Έμαθα εντελώς τυχαία για τη βράβευση τριών αξιόλογων ανθρώπων, των δημοσιογράφων Μανόλη Παντινάκη, Γιάννη Κανελλάκη και του σκηνοθέτη Τάσου Μπιρσίμ, που τον περασμένο Δεκέμβρη, έλαβαν το «Αριστείον» της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών από τον πρόεδρο της Ένωσης Λευτέρη Τζόκα.
Το βραβείο δόθηκε ως αναγνώριση στο έργο του Μανόλη Παντινάκη που αφορά την καταγραφή μαρτυριών την περίοδο της κατοχής και της Αντίστασης των Κρητικών και τη δημιουργία των ντοκιμαντέρ με τη συμμετοχή και των τριών, «Πυρπόληση γυναικών στην Καλή Συκιά», «Το Αμάρι στις φλόγες» και «Από την Κρήτη στα στρατόπεδα του θανάτου, Άουσβιτς».
Ο Μανόλης Παντινάκης είναι ένας αθόρυβος επαναστάτης, ένας μοναχικός καβαλάρης που καλπάζει στα ομιχλώδη τοπία της μνήμης, ανασύροντας χαμένους θησαυρούς τεράστιας ιστορικής αξίας.
Αθεράπευτα ρομαντικός βάζει στόχους, τους πετυχαίνει και προχωρεί μπροστά χωρίς ποτέ κανένα εμπόδιο να μπορεί να τον σταματήσει, χωρίς καμιά οικονομική στήριξη -εξ άλλου τα υλικά αγαθά δεν φαίνεται να τον αφορούν- δουλεύει μέρα νύχτα, χάνοντας πολλές φορές την αίσθηση του χρόνου.
Αυτή την περίοδο ασχολείται με την επεξεργασία δυο ημερολογίων και δύο αφηγήσεων από τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο στην Αλβανία, με την συμπλήρωση 80 χρόνων από τότε, ενώ τον ερχόμενο Μάρτιο, πρόκειται να αρχίσουν τα γυρίσματα για το τέταρτο ντοκιμαντέρ ιστορικού περιεχομένου στα Σκούρβουλα Μεσσαράς.
Ωστόσο μεταξύ 6 με 15 Μαρτίου πρόκειται να προβληθεί το ντοκιμαντέρ «Από την Κρήτη στα κολαστήρια του θανάτου-Άουσβιτς» στο 22ο Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Ο Μανόλης Παντινάκης σκάβει το λαγούμι της μνήμης της τοπικής μας ιστορίας τόσο αθόρυβα και διακριτικά, σαν τυφλοπόντικας που ενοχλείται από το έντονο φώς της μέρας… και της δημοσιότητας.
Αυτό είναι εξάλλου το χαρακτηριστικό των σημαντικών ανθρώπων σε σχέση με τους ασήμαντους, που προκαλούν τον θόρυβο και τα φώτα, πολλές φορές άνευ λόγου.
Η επίσημη πολιτεία βέβαια ως συνήθως κωφεύει. Δεν ακούει και δε βλέπει τίποτα από το σημαντικότατο έργο του συντοπίτη μας δημοσιογράφου και ιστορικού συγγραφέα Μανόλη Παντινάκη, που αποτελεί παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές για να γνωρίσουν την αληθινή ιστορία του τόπου τους.
Ας ελπίσουμε πως κάποτε θα αναγνωρίσει το έργο αυτό και θα το στηρίξει όπως πρέπει κι όπως του αξίζει.