Τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή ανακοίνωση των συνδικαλιστικών ενώσεων του Γενικού Νοσοκομείου Ρεθύμνου (Γ.Ν.Ρ.) με την οποία ασκούνταν κριτική στη διοικητική λειτουργία του Διοικητή κ. Ξυπολυτά, δέχομαι συνεχείς δυσφημιστικές προσωπικές επιθέσεις από τον εν λόγω Διοικητή, που ως συνέπεια έχουν τον διασυρμό μου στην τοπική κοινωνία.
Από ραδιοφώνου και με γραπτό του κείμενο σε τοπική εφημερίδα, ο κ. Ξυπολυτάς επέλεξε να με διασύρει, επιπλέον δε να κατασυκοφαντήσει τον πολιτικό χώρο στον οποίο ανήκω, όπως επίσης να επιτεθεί ανοίκεια, για μια ακόμα φορά, στις συνδικαλιστικές ενώσεις των εργαζομένων στο Νοσοκομείο μας.
Η προσωπικότητα, οι τρόποι, το ήθος και κυρίως τα κίνητρα του κ. Διοικητή είναι προφανές ότι δεν με αφορούν και ουδόλως με ενδιαφέρουν. Με την επιστολή μου αυτή απαντώ μόνο σε όσα εξέθεσε ως Διοικητής ενός Δημόσιου Ιδρύματος, προφορικά και γραπτά στα τοπικά μέσα ενημέρωσης.
Όπως είναι γνωστό η όλη υπόθεση ξεκίνησε μετά την αιφνίδια και αναιτιολόγητη μετακίνησή μου σε άλλο Τμήμα του Νοσοκομείου, μετά από 32 χρόνια συνολικής υπηρεσίας, εκ των οποίων τα τελευταία 14 εργαζόμουν στο Πνευμονολογικό Ιατρείο, όλα αυτά τα χρόνια πιστοποιούν τουλάχιστον την εξειδικευμένη εμπειρία μου και την προσφορά μου στους ασθενείς.
Υποστηρίζει ο κ. Διοικητής του Γ.Ν.Ρ. ότι μετακινούμαι σε άλλο Τμήμα, στο πλαίσιο ενός «προγράμματος κινητικότητας» των εργαζόμενων, το οποίο εφαρμόζεται στο Νοσοκομείο μας. Κανένα όμως τέτοιο «πρόγραμμα» δεν έχει συζητηθεί και αποφασιστεί από κάποιο θεσμικό ή επιστημονικό όργανο του Νοσοκομείου, και ουδέποτε μέχρι σήμερα γνωστοποιήθηκε, ή κοινοποιήθηκε στους Συλλόγους των Ιατρών και των Εργαζομένων, ούτε οι εργαζόμενοι, έλαβαν γνώση του «προγράμματος» με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Αντιφάσκει όμως ο κ. Διοικητής. Αν η μετακίνησή μου εντάσσεται σ’ ένα «πρόγραμμα κινητικότητας» γιατί επιλέγει να μου επιτεθεί προσωπικά και αθεμελίωτα (όπως θα δείξω παρακάτω), εκθέτοντάς με ανεπανόρθωτα, με τόσο βαρείς και ακραία μειωτικούς της προσωπικότητάς μου, χαρακτηρισμούς; Για να το διατυπώσω ρητά: Ή μετακινούμαι σε άλλη θέση για να υπηρετηθεί «η εύρυθμη λειτουργία» του Νοσοκομείου ή μετακινούμαι μετά από την «απόφαση» του κ. Διοικητή να με «τιμωρήσει» και δυστυχώς ακολούθως να με διασύρει, με αφορμή την ανακοίνωση των σωματείων, για πράξεις και παραλήψεις στις οποίες έχω υποτίθεται υποπέσει.
Επιπλέον, ο κ. Διοικητής αυτοδιαψεύδεται στις αλλεπάλληλες «Ημερήσιες Διαταγές» (Η.Δ.) που συνέταξε και εξέδωσε. Στην πρώτη Η.Δ. της Πέμπτης 21 Αυγούστου 2014 δίδει την εντολή της μετακίνησής μου για να υπηρετηθεί η «εύρυθμη λειτουργία» του Νοσοκομείου. Μόνο τρεις ημέρες αργότερα, τη Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014, εκδίδει νέα Η.Δ., όπου επικαλούμενος και πάλι την «εύρυθμη λειτουργία» του Νοσοκομείου διατάσσει την προσωρινή αναστολή της μετακίνησής μου. Άριστα σχεδιασμένη λοιπόν η κινητικότητα των εργαζομένων του Νοσοκομείου. Μένει μόνο η απορία: τελικά πότε και από ποιούς υπηρετείται η «εύρυθμη λειτουργία» του Νοσοκομείου, πότε και από ποιους διαταράσσεται;
Δημόσια δηλώνει ο κ. Διοικητής, εκθέτοντάς με ανεπανόρθωτα σε όσους δεν γνωρίζουν τα περιστατικά, ότι στο πρόσωπό μου εκτός των άλλων που μου καταμαρτυρεί, «αθροίστηκαν πλήθος γραπτών και προφορικών καταγγελιών για κακή, αντιδεοντολογική και αντιϋπαλληλική συμπεριφορά». Για να γίνει ακόμα πιο πιστευτός, έτσι ώστε να καταφερθεί όχι μόνο εναντίον μου αλλά και κατά των συνδικαλιστών – εργαζομένων του Γ.Ν.Ρ., ο κ. Διοικητής εκτοξεύει μια ακόμα αδιανόητη και ακραία δυσφημιστική για την προσωπική μου διαδρομή κατηγορία: «Κλήθηκε σε απολογία για διάφορους λόγους και από την προηγούμενη διοίκηση […] Εισέπραξε αμοιβές που δεν εδικαιούτο με ψευδείς βεβαιώσεις εργασίας. Μετά από έλεγχο τα ποσά καταλογίστηκαν και παρακρατήθηκαν από τις αποδοχές της. Η ίδια αποδέχτηκε το γεγονός και δεν κατέθεσε ένσταση ή προσφυγή στο Γ.Ν.Ρ ή στη δικαιοσύνη ή και στα δύο».
Τίποτα, μα τίποτα από τα παραπάνω δεν απηχεί την πραγματικότητα και δεν υπηρετεί την αλήθεια.
Το «πλήθος» των καταγγελιών που έχουν κατατεθεί για μένα αφορά μόνο σε μια έγγραφη διαμαρτυρία και σε μια επίσης έγγραφη «Αναφορά – Καταγγελία» στα τριάντα δύο (32) χρόνια υπηρεσίας μου στο Νοσοκομείο. Ο κ. Διοικητής για να μπορέσει να αιτιολογήσει τις αποφάσεις του μιλά και για προφορικές καταγγελίες.
Ποιός όμως μπορεί να τον ελέγξει και να αποφανθεί για την ύπαρξη ή ακόμα και για τη βασιμότητα όσων εκ των υστέρων επικαλείται; Πώς αλήθεια μπορεί μια εργαζόμενη να προστατευτεί από τέτοιες, εκ της φύσεως τους, θεσμικά ανυπόστατες φήμες, διαδόσεις και σπερμολογίες; Δυστυχώς για τον κ. Διοικητή το μόνο δεδομένο που έχει στη διάθεσή του είναι οι δύο γραπτές αναφορές, για τις οποίες η ίδια η Διοίκηση έκρινε ότι δεν συγκροτούν λόγο ούτε καν μιας γραπτής επίπληξής μου. Οι γραπτές εξηγήσεις που μου ζητήθηκαν και για τα δύο αυτά περιστατικά κρίθηκαν επαρκείς και σύμφωνα με τον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα δεν περιέχονται στο προσωπικό μου φάκελο στο Νοσοκομείο. Με ποιο δικαίωμα ο κ. Διοικητής περιφέρει και επιδεικνύει τις δύο αυτές αναφορές σε ιδιώτες και δημοσιογράφους, δεν το γνωρίζω.
Όμως γνωρίζω άριστα ότι ουδέποτε έχω κληθεί σε «απολογία» ούτε από την παρούσα ούτε από καμία προηγούμενη Διοίκηση. Ουδέποτε έχω κατηγορηθεί (υπηρεσιακά) ή έχω «εισπράξει αμοιβές που δεν δικαιούμουν». Ουδέποτε έχω κατηγορηθεί ότι «προσκόμισα ψευδείς βεβαιώσεις εργασίας». Ουδέποτε και ουδείς μου «καταλόγισε» ποσά προς επιστροφή. Καμία «παρακράτηση αμοιβής» μου δεν έγινε ποτέ από κανένα. Πώς άραγε θα μπορούσα να «καταθέσω ένσταση ή προσφυγή στο Γ.Ν.Ρ ή στη δικαιοσύνη ή και στα δύο» όπως αποφαίνεται ο κ. Διοικητής, από τη στιγμή που τίποτα από όλα αυτά δεν έχουν έστω την παραμικρή θεσμική και διοικητική αποτύπωση που να με αφορά;
Δεν γνωρίζω σε ποια πραγματικότητα διαβιεί ο κ. Διοικητής, όμως όσα διαδίδει δημόσια για το πρόσωπό μου δεν αποτελούν παρά μια κατασκευασμένη, μια «εικονική πραγματικότητα», την οποία με καταδίκασε να παρακολουθώ από τα τοπικά μέσα ενημέρωσης, όπως οι θεατές παρακολουθούν μια ταινία ακραίου τρόμου.
Επί τριάντα δύο (32) χρόνια εργάζομαι στο Γ.Ν.Ρ. Κατά την υπηρεσιακή μου διαδρομή θήτευσα σε όλα σχεδόν τα Τμήματα του Νοσοκομείου. Τα τελευταία 14 χρόνια υπηρετώ στο Πνευμονολογικό Ιατρείο, συνδράμοντας στην παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών. Όλα αυτά τα χρόνια έχω συνεργαστεί με δεκάδες ιατρούς, συναδέλφους και εκατοντάδες ασθενείς. Το εργασιακό μου ήθος και την προσφορά μου κανείς δεν έχει το δικαίωμα τόσο βάναυσα να αμφισβητεί και να ποδοπατά, ειδικά δε ο κ. Διοικητής ενός Νοσοκομείου, ο οποίος θεσμικά οφείλει να συνεργάζεται με το προσωπικό του Νοσοκομείου (γιατρούς, νοσηλευτικό, διοικητικό προσωπικό), με στόχο την εύρυθμη λειτουργία του ιδρύματος που προΐσταται, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται. Η εμπιστοσύνη και η αναγνώριση, οι οποίες αποτυπώνονται στις σχέσεις μου με τους γιατρούς, τους συναδέλφους μου και κυρίως στις σχέσεις μου με τους ασθενείς, δεν ακυρώνονται από στοχευμένες επιθέσεις στο πρόσωπό μου. Οι παντελώς αθεμελίωτες κρίσεις του κ. Διοικητή δεν με τρομάζουν. Επειδή όμως στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων του δεν μου έδωσε το δικαίωμα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, αλλά αντίθετα επέλεξε να με συκοφαντήσει, είμαι υποχρεωμένη, για να είμαι συνεπής στον εαυτό μου, να απευθυνθώ στη Δικαιοσύνη, η οποία έχει και τον τελευταίο λόγο.