Όποτε περνούσα από το τυπογραφείο που εξέδιδε την εφημερίδα του ο πρώην δήμαρχος κ. Δημήτρης Αρχοντάκης με κέντριζε εκείνη η επωνυμία «Ζαχαρίας Καλλιέργης». Κι ήταν η πρώτη αφορμή για να ασχοληθώ με τους Κρήτες τυπογράφους.
Αργότερα σε ένα συνέδριο εκδηλώσεων Τύπου ανέπτυξε το θέμα ένας αξέχαστος συνάδελφος, ο Γιώργος Κουκάς, που είχε κάνει και σχετική μελέτη για να αποκτήσει το Ρέθυμνο Μουσείο Τύπου. Είχε επιλέξει το Ρέθυμνο λόγω και του Ζαχαρία Καλλιέργη.
Όπως είχε τονίσει στην ομιλία του ο αξέχαστος συνάδελφος η άλωση της Κωνσταντινούπολης οδήγησε σε μαζική φυγή τον ελληνικό πληθυσμό και ανάμεσά τους πολλούς Βυζαντινούς λόγιους, που μέσω της Κρήτης κατέληξαν στη Βενετία, φέροντας τον πνευματικό πλούτο της Ανατολής στη Δύση, που εκείνη την εποχή ήταν περιζήτητος από τους ουμανιστές. Η παρουσία του ελληνικού στοιχείου στη Βενετία έγινε ακόμη εντονότερη μετά το 1453.
Στη Βενετία λοιπόν υπήρχε ήδη πλούσια βιβλιοθήκη με χειρόγραφα αρχαίων Ελλήνων, αλλά και Ρωμαίων συγγραφέων, ενώ ο ουμανισμός είχε προκαλέσει έντονο ενδιαφέρον στους μεταλαμπαδευτές του και για την ελληνική γλώσσα. Το περιβάλλον της Βενετίας υποσχόταν σίγουρη επιτυχία στο τυπογραφείο που έστησε το 1495 ο Ιταλός Άλδος Μανούτιος, δημοσιεύοντας τον βασικό κορμό των έργων της κλασικής γραμματείας. Ο Άλδος συνεργάστηκε με αρκετούς Έλληνες λόγιους που εργάστηκαν στα ιταλικά τυπογραφεία, αφού οι ως τότε εργαζόμενοι δεν ήξεραν Ελληνικά, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλά λάθη στις εκδόσεις και να δημιουργείται δυσπιστία. Έτσι ο εκδοτικός οίκος του Μανούτιου, που παρά το κλείσιμό του το 1509 κατάφερε να επιβιώσει μισό αιώνα μετά τον θάνατο του ιδρυτή του, το 1513, κατέστη ιδιαιτέρως αξιόπιστος, καθώς συνεργάστηκε με Έλληνες λόγιους και πολλούς Κρητικούς που εργάζονταν ως επιμελητές εκδόσεων, διορθωτές και χαράκτες, με το όραμα ανασύστασης των χριστιανικών δυνάμεων μέσω της αφύπνισης που μπορούσε να προσφέρει η τέχνη της τυπογραφίας.
Σημαντική θεωρείται η συνεργασία του Άλδου Μανούτιο με τον Κρήτα τυπογράφο Μάρκο Μουσούρο, που μετοίκησε από τον Χάνδακα στη Βενετία σε ηλικία 23 ετών. Τα «Άπαντα» του Πλάτωνα, που εκδόθηκαν το 1513 από το εν λόγω τυπογραφείο σε συνεργασία με τον Μουσούρο, θεωρούνται ίσως η πιο σημαντική έκδοση. Ακόμη από τη συνεργασία Άλδου και Μουσούρου προέκυψαν και άλλες σημαντικές εκδόσεις, όπως οι τραγωδίες του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, ένα ιταλοελληνικό λεξικό, οι «Ωδές» του Πινδάρου, οι «Επιστολές» του Κικέρωνα – με λατινική μετάφραση των ελληνικών χωρίων – κ.λπ. Στις εκδοτικές δραστηριότητες της εποχής θα πρέπει να μνημονευτεί και η Νεοακαδημία του Μανούτιου, που ιδρύθηκε στη Βενετία το 1501, με σκοπό τη μελέτη των αρχαίων κειμένων και τον εκδοτικό προγραμματισμό του τυπογραφείου του.
Ο σημαντικός Ζαχαρίας Καλλιέργης
Σημαντική τυπογραφική δραστηριότητα ανέπτυξε στην Ιταλία ο Ρεθύμνιος λόγιος Ζαχαρίας Καλλιέργης (ή Καλλέργης). Ο Ζαχαρίας Καλλιέργης ήταν λόγιος, αντιγραφέας, καλλιγράφος, σχεδιαστής τυπογράφος, χαράκτης, διορθωτής και επιμελητής. Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1473 και πήγε στη Βενετία γύρω στο 1490, όπου αρχικά εργάστηκε ως αντιγραφέας χειρογράφων. Ήταν λόγιος, καλλιγράφος, αντιγραφέας, χειρογράφων, σχεδιαστής και κατασκευαστής τυπογραφικών στοιχείων, διορθωτής και επιμελητής κλασικών κειμένων. Αυτή η πολύπλευρη δραστηριότητά του δείχνει άνθρωπο με ευρεία μόρφωση στις τέχνες και τα γράμματα.
Το 1493 ίδρυσε δικό του τυπογραφείο στη Βενετία και το 1499 εξέδωσε το «Μέγα ετυμολογικό, βυζαντινό λεξικό». Για την έκδοση αυτή, ο Καλλιέργης συνεργάστηκε με τον επίσης Κρητικό Νικόλαο Βλαστό. Οι προετοιμασίες διήρκεσαν 6 χρόνια, χρησιμοποιήθηκαν νέοι πρωτότυποι τυπογραφικοί χαρακτήρες, χρηματοδότης του εγχειρήματος ήταν η Άννα Παλαιολογίνα Νοταρά, επιμελητής ο Μουσούρος, ενώ η διακίνηση του βιβλίου όταν έκλεισε το τυπογραφείο το 1500 έγινε από τον Άλδο Μανούτιο. Ο Καλλιέργης στις εκδόσεις του χρησιμοποιούσε για τη διακόσμησή τους και τη χρυσοτυπία, ενώ το σήμα του τυπογραφείου του ήταν ο δικέφαλος αετός της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Το 1500 το τυπογραφείο κλείνει λόγω οικονομικών προβλημάτων, και ο Καλλιέργης το επανασυστήνει 9 χρόνια αργότερα και τυπώνει βιβλία με μεγαλύτερη απήχηση και πιο εύχρηστα, λόγω μικρότερου σχήματος, όπως το «Ωρολόγιον», τον «Απόκοπο» του Μπεργαδή κ.λπ. Το 1513 ο Καλλιέργης εργάζεται στη Ρώμη ως διδάσκαλος, εκδότης και τυπογράφος στο Ελληνικό Γυμνάσιο και το παπικό τυπογραφείο. Στη Ρώμη εξέδωσε έργα του Πινδάρου, τα «Ειδύλλια» του Θεοκρίτου, την «Ιλιάδα» του Ομήρου κ.λπ.
Η Ίδρυση του τυπογραφείου των Ζαχαρία Καλλιέργη – Νικολάου Βλαστού
Άλλος σπουδαίος τυπογράφος ήταν ο Ν. Βλαστός. Γεννήθηκε και αυτός στο Ρέθυμνο στα μέσα του 15ου αιώνα και στη Βενετία βρισκόταν τουλάχιστον από το 1480. Ήταν φιλόλογος, καλλιγράφος, αντιγραφέας χειρογράφων και συγχρόνως χαράκτης και σχεδιαστής τυπογραφικών στοιχείων. Στον κύκλο των τυπογράφων της Βενετίας γνώρισε τον Αλδο Μανούτιο και συνδέθηκε φιλικά μαζί του. Εκεί γνώρισε και τον συμπατριώτη του Ζ. Καλλιέργη που συνεργάστηκε μαζί του σε τυπογραφικές εργασίες.
Το 1499 ο Ζ. Καλλιέργης και ο Ν. Βλαστός ίδρυσαν στη Βενετία τυπογραφείο, που ήταν ένα από τα πρώτα ελληνικά στην πόλη αυτή.
Το ποιος δημιούργησε το τυπογραφείο και πως λειτούργησε η μεταξύ τους συνεργασία είναι αδιευκρίνιστο.
Κατά τον Κ. Σαθά ιδρυτής του τυπογραφείου ήταν ο Ν. Βλαστός, ενώ οι Ζ. Καλλιέργης και Ι. Γρηγορόπουλος, που μνημονεύονται μαζί του, ήταν τυπογράφοι ή διευθυντές της τυπογραφίας. Ο Ν. Κοντοσόπουλος λέει: Το τυπογραφείο του Καλλιέργη κατέστη αληθές Κρητικόν Εργαστήριον.
Στο «χρονικό της Ελληνικής τυπογραφίας» του Ν. Σκιαδά διαβάζουμε: Το τυπογραφείο όμως, που επισκίασε όλα τα άλλα τυπογραφεία της Βενετίας, ήταν εκείνο που ιδρύθηκε το 1499, πιθανότατα από την Αννα Νοταρά, τη μνηστή του τελευταίου Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, που χαρακτηρίζεται πολύ σωστά, ως η πρώτη ελληνική τυπογραφία.
Όπως και να έχει το πράγμα, το τυπογραφείο αυτό με τη συνεργασία Καλλιέργη – Βλαστού έμεινε ονομαστό για τις εκδόσεις του.
Η Κρητική ταυτότητα του τυπογραφείου
Χαρακτηριστικό του τυπογραφείου αυτού είναι το ότι όλοι όσοι δούλευαν σ’ αυτό ήταν Κρητικοί, γι’ αυτό πολύ σωστό ο Ν. Κοντοσόπουλος το χαρακτηρίζει ως ένα Κρητικό εργαστήρι. Πράγματι, οι σχεδιαστές, οι χαράκτες και κατασκευαστές τυπογραφικών στοιχείων, οι διορθωτές και επιμελητές των κειμένων, οι χορηγοί και οι εκδότες των έργων ήταν όλοι Κρητικοί.
Στο πρώτο βιβλίο που τυπώθηκε, το Μέγα Ετυμολογικό, ο Μ. Μουσούρος προτάσσει ένα χαρακτηριστικό στιχούργημα, στο οποίο τονίζει με περηφάνια ότι όλοι όσοι εργάστηκαν και έφεραν σε πέρας την έκδοση αυτή ήταν Κρητικοί:
Κρης γαρ ο τορνεύσας, τα δε χαλκεία Κρης ο συνείρας, Κρης ο κάθε’ ενας στίξας, Κρης ο μολυβδοχύτης, Κρης δαπανά νίκης ο φερώνυμος αυτός ο κλείων, Κρης τάδε. Κρησίν ο Κρης ήπιος αιγίοχος.
Και σε νεοελληνική μετάφραση του Λινου Πολίτη: Γιατί ο Κρητικός είναι αυτός που τα σκαλισε, Κρητικός αυτός που αράδιασε χάλκινους τύπους, Κρητικός αυτός που τα κέντησε ένα – ένα, Κρητικός αυτός που τα έχυσε στο μολύβι και Κρητικός κάνει τα έξοδα εκείνος που έχει το όνομα της νίκης.
Κρητικός κι αυτός που γράφει τούτο το εγκώμιο: Ο Μάρκος Μουσούρος (1470-1517) άλλος σπουδαίος τυπογράφος γεννήθηκε στο Ηράκλειο, αλλά καταγόταν από αρχοντική Ρεθεμνιώτικη οικογένεια των Μουσούρων. Είχε λάβει εξαιρετική μόρφωση στην Κρήτη από τον Αριστόβουλο Αποστόλη και στη Φλωρεντία από τον περίφημο ελληνιστή Ιανό Λασκαρη. Ήταν φιλόλογος κριτικός και επιμελητής εκδόσεων και γνώριζε άριστα την ελληνική και λατινική γλώσσα. Δίδαξε ως καθηγητής στην έδρα των ελληνικών στα πανεπιστήμια της Πάντοβας και της Βενετίας καθώς και στο Ελληνικό Γυμνάσιο της Ρώμης. Είχε διάσημους μαθητές όπως ο Έρασμος.
Ο κορυφαίος αυτός φιλόλογος της Αναγέννησης συνεργάστηκε με τον Άλδο ως επιμελητής των εκδόσεών του. Επίσης επιμελήθηκε έργα του τυπογραφείου των Ζ. Καλλιέργη – Ν. Βλαστού, οι οποίοι με τη συνεργασία του, καθώς και του Ιωάννη Γρηγορόπουλου πραγματοποίησαν τη θαυμάσια έκδοση του Μεγάλου Ετυμολογικού.
Ο Ιωάννης Γρηγορόπουλος ήταν επίσης Κρητικός και καταγόταν από το Ηράκλειο. Στη Βενετία πήγε το 1494 και έγινε δεκτός στον κύκλο των Ελλήνων λογίων και καλλιγράφων, στον οποίο ανήκε ο δάσκαλός του Αρ. Αποστόλης και ο Μ. Μουσούρος.
Ο πατέρας του και ο αδελφός του ήταν γνωστοί κωδικογράφοι και έτσι ο Ιωάννης από νωρίς ασχολήθηκε με την αντιγραφή χειρογράφων. Στην αρχή εργάστηκε ως καλλιγράφος και αργότερα ως διορθωτής στο τυπογραφείο των συμπατριωτών του Ζ. Καλλιεργη και Ν. Βλαστού και συνεργάστηκε στην έκδοση του Μεγάλου Ετυμολογικού και σε άλλες εκδόσεις του ίδιου τυπογραφείου. Στο τέλος του βιβλίου υπάρχουν και οι εξής συμπληρωματικές πληροφορίες: Το Μεγαν Ετυμολογικόν πέρας είληφεν ήδη συν θεώ εν Ενετία αναλώμασι με του ευγενούς και δοκίμου ανδρός κυρίου Νικολάου Βλαστού του Κρητός, παραινέσει δε της λαμπρότητας κυρίας Αννης θυγατρός του πανσεβεστάτου και ενδοξοτάτου κυρίου Λουκά Νοτάρά ποτέ Μεγάλου Δουκός της Κων/ πόλεως, πάνω δε και δεξιότητι Ζ. Καλλιέργου του Κρητός.
Εδώ βλέπουμε ότι ο Ν. Βλαστός ήταν ο χορηγός της έκδοσης, ενώ ο ρόλος της Άννας Νοταρά ήταν συμβουλευτικός. Στον Ζ. Καλλιέργη αποδίδεται ο κόπος και η τέχνη.
Το πρώτο βιβλίο που τυπώθηκε στο τυπογραφείο αυτό το 1499 ήταν το «Ετυμολογικόν το Μέγα κατά αλφάβητον» και η προετοιμασία του κράτησε 6 χρόνια. Τα τυπογραφικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν είχαν τους τόνους και τα πνεύματα ενσωματωμένα στα γράμματα. Ορισμένοι αναφέρουν ότι σχεδιάστηκαν και κόπηκαν από τον Ζ. Καλλιέργη με πρότυπο το γραφικό του χαρακτήρα.
Η επινόηση της ενσωμάτωσης των τόνων και των πνευμάτων με τα γράμματα ήταν έργο του Βλαστού, ο οποίος ένα χρόνο πριν από την έκδοση του Μεγάλου Ετυμολογικού, το 1498, βραβεύτηκε από τη Βενετική γερουσία για την γραμματοσειρά που επινόησε, στην οποία οι τόνοι και τα πνεύματα είναι ενωμένα με τα γράμματα και για την επινόηση αυτή πήρε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.
Γεννιέται λοιπόν η απορία γιατί ο Βλαστός αναφέρεται απλώς ως χορηγός. Ο Βλαστός είχε καλλιτεχνικές και τεχνικές ικανότητες αναγνωρισμένες. Μάλιστα ένα καλλιγραφημένο χειρόγραφό του (με αριθμό 2939), που το αντέγραφε και υπέγραψε το 1484, βρίσκεται σήμερα στη βιβλιοθήκη του Παρισιού.
Η έκδοση του Μεγάλου Ετυμολογικού ήταν πολυτελής και θεωρείται μοναδική για την εποχή εκείνη. Σε ορισμένα έντυπα οι ξυλογραφίες του εξωφύλλου ήταν τυπωμένες με αληθινό χρυσάφι. Το έργο αυτό, που είναι το ωραιότερο της ελληνικής τυπογραφίας, κοσμείται με πολλά επίτιτλα και πρωτογράμματα, περίτεχνα καλλιτεχνήματα βυζαντινού τύπου, με οποία είναι τυπωμένα με κόκκινη μελάνη και δείχνει την ομοιότητά του με το χειρόγραφο. Ολόκληρο το έργο είναι ένα τυπογραφικό κόσμημα.
Το βιβλίο αυτό είναι σπάνιο σήμερα. Υπάρχει ένα μόνο αντίτυπο στη βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων. Το δώρισε ο Κ. Σάθας, που το αγόρασε από κάποιον παλαιοπώλη στο Άμστερνταμ.
Την ίδια χρονιά που τυπώθηκε το Ετυμολογικόν τυπώθηκε στο ίδιο τυπογραφείο και το έργο «Υπόμνημα εις τας δέκα κατηγορίας του Αριστοτέλους» του Σιμπλικίου.
Ακολούθησαν δύο ακόμη εκδόσεις στον επόμενο χρόνο, το υπόμνημα «εις τας πέντε φωνάς Πορφυρίου» του Αμμωνίου και η «Θεραπευτική μέθοδος» του Γαλήνου, ιατρικό σύγγραμμα.
Μετά από δύο χρόνια λειτουργίας το τυπογραφείο έκλεισε για οικονομικούς λόγους. Μεγάλο μέρος από το τυπογραφικό υλικό του το χορήγησε ο Βλαστός στον τυπογράφο Giounta (Ιούντα) με αντάλλαγμα να μνημονεύεται το όνομα τους στις Φλωρεντιανές εκδόσεις.
Έτσι η συνεργασία Καλλιέργη – Βλαστού διακόπηκε. Για τον Βλαστό δεν γνωρίζουμε αν συνέχισε τις τυπογραφικές του δραστηριότητες. Ο Μ. Μουσούρος μιλάει με εκτίμηση για τον Βλαστό και λέει ότι ήταν γεμάτος ελληνικό φρόνημα και ότι δαπάνησε τους θησαυρούς του προς κοινή ωφέλεια του γένους.
Βαθιά εκτίμηση και εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του έτρεφε και η Άννα Νοταρά, όπως προκύπτει από τη διαθήκη της. Στο ημερολόγιο του Μαρίνου Σανούτου αναφέρεται πως το 1514 ο Μ. Βλαστός έγινε κληρονόμος μέρους της μεγάλης περιουσίας της Α. Νοταρά και πληρεξούσιος του συνόλου της διαθήκης της.
Η επανίδρυση του τυπογραφείου-Ο Απόκοπος του Μπεργαδή
Ο Καλλιέργης, αφού για αρκετά χρόνια ασχολήθηκε με την αντιγραφή χειρογράφων, το 1509 επανίδρυσε το τυπογραφείο στη Βενετία. Τύπωσε 4 βιβλία από τα οποία το Ωρολόγιο, τα Εξεψάλματα και η Έκθεση παραινετική είναι λειτουργικά και προορίζονταν για την εκκλησία και για σχολική διδασκαλία.
Το τέταρτο είναι ο Απόκοπος, ποίημα του Κρητικού Μπεργαδή. Είναι το πρώτο λαϊκό λογοτεχνικό ανάγνωσμα που τυπώθηκε σε βιβλίο.
Το όνομα του ποιήματος (ο τίτλος του) Απόκοπος, προέρχεται από τον πρώτο στίχο του ποιήματος: Μιαν από κόπου ενύσταξα, να κοιμηθών εθυμήθην (επιθύμησα).
Στο ποίημα αυτό ο Μπεργαδής περιγράφει μια κάθοδο του στον Άδη μέσα από το όνειρο.
Στα βιβλία αυτά τα επίτιτλα και τα πρωτογράμματα, αν και είναι πάλι βυζαντινού τύπου, διαφέρουν από αυτά των προηγούμενων εκδόσεων και η ερυθροτυπία είναι περιορισμένη.
Το τυπογραφείο αυτό λειτούργησε μόνο ένα χρόνο.
Ο Καλλιέργης της Ρώμης
Η τελευταία τυπογραφική περίοδος (δραστηριότητα) του Καλλέργη είναι στη Ρώμη, όπου τον βρίσκουμε μετά το 1513 να εργάζεται ως δάσκαλος στο Ελληνικό Γυμνάσιο της Ρώμης και ως τυπογράφος και εκδότης στο τυπογραφείο του Γυμνασίου. Μερικά από τα βιβλία που τύπωσε στο διάστημα αυτό, με τη συνεργασία και άλλων τυπογράφων και χορηγών, είναι: τα έργα του Πίνδαρου (1515), Ειδύλλια του Θεόκριτου (1515), Εκλογή αττικών ρημάτων και ονομάτων Φρυνίχου (1517), Η Οκτώηχος (1520), Τα ερωτήματα του Εμμανουήλ Χρυσολωρά(1522) κ.α.
Η γραμματοσειρά που χρησιμοποίησε κατά την τελευταία αυτή περίοδο είναι παρεμφερής με τις προηγούμενες, ενώ η ερυθροτυπία είναι ακόμη πιο περιορισμένη. Μετά το 1523 ασχολήθηκε πάλι με αντιγραφή κωδικών. Ο Ζ. Καλλιέργης θεωρείται ο καλύτερος τυπογράφος του 15ου και 16ου αιώνα. Οι εκδόσεις του υπήρξαν παράδειγμα προς μίμηση για τους τυπογράφους.
ΠΗΓΕΣ:
Ηλέκτρα Καμπουράκη – Πατεράκη, μαθηματικός
Εφημερίδα «ΠΑΤΡΙΣ» Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2007
Γιώργος Κουκάς: Κρήτες Τυπογράφοι (διάλεξη Ρέθυμνο 1992)
Γιάννης Παπιομύτογλου: Κρήτες Τυπογράφοι στη Βενετία
Εφημερίδα Νέα Κρήτη: Οι Κρήτες τυπογράφοι
Πολιτιστικό Ρέθυμνο