Από τους Ρεθεμνιώτες που δίνουν με την προσωπικότητα και το ήθος τους τον ορισμό του ευπατρίδη, είναι αναμφισβήτητα ο κ. Γιάννης Φουρφουλάκης.
Κόσμησε η παρουσία του το ναό της Θέμιδας επί σειρά ετών. Τον θεωρούσαν μάλιστα από τις αυθεντίες στο χώρο. Ήταν από τους πιο σημαντικούς ποινικολόγους του καιρού του. Είχε όμως και άλλα στοιχεία που τον έκαναν να ξεχωρίζει. Μια λεβεντιά και ψυχής, μια γενναιοδωρία κοινωνικής προσφοράς, μια ιδιαίτερη στάση σε δύσκολους καιρούς που ευωδίαζε αξιοπρέπεια.
Και φυσικά ένα χάρισμα λόγου που το αναδείκνυε, χωρίς να το επιδιώκει, σε κάθε του αγόρευση.
Σήμερα ο κ. Γιάννης Φουρφουλάκης, με την εκλεκτή του σύζυγο την κ. Μαρία, από τις ξεχωριστές γυναίκες του Ρεθύμνου, απολαμβάνει τον καρπό μιας πορείας γεμάτης από σημαντικούς σταθμούς, καμαρώνοντας τους γιους που δίνουν συνέχεια στην λαμπρή σταδιοδρομία του στο ναό της Θέμιδας και φυσικά νύφες κι εγγόνια.
Ο χρόνος έχει σταθεί ιδιαίτερα φιλικός μαζί του όπως διαπιστώνουμε σε μια εκ βάθους συζήτηση κι όπως βλέπουμε δεν έχει χάσει και το γνωστό λεπτό χιούμορ του. Γνωστό τοις πάσι και αυτό.
Δεν θα ξεχάσουμε τότε που γειτόνευε το γραφείο του με το βιβλιοπωλείο του Γιάννη Κυριακάκη, πόσο του άρεσε να ανταλλάσει πειράγματα με τον γνωστό αντιστασιακό και παθιασμένο με την ιδεολογία του αξέχαστο Ρεθεμνιώτη.
Κι όπως ακούγαμε από τον ίδιο τον Γιάννη Κυριακάκη, ποτέ ο κ. Φουρφουλάκης, που ήταν και συγχωριανός του, δεν υπολόγισε απαγορεύσεις και διαχωριστικές κοινωνικές γραμμές για να του απευθύνει το λόγο και να του δείξει το σεβασμό και την εκτίμησή του.
Από τα πιο συνηθισμένα αστεία του κ. Φουρφουλάκη όποτε έβλεπε αυτή την εμβληματική, στο χώρο της αριστεράς, προσωπικότητα του Ρεθύμνου ήταν να του πει:
– Έλα μωρέ Γιάννη να σε γράψω στη Νέα Δημοκρατία κι έχουμε το μέσον.
– Εδά μπλιο γείτονα απαντούσε ο Κυριακάκης κι έσκαζαν κι οι δυο στα γέλια.
Από ένα χωριό με παραδόσεις
Ο Γιάννης Φουρφουλάκης γεννήθηκε στο Άνω Μέρος Αμαρίου το 1930. Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος. Τέλειωσε το Δημοτικό σχολείο την πιο κρίσιμη για την Κρήτη περίοδο. Ήταν η αρχή του πολέμου και των γεγονότων που ακολούθησαν.
Ο δάσκαλος από φόβο μήπως του σκοτώσουν κανένα παιδί δεν τα άφησε να κατέβουν στην πόλη για να πάνε στο Γυμνάσιο. Δυο χρόνια μετά μόνο, το 1943, πείστηκε με τα πολλά και το επέτρεψε γιατί δεν ήθελε, δάσκαλος αυτός, να μείνουν τα παιδιά του χωρίς ανώτερη μόρφωση αφού είχαν και τόσο καλές βάσεις.
Τέλειωσε ο Γιάννης τις σπουδές του στη Μέση Εκπαίδευση και συνέχισε στη Νομική. Αποφοίτησε με καλή σειρά και γύρισε στο Ρέθυμνο να σταδιοδρομήσει.
Από τα εφηβικά του χρόνια είχε αποφασίσει να ακολουθήσει νομικές σπουδές. Μαθητής Γυμνασίου παρακολουθούσε τις δίκες των δοσίλογων. Ήταν δίκες συγκλονιστικές με κατηγορούμενους κοντοχωριανούς του αλλά και άλλους Ρεθεμνιώτες που κατηγορούνταν για εθνική αναξιότητα.
Οι άνθρωποι αυτοί ποτέ δεν τιμωρήθηκαν όπως τους άξιζε. Κάποιοι έτυχαν και αμνηστίας. Κάποιος νόμος, έκτρωμα, τους προστάτευσε και αυτούς όπως γίνεται και σήμερα σε αρκετές περιπτώσεις όπως θα σχολιάσει, εύστοχα, στην κουβέντα μας, ο έγκριτος νομικός μας.
Οι δίκες όμως αυτές καθόρισαν την μετέπειτα πορεία του.
Οι αγορεύσεις των συνηγόρων τον είχαν τόσο εντυπωσιάσει που χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισε ποια επιστήμη θα ακολουθούσε.
Πάθος για την απόδοση δικαιοσύνης
Από την αρχή ακολουθούσε τους δικούς του κανόνες ηθικής. Έδινε μεγάλη σημασία στην αξιοπιστία που θα πρέπει να έχει ένας λειτουργός της Θέμιδας αν βέβαια θέλει να υπηρετήσει τη δικαιοσύνη.
Για κανένα λόγο δεν μπορούσε να ξεφύγει από τις αρχές του. Για τίποτα στον κόσμο δεν θα έβαζε σε κίνδυνο το κύρος και την αξιοπρέπειά του.
Κάποτε, ήταν στα πρώτα του επαγγελματικά βήματα εκλήθη να υπερασπιστεί μια σοβαρή υπόθεση. Πήρε μάλιστα και προκαταβολή από τον αδελφό του κατηγορουμένου. Ξενύχτησε για να μελετήσει τη δικογραφία, από το άλφα μέχρι το ωμέγα ώστε να επιλέξει την πιο σωστή υπερασπιστική γραμμή.
Μόλις όμως συναντήθηκε με τον πελάτη του σε ένα ειδικά διαμορφωμένο χώρο, που είχε ετοιμάσει για την εξυπηρέτηση των δικηγόρων, ένας αξιόλογος άνθρωπος, ο Κώστας Χατζηδάκης, που ήταν διευθυντής των φυλακών, διαπίστωσε ότι για να συνεχίσει την υπεράσπιση θα έπρεπε να «παίξει» και θέατρο. Ο πελάτης του ξαφνικά αναιρούσε όσα είχε καταθέσει και μάλιστα κατά τρόπο που μόνο με υποκριτική δεινότητα ο συνήγορος θα μπορούσε να συνεχίσει το έργο του και να πείσει τους δικαστές. Αυτό τον προσγείωσε και μάλιστα ανώμαλα.
Επέστρεψε αμέσως τα χρήματα στον αδελφό του πελάτη του και αποσύρθηκε. Η αξιοπρέπειά του δεν σήκωνε καμιά διαπραγμάτευση.
Είχε όμως και μια έμφυτη τάση να διεισδύει στην υπόθεση, μελετώντας όλα τα στοιχεία. Η μεθοδολογία του αυτή στάθηκε πολύτιμη ιδιαίτερα στην περίπτωση κάποιου πελάτη του που όπως έδειχναν τα πράγματα θα οδηγείτο με μαθηματική ακρίβεια στο απόσπασμα.
Ήταν κάποιος που είχε σφάξει την πεθερά του και όλα τα στοιχεία έδειχναν ότι είχε προμελετήσει τα πάντα. Ο κ. Φουρφουλάκης μελέτησε τη δικογραφία αλλά κάτι τον ωθούσε να εξετάσει σε βάθος την υπόθεση, αναζητώντας περισσότερες λεπτομέρειες γύρω από τη ζωή του δράστη. Ανακαλύπτει λοιπόν στην πορεία της έρευνας αυτής ότι ο πελάτης του πάθαινε στο παρελθόν επιληπτικές κρίσεις και αργότερα παρουσίαζε ψυχική διαταραχή. Αμέσως παρακάλεσε να επιτραπεί ψυχιατρική εξέταση. Η άδεια δόθηκε και τον κατηγορούμενο εξέτασαν ο Στέλιος Αναγνωστάκης και ο Γιώργης Αγγελιδάκης που επιβεβαίωσαν, μετά την εξέταση, την υποψία του ότι ο δράστης είχε διαταραγμένη προσωπικότητα. Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στις λεπτομέρειες. Δεν μας απασχολούν στο αφιέρωμα αυτό οι υποθέσεις που αναλάμβανε και η ανάλυσή τους αλλά ο τρόπος που λειτουργούσε ο Γιάννης Φουρφουλάκης με αποτέλεσμα να θεωρείται από τους κορυφαίους στο είδος.
Στην περίπτωση αυτή του σχιζοφρενούς μάλιστα, ο δικαστής είχε εκμυστηρευθεί σε κάποιον ότι αν δεν είχε πειστεί από την γραμμή που ακολουθούσε ο Φουρφουλάκης ως συνήγορος υπεράσπισης, ίσως να δίκαζε με προκατάληψη, αδικώντας τον κατηγορούμενο.
Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι ο κ. Γιάννης Φουρφουλάκης αναλάμβανε τις πιο σημαντικές δίκες της εποχής. Ποτέ όμως δεν έδειξε υπεροψία και φερόταν με διακριτική ευγένεια ακόμα και στους ασκούμενους συναδέλφους του.
Χείμαρρος αναμνήσεων
Η συζήτηση με τον κ. Φουρφουλάκη στο φιλόξενο σπίτι του με την κα Μαρία να τιμά την Αμαριώτικη φήμη της οικοδέσποινας, είναι μια πανδαισία. Ο γνωστός και αξιοσέβαστος συμπολίτης διατηρεί εκείνη την ευφράδεια λόγου που κέρδιζε δικαστές και ακροατήριο. Κρεμόμαστε από τα χείλη του.
Κι όπως συζητάμε μαζί του ζούμε και την ατμόσφαιρα της κοινωνίας άλλων εποχών. Αναδύεται από τις αναφορές διαφόρων υποθέσεων, η διαπίστωση ότι ποτέ τελικά δεν υπήρξαν χρόνια αθωότητας. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις κατηγορουμένων για ασέλγεια ακόμα και προς τα παιδιά τους.
Οι φρικτές αυτές υποθέσεις επομένως δεν αποτελούν σημεία των καιρών.
Δεν είναι επίσης σημερινό φαινόμενο η καταγγελία για βιασμό από τουρίστριες για να εξασφαλίσουν αποζημίωση.
Μια περίπτωση αγαθού ανθρωπάκου έρχεται στο νου του που κατηγορήθηκε αδίκως. Ο κατηγορούμενος είχε αρνηθεί κατηγορηματικά την ενοχή του. Έφθασε η υπόθεση στο δικαστήριο και ο κ. Φουρφουλάκης αιφνιδίασε τους πάντες για τα δεδομένα της εποχής. Οι ερωτήσεις του έφεραν σε δύσκολη θέση τις μηνύτριες που ξαφνικά δεν αντιμετώπιζαν μια χαλαρότητα από τις αρχές, ελλείψει εμπειρίας, επί του θέματος αλλά έναν επίμονο λειτουργό της δικαιοσύνης που αποδυνάμωνε με στοιχεία τα επιχειρήματά τους.
Ήταν η ικανότητα του κ. Φουρφουλάκη να ψυχογραφεί κάθε υπόδικο. Και στην περίπτωση αυτή ερευνώντας το θέμα κατάλαβε ότι υπάρχει δόλος. Κυρίως τον υποψίασε το αίτημα των δυο γυναικών προς τον ανακριτή, την επομένη κιόλας της καταγγελίας, να έχουν αντίγραφο της δικογραφίας. Και στην πορεία της ακροαματικής διαδικασίας τις αιφνιδίασε ρωτώντας αν είχαν ασφαλιστεί για την περίπτωση βιασμού. Και πέτυχε διάνα. Έτσι σώθηκε ο άτυχος βοσκός που έπεσε θύμα της αφέλειάς του και λίγο έλειψε να το πληρώσει ακριβά.
Μια τραγική περίπτωση αυτοδικίας
Από τις πιο τραγικές όμως στιγμές που έζησε ήταν εκείνη η περίπτωση αυτοδικίας στο Μονομελές Περάματος.
Ο κ. Φουρφουλάκης, που περίμενε τη σειρά του για την υπόθεση που θα υπεράσπιζε, βρισκόταν πίσω από το εδώλιο.
Ξαφνικά κι ενώ η δίκη ήταν σε εξέλιξη, πλησιάζει κάποιος, αρπάζει από τα μαλλιά τον κατηγορούμενο και του κόβει το λαιμό.
– Δεν μπορείτε να φανταστείτε μας λέει αισθανόμενος φρίκη και τώρα που το διηγείτο ο κ. Φουρφουλάκης. Όπως συμβαίνει όταν σφάζουν χοίρο το ίδιο είδα με τα μάτια μου εκείνη τη μέρα στην αίθουσα του δικαστηρίου. Πίδακας το αίμα πετάχτηκε προς την έδρα. Πανικός επικράτησε.
– Ποιο ήταν το αίτιο αλήθεια;
– Ο ψυχρός εκτελεστής δεν είχε βέβαια έρθει στο δικαστήριο για το σκοπό αυτό. Ούτε είχε ιδέα ποιος δικαζόταν. Τον πλησίασε όμως κάποιος συγγενής του και του είπε ότι ο κατηγορούμενος που δικαζόταν εκείνη τη στιγμή είχε σκοτώσει τον πατέρα του. Ο τρόπος που τον ενημέρωσε, οι άγραφοι νόμοι τιμής που εκείνες τις εποχές είχαν γίνει συνείδηση των ανθρώπων, οδήγησε στο αποτέλεσμα αυτό. Θυμάμαι ακόμα το περιστατικό και ακόμα έχω την αίσθηση της φρίκης όταν το αίμα του φονευθέντος πετάχτηκε και λέρωσε το πουκάμισό μου.
Ένας επιστήθιος φίλος
Ο κ. Γιάννης Φουρφουλάκης έχοντας την γενική εκτίμηση του κόσμου απέκτησε πολλούς φίλους. Ο ίδιος όμως πάντα ξεχώριζε τον Γιάννη Κεφαλογιάννη.
– Καθόμαστε εδώ που βλέπετε στο σαλόνι μας λέει γεμάτος νοσταλγία και μιλούσαμε ώρες ολόκληρες. Ήταν πάντα ενημερωμένος και σχολίαζε εύστοχα τις καταστάσεις που ζούσαμε. Βγαίναμε, πίναμε το κρασάκι μας, ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Ήταν ένας έντιμος Ρεθεμνιώτης. Δεν δωροδοκήθηκε ποτέ.
Πολλοί Ρεθεμνιώτες τον παρεξήγησαν αλλά άδικα.
Άλλος παρεξηγημένος Ρεθεμνιώτης ήταν ο Μανόλης Καλαϊτζάκης.
– Σταθήκατε πάντα κοντά του όπως ξέρω καλά.
– Ήταν ξεχωριστός άνθρωπος. Σπάνιος. Θυμάμαι τότε που ήταν δήμαρχος. Είχαμε πάρει μια απόφαση σαν Δημοτικό Συμβούλιο για την επέκταση του σχεδίου πόλεως. Κάποιος Ρεθεμνιώτης τον επισκέφθηκε και του έδωσε μια επιταγή με ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσόν για την εποχή.
Και ο Μανόλης -που όλοι ξέραμε ότι δεν είχε μεγάλη οικονομική επιφάνεια- πήρε την επιταγή και την έσκισε σε μικρά κομματάκια. Όταν μου το είπε τον μάλωσα που δεν κράτησε κάτι για να τιμωρηθεί όπως του άξιζε ο επιτήδειος αυτός που θέλησε να επωφεληθεί με τα λεφτά του. Γιατί δεν είχαμε κανένα στοιχείο για να τον οδηγήσουμε στο δικαστήριο όπως του άξιζε.
Ενώ μας μιλά ο εξαίρετος συμπολίτης θαυμάζουμε ακόμα μια φορά το ήθος των ανθρώπων μιας εποχής που έβαζαν την αξιοπρέπειά τους πάνω από τα πλούτη όλου του κόσμου.
Συνεχίζει για αρκετή ώρα ακόμα ο κ. Γιάννης να μιλά για τον φίλο του Μανόλη Καλαϊτζάκη. Είχαν στενή φιλία.
Αναφερόμενος στην εντιμότητα του φίλου του προσθέτει:
– Όταν πέθανε άφησε ένα βιβλιάριο με 50 δραχμές όπως έμαθα από τη γυναίκα του. Σας μιλώ ειλικρινά όταν έγραφα τη νεκρολογία έκλαιγα. Μου κόστισε ο θάνατός του…
«Η Βενετία της Ανατολής»
Ήταν σπουδαίες οι υπηρεσίες του κ. Φουρφουλάκη στο λειτούργημά του αλλά πρόσφερε σημαντικό έργο και ως πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου επί δημαρχίας Μανόλη Καλαϊτζάκη. Ιδιαίτερα στο θέμα της παλιάς πόλης.
Ο κ. Φουρφουλάκης ήταν υπέρ της διατήρησης του ιστορικού κέντρου. Μάλιστα υποστήριζε κάθε πρωτοβουλία του δημάρχου Καλαϊτζάκη που είχε επίσης μελετήσει το θέμα και το έβαζε σε προτεραιότητα.
Μας λέει σχετικά ο κ. Φουρφουλάκης:
– Είχαμε καλέσει τον αρχιτέκτονα Πικιώνη ο οποίος μας είχε τονίσει πόσο σημαντικό για το μέλλον του τόπου θα ήταν να διατηρηθεί η παλιά πόλη «Προσέξτε, μας είπε. Το Ρέθυμνο είναι η Βενετία της ανατολής… Κρατήστε το όπως είναι.
Πράγματι ασχοληθήκαμε με το θέμα της διατήρησης αλλά είχαμε απέναντι το σύλλογο ιδιοκτητών που έκανε συχνά διαβήματα διαμαρτυρίας.
Θυμάμαι σε ένα δημοτικό συμβούλιο, πρόεδρος εγώ, έπρεπε να πάρουμε απόφαση σχετικά με την παλιά πόλη. Ήταν και ο σύλλογος εκεί με επικεφαλής τον καλό μου φίλο Γιώργη Μουσούρο. Ήταν πολύ φίλος μου. Παίζαμε και τάβλι μαζί. Κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί τη θέση μου επί του θέματος επειδή συμβαίνει η γυναίκα μου να έχει ακίνητα στην παλιά πόλη. Κι όμως εγώ στην τοποθέτησή μου τάχτηκα υπέρ της διατήρησης. Δέχτηκα τότε την οργισμένη αντίδραση όλων και του Μουσούρου πρώτου και καλύτερου, που από εκείνη την ώρα μου έκοψε και την καλημέρα. Τόσο πολύ δηλαδή.
Οφείλω να προσθέσω, το έχω πει επανειλημμένα και στον κ. Αρχοντάκη ότι ο Μανόλης Καλλιτζάκης ασχολήθηκε πρώτος ενεργά με το θέμα της διατήρησης της παλιάς πόλης. Κι εκείνος έκανε αγώνα και κατάφερε πολλά αλλά ποτέ δεν πιστώθηκε στον Καλλιτζάκη, η συμβολή του στη διατήρηση της παλιάς πόλης του Ρεθύμνου.
Η συζήτηση κυλά, η ώρα περνά και αισθανόμαστε πως έχουμε κάνει κατάχρηση του χρόνου του. Αλλά είναι τόσο ενδιαφέροντα αυτά που μας λέει.
Αναφέρεται στα γεγονότα του Άνω Μέρους και στο ολοκαύτωμα του χωριού, μιλά για την αντίσταση αμερόληπτα. Όπως κάθε γνήσιος δημοκράτης. Μα πάντα έτσι είναι ο κ. Φουρφουλάκης. Ενώ καταξιώθηκε από την παράταξή του την οποία υπηρέτησε με υψηλά και υψηλότατα καθήκοντα άκουγε και δεχόταν πάντα τις απόψεις κάθε πλευράς αδιαφορώντας για τις γραμμές που του έδινε το δικό του κόμμα όπως σε κάθε οπαδό και στέλεχος. Κάθε ιδεολογία είχε το σεβασμό του άσχετα αν διαφωνούσε κάθετα με τις αρχές της. Η εφαρμογή της περίφημης ρήσης του Βολταίρου σε όλο της το μεγαλείο.
Ο Γιάννης Φουρφουλάκης που κράτησε και κρατά ψηλά τα ιδεώδη των κρητικών παραδόσεων τιμώντας και την πόλη και την επιστήμη του, αποτελεί την γνησιότερη εκπροσώπηση της πολιτικής του θέσης μένοντας στην ουσία της ιδεολογίας και όχι στην προσέλκυση οπαδών. Αλλά πάνω από όλα τίμησε στο έπακρον και τιμά το ύψιστο των αξιών. Τη Δημοκρατία.
Αυτή υπηρετούσε πάντα και το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να εκφράζεται ελεύθερα.