάποιον που μπορεί να το έχει ανάγκη».
Ομάδες υψηλού κινδύνου για την ηπατίτιδα Β, η οποία είναι σεξουαλικώς μεταδιδόμενη, είναι άτομα πολυμεταγγιζόμενα, ομοφυλόφιλοι, ιερόδουλες, χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών και αιμοκαθερόμενοι ασθενείς. Παράλληλα υψηλό κίνδυνο διατρέχουν και τα άτομα τα οποία έχουν συχνές και ελεύθερες σεξουαλικές σχέσεις, χωρίς να ελέγχουν τον παρτενέρ τους. Από την ηπατίτιδα C πιο πολύ κινδυνεύουν οι χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών, καθώς και οι γιατροί, οδοντίατροι και εργαζόμενοι σε παραϊατρικά επαγγέλματα.
Στη σημασία της πρόληψης στάθηκε ο καθηγητής της Γαστρεντερολογίας, αναφέροντας ότι εδώ και μερικά χρόνια είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός των βρεφών για ηπατίτιδα Β, ενώ παράλληλα απαιτείται ενημέρωση του πληθυσμού για πράγματα τα οποία θα έπρεπε να αποφεύγονται. Σχετικά με τον ιό της C δεν υπάρχει εμβόλιο και για το λόγο αυτό απαιτείται αυξημένη προσοχή, ειδικά από τους εργαζόμενους στον ιατρικό και παραϊατρικό κλάδο, με τον κ. Κουρούμαλη να συνιστά σχολαστική αποστείρωση των ιατρικών εργαλείων.
Η κατάσταση στην Κρήτη
Η εμφάνιση της νόσου στην Κρήτη εμφανίζει αντίθετη εικόνα σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Σύμφωνα με τον κ. Κουρούμαλη, το πανελλαδικό ποσοστό της ηπατίτιδας Β είναι σχεδόν 2,5%, ενώ στην Κρήτη είναι μικρότερο του 1%. Για την ηπατίτιδα C το ποσοστό εμφάνισης της νόσου στην Κρήτη είναι ίδιο με το πανελλαδικό, περίπου 1,5%. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό, κατά τον καθηγητή, είναι κυρίως ο τρόπος μετάδοσης της κάθε νόσου.
Προσπαθώντας να δώσει μία εξήγηση για τα χαμηλότερα ποσοστά ηπατίτιδας Β, η οποία μεταδίδεται κυρίως σεξουαλικά, ο κ. Κουρούμαλης πιθανολογεί ότι τις προηγούμενες δεκαετίες τα πιο αυστηρά ήθη και έθιμα της Κρήτης ίσως να αποτέλεσαν αποτρεπτικό παράγοντα στη μετάδοση της νόσου. Για την ίδια χρονική περίοδο τα αυξημένα ποσοστά ηπατίτιδας C εξηγούνται με βάση την ιατρογενή μετάδοση της νόσου. Δηλαδή ο καθηγητής υποστηρίζει ότι πριν 20-30 χρόνια υπήρχαν επαγγελματίες της υγείας, οι οποίοι δεν αποστείρωναν επαρκώς τα εργαλεία τους και μετέδωσαν τη νόσο στο νησί. «βλέπουμε φωλιές της νόσου, για παράδειγμα ένα χωριό που έχει το 10% του πληθυσμού του φορείς και μερικά χιλιόμετρα παρακάτω το ποσοστό αυτό να είναι 1%. Αυτό δεν μπορεί να εξηγηθεί με κανέναν άλλο τρόπο από το ότι αυτό το χωριό κόλλησε από κάποια ιατρογενή πηγή», τονίζει ο διευθυντής της Γαστρεντερολογικής.
Σχετικά με την εξέλιξη της νόσου στην Κρήτη, ο κ. Κουρούμαλης επικαλείται τα στοιχεία που προέκυψαν από δύο συγκριτικές μελέτες στο νησί. Η πρώτη μελέτη διεξήχθη πριν 10 χρόνια, ενώ η δεύτερη διεξήχθη φέτος σε ημιαστική – αγροτική περιοχή του νησιού. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η εικόνα της ηπατίτιδας C παραμένει σταθερή, ενώ αντίθετα ο αριθμός των ατόμων τα οποία έχουν προσβληθεί από ηπατίτιδα Β έχει τετραπλασιαστεί. «Στην Κρήτη η ηπατίτιδα C παραμένει σταθερή στη δεκαετία, αυτό είναι παρήγορο. Το μόνο που έχει αλλάξει είναι ο πληθυσμός, στην προηγούμενη μελέτη ήταν μεγαλύτερα άτομα που είχαν μολυνθεί ιατρογενώς, ενώ σε αυτήν είναι συνήθως νεότερα άτομα τα οποία σχετίζονται με τη χρήση ναρκωτικών. Ο αριθμός των κρουσμάτων από ηπατίτιδα Β για την περιοχή της έρευνας έχει τετραπλασιαστεί και αυτό είναι ανησυχητικό».
Η χαλάρωση των ηθών και οι ελεύθερες σεξουαλικές σχέσεις την τελευταία δεκαετία φαίνεται, κατά τον καθηγητή, να είναι η βασική αιτία της αύξησης των κρουσμάτων. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης η μεγαλύτερη αύξηση εμφανίζεται στους άντρες στην ηλικιακή κατηγορία 40-60 ετών. Επί του θέματος ο κ. Κουρούμαλης αναφέρει: «Ξέρετε ότι όλα σχεδόν τα χωριά μας έχουν από κάποιο μπαρ στο οποίο δουλεύουν κοπέλες από το εξωτερικό και δεν αρκούνται στα καθήκοντα της σερβιτόρας, συνεπώς δεν είναι τυχαία η αύξηση στους άντρες, αλλά ούτε στην συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα».
Θα πρέπει σε αυτό το σημείο να διευκρινιστεί ότι αν και φαίνεται να υπάρχει μια σύνδεση της μετανάστευσης με της εξάπλωση της νόσου αυτό, δεν αποτελεί απόδειξη ότι οι μετανάστες είναι υπαίτιοι για την εξάπλωση της ηπατίτιδας. Ο κ. Κουρούμαλης σημειώνει: «Φαίνεται, χωρίς να είναι αποδεδειγμένο, ότι οι μετανάστες έχουν συνεισφέρει στην εξάπλωση της ηπατίτιδας. Στην περίπτωση της C, η οποία δεν μεταδίδεται σεξουαλικά, δεν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Στην περίπτωση της Β, όμως οι κοπέλες που ασκούν ένα συγκεκριμένο επάγγελμα και προέρχονται από χώρες που εμφανίζουν μεγάλα ποσοστά ηπατίτιδας Β, θα πρέπει να ελέγχονται».
Σχετικά με τα ποσοστά θνησιμότητας από την ασθένεια, τόσο για την ηπατίτιδα Β όσο και για τη C, ο αριθμός αυτών που θα πεθάνουν από τη νόσο είναι το 5 – 10% των φορέων. Η βασική διαφορά κατά τον καθηγητή, είναι ότι στην περίπτωση της C η κίρρωση μπορεί να έρθει ακόμα και μετά από 30 χρόνια, ενώ στην Β πολύ νωρίτερα, ίσως και μετά από 5 χρόνια. «Πανελλαδικά δεν υπάρχουν μελέτες που να δείχνουν ακριβώς τους αριθμούς όσων πεθαίνουν από ηπατίτιδες. Στην κλινική του ΠΑΓΝΗ τα μεγαλύτερα ποσοστά κίρρωσης οφείλονται στην ηπατίτιδα C και στην κατανάλωση αλκοόλ. Αυτοί που πεθαίνουν είναι κυρίως αυτοί που πίνουν», αναφέρει ο κ. Κουρούμαλης.