Τον ανώτατο τιμητικό ακαδημαϊκό τίτλο, τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης, απένειμε χθες το Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα του νησιού, στον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας και Κοσμήτορα της εν Σύδνεϋ Θεολογικής Σχολής του Αποστόλου Ανδρέου, κ.κ. Στυλιανό.
Σε μια τελετή παρουσία πλήθους κόσμου, αρχών, φορέων, συγγενών και ιεραρχών ο κ.κ. Στυλιανός, αναγορεύτηκε σε επίτιμος διδάκτορας.
Ο ίδιος ωστόσο δεν ήταν παρών στην τιμητική τελετή, αφού εδώ και αρκετό καιρό αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας.
Το έργο και η προσφορά του, γνωστά και αναγνωρίσιμα και επισημάνθηκαν από όλους τους ομιλητές που μίλησαν με θερμά λόγια γα τον δικό τους άνθρωπο, τον Αρχιεπίσκοπο Στυλιανό.
Η παρουσίαση του έργου του τιμώμενου έγινε από την καθηγήτρια του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης, Ελπινίκη Νικολουδάκη.
Στη διάρκεια της εκδήλωσης προβλήθηκε βίντεο, μέσω του οποίου ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας και Κοσμήτορα της εν Σύδνεϋ Θεολογικής Σχολής του Αποστόλου Ανδρέου, κ.κ. Στυλιανός ευχαρίστησε το Πανεπιστήμιο για την τιμή που έγινε και ανέγνωσε 15 ποιήματα που, όπως είπε, είναι από την αδημοσίευτη ποιητική του συλλογή.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με μουσικό πρόγραμμα και συγκεκριμένα με το Ντουέτο του Μουσικού Καρπού και τους Αντώνιο Μαυράκη και Ελένη Αλεξαντωνάκη.
Σε δηλώσεις της η αναπληρώτρια πρύτανης Ελένη Παπαδάκη, αναφερόμενη στην απονομή του τιμητικού τίτλου στον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας, ανέφερε: «Είναι μια σημαντική εκδήλωση η απονομή του υπέρτατου τίτλου του επίτιμου διδάκτορα από το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης και γενικότερα από το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Ο Αρχιεπίσκοπος πάσης Ωκεανίας είναι ένα άτομο με πολύπλευρη προσωπικότητα, πλούσιο έργο που υπερβαίνει το χώρο της εκκλησίας και σίγουρα αξίζει η τιμή αυτή που το Παιδαγωγικό Τμήμα αναγνωρίζει στο πρόσωπό του. Είναι πραγματικά μια ιδιαίτερη μέρα για το πανεπιστήμιο».
Στην τιμητική εκδήλωση παραβρέθηκε και ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης κ.κ. Ειρηνάιος, ο οποίος μίλησε με θερμά λόγια για τον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας Στυλιανό, και χαρακτηριστικά ανέφερε: «Τον γνωρίζω και τον αγαπώ από παιδί. Ήμασταν μαζί, συμπορευτήκαμε μαζί. Εξακολουθώ και θα εξακολουθώ πάντοτε να τον αγαπώ και να τον τιμώ και για το πρόσωπό του και για την παιδεία του και για το σημαντικό του έργο και είμαι πολύ χαρούμενος που το Πανεπιστήμιο Κρήτης κάνει αυτή την σημαντική ενέργεια, να τιμά αυτό τον μεγάλο ιεράρχη, ο οποίος είναι πολύτιμος και πάρα πολύ σπουδαίος για την εκκλησία και για την Κρήτη ολόκληρη. Το 1976 είχα πάει στην Αυστραλία, ήταν η αρχή της διακονίας του δεν είδα πολλά πράγματα, αλλά έχω πληροφορηθεί ότι έχει μέγα έργο κάνει, πολλά πράγματα και γι’ αυτό χαίρομαι πάρα πολύ.
Βιογραφικό σημείωμα του τιμώμενου Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού (Χαρκιανάκι)
Γεννηθείς εις το Ρέθυμνο Κρήτης (29-12-35), σπούδασε εις την Θεολογική Σχολή Χάλκης Κωνσταντινουπόλεως. Περί τα τέλη του 1957 εχειροτονήθη εις Διάκονον εν Χάλκῃ, λαβών το Πτυχίο της Θεολογίας. Εχειροτονήθη εις το Ρέθυμνο το 1958 εις Πρεσβύτερον, και έλαβε υποτροφία από το Οικουμενικό Πατριαρχείο για να πραγματοποιήσει Μεταπτυχιακές σπουδές Συστηματικής Θεολογίας και Φιλοσοφίας της Θρησκείας εν Βόννῃ, τότε Δ. Γερμανίας (1958-1966).
Διά να ανακηρυχθεί διδάκτωρ Θεολογίας από Ορθόδοξο Θεολογική Σχολή, και όχι να λάβει Διδακτορίαν ανάλογου ετεροδόξου Πανεπιστημιακής Σχολής της Δύσεως, υπέβαλε το 1965 την επί Διδακτορίᾳ Διατριβή του «Περί το Αλάθητον της Εκκλησίας εν τη Ορθόδοξο Θεολογία» (ελληνιστί), εις την Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ανεκηρύχθη Διδάκτωρ με βαθμό άριστα.
Επιστρέψας εκ Γερμανίας το 1966, διορίστηκε Ηγούμενος της εν Θεσσαλονίκη Ιστορικής Πατριαρχικής Μονής των Βλατάδων (14ου αι.), λαβών την εντολή από την Ιερά Σύνοδο του Οικ. Πατριαρχείου να συνεργασθεί με άλλους επιστήμονας της εν Θεσσαλονίκη Θεολογικής Σχολής, προς ίδρυση εντός της Ιστορικής Μονής τoυ γνωστού σήμερα «Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών».
Συντόμως, κατέστη αντιπρόεδρος του ερευνητικού τούτου Κέντρου, και μετά λίγους μήνας πρόεδρος αυτού. Με την αποπεράτωση της επί Υφηγεσίᾳ Διατριβής του, από τον τίτλο «Το περί Εκκλησίας Σύνταγμα Της Β’ Βατικανής Συνόδου» (Θεσσαλονίκη, 1969), ανεκηρύχθη υφηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Εις τα αμέσως επόμενα χρόνια, δίδαξε σέ διάφορες Θεολογικές Σχολές και Ακαδημαϊκά Ιδρύματα, εντός και εκτός Ελλάδος, ιδιαιτέρως δε εν τη εν Regensburg Δ. Γερμανίας Ρωμαιοκαθολική Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου (1973).
Περί το τέλος του 1970 είχε εκλεγεί παμψηφεί από την εν Κωνσταντινουπόλει Αγία και Ιερά Σύνοδο, Τιτουλάριος Μητροπολίτης Μιλητουπόλεως και Έξαρχος του Οικ. Πατριαρχείου διά το Άγιον Όρος.
Πέντε χρόνια αργότερα, και πάλι παμψηφεί, εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας, αφιχθείς εις το Σύδνεϋ τον Απρίλιο του 1975.
Δημοσίευσε πλείστα όσα επί θεμάτων Συστηματικής Θεολογίας, ιδίως δε Εκκλησιολογίας, σε διεθνή θεολογικά περιοδικά, και εξεπροσώπησε το Οικ. Πατριαρχείον σε Συνελεύσεις του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και σε Διμερείς Θεολογικούς Διαλόγους.
Από το 1975 δίδαξε αρκετά χρόνια Ορθόδοξη Θεολογία και Πνευματικότητα εις το Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ. Εξελέγη παμψηφεί από όλους τούς εκπροσώπους των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ως ο μόνιμος Πρόεδρος Αυτών, εις τον Επίσημο Θεολογικό Διάλογο μετά της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας (Πάτμος-Ρόδος, 1980), έχων Συμπρόεδρον, εκ μέρους των Ρωμαιοκαθολικών, τον υπό του Βατικανού ορισθέντα Καρδινάλιο Johannes Willebrands.
Αφού υπηρέτησε ευόρκως επί δύο και πλέον δεκαετίας εις αυτήν την άκρως υπεύθυνη και δυσχερή θέση, υπέβαλε διά τρίτη φορά (15-4-2003) την εκ του Διαλόγου παραίτησή του χωρίς να αποχωρήσει πλέον, όπως είχε γίνει τις δύο προηγούμενες φορές, δεν είχε γίνει δεκτή εκ Φαναρίου η εν λόγω παραίτηση.
Συγχρόνως, με την οριστική παραίτησή του, εδημοσίευσε εκτενή Έκθεση εις την Επιστημονικήν Επετηρίδα της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, υπό τον τίτλο «Περί την Κακοδαιμονίαν του Επίσημου Θεολογικού Διαλόγου Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών» (τομ. 13, Θεσσαλονίκη 2003).
Είναι επίσης ανεγνωρισμένος δοκιμιογράφος και ποιητής, έχων δημοσιεύσει 45 αυτοτελείς Ποιητικές Συλλογές (όλες εις τα ελληνικά, και μερικές σε δίγλωσση έκδοση με αγγλική μετάφραση).
Διά την ουσιαστική συμβολή του εις τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, έλαβε από την αρμόδια Ελλανόδικο Επιτροπή το υψηλού κύρους Βραβείο «Gottfried von Herder Prize» από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης (1973), με κύριον εισηγητή τον διεθνής διαπρεπή Κλασσικό Φιλόλογο Καθηγητή του Πανεπιστημίου Βιέννης Albin Lesky.
Λίγα χρόνια αργότερα, με κύριον εισηγητή τον διεθνώς γνωστό συγγραφέα Παντελή Πρεβελάκη, ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός έλαβε το Βραβείο Ποιήσεως από την Ακαδημία Αθηνών, για το έτος 1980.
Το Πανεπιστήμιον Lublin Πολωνίας τον ανακήρυξε Επίτιμο Διδάκτορα (1985), ενώ το Συλλογικό Σώμα των εν Σύδνεϋ Θεολογικών Σχολών (Sydney College of Divinity), ανακήρυξε τούτον πρώτον Επίτιμο Διδάκτορά του (2001). Από το ίδιο Συλλογικό Ακαδημαϊκό Σώμα, και με αξιολόγηση από ανεξάρτητη Ακαδημαϊκή Επιτροπή διαφόρων Σχολών, ανεγνωρίσθη επισήμως ως Καθηγητής.
Γνωστός από το 1986, ως ο ιδρυτής και κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Απ. Ανδρέου, διδάσκει έκτοτε εις αυτήν τα μαθήματα Συστηματικής Θεολογίας.