Οι άνθρωποι της γενιάς μου πρόλαβαν να δοκιμάσουν ισχυρές συγκινήσεις από την πολιτική ζωή της χώρας. Μπορεί και μια απλή διαδήλωση να είχε ως συνέπεια «το ξύλο μιας χρονιάς» στην ασφάλεια, αλλά ο κάθε ηγέτης προκαλούσε μια θύελλα συναισθημάτων. Κάθε νέος το θεωρούσε τιμή του να στηρίξει την παράταξή του σε κάθε προεκλογική περίοδο. Κάτι πολύ δύσκολο. Όσοι τα έζησαν θυμούνται.
Σήμερα που όλα είναι υπό αμφισβήτηση και η πολιτική ως αξία φθίνει επικίνδυνα, αναλογίζεσαι εκείνο το παρελθόν. Και πενθείς εκτός από τη νιότη που έφυγε και όλα εκείνα τα συναισθήματα που ήταν έρωτας για το κόμμα σου και χρέος να το υποστηρίζεις με πλήρη γνώση των αξιών του.
Όταν εγώ προσωπικά θυμάμαι εκείνα τα χρόνια που «πας μη εθνικόφρων βάρβαρος» και φέρνω στο νου λεβέντες που τιμούσαν και το λόγο και την κομματική τους ευθύνη, σ’ έναν στέκομαι και θλίβομαι, γιατί αποτελεί το παράδειγμα ενός άξιου πολιτικού που δεν προχώρησε, γιατί δεν ήξερε τι θα πει κομματική συναλλαγή και δεν έμαθε ποτέ να γίνεται αρεστός λαϊκίζοντας.
Ο Γιώργης Περάκης δεν χρειάζεται ιδιαίτερη παρουσίαση. Για τους νέους μόνο να πούμε, έτσι απλά, χωρίς διάθεση «αγιογραφίας» πως είναι ένας πολιτικός που γεννήθηκε το 1936 στα Σκουλούφια Μυλοποτάμου.
Ο πατέρας του Νικόλαος ήταν δάσκαλος. Σπούδασε νομικά, πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Πρωταγωνίστησε στον «Ανένδοτο Αγώνα» του Γεωργίου Παπανδρέου, ενώ κατά τη διάρκεια της χούντας συνελήφθη, ανακρίθηκε στο ΕΑΤ-ΕΣΑ στην Αθήνα, και κλείστηκε στις φυλακές Χανίων. Ήταν ιδρυτικό μέλος του ΠΑΣΟΚ το 1974, και υπεύθυνος της Συντονιστικής Δικηγόρων.
Έθεσε πρώτη φορά υποψηφιότητα στις βουλευτικές εκλογές του 1974 χωρίς να εκλεγεί. Διετέλεσε βουλευτής Ρεθύμνου με το ΠΑΣΟΚ από το 1977 μέχρι το 1989, ενώ από τον Οκτώβριο του 1984 μέχρι τον Ιούνιο του 1985 ήταν υπουργός Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου. Έχει την έκτη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική παρουσία στο νομό Ρεθύμνου και είναι ο μακροβιότερος εν ζωή διατελέσας βουλευτής Ρεθύμνης.
Σύζυγος του είναι η Αιμιλία Βογιατζάκη-Περράκη.
Ποιον καλύτερο θα βρίσκαμε για να ξεφυλλίσουμε μέσα από τη ζωή του τις άγνωστες σελίδες της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας του τόπου. Και να κάνουμε ένα μνημόσυνο σε κάθε προσπάθεια που έδειξε πολιτική ευθύνη κι έβαλε στη δική μας πολιτεία λιθαράκια ανάπτυξης.
- Ζήσατε την πολιτική σε μια περίοδο ιστορική για τον τόπο. Πόσο τη νοσταλγείτε σε σύγκριση με το σήμερα;
– Την πολιτική τη θεωρώ ως πάρα πολύ πλατιά έννοια και όχι στα στενά όρια των κυβερνητικών και κοινοβουλευτικών δράσεων.
Οι πάσης φύσεως αγώνες για τη δημοκρατία είναι κατ’ εξοχήν πολιτικές πράξεις.
Αν πάρουμε την εποχή που είχα εκλεγεί βουλευτής Ρεθύμνου από το 1977 έως 1989, καταρχάς την τετραετία 1977-1981 στη δυναμικότερη και αξιολογότερη κατά κοινή ομολογία αντιπολίτευση με συντρόφους και συναδέλφους που είχανε περάσει δια πυρός και σιδήρου, όλοι αγωνιστές από τα μαθητικά θρανία, για την Κύπρο την προδομένη, τους Ανένδοτους για τη δημοκρατία σε ένα αστυνομικό κράτος – χωροφύλακα, με κορυφαίους τους αγώνες κατά της χούντας που την είχαν ζήσει όλοι στο πετσί τους. Έξω από τη Βουλή με τους συντρόφους και τους φίλους του ΠΑΣΟΚ από το 1974 με τη λάμψη στα μάτια, που τα παρατούσαν όλα για το ΠΑΣΟΚ, με το πάθος για την Αλλαγή.
Αυτές οι εικόνες δεν θα σβήσουν ποτέ από τα μάτια, μέχρι που θα σβήσει για πάντα το φως μου.
Και την περίοδο 1981-1989 ως κυβερνητικός βουλευτής και ως υπουργός για ένα διάστημα, να συμμετέχεις πλέον ενεργά για την υλοποίηση της μεγάλης Αλλαγής.
Στην τσάντα σου δυο βιβλιαράκια, το Σύνταγμα με τον Κανονισμό της Βουλής και το Συμβόλαιο του ΠΑΣΟΚ με το λαό.
Και να εκπροσωπείς έναν από τους μη προνομιούχους νομούς και να τον έχεις καταγράψει από την αντιπολίτευση ακόμη μέχρι την πιο μικρή λεπτομέρεια, όπως και όλην την Κρήτη στα βασικά της προβλήματα και να έχεις αποκαλύψει πως ολόκληρη η Κρήτη για μια πενταετία της ΝΔ είχε πάρει λιγότερα σε χρηματοδοτήσεις από το νομό Σερρών, που συγκλόνισε τη Βουλή, όταν ο Ανδρέας έκαμε σχετική αναφορά.
Και κανείς κυβερνητικός παράγοντας να μη σου λέει όχι σε όποιο τοπικό πρόβλημα διεκδικούσες.
Και κάθε Δευτέρα στις 7:00 το απόγευμα με τον επιμελέστατο υπουργό Γεωργίας Κ. Σημίτη συμμετοχή στο Συμβούλιο για τα Αγροτικά Θέματα, ως αρμόδιος από το Κοινοβούλιο, μέχρι που πήγα στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων ως υπουργός και πλέον όσα διεκδικούσα επί ματαίω ως αντιπολίτευση επραγματώθηκαν μέχρις ενός στους δύο πελώριους αυτούς τομείς για τον τόπο, τον αγροτικό και τα δημόσια έργα.
Για το σήμερα τι να πω. Χειρότερη κυβέρνηση από την προηγούμενη του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν πολιτικά, ιδεολογικά, λογικά, μαθηματικά απολύτως αδύνατο να υπάρξει.
Αλλά κυρίως εκτιμώ πως οι μέρες που περνούμε ως χώρα -και μακάρι αύριο κιόλας μέχρι να δημοσιευθούν αυτά που λέω τώρα να μην ισχύουνε – είναι οι δυσκολότερες, οι χειρότερες, οι επικινδυνότερες από το τέλος του Παγκόσμιου Πολέμου και του Εμφυλίου.
Από την μια η παγκόσμια απειλή του κορωνοϊού, που ανοίγει δρασκελισμό σε αντίθεση με την πρώτη περίοδο στη χώρα μας, από την άλλη ορθάνοιχτες πόρτες και παράθυρα στο τρελοκομείο της Τουρκίας, που δεν είναι καν βέβαιο αν σκέφτεται μόνον τις θάλασσες ή αν λάχει και για στεριές και από κοντά η οικονομική κρίση που δεν έχει θεραπεύσει ακόμα τις πληγές της.
Με κάθε δυνατή επιείκεια εκτιμώ ή θέλω να πιστεύω πως ο πολιτικός κόσμος στο σύνολό του, ο κάθε ένας με τις ιδιαιτερότητές του, προσπαθεί τουλάχιστον να φαίνεται άξιος στην αντιμετώπιση των περιστάσεων που περνά η χώρα.
- Αντισταθήκατε στην προσωπολατρία, αφοσιωθήκατε ολόψυχα στις γραμμές της ιδεολογίας σας. Κατά πόσον αυτό σας ωφέλησε ως πολιτικό πρόσωπο;
– Τα πολιτικά κόμματα είναι το βασικό στοιχείο του κοινοβουλευτισμού.
Πολλοί επιλέγουν αρχηγό και αδιαφορούν για τις αρχές.
Στον αξέχαστο Γιώργο Κατσιφάρα αποδίδεται η γνωστή ρήση πως «αν δεν ήταν ο Ανδρέας δεν θα μας γνώριζε ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας».
Η θέση μου ήταν πως ο Ανδρέας με χίλιους Περάκηδες και Κατσιφάρες σε όλη τη χώρα εδημιούργησαν το ΠΑΣΟΚ.
Στον Ανδρέα και το ΠΑΣΟΚ βρήκα τον ικανό ηγέτη, που ήταν πιο κοντά στις θέσεις μου όσο κανένας άλλος.
Ο ηγέτης που ουσιαστικά πρώτος μετά τον Ελευθέριο Βενιζέλο ένωσε τους δημοκρατικούς και προοδευτικούς Έλληνες σε έναν πολιτικό χώρο και έφερε νέα ζωή στη χώρα.
Κόμμα αρχών με οργάνωση, με δημοκρατικές διαδικασίες, με ιδεολογία και πρόγραμμα, όχι πάντα ταυτόσημο με τις θέσεις μου.
Πειθάρχησα στις αποφάσεις κι όταν δεν συμφωνούσα εκφέροντας τη γνώμη μου, πάντα μέσα και ουδέποτε έξω από το κίνημα. Θεωρώ ύψιστη τιμή ότι ο Πρόεδρος με επέλεξε, ανάμεσα σε άλλους άξιους Κρητικούς συναδέλφους, στο κρίσιμο τότε Υπουργείο Δημοσίων Έργων, μαζί με τον αείμνηστο Γιάννη Παπαδονικολάκη στο Υπουργείο Συγκοινωνιών, πασίδηλα για ανάχωμα στον Κ. Μητσοτάκη.
Η επιλογή μας ήταν μάλλον αποτέλεσμα της απόλυτης τοποθέτησής μου σε σύσκεψη στην Ελούντα μετά την εκλογή του Κ. Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ, όπου η αντίληψη ήταν να πάμε άμεσα σε εκλογές. Εγώ είπα: «Εκλογές, Πρόεδρε, θα πάμε στο τέλος της τετραετίας και θα τις κερδίσουμε» και συμφώνησε και ο Γ. Παπαδονικολάκης.
Όπως και έγινε.
Η προσήλωσή μου σε αρχές και όχι σε πρόσωπα με ωφέλησε στο ότι όποιο αιρετό αξίωμα απέκτησα, το απέκτησα πάντα με την ψήφο ιδεολόγων που με επέλεγαν, χωρίς υποσχέσεις συναλλαγής ή άνωθεν και έξωθεν εντολές και γραμμές.
Ήμουν εντάξει και είχα καλές σχέσεις με τους συντρόφους μου από τη βάση έως την κορυφή, αλλά δεν υπήρξα ποτέ σε «κύκλους» ούτε αρχηγού ούτε υπαρχηγού ούτε επίδοξου αρχηγού.
- Εσείς που ζήσατε τον παλμό της νεολαίας σε χαλεπούς καιρούς, πού αποδίδετε τη σημερινή αδιαφορία των νέων και την έλλειψη συνειδητής ιδεολογικής ταυτότητας;
– Στη δεκαετία του ’50 και μετά ήταν αγώνες για τη δημοκρατία, το 114, πάνω απ’ όλα για την Κύπρο. Όταν εξορίστηκε ο Μακάριος στις Σεϋχέλλες, στο Ηράκλειο ξεσηκώθηκε όλη η νεολαία. Έτυχε να είμαι στην πρώτη γραμμή ως μαθητής του Κοραή. Διαλύσαμε το αγγλικό προξενείο, ευτυχώς ο πρόξενος είχε φυγαδευθεί από την ταράτσα. Γράφτηκαν στις εφημερίδες μερικά ονόματα, ανάμεσά τους και το δικό μου. Απειλές για ποινικές διώξεις και αποζημιώσεις. Ευτυχώς τοπικοί παράγοντες σταμάτησαν το πράγμα εκεί.
Αργότερα φοιτητές στην Αθήνα όλη η νεολαία για την Κύπρο. Βρεθήκαμε με τον μακαρίτη φίλο Βαγγέλη Πετρίδη που κρατούσαμε και στο Ηράκλειο μπροστά το πλακάτ στο Σύλλογο Κυπρίων Φοιτητών, ως εκπρόσωποι, Πρόεδρος και Γραμματέας του Συλλόγου Κρητών Φοιτητών, σε μια σύσκεψη που ήταν παρών Κύπριος υπουργός, αν θυμάμαι Σπυριδάκης.
Δήλωσα πως Κρήτες φοιτητές είμαστε έτοιμοι σε ό,τι μάς ζητηθεί. Αγχόνες του Καραολή και Δημητρίου δεν μας φόβιζαν, μας ενέπνεαν. Και ήταν πολλοί που θα ρίσκαραν. Αντί για μήνυμα ήρθε σε λίγο είδηση πως ο Μακάριος υπέγραψε τις κατάπτυστες συνθήκες της Ζυρίχης και Λονδίνου και ο Αβέρωφ, Υπουργός Εξωτερικών δήλωσε πως ήταν η ευτυχέστερη ημέρα της ζωής του. Και ο Μακάριος αργότερα ότι «εβιάσθη». Οι ηγέτες πεθαίνουν, δεν βιάζονται, σκέφτηκα και είπα.
Αργότερα αφιέρωσα ως βουλευτής ατέλειωτες ώρες στην Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρου. Μάταια. Κανείς δεν πλήρωσε.
Και ήρθε η χούντα και η νεολαία έβραζε, αλλά κάτω από την τυραννία των συνταγματαρχών δεν μπορούσε να ξεσηκωθεί. Όταν φάνηκε κάποια επίφαση ελευθερίας με τον Μαρκεζίνη στην προσπάθεια μετάβασης σε κακέκτυπο, δήθεν δημοκρατίας, οι φοιτητές ξέσπασαν στη Νομική πρώτα, ύστερα στο Πολυτεχνείο.
Η χούντα κατέλαβε το Πολυτεχνείο, αλλά πρόδωσε και χάρισε στους Τούρκους σχεδόν τη μισή Κύπρο.
Και έπεσε.
Έμεινε από τότε σαν μίμηση, σαν μνημόσυνο να το πεις, η κατάληψη κάθε αίθουσας και κτιρίου από το Δημοτικό έως το Πανεπιστήμιο και από κάθε εγκαταλελειμμένο κτίριο μέχρι το υπουργείο.
Και αυτοί οι αγώνες των καταλήψεων μάς «χάρισαν» έναν πρωθυπουργό και τώρα αρχηγό της αντιπολίτευσης.
Μετά τη Μεταπολίτευση με την ευθύνη όλων των κομμάτων, χωρίς καμία εξαίρεση, που φοβούμαι έχει γίνει καθεστώς και κρατεί ίσως ακόμη, επεχείρησαν, επιτυχώς μάλλον, να παγιδεύσουν τη νεολαία στους φορείς τους κύρια στους συλλόγους τους.
Αλλά αγωνιστές και ιδεολόγοι και μπροστάρηδες δεν αναδεικνύονται με διορισμούς και γραμμές και κομματικούς σωλήνες.
Νομίζω είναι καιρός να πάψουν τα κόμματα να κηδεμονεύουν τη νεολαία, για να αναδειχθούν οι αγωνιστές και οι άξιοι με τη δική τους προσωπικότητα.
- Ζήσατε από κοντά μια εμβληματική μορφή της πολιτικής τον Ανδρέα Παπανδρέου. Πόσο σας επηρέασε ως άτομο;
– Ο Ανδρέας με επηρέασε και αρνητικά. Ο «γεροντοσεβντάς» είναι επικίνδυνο πράγμα. Ευτυχώς δεν μου έτυχε μέχρι τώρα καμιά Δήμητρα, και μετά τα 85 πλέον πιστεύω δύσκολο να παρατήσω την Αιμιλία σε αυτήν την ηλικία, που επιτέλους και αυγά μου τηγανίζει και άλλα εκλεκτά φαγητά, όχι σαν τη Μαργαρίτα, που κατά τη ρήση του μεγάλου καθοδηγητή του ΠΑΣΟΚ δυστυχώς, όπως ο ίδιος εκαυχάτο, Γ. Κουρή, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω με είχε στη μαύρη λίστα των υποψηφίων και ορθώς δίνοντας τις ευλογίες της Αυριανής σε άλλο συνυποψήφιο, έλεγε «ούτε αυγό δεν τηγάνισε στον Ανδρέα η Μαργαρίτα». Και λυπούμαι που τα τηλεοπτικά μας δίκτυα μετά το θάνατό του σε 100 προβολές οι 80 δείχνουν στερεότυπα την ίδια εικόνα με μια νέα εντυπωσιακή γυναίκα να τον συνοδεύει, αν όχι να τον υποβαστάζει!
Αυτός ήταν ο Ανδρέας;
Ο Α. Τσοχατζόπουλος θέλοντας και σ’ αυτό να μιμηθεί τον Ανδρέα στον «γεροντοσεβντά» βρέθηκε με χειροπέδες με την παρέα του και αυτή η εικόνα, που ο κάθε Έλληνας την έχει δει από 100 έως 800 φορές, κατά την πεποίθησή μου ήταν το φουρνέλο που ανατίναξε ένα στραπατσαρισμένο οικοδόμημα στον αέρα.
Αλλά με καλούς αρχιτέκτονες μπορεί και χρειάζεται επειγόντως στην Ελλάδα, να ξαναχτιστεί το Κίνημα με σύγχρονη και καλύτερη μορφή από πρώτα.
Ο Ανδρέας και το ΠΑΣΟΚ με επηρέασε και με εξέφρασε, αν και σε πολλά σημεία και σε βασικά θέματα διαφωνούσα. Το ερμήνευσα ότι επιτέλους ο Ανδρέας έχει ακτίνα σκέψης λόγω σπουδών λόγω κυρίως πληροφόρησης, ας πούμε 100, εγώ έχω μόνο 80 ή και λιγότερο.
Για παράδειγμα το «έξω από την ΕΟΚ» ποτέ δεν με βρήκε σύμφωνο.
Στη βασική ιδεολογία με εξέφραζε πάντοτε η σοσιαλδημοκρατία των ευρωπαϊκών κομμάτων και είναι καταγραμμένο στις δημόσιες ομιλίες μου, εκεί περίπου που διαγκωνίζονται τώρα ποιος είναι ο σωστότερος εκφραστής.
Στην τελευταία σύσκεψη της κοινοβουλευτικής ομάδας που πήρα μέρος πριν τις τελευταίες εκλογές ζήτησα από τον Ανδρέα να απαλλαγούμε από τους «γρουσούζηδες» και την εξάρτηση από το μεγάλο κεφάλαιο και το κατεστημένο.
Αλλά εγώ βρέθηκα απ’ έξω, οι «γρουσούζηδες» δυστυχώς έμειναν με τα γνωστά μοιραία αποτελέσματα.
Συνεχίζεται όμως η συζήτησή μας με τον Γιώργη Περάκη θίγοντας άλλα κεφάλαια της πολιτικής ζωής του τόπου και θέματα ανάπτυξης που θα ξεκινούσαν αλλά έμειναν να συζητιούνται στα πάνελ και σε αντιδικίες μεταξύ σύγχρονων βουλευτών.
Για να κλείσουμε έτσι μαζί με τον εκλεκτό φίλο τους «ασκούς του Αιόλου», που μας υποχρέωσε να ανοίξουμε μια αθεράπευτη νοσταλγία για ένα χθες που κάθε πολιτικός είχε ταυτότητα κι άφησε μνήμες.