«Λουκέτο» επ’ αόριστον έβαλαν από χθες τα διαγνωστικά κέντρα σε όλη τη χώρα, μετά την απεργία που εξήγγειλε ο πανελλήνιος σύνδεσμος ιατρικών διαγνωστικών κέντρων, με αποτέλεσμα να μην γίνεται καμία εξέταση, ούτε για ασθενείς με ιδιωτική ασφάλιση, ούτε για ασφαλισμένους του ΕΟΠΥΥ.
Επίσης, αποφασίστηκε να παραμείνουν ανοιχτά τα απογεύματα όλης της εβδομάδας, με προσωπικό ασφαλείας, από 17:00-20:00, αποκλειστικά και μόνο για να παραδίδουν αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων που έχουν ήδη διενεργηθεί.
Ακόμα ανακοινώθηκε ότι το συντονιστικό όργανο των φορέων πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας θα συναντηθεί σήμερα με τον υπουργό Υγείας, Ανδρέα Ξανθό.
Οι ενώσεις εργαστηριακών και κλινικοεργαστηριακών γιατρών διαμαρτύρονται για τις υψηλές περικοπές στις αποζημιώσεις τους, ως αποτέλεσμα των υποχρεωτικών εκπτώσεων που καλούνται να κάνουν στον ΕΟΠΥΥ. Τα βασικά αιτήματα της απεργιακής κινητοποίησης είναι:
– Κατάργηση του καταστροφικού clawback και rebate που δημεύει το 70% των εσόδων με αποτέλεσμα τα διαγνωστικά εργαστήρια, πολυιατρεία, διαγνωστικά κέντρα και κλινικοεργαστηριακοί γιατροί να οδηγούνται στο λουκέτο.
– Αύξηση του προϋπολογισμού του 2018 του ΕΟΠΥΥ, προκειμένου να μηδενιστεί το clawback.
– Πληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών.
– Αύξηση της χρηματοδότησης για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και στήριξη της δημόσιας υγείας.
Η απάντηση του υπουργού Υγείας
Στο μεταξύ, ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός, μιλώντας χθες στην «Τηλεόραση CRETA» σχολίασε μεταξύ άλλων τα παρακάτω: «Αναγνωρίζουμε το πρόβλημα. Υπάρχει όντως μια σημαντική επιβάρυνση των εργαστηρίων από μια υπέρβαση της διαγνωστικής σπατάλης, διότι γνωρίζετε καλά ότι εξαιτίας των δημοσιονομικών περιορισμών και των δανειακών υποχρεώσεων έχουμε ένα πολύ συγκεκριμένο κλειστό προϋπολογισμό, ο οποίος διαμορφώνεται κάθε χρόνο και για τα φάρμακα και για τις διαγνωστικές εξετάσεις κ.τ.λ. Η υπέρβαση αυτού του ορίου επιβαρύνει ως υποχρεωτική επιστροφή τους συμβεβλημένους παρόχους. Αυτό λοιπόν δημιουργεί μια επιβάρυνση που η αλήθεια είναι ότι για αρκετά εργαστήρια δημιουργεί μια σοβαρή δυσκολία. Προσπαθούμε λοιπόν, επειδή πέρυσι, το πρώτο εξάμηνο του 2018, παρατηρήθηκε μια επιπλέον αύξηση αυτής της επιστροφής, να είμαστε σε έναν διάλογο με τους εκπροσώπους των εργαστηριακών γιατρών και των εργαστηρίων (και των μικρών και των μεγάλων).
Από την πλευρά τους αυτό που ζητούν είναι ουσιαστικά να υπάρξει μια συμπληρωματική επιχορήγηση για το 2018 με ένα αρκετά μεγάλο ποσό της τάξεως των 55 εκατομμυρίων ευρώ. Αυτό, όπως καταλαβαίνετε, είναι πάρα πολύ δύσκολο έως αδύνατο σε αυτή τη φάση να βρούμε επιπλέον πόρους. Αυτό που προσπαθούμε εμείς από την πλευρά μας είναι να ενισχύσουμε -και το έχουμε ήδη δρομολογήσει αυτό- τον προϋπολογισμό του 2019, δηλαδή, να ενισχύσουμε παρεμβάσεις ορθολογικότερης συνταγογράφησης εξετάσεων και άρα να ελεγχθεί ο όγκος των εξετάσεων που ζητούνται από τους γιατρούς (προφανώς με επιστημονικά κριτήρια, με βάση τα ιατρικά πρωτόκολλα κ.τ.λ.).
Εμείς λοιπόν θεωρούμε ότι υπάρχουν τρόποι. Και οι τρόποι αυτοί είναι τα διαγνωστικά πρωτόκολλα. Άρα λοιπόν προσπαθούμε να ενσωματώσουμε στην ηλεκτρονική συνταγογράφηση όσα γίνεται περισσότερα φίλτρα, τα οποία να διασφαλίζουν ότι αυτές οι εξετάσεις που πραγματικά έχουν ανάγκη οι ασθενείς, ιδιαίτερα αυτοί που έχουν σοβαρά χρόνια νοσήματα και πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά, θα εκτελούνται χωρίς πρόβλημα, χωρίς επιβάρυνση και χωρίς να υπάρχει υπέρβαση της δαπάνης.
Αυτό είναι ένα δεύτερο πεδίο στο οποίο δίνουμε προσοχή και το τρίτο, το οποίο αυτό θα παρουσιάσουμε και στη συνάντησή μας με τους εκπροσώπους των εργαστηρίων, είναι ένας δικαιότερος τρόπος κατανομής αυτή της υπέρβασης, με έναν τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να «προστατεύονται» τα μικρότερα εργαστήρια, τα οποία επιβαρύνονται περισσότερο, έχουν μικρό τζίρο και προφανώς μία επιστροφή -για παράδειγμα- μεγάλη τους δημιουργεί μια σοβαρή δυσκολία. Και να επιβαρυνθούν περισσότερο εργαστήρια, τα οποία κατά την άποψή μας συμβάλλουν επίσης περισσότερο στην υπέρβαση της δαπάνης. Και μιλάω για τις μεγάλες διαγνωστικές αλυσίδες. Αυτή είναι η βασική ιδέα. Άρα, η προσπάθεια μας είναι να βρεθεί μία λύση, που να δίνει ένα σήμα μιας διάθεσης σε βάθος χρόνου ώστε να αντιμετωπιστεί σιγά- σιγά το πρόβλημα, να εκτονωθεί η σημερινή τριβή και νομίζω στην συνέχεια να μπορέσουμε με καλύτερους όρους να προχωρήσουμε σε πιο διαρθρωτικές αλλαγές που να διασφαλίζουν την βιωσιμότητα του συστήματος των ιδιωτών παρόχων».
Αναστολή παροχής υπηρεσιών από τους φυσικοθεραπευτές έως και την Τετάρτη
Σε απεργιακή κινητοποίηση έως και αύριο, Τετάρτη, έχουν προχωρήσει οι φυσικοθεραπευτές, αναστέλλοντας την παροχή υπηρεσιών σε ασφαλισμένους του ΕΟΠΥΥ, ενώ την ίδια ημέρα στις 11:00 το πρωί προγραμματίζουν συγκέντρωση έξω από το υπουργείο Υγείας. Ο πανελλήνιος σύλλογος φυσικοθεραπευτών έχει διαμαρτυρηθεί επανειλημμένα για τα μέτρα των rebate και claw-back που έχουν στοιχίσει στους φυσικοθεραπευτές από το 2013 125.000.000€, ως απώλεια εισοδήματος από τη μη καταβολή των δεδουλευμένων.
Κύριο αίτημα η αύξηση του προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ για τη φυσικοθεραπεία καθώς, όπως αναφέρουν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το έτος 2015 η υποβληθείσα δαπάνη ήταν 91.675.120 ευρώ, το έτος 2016 ήταν 96.144.021 ευρώ, το έτος 2017 ήταν 95.777.131 ευρώ, ενώ άγγιξε τα 53.000.000 ευρώ μόνον για το α εξάμηνο του 2018 με επιτρεπτή 34.000.000 ευρώ. Δηλαδή 19.000.000 το εξάμηνο στις πλάτες των φυσικοθεραπευτών ή 125.000.000 ευρώ από το 2013, απλήρωτων παρεχόμενων υπηρεσιών, όπως λένε χαρακτηριστικά.
«Με τον καινούργιο ΕΚΠΥ – Ενιαίο Κανονισμό Παροχών του ΕΟΠΥΥ, διευρύνθηκαν οι παθήσεις, για τις οποίες δικαιολογείται η εκτέλεση συνεδριών φυσικοθεραπείας (π.χ. λεμφοίδημα), ενώ για άλλες παθήσεις παρατάθηκε ο χρόνος διενέργειας συνεχόμενων συνεδριών, ενώ σε παθήσεις όπως πολλαπλή σκλήρυνση και η κυστική ίνωση, δίνεται η δυνατότητα χορήγησης συνεδριών φυσικοθεραπείας κάθε μήνα, εφ’ όρου ζωής.
«Είναι πολύ σημαντικό που ο ΕΟΠΥΥ αναγνωρίζει ότι οι υπηρεσίες που παρέχονται από τα εργαστήρια φυσικοθεραπείας είναι ποιοτικές και οικονομικότερες από άλλες δομές υγείας, όπως τα κέντρα αποκατάστασης και κατευθύνει τους ασφαλισμένους στα εργαστήρια φυσικοθεραπείας εξοικονομώντας πόρους, όμως η παραπάνω εξέλιξη μοιραία θα επιφέρει μια αύξηση της ετήσιας δαπάνης για υπηρεσίες φυσικοθεραπείας, χωρίς, ωστόσο, η εν λόγω αύξηση να συνοδευτεί από αντίστοιχη-ανάλογη αύξηση της προϋπολογιζόμενης ετήσιας δαπάνης του ΕΟΠΥΥ για την κάλυψη των συνεδριών φυσικοθεραπείας», τονίζεται σε σχετική ανακοίνωση.