Κοσμοπλημμύρα είχε κατακλύσει τα Λιβάδια εκείνη την Τετάρτη στις 10 του Σεπτέμβρη 1980.
Θα ξεπερνούσε τις 2.000 ψυχές ο κόσμος που είχε έρθει απ’ όλα τα σημεία του νησιού για ν’ αποχαιρετίσει ένα γενναίο, τον Γιώργη Μαρή ή Παπά.
Από αυτούς άλλος είχε πολεμήσει στο πλάι του, κάποιος θα είχε υποχρέωση επειδή του είχε ξεμπερδέψει υπόθεσή του κι άλλος επειδή θαύμαζε ‘κείνο τον λεβέντη κι ήθελε να του καταθέσει το σέβας του για τελευταία φορά.
Ήταν και πολιτικοί ανάμεσά τους, όπως ο Παύλος Βαρδινογιάννης που είπε με τη σειρά του λόγια της καρδιάς και της μνήμης μπροστά στη σορό του αναχωρητή. Μέσα από τους παράγοντες η Πολιτεία αποχαιρετούσε ένα λαμπρό εκπρόσωπο της τοπικής αυτοδιοίκησης που έγραψε ιστορία. Κι ας μην το καυχήθηκε ποτέ.
Η θλίψη του κόσμου ήταν γνήσια και ειλικρινής επειδή στο πρόσωπο του Μαρή αποχαιρετούσαν έναν από τους τελευταίους πατριάρχες των ριζίτικων χωριών, όπως σημείωνε στη νεκρολογία του ο Γιάννης Χαλκιαδάκης στα «Ρεθεμνιώτικα Νέα».
Ήταν σπουδαίος άνθρωπος ο Μαρής. Και από τους γενναίους. Γεννήθηκε στα Λιβάδια το 1911. Γονείς του ο Γιάννης και η Μαρία το γένος Μαυράκη, από τη Δαμάστα. Ήταν το δεύτερο από τα δέκα παιδιά των γονέων του και μεγάλωσε στη γειτονιά Μαρνιανά των Λιβαδίων, γαλουχημένος με τα νάματα ενός ιστορικού παρελθόντος, που κοσμούσε την οικογένειά του.
Η καταγωγή του παππού του Δράκου ήταν από το χωριό Ασφένδου Σφακίων. Ο θείος του Βασίλης Μαρής ήταν βουλευτής της Κρητικής Πολιτείας προσωπικός φίλος του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο άλλος του θείος Μιχάλης, διετέλεσε δήμαρχος στον Δήμο Γαράζου για πολλά χρόνια. Ο πατέρας του Ιωάννης είχε το παρώνυμο «Κομματάρχης», αφού διαρκώς έπρεπε να αναζητά ψήφους και στους δύο αδερφούς, τον Βουλευτή και τον Δήμαρχο. Οι άλλοι του θείοι Γιώργης Μαρής ή Γιώργαρης, Κώστας Μαρής ή Κωσταράς και Μανόλης Μαρής ή Δρακομανόλης, άνθρωποι του βουνού, κτηνοτρόφοι και μέτοχοι των αγώνων εναντίον των Τούρκων στην τελευταία επανάσταση 1895-1897 για την πολυπόθητη Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.
Μεγάλη προσπάθεια κατέβαλε ο πατέρας του Ιωάννης να τον πείσει να γίνει παπάς. Πίστευε ότι έτσι ο γιος του Γεώργιος θα βοηθούσε στην αποκατάσταση των αδερφών του. Εκείνα τα χρόνια, τα αρσενικά μέλη της οικογένειας συνέβαλαν στην «παντρηγιά» των κοριτσιών και στην οικογένεια υπήρχαν εφτά κορίτσια.
Ο Γεώργιος όμως δεν ήθελε. Ο πατέρας του Ιωάννης ή «Κομματάρχης», πολιτικός, αφού ζούσε ανάμεσα σε δυο πολιτικούς τον βουλευτή και τον Δήμαρχο, επέμενε πολύ. Επιστράτευσε την πολιτική του τέχνη και μέχρι τον Δεσπότη κάλεσε στο σπίτι του για να πείσει το γιο του. Δεν τα κατάφερε όμως ούτε ο Δεσπότης. Ο Γεώργιος Μαρής πεισματικά αρνούνταν και τελικά το μόνο που κατάφεραν ήταν ο Γεώργιος Μαρής να μη γίνει παπάς αλλά να αποκτήσει το παρώνυμο Παπάς που τον συνόδευε σε όλη του τη ζωή.
Σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσε ο Γεώργιος Μαρής. Στη γειτονιά Μαρνιανά των Λιβαδίων, δίπλα σε ανθρώπους και των γραμμάτων και των αρμάτων, παίρνοντας απ’ αυτούς αρχές και αξίες. Ήταν λοιπόν αδύνατον ο πατέρας του να μην τον στείλει να μάθει γράμματα.
Άλλωστε από νωρίς έδειχνε έφεση στα Γράμματα κι ήταν από τους επιμελέστερους μαθητές.
Ο Γεώργιος Μαρής, αφού τέλειωσε το δημοτικό Σχολείο του χωριού του, φοίτησε στο Σχολαρχείο Ηρακλείου. Στο Ηράκλειο βίωσε τα δύσκολα χρόνια του Μεσοπολέμου, την έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την ενσωμάτωσή τους στις τοπικές κοινωνίες.
Τέλειωσε με επιτυχία το Σχολαρχείο Ηρακλείου, σπουδαίο επίπεδο γνώσης για την εποχή, αλλά δεν σταμάτησε να μελετά και να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες.
Γραμματέας της Κοινότητας
Η Κοινότητα αποδείχτηκε τυχερή όταν ο Γιώργης Μαρής τοποθετήθηκε γραμματέας πριν ξεσπάσει ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος. Είχε πάντα λύση και στο πιο σύνθετο πρόβλημα κι ήταν πολύτιμος για τους συγχωριανούς του με τις γνώσεις και την κατάρτισή του.
Για 40 χρόνια υπηρέτησε τον τόπο του και μάλιστα κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Όσο για το μισθό του ήταν ένα καθαρά συμβολικό ποσόν.
Ο Μαρής όμως δεν έδινε σημασία στα χρήματα. Είχε πάντα σε προτεραιότητα άλλες αξίες. Αρκεί που μπορούσε να προσφέρει στο χωριό του. Αυτό και μόνο του αρκούσε.
Ο Χαρίτων Χνάρης, διηγείται για τον Μαρή που -σημειωτέον- τον είχε μυήσει και οργανώσει στην Αντίσταση, πως δεν υπήρχε πιο ωραίος άνθρωπος στο χωριό. Ήταν έξυπνος και γραμματιζούμενος, καλός πατριώτης, φιλότιμος και παλικάρι. Γλεντζές και καλός τραγουδιστής.
Είχε και μεγάλη αφοσίωση στους θεσμούς, όπως η οικογένεια. Η αδελφή του Κυριακούλα Αλεξάκη, θυμάται πως αδιαφορώντας για τις αποστάσεις πήγε με τον ξάδελφό τους Δράκο στα Πλατάνια, να την αποχαιρετήσει, πριν φύγει για το μέτωπο. Η κοπέλα δούλευε εκεί στο λιομάζωμα.
Άριστος οικογενειάρχης
Ήταν ένας εξαιρετικός πατέρας και άριστος οικογενειάρχης. Γεννημένος νοικοκύρης. Ο λόγος του ήταν συμβόλαιο. Η συνέπειά του παροιμιώδης. Σαν ήρθε ο καιρός του παντρεύτηκε μια άξια κοπέλα την Ευαγγελία Βάμβουκα, με την οποία απέκτησε πέντε αγόρια και δύο κορίτσια.
Και τα παιδιά του έπαιρναν με βιωματικό τρόπο μαθήματα ζωής από τον πατέρα. Γι’ αυτό και έγιναν όλοι άνθρωποι σημαντικοί και αξιοσέβαστοι τιμώντας τον πατέρα, αλλά και τη γενιά τους ευρύτερα.
Στα σαράντα χρόνια που θήτευσε στην Κοινότητα άφησε εποχή. Δεν έχανε ευκαιρία να θυμίζει στους συγχωριανούς του τη μεγάλη ευθύνη να είναι ρίζες ενός τόσο σημαντικού χωριού που δεν απουσίασε από κανένα κάλεσμα της πατρίδας. Κι όποτε υπήρχε διαφορά αυτός πάντα θα «έσαζε» θα έδινε την καλύτερη λύση, θα απέδιδε δικαιοσύνη χωρίς να χρειαστεί παρέμβαση αρχής που θα εξέθετε στη συνέχεια το χωριό. Ήταν σύμβολο για το χωριό του. Κι όλοι τον καμάρωναν. Βάσκανη μοίρα όμως βιάστηκε να τον στερήσει από τους ανθρώπους του.
Ήταν Ιούλιος του 1980, όταν ύπουλη και ανίατη ασθένεια έκανε την εμφάνισή της. Εκείνος με τη γνωστή του ψυχραιμία και αξιοπρέπεια την αντιμετώπισε, κι ας ήταν τόσο σκληρή κι ας τον έλιωνε μέρα με τη μέρα.
Έφυγε 8 Σεπτεμβρίου 1980 και ετάφη με όλες τις τιμές που του άξιζαν στο χωριό του. Τριάντα χρόνια μετά τον θάνατό του, κυκλοφόρησε ένα εξαιρετικό βιβλίο αφιερωμένο στη δράση του που έγραψε και επιμελήθηκε ο κ. Γιώργος Καλογεράκης.
Εκεί θα βρει ο ενδιαφερόμενος αξιόπιστα και απολύτως τεκμηριωμένα στοιχεία για τη μεγάλη αυτή μορφή που τίμησε τα Λιβάδια και την Κρήτη ευρύτερα με την πατριωτική και κοινωνική του δράση.
Στον πόλεμο
Με την κήρυξη του πολέμου, στις 28 Οκτωβρίου 1940, ο Γιώργης Μαρής, επιστρατεύεται. Ακολουθεί την πορεία της 5ης Μεραρχίας Κρητών που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στις πλέον καθοριστικής σημασίας μάχες για την έκβαση του πολέμου.
Μια συγκλονιστική μαρτυρία περιέχεται στο βιβλίο που αναφέρεται αποκλειστικά στον ήρωα και υπογράφεται από τον εξαίρετο συγγραφέα και ιστορικό ερευνητή κ. Γιώργο Καλογεράκη.
Ο φίλος και συναγωνιστής του Γεώργιος Σταυρακάκης του Αριστείδη, από το χωριό Άδρακτος, με επιστολή που στέλνει στους συγγενείς του Γεωργίου Μαρή ή Παπά (στις 3/11/1980), αποκαλύπτει κάποιες από τις πτυχές του πολέμου στα Αλβανικά βουνά και τη συμμετοχή του Γιώργη Μαρή σ’ αυτόν.
«Εν Αρδάκτω τη 3/11/1980
Αγαπητοί δικοί, σύζυγο, τέκνα και λοιποί συγγενείς του αποθανόντος αγαπημένου φίλου Γεωργίου Μαρή, δεχτείτε κατ’ αρχήν τα θερμά μου συλλυπητήρια. Με βαθυτάτη λύπη είδα στην Κρητική Επιθεώρηση Ρεθύμνης, εφημερίδα, την φωτογραφία και την απώλεια αλησμόνητου γκαρδιακού και παιδικού μου φίλου Γιώργη Μαρή ή Παπά.
Συγκινημένος ειλικρινά ομολογώ ότι είναι ο πρώτος Λιβαδιώτης που εγνώρισα στο οροπέδιο Ίδης διερχόμενος τούτος από χωριό Βορίζα που είχε πάει τότε εκεί και έκανε μια κουμπαριά. Σ’ αυτήν την τυχαία συνάντηση θέσαμε παντοτινή και σεβαστή φιλία.
Μετέπειτα στον Αλβανικό Πόλεμο ως μαχόμενοι υπέρ πίστεως και Πατρίδος είμαστε μαζί από την αρχή του πολέμου μέχρι τέλους.
(Σημ.: Η 5η Μεραρχία των Κρητών έφτασε στο μέτωπο τον Ιανουάριο του 1941. Κράτησε το βάρος των πιο λυσσαλέων επιθέσεων των Ιταλών καθώς επίσης και τη μεγάλη αντεπίθεση του Μουσολίνι που εξαπέλυσε στις 9 Μαρτίου 1941 με τον κωδικό «ΠΡΙΜΑΒΕΡΑ». Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως η νίκη των Ελλήνων κατά των Ιταλών οφείλεται σε μεγάλο μέρος στην ηρωική Κρητική Πέμπτη Μεραρχία).
Ως εκ τούτου εγνώρισα πολύ καλά τα πατριωτικά ένστικτα εκείνου του ήρωος ανδρός, όχι μόνο των Λιβαδιών αλλά άπαντα της περιφέρειας ως μέγας και αντάξιος άνθρωπος από μια ηρωική Μαρινιανή οικογένεια. Δεν λησμονώ την εικόνα εκείνη όταν δεκάδες εφέδρων Λιβαδιωτών και όλων εκείνων των πολεμιστών πάνω στα βουνά της Ηπείρου μαχόμενοι κατά των εισβολέων φασιστικών στρατευμάτων ως ένας άνθρωπος, όλοι μαζί σε αυτήν την καταιγίδα της πατρίδος.
Και εάν σήμερα έχουν περάσει σαράντα χρόνια ολόκληρα, θυμάμαι την αυτοθυσία όλων των Ελλήνων όπου ανήκε ο καθένας. Δια τούτο θα πω στον ηρωικό και αείμνηστο Γιώργη Μαρή, καθώς αναπαύεται σε ιερά χώματα των Λιβαδιών. Τυγχάνων τούτος μεταγωγικός όπως Καλυβιανάκης, Στριλιγγάς και τόσοι άλλοι. Αδυνατώ όμως να περιγράψω τα δύσβατα εκείνα υψώματα Τεπελενίου, Ψάρι και Μπουντανόρη, καθώς καλυμμένα από τα χιόνια συνάμα δε επισημασμένα από εχθρικά παρατηρητήρια, για τούτο ήταν δύσκολη και επικίνδυνη κάθε είδους μεταφορά προς τους προκεχωρημένους υπερασπιστές φαντάρους της ενδόξου Πέμπτης Μεραρχίας Κρητών στρατιωτών, όπου μας θέριζε το κρύο, η πείνα, η δίψα και ο έτερος εχθρός αήττητος λεγόμενος ψείρα.
Παρ’ όλα ταύτα οι γενναίοι μας μεταγωγικοί αψηφώντας κάθε κίνδυνο βάζοντας το στήθος των μπροστά μέρα και νύχτα, εκτελώντας ταύτην την ιεράν αποστολήν των μεταφέροντας τις πρώτες ανάγκες τρόφιμα και πολεμοφόδια. Την αληθινή αυτήν εικόνα δίνω ως τυγχάνων αυτόπτης μάρτυρας σε εκείνη τη μεγάλη και αλησμόνητη περιπέτεια του αλβανικού μετώπου.
Ομολογώ ότι τινές των μεταγωγικών εύρων τον θάνατον μαζί με τα δύστυχα και ταλαίπωρα ένδοξα εκείνα ζωντανά τους, (κι αυτά συντέλεσαν σε αυτήν την εκστρατείαν), σε κάθε νίκην των μαχομένων Ελλήνων.
Σ’ αυτήν την ιερά μονάδα ανήκε και ο αείμνηστος φίλος μου Γεώργιος Μαρής, καθώς και δεκάδες άλλοι συνάδελφοί του. Τούτος υπήρξε ως παράδειγμα δίνων θάρρος και αυταπάρνησιν σε αυτήν την εκτέλεσιν του καθήκοντος. Θυμάμαι δε και τότε τυχαία συνάντησή μας καθώς ταλαίπωροι, γενιασμένοι, αλησμόνητα σε εκείνο το χωριό λεγόμενο Σόμπρα, κατεβαίνοντας εκ της πρώτης γραμμής του μετώπου εγώ με ένα Ζωνιανό Γιάννη Παρασύρη να πάρομε ανάλογα ό,τι μπορούσαμε τρόφιμα και πολεμοφόδια μεταφέροντάς τα σηκωτά πάνω στους μαχόμενους αδελφούς μας. Νύχτα καθώς ήτο, διότι μέρα αδυνατούσε να κυκλοφορήσει κανένας, ουέ και αλίμονο, ο εχθρός έριχνε βροχή τις οβίδες.
Εκείνη την αλησμόνητη νύχτα θυμάμαι τη συνάντηση του αειμνήστου φίλου μου Μαρή, καθώς εγνωριστήκαμε τυχαία στο σκοτάδι. Με ασπάσθη με μεγάλη χαρά και τον ασπάσθη ρωτώντας με τι γίνεται επάνω στο μέτωπο. Απάντησα στο φίλο μου δειλά και απογοητευμένα, υποφέρομαι, χανόμαστε κουμπάρε Γιώργη. Όχι, ήτο η απάντησή του βροντοφωνάζοντας με θάρρος, θα νικήσουμε κουμπάρε. Αυτός υπήρξε ο θαρραλέος και αλησμόνητος Γιώργης Μαρής ή Παπάς.
Λυπούμαι πάρα πολύ που δεν επληροφορήθην τον θάνατον εκείνου του ειλικρινούς φίλου να έρθω δίνων φόρον τιμής και συνοδεύων τούτον εις την τελευταίαν του κατοικίαν. Δια τούτο ώφειλα να πω στον αείμνηστον Γεώργιο Μαρή έστω και αργά καθώς υπήρξε ένας γενναίος αγωνιστής για την ελευθερία και σωτηρία της ενδόξου Πατρίδος, συνάμα δε και έντιμος άνδρας αρετής, φιλανθρωπίας και δικαιοσύνης καθώς εγώ εγκωμιάζω σήμερο από την σκοπιά μου ταύτην.
Ένας Γιώργης Μαρής ποτέ δεν πεθαίνει, πάντα θα αντανακλά η ψυχή του στους πρόποδες του Ψηλορείτη και θα φτερουγίζει στων Λιβαδιών Μαρινιανών Μετόχι. Εύχομαι να είναι αιωνία η μνήμη του στον αλησμόνητο εκείνο ήρωα και ας είναι η πλάκα ελαφρά που σκέπασε για πάντα τον νεκρό ήρωα τούτο, εις δε τη σύζυγο, τα τέκνα και δικούς του εύχομαι καλή παρηγοριά.
Σας χαιρετώ με αγάπη, σε όλους τους οικείους του
ο φίλος του Γεώργιος Αριστ. Σταυρακάκης
Άρδακτος Αμαρίου Ρεθύμνης».
Δεν έλειπε βέβαια η ανδρεία από κανέναν αγωνιστή. Καμιά φορά από κούραση μπορεί να έβγαινε μια απελπισία, μια αποθάρρυνση στην κουβέντα. Απλά ο Γιώργης Μαρής δεν ήθελε ούτε για μια στιγμή να δηλώσει αδυναμία, κάτι τόσο ανθρώπινο, τόσο φυσικό. Ίσως πάλι να είχε συνειδητοποιήσει πόσο επηρέαζε η συμπεριφορά του το περιβάλλον του και προσπαθούσε να κρατήσει την ψυχραιμία του και την πιο δύσκολη στιγμή.
Στη Μάχη της Κρήτης
Η κατάρρευση του μετώπου βρήκε το Μαρή στον δρόμο της επιστροφής μαζί με τους άλλους στρατιώτες Πεινασμένοι, ρακένδυτοι, έσερναν πια τα βήματά τους μέχρι το άκρον της Πελοποννήσου για να βρουν μέσο να έρθουν στο νησί.
Δεν είχε προφτάσει να ανταμώσει τους δικούς του και φτάνει το άγγελμα της εισβολής, από αέρος, των Γερμανών στο νησί. Αμέσως παίρνει το όπλο του και κατεβαίνει να πολεμήσει στου Λατζιμά. Η ανδρεία του περιγράφεται με τα πιο ζωηρά χρώματα από τους συμπολεμιστές του.
Όταν κρίθηκε ο αγώνας επέστρεψε στη δουλειά του, αλλά αφού κατάφερε να οργανωθεί στην Αντίσταση. Ο περίφημος Στεφανογιάννης, (Γιάννης Δραμουντάνης) και ο Γαβριήλ Κλάδος ήταν οι άνθρωποι με τους οποίους είχε άμεση επαφή για να παίρνει εντολές. Γιατί όπως αναφέρει ο κ. Καλογεράκης, τα Λιβάδια αποτέλεσαν ξεχωριστή ομάδα Αντίστασης και συνεργάστηκαν στενά με τις ομάδες Στεφανογιάννη και Χριστομιχάλη Ξυλούρη.
Ο Μαρής ήταν από τους έμπιστους του Δραμουντάνη. Τα μηνύματά του στον Κάτω Μυλοπόταμο και τις Μονές Αρκαδίου και Βωσσάκου. Συνεργάστηκε ακόμα και με τον Πετρακογιώργη αλλά και άλλους κορυφαίους της Αντίστασης.
Έσωζε κόσμο από το απόσπασμα
Η πειθώ του έσωσε πολλούς από το εκτελεστικό απόσπασμα. Όταν κάποιος στο χωριό αντιμετώπιζε πρόβλημα με τις δυνάμεις κατοχής, ο Μαρής αδιαφορώντας για την τύχη του έσπευδε να συνηγορήσει.
Μια ολόκληρη οικογένεια έσωσε κάποτε από το απόσπασμα. Οι άνθρωποι αυτοί κούρευαν τα ζώα τους στα όρια που είχαν θέσει οι κατακτητές από τη νεκρή ζώνη. Η ποινή ήταν άμεση εκτέλεση για τους παραβάτες που θα εντοπίζονταν μέσα σ’ αυτή. Οι ναζί όμως τους συνέλαβαν σαν παραβάτες και τους οδήγησαν στο Ρέθυμνο για τα περαιτέρω. Μπορεί να είχαν βρει και μια αφορμή να απαλλαγούν από αυτούς, γιατί η συγκεκριμένη οικογένεια ήταν από τις ισχυρές και με ενεργό δράση στα κοινά.
Ο Γιώργης Μαρής δεν περίμενε ούτε λεπτό. Αδιαφορώντας για τις συνέπειες, παρουσιάστηκε στο Γερμανό διοικητή και με τη γνωστή του ψυχραιμία τον έπεισε τελικά ότι οι κρατούμενοι δεν είχαν παρανομήσει. Αντίθετα είχαν τηρήσει το γράμμα του νόμου, μένοντας στα όρια και χωρίς να παραβιάζουν τη «νεκρή» ζώνη.
Οι κρατούμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι κι είχαν να λένε για τον τρόπο του Μαρή να βοηθά σε δύσκολες καταστάσεις.
Πηγές:
Γεωργίου Καλογεράκη: «Ο Λιβαδιώτης Γεώργιος Μαρής ή Παπάς στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο»
Εύας Λαδιά: Γιώργης Μαρής ή Παπάς: Μια συμβολική μορφή της Αντίστασης