Μόλις κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο της αειφόρας Δασκάλας Ευγενίας Ζαμπετάκη «Παλαϊινές Κρητικές Κουβέντες».
Πρόκειται για τη συλλογή 49 διηγημάτων, στα οποία αφηγείται προσωπικά παιδικά της βιώματα ή μαρτυρίες συγγενών και συγχωριανών της και ειδικότερα της μητέρας της και της γιαγιάς της, στις οποίες άλλωστε αφιερώνει το βιβλίο.
Αυτό που έχει τεράστια σημασία όπως προλαλεί ο τίτλος είναι η χρήση της Κρητικής ντοπολαλιάς.
Όπως εξηγεί η ίδια η συγγραφέας στην Εισαγωγή και στο παράθεμα του οπισθόφυλλου: «Έχοντας συνειδητοποιήσει και εμπεδώσει απόλυτα την αξία της κρητικής διαλέκτου ως της πεμπτουσίας της κρητικής παράδοσης και ως γνήσιας θυγατέρας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας αλλά και, παράλληλα, αγωνιώντας για την επιβίωσή της, επιδόθηκα στη συγγραφή διηγημάτων με το κρητικό ιδίωμα».
Τα διηγήματα τα δημοσίευε στον τοπικό τύπο και συγκεκριμένα στην εβδομαδιαία εφημερίδα Ρέθεμνος με υπέρτιτλο αυτόν που διατήρησε και στο πρόσφατα εκδομένο βιβλίο της. Προλογίζοντας την έναρξη της σειράς των δημοσιευμάτων της (Ρέθεμνος, 12.7.2013) μεταξύ των άλλων έγραφε: «Η παλαιά ντοπιολαλιά, τα ριζίτικα τραγούδια, οι παλαιές Κρητικές ενδυμασίες, οι χοροί, τα παλιά ήθη και έθιμα αποτελούν την παράδοση του τόπου μας. Ο αιώνας μας εκφράζει την τάση για παγκόσμια ισοπέδωση… Για να προσφέρω λίγο, όσο μου είναι δυνατόν, στην παράδοση του τόπου, θ’ αρχίσω να δημοσιεύω διηγήματα με παλιές Κρητικές λέξεις, ξεχασμένες εντελώς από τα νέα παιδιά. Εύχομαι να διαβάζονται και να έχουν ενδιαφέρον». Είμαι σε θέση να γνωρίζω, ότι ούτε η ίδια δεν πίστευε ότι η ευχή της αυτή θα έπιανε τόσο πολύ…
Αναμφισβήτητα το βιβλίο παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον από δύο απόψεις:
Πρώτον ως σημαίνον, αφού χρησιμοποιείται με συνέπεια η Κρητική Διάλεκτος, η διάλεκτος που μιλήθηκε για αιώνες στο Νησί και έδωσε στον πολιτισμό τα αθάνατα έργα του Κρητικού Θεάτρου. Θα έλεγα ότι αποτελεί ένα θησαυροφυλάκιο λέξεων που αποτυπώνουν έννοιες -και συχνά με ιδιαίτερα λεπτές σημασιολογικές αποχρώσεις- που πλέον έχουν εκλείψει ή τείνουν να εκλείψουν από την κοινή νεοελληνική γλώσσα και σχετίζονται κυρίως με τον παραδοσιακό τρόπο ζωής στην Κρήτη.
Δεύτερον ως σημαινόμενο, αφού υπηρετεί επίσης με συνέπεια τις απαιτήσεις του ηθογραφικού διηγήματος, διασώζοντας με γλαφυρότητα σκηνές του παραδοσιακού τρόπου ζωής στην Κρήτη των περασμένων χρόνων, από το γεωργικό και κτηνοτροφικό βίο έως την κλειστή κοινωνική οργάνωση με τη λαϊκή φιλοσοφία, τη λαϊκή ιατρική, τις προλήψεις, τα ήθη και έθιμα. Και όλα αυτά χωρίς να εκτρέπεται η διήγηση σε απλή λαογραφία. Φυσικά κάθε άλλο παρά απουσιάζει το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός που αποτελούν στοιχείο της ιδιοσυστασίας της κρητικής ψυχής.
Με αυτά τα σημαντικά λιθάρια της η συγγραφέας δημιουργεί τα δικά της διπλά τείχη αντίστασης απέναντι σε μια κατάσταση που ευνοεί τη λήθη λόγω της ραγδαίας ελαχιστοποίησης των φυσικών ομιλητών της κρητικής διαλέκτου αλλά και λόγω του πολύμορφου και αδηφάγου πολιτισμικού ιμπεριαλισμού.
Θα έλεγα, μάλιστα, ότι η σύμπτωση της έκδοσής του βιβλίου με το «Έτος Ερωτόκριτου», όπως έχει χαρακτηριστεί το έτος που διανύουμε, παραπέμπει συνειρμικά και επιβεβαιωτικά στους στίχους του Κορνάρου:
«Οπού κατέχει να μιλεί με γνώση και με τρόπο,
κάνει και κλαίσι και γελού τα μάτια των ανθρώπω».
Μια πρόγευση από τα παραπάνω μας δίνουν και μόνο οι τίτλοι των διηγημάτων:
«Βρυκόλακες, καταχανάδες, τελώνια». «Δριμές». «Εκόπιασενε η πρώτη τηλεόραση στο χωριό. «Ένας γάμος στα χρόνια της Τουρκοκρατίας». «Ένας παλαϊινός γάμος». «Ετοιμασίες για τη γιορτή του Νταηδονικολή». «Εφαντάχτηκενε το δασκάλι». «Η άβια». «Η απορροφή του σταφυλίτη». «Η βαρεμιαρέ». «Η βιστηρέ». «Η Βλυχήδα». «Η εορτή των Χριστουγέννων». «Η Κατίνα που γίνηκενε Κάθριν». «Η φρισκοκεφαλή». «Μεγάλη Εβδομάδα». «Μια βεγγέρα του παλιού καιρού…». «Η Μουρνέ». «Ο αδελφοδιώχτης». «Ο Άϊ Αντώνης ο «Τριβιδιώτης». «Ο Αμερικάνος». «Ο Γιάννης ο Κατωχωρίτης». «Ο κύριος επιθεωρητής». «Ο Νεραϊδάρης». «Ο ρίγος». «Ο τρύγος». «Οι Τρυγάδες». «Το λιναρο-χαράργια». «Τα μνημόσυνα». «Τα χοιροσφάγια». «Το άνοιγμα της Σαρακοστής». «Το ένταρμα». «Το εφτάζυμο ψωμί». «Το καραμπάσι». «Το καρβούνι». «Το κάτεργο». «Το λιόκουρνο». «Το μπουράνι». «Το μυστικό της Ευανθίας». «Το ξαναβρασμένο τσάι». «Το παπόρι». «Το πρώτο ταξίδι της γιαγιάς στη χώρα». «Το πρώτο ταξίδι τση Δοξανιώς». «Το σαριλίκι». «Το φιάγκωμα του Σήφη». «Το ψωμί των Χριστουγέννων». «Χαρουπομαζώματα» και «Χοχλιδμαζώματα».
Το 267 σελίδων βιβλίο περιλαμβάνει στο τέλος γλωσσάρι 44 σελίδων.
Θα ήθελα, τέλος, να τονίσω ότι η αγάπη της κας Ευγενίας Ζαμπετάκη – Σπαντιδάκη για τον τόπο της, που διαποτίζει όλο το βιβλίο, δεν ποτίζει ούτε με μια σταγόνα τη γλάστρα του τοπικισμού. Μην ξεχνούμε ότι η συγγραφέας είναι μία εφόρου ζωής Δασκάλα (το Δ με κεφαλαίο) που δημιουργούσε και δημιουργεί άνευ όρων σκάλες πνευματικής και ψυχικής ανάτασης στους μικρούς ή μεγάλους μαθητές της.
Εύχομαι στην αγαπητή κα Ευγενία καλή δύναμη για καλή συνέχεια!