Εναλλακτικούς τρόπους θέρμανσης αναζητούν οι καταναλωτές, καθώς η εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου καθιστά το κόστος δυσβάσταχτο. Καυσόξυλα, πέλετ, κλιματιστικά και κάθε άλλου είδους ηλεκτρική συσκευή, επιστρατεύονται από πολλά νοικοκυριά στο Ρέθυμνο ως λύσεις για τον χειμώνα. Άνθιση γνωρίζουν οι παραδοσιακοί τρόποι, όπως η θέρμανση με τη χρήση σόμπας, καθώς σε πολλές περιπτώσεις το πετρέλαιο έχει «καταργηθεί» και τη θέση του έχει πάρει το ξύλο.
Στα τοπικά καταστήματα πώλησης και στις βιοτεχνίες κατασκευής θερμαστρών ξύλου καταγράφεται μεγάλη αύξηση στις πωλήσεις, καθώς όλο και περισσότεροι είναι οι Ρεθεμνιώτες που στρέφονται στις σόμπες που τροφοδοτούνται με ξύλα ή πέλετ. Αρκετοί είναι, επίσης, εκείνοι που συνδυάζουν το τερπνόν μετά του ωφελίμου, επιλέγοντας σόμπες-κουζίνες, οι οποίες έχουν διπλή λειτουργικότητα αφού ζεσταίνουν το χώρο ενώ παράλληλα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για το ψήσιμο φαγητού.
Γεγονός είναι, πάντως, ότι μετά από αρκετά χρόνια επιλογής «μοντέρνων» λύσεων θέρμανσης, η οικονομική κρίση έχει αναγκάσει πολλά νοικοκυριά να στραφούν πλέον σε παραδοσιακές λύσεις, που παραπέμπουν σε αναμνήσεις από το σπίτι της γιαγιάς στο χωριό. Η…επιστροφή της ξυλόσομπας, μετά από περίπου δυο δεκαετίες, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, είναι πλέον γεγονός και φαίνεται πως αποτελεί λύση για όλα τα γούστα και όλες τις ηλικίες, αφού ακόμα και νεαρά ζευγάρια στρέφονται στον συγκεκριμένο τρόπο θέρμανσης.
«Είναι πάρα πολύ αυξημένη η ζήτηση στην ξυλόσομπα. Μετά τη μεγάλη αύξηση στην τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, ο κόσμος βρίσκεται σε σύγχυση και δεν ξέρει τι είναι καλύτερο για τη θέρμανση του σπιτιού του. Είναι γεγονός ότι όλη αυτή η κατάσταση έχει αναγκάσει πολύ κόσμο να επανέλθει σε παλιές εποχές» δήλωσε στα «Ρ.Ν» ο κ. Βαγγέλης Γεωργουλάκης, ιδιοκτήτης καταστήματος στον κόμβο Ατσιποπούλου.
Στην εποχή της δεκαετίας του ‘80 επιστρέψαμε, όπως επισημαίνει ο κ. Γιώργος Κατσάνης, ιδιοκτήτης καταστήματος στην Ηλιακάκη και Κουμουνδούρου και κατασκευαστής ξυλόσομπων: «Από το 1974 ασχολούμαι με το επάγγελμα, επομένως έχω δει όλα τα στάδια θέρμανσης τα τελευταία σαράντα χρόνια. Η αύξηση στην τιμή του πετρελαίου έχει κάνει τον κόσμο να επιστρέψει στα ξύλα. Αυτό που γίνεται τώρα με την αυξημένη ζήτηση της ξυλόσομπας, θυμάμαι ότι είχε γίνει ξανά το 1985 περίπου. Το 1995 άρχισαν να βγάζουν από τα σπίτια τις σόμπες και να εγκαθιστούν λέβητες. Τώρα, ο κόσμος καταργεί τους λέβητες και επιστρέφει στις σόμπες».
Ο μηχανολόγος κ. Αστέριος Μαργαρίτης, μιλώντας στην εφημερίδα μας ανέφερε: «Πολύς κόσμος αναζητά καινούρια πηγή θέρμανσης. Αυτοί που έχουν λέβητες, τους καταργούν κι εκείνοι που δεν έχουν καλοριφέρ, επιλέγουν τις σόμπες. Ο κόσμος είναι απελπισμένος. Όμως, θέλω να επισημάνω ότι το εμπόρευμα είναι πιο έξυπνο από τον κόσμο. Τώρα δημιουργήθηκε η ανάγκη του ξύλου, σε μια τετραετία θα κλείσει αυτός ο κύκλος και θα παρουσιαστεί κάποια άλλη ανάγκη. Ο κόσμος πρέπει να είναι προσεκτικός όταν αγοράζει ένα προϊόν».
Από πέρσι που ξεκίνησε η αυξημένη καταναλωτική ζήτηση, αρκετά είναι και τα σιδεράδικα σε διάφορες περιοχές του νομού Ρεθύμνου που κατασκευάζουν ξυλόσομπες. Κι επειδή οι ανάγκες κάθε νοικοκυριού είναι διαφορετικές, οι «σιδεράδες» κατασκευάζουν σόμπες που προσαρμόζονται στα τετραγωνικά του κάθε σπιτιού και στην προτίμηση του κάθε καταναλωτή.
Οι έμποροι και οι κατασκευαστές τονίζουν ότι η εξέλιξη της τεχνολογίας έχει θέσει νέα δεδομένα και σε αυτή την κατηγορία προϊόντων, τα οποία συνιστούν στους καταναλωτές να λαμβάνουν υπόψη τους πριν προβούν στην οποιαδήποτε αγορά. Η πρώτη απόφαση που θα κληθεί να πάρει κάποιος κατά την έρευνα αγοράς, αφορά στο καύσιμο με το οποίο θα τροφοδοτείται η σόμπα, καθώς υπάρχουν μοντέλα που μπορούν να τροφοδοτηθούν τόσο με το εναλλακτικό καύσιμο πέλετ όσο και με ξύλα, ενώ υπάρχει και η λύση της ενεργειακής σόμπας.
Ο κ. Β. Γεωργουλάκης επισημαίνει: «Ο κόσμος έχει πανικοβληθεί και είναι λογικό να μην μπορεί να κατανοήσει εύκολα κάποια πράγματα. Όμως, η απλή, η φθηνή σόμπα είναι μια πολύ προσωρινή λύση. Σε όλα τα προηγμένα ευρωπαϊκά κράτη χρησιμοποιούν ενεργειακές ξυλόσομπες. Οι ενεργειακές σόμπες έχουν μεγάλο ποσοστό απόδοσης, ελάχιστη καύση ύλης, μικρότερη επιβάρυνση της ατμόσφαιρας. Η φθηνή σόμπα είναι προσωρινή λύση και μετά από λίγο καιρό ο κόσμος θα αρχίσει να αναζητά και πάλι άλλη λύση και τότε θα καταλήξει σε καλύτερα μηχανήματα, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν βασική θέρμανση για ένα σπίτι αρκετών τετραγωνικών».
Το ζήτημα της ποιότητας της σόμπας, θίγει και ο κ. Γ. Κατσάνης: «Ο κόσμος δυσκολεύεται οικονομικά και δεν αγοράζει καλή ποιότητα κι αυτό είναι πρόβλημα. Όταν αγοράζεις μια σόμπα των 200-300 ευρώ δεν μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου, όπως θα ήθελες. Άποψή μου είναι ότι η σόμπα αποτελεί πολύ καλή λύση για τα χωριά, όμως για τα σπίτια της πόλης είμαι υπέρ της διατήρησης του πετρελαίου θέρμανσης. Άλλωστε, έτσι όπως πάει σε λίγο καιρό είτε δεν θα υπάρχουν ξύλα για να κάψει ο κόσμος είτε θα είναι πολύ ακριβά και δεν θα συμφέρει η αγορά τους».
Στις διαφορές μεταξύ της ενεργειακής και της απλής σόμπας επικεντρώνεται ο ενεργειακός τεχνικός κ. Α. Μαργαρίτης: «Εκείνο που θα πρέπει να λάβει υπ’ όψιν του ο καταναλωτής είναι σε πόσο διάστημα θα κάνει απόσβεση το προϊόν που θα αγοράσει. Η απλή σόμπα μπορεί να κοστίζει λιγότερο, όμως χρειάζεται μεγάλη ποσότητα ξύλων και επιπλέον δεν έχει τις απαραίτητες πιστοποιήσεις. Μια πιστοποιημένη ενεργειακή λύση προσφέρει μεγαλύτερη απόδοση και μικρότερη κατανάλωση. Οι σόμπες σήμερα έχουν εξελιχθεί σε σύγχρονα μηχανήματα».
Μαζί με τις σόμπες κατακόρυφη αύξηση γνωρίζει και η ζήτηση καύσιμης ξυλείας. Οι ξυλέμποροι κάνουν λόγο για άνοδο της ζήτησης κατά 100%, αφού η ξέφρενη πορεία της τιμής του πετρελαίου ωθεί τους καταναλωτές στην αναζήτηση εναλλακτικών μορφών θέρμανσης.
Προς τα πάνω, ωστόσο, προσαρμόζονται και οι τιμές των ξύλων, καθώς στο νομό Ρεθύμνου το μέσο κόστος για έναν τόνο καυσόξυλου κόστιζε 110-120 ευρώ πέρσι, ενώ φέτος κυμαίνεται μεταξύ 130-150 ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι για την προστασία των καταναλωτών, προ καιρού, τέθηκε σε διαβούλευση νέος Aγορανομικός Κώδικας που προβλέπει τη διακίνηση των ξύλων υποχρεωτικά ανά μονάδα όγκου (κυβικό μέτρο) αντί για βάρος (κιλά, τόνοι), κάτι όμως που δεν έχει τεθεί ακόμα σε εφαρμογή.
Καθώς, πάντως, όλο και περισσότεροι στρέφονται στις ξυλόσομπες για να ζεσταθούν τον χειμώνα, αυξάνονται οι καταγγελίες για παράνομη υλοτομία, καθώς τόσο απλοί ιδιώτες, όσο και επαγγελματίες, οι οποίοι στη συνέχεια πωλούν τα ξύλα, κόβουν ανεξέλεγκτα δέντρα ώστε να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες της αγοράς για καυσόξυλα.