«Ο Καραγκιόζης ζει», λέγει ο τίτλος τού νέου βιβλίου τού φίλου συνταξιούχου φιλόλογου καθηγητή, Γιώργου Δ. Φρυγανάκη. Ναι, όμως, αυτός που ζει και βασιλεύει είναι ο Έλληνας Καραγκιόζης, αντίθετα προς τον Τούρκο συνάδελφό του, τον «Καραγκιόζ» (τούρκ. σημαίνει μαυρομάτης), στον τάφο τού οποίου- ως και του δουλοπρεπούς φίλου του Χατζηαβάτη- ως αξιοθέατου χώρου, οδηγούμαστε όλοι, κατά την επίσκεψή μας στη Μικρασιατική Προύσα, από τους ξεναγούς. Την πραγματικότητα αυτήν σαφώς διατρανώνει και επεξηγεί μέσα από το παραπάνω βιβλίο του ο Γιώργος Φρυγανάκης. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον όσο και πρωτότυπο βιβλίο δεκάδων επίκαιρων και διακαιρικών παραστάσεων, με το οποίο ο συγγραφέας ντύνει, διαμορφώνει, διαπλάθει και αναζωογονεί αυτόν τον Μαθουσάλα ήρωά του, με ένα νέο, ολοκαίνουριο κουστούμι, ανανεώνοντας, περαιτέρω, ριζικά και το παρουσιαστικό του.
Και προς επίρρωση των ανωτέρω, παρουσιάζω, επιλεκτικά, από τον επίλογο, στο οπισθόφυλλο τού παρουσιαζόμενου βιβλίου, ορισμένους γενικούς αφορισμούς, που παρουσιάζουν, θεωρώ, επιγραμματικά αλήθειες καθολικού κύρους για τον φίλο μας τον Καραγκιόζη: Ο Καραγκιόζης ζει, γιατί από τη φύση του είναι αθάνατος. Ζει γύρω μας, ανάμεσά μας, διεγείροντας τον προβληματισμό και το συναίσθημά μας. Ζει στη σκιά τού καλύτερου εαυτού μας, πάντα πολιτικοποιημένος και ποτέ κομματικοποιημένος, θυμόσοφος αλλά και θυμωμένος με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που βλέπει γύρω του και λέει τα σύκα- σύκα και τη σκάφη- σκάφη.
Άνθρωποι με ευρωπαϊκή ευαισθησία και οικουμενική κουλτούρα, εξαρχής εκτίμησαν και ανέδειξαν την καλλιτεχνική και εθνική προσφορά τού Καραγκιόζη. Τον είπαν «νεότερο Αριστοφάνη» (Ευγ. Σπαθάρης), τον είπαν «εθνική βρυσομάνα» (Γ. Θεοτοκάς), τον είπαν «νοστιμάδα της ελληνικής μας φυλής» (Τσαρούχης). Αυτόν τον ελληνικό Καραγκιόζη μάς προτείνει με τα σατιρικά κείμενα τού εν λόγω βιβλίου του και ο Γιώργος Φρυγανάκης, στο πρόσωπο του οποίου, θεωρούμε ότι ο Έλληνας Καραγκιόζης βρήκε έναν, επιπλέον, άξιο «επιστημονικό» βιογράφο και αναλυτή του. Γιατί στις κειμενικές παραστάσεις του ο κ. Φρυγανάκης είναι γεγονός ότι κατορθώνει αβίαστα την κωμική ευλυγισία του είδους, εκμεταλλευόμενος, βασικά, την ακατάσχετη φλυαρία του ήρωά του, με εκείνα τα εύθυμα λογοπαίγνια που του βάζει στο στόμα, καθώς και την αντίθεση που επιτυγχάνεται από τα άφθονα γραμματικά και συντακτικά λάθη του, που, κατά βάση, προκαλούνται από τη θεατρική «κουφαμάρα» του ήρωα, που τον κάνει μονίμως να «παρακούει», δημιουργώντας, έτσι, εύστοχους αναγραμματισμούς (αμαρτωλοί- αρματολοί, σκούπες- κούπες) και παντοίες επαναλήψεις, που τονίζουν και φορτίζουν κωμικά και συσσωρευτικά, με την αμεσότητά τους- ο ένας αμέσως μετά τον άλλο- το κείμενο και τις παραστάσεις. Στα κείμενα του κ. Φρυγανάκη οι αναγραμματισμοί αυτοί, συνήθως, υπογραμμίζονται και τονίζονται σκόπιμα από συγγραφέα, ως σημεία νοηματικά φορτισμένα.
Ο απερίφραστος και κατηγορητικός τίτλος τού βιβλίου: «Ο Καραγκιόζης ζει», την αναφορά του έχει σε παλαιότερη εργασία του συγγραφέα, που παρουσίασε στο πανελλήνιο «Συμπόσιο για την Κωμωδία και τη Σάτιρα», που πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια και συνεργασία τού Δήμου Αγίου Νικολάου και των Συνδέσμων Φιλολόγων Κρήτης, στον Άγιο Νικόλαο, τον Σεπτέμβριο του 2004. Το εν λόγω Συμπόσιο είναι που ενεθάρρυνε τον συγγραφέα και τον παρακίνησε να «επαναφέρει» στη ζωή του τον Καραγκιόζη. Ναι, να τον «επαναφέρει», από τη στιγμή που ο Καραγκιόζης υπήρχε ήδη μέσα του και δούλευε δημιουργικά από τα πρώτα, κιόλας, παιδικά του χρόνια, από τις παραστάσεις που έδινε για χάρη του ο καραγκιοζοπαίχης Μικρασιάτης πατέρας του. Αλλά, περαιτέρω, μετά βεβαιότητος θεωρώ ότι, στην περίπτωση τού φίλου Γιώργου Φρυγανάκη, ο Καραγκιόζης βρήκε το κατάλληλο εύφορο έδαφος βαθιά μέσα στον ιδιοσυγκρασιακά ανήσυχο και απροσποίητο χαρακτήρα του, στο ανεπιτήδευτα πηγαίο του χιούμορ και στην καυστική κριτική διάθεσή του, που στον Καραγκιόζη, στους λόγους και στα καμώματά του, έβρισκαν όλα αυτά μιαν όμορφη και δημιουργική φυσική διέξοδο και ενασχόληση.
Τα κείμενα τού βιβλίου, στο μεγαλύτερο μέρος τους, έχουν, κατά καιρούς, δημοσιευθεί και δροσίσει με την αύρα τους τη ζωή και τα ενδιαφέροντά μας και από άλλους επικοινωνιακούς χώρους, εφημερίδες, περιοδικά, καθώς και από το διαδίκτυο («Άγονη Γραμμή»). Τώρα, όμως, δεμένα όλα μαζί σε ένα ογκώδες συγκεντρωτικό «corpus» τετρακοσίων σελίδων, προσλαμβάνουν μια νέα μορφή και ασφαλώς και την απαραίτητη, σύμφωνα και με τον υπότιτλο τού βιβλίου, παράταση ζωής. Ορθή η δημοσίευσή τους σύμφωνα με την ημερομηνία δημοσίευσής τους, γιατί έτσι υποστηρίζεται και διασώζεται η πολιτική, θρησκευτική και κοινωνική επικαιρότητα στην οποία παραπέμπουν και από την οποία, κατά κανόνα, έχουν όλα εμπνευστεί. Γιατί η καλώς εννοούμενη σάτιρα έχει βαθιά παιδαγωγικό χαρακτήρα και δεν χαρίζεται σε κανένα, επιθυμώντας να διδάξει και διορθώσει τα κακώς έχοντα.
Με ειδική βαρύτητα στο βιβλίο λειτουργούν και τα «Εισαγωγικά Στοιχεία», που αποτελούν μιαν αναδρομή τού συγγραφέα στα παιδικά του χρόνια, όταν μυούνταν από τον μικρασιάτη πατέρα του, Δημ. Φρυγανάκη, στο θέατρο τού Καραγκιόζη. Ο ωραίος αυτός άνθρωπος αλλά, όπως αποδεικνύεται, και φωτισμένος παιδαγωγός, σε μιαν εποχή ανεργίας και ανέχειας, μηχανευόταν τρόπους για να διασκεδάσει τα παιδιά του και μαζί με αυτά, συχνά, και τα άλλα παιδιά της γειτονιάς, τα οποία μάζευε όλα ένα γύρο στις αυτοσχέδιες παραστάσεις του. Δικαίως, λοιπόν, και η συγκινητικότατη σε αυτόν αφιέρωση του βιβλίου.
Τα «Εισαγωγικά» συνεχίζονται με ενδιαφέρουσες ιστορικές αναφορές στο οθωμανικό «δάνειο» «Καραγκιόζ», στο οποίο ο συγγραφέας αντιπαραθέτει πλήθος εύστοχων εκδοχών ενός, γιατί όχι (;), ελληνικού «αντιδανείου», τόσο από τα βυζαντινά, όσο και από τα αρχαιοελληνικά χρόνια (πβ. Σπήλαιο πλατωνικής Πολιτείας, Ελευσίνια Μυστήρια, Βυζαντινή Αγιογραφία, Πτωχοδρομικά Κείμενα). Με όλα αυτά θαρρείς και πέρασε από φίλτρο ο ελληνικός Καραγκιόζης και έγινε κατά πολύ σεμνότερος και ηρωικότερος του τουρκικού, με εθνικό και αμιγώς ελληνικό περιεχόμενο, διαμορφώνοντας τη θεματολογία του από τις προφορικά σωζόμενες ιστορίες της Ελληνικής Επανάστασης, εκείνες, δηλαδή, που τόνιζαν περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο τη μεγαλοσύνη και το θάρρος της ελληνικής ψυχής. Στο πρόσωπό του συνοψίζονται, τώρα πλέον, τόσο οι αρετές και οι έγνοιες τού Έλληνα, όσο και η άφταστη πονηριά της ψυχής του.
Και η Εισαγωγή ολοκληρώνεται με μιαν ιστορική αναδρομή στον ελληνικό Καραγκιόζη, με ειδική αναφορά στους μεγαλύτερους Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες, στη συμβολή τού καθενός στη βελτίωση τού συγκεκριμένου θεατρικού είδους και της θεματικής του, στις σπουδαίες παραστάσεις Καραγκιόζη από καταξιωμένους θιάσους και ηθοποιούς, που, κατά καιρούς, υποδύθηκαν τον Καραγκιόζη (Μαρίκα Κοτοπούλη, Κ. Στολίγκα, Δ. Παπαγιανόπουλο, Νάσο Κεδράκα, Γ. Λαζάνη), αλλά και στις δυνατότητες που δίνει ο αγαπητός στα παιδιά Καραγκιόζης για αξιοποίησή του σε σχολικό επίπεδο, αφού αξιοποιεί τα λεγόμενα «ηρωικά δράματα», με θέματα εμπνευσμένα από την τουρκοκρατία, κυρίως, και την Ελληνική Επανάσταση (Αθανάσιος Διάκος, Μάρκος Μπότσαρης, Γέρος τού Μοριά, Κατσαντώνης κ.λπ). Το παρατιθέμενο περιορισμένο φωτογραφικό υλικό, προσεκτικά επιλεγμένο, βοηθά στην εύστοχη κατανόηση και επεξεργασία των εισαγωγικών στοιχείων του βιβλίου.
Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον εκλεκτό φίλο και δόκιμο συγγραφέα Γιώργο Δ. Φρυγανάκη και του ευχόμαστε καλή δύναμη και υγεία, για να συνεχίζει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά του στον χώρο των «ρεθεμνιώτικων, και όχι μόνο, Γραμμάτων».