Μια ανθρώπινη κοινωνία, οσάκις δεν αντιμετωπίζει προβλήματα οικονομικής επιβίωσης και πολιτικής συνοχής ή δεν παρουσιάζει δείγματα ηθικής σήψης και πνευματικής παρακμής, είναι λογικό και ανθρώπινο να έχει ανάμεσα στις προτεραιότητές της, παράλληλα με τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των πολιτών, και τη βαθμιαία εξάλειψη των ανισοτήτων ειδικότερα για τις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες που διαβιούν στους κόλπους της.
Συνάμα, θα πρέπει να διαδηλώνει με όλη της την δύναμη, κάθε στιγμή, ως ενιαίο σύνολο, την αντίθεσή της στη θανατική ποινή, τα βασανιστήρια, την εμπορία ανθρώπων και την, υπαγορευόμενη από έναν ανηλεή ρατσισμό ή νοσηρές ιδεοληψίες, διακριτική μεταχείριση. Και, ταυτόχρονα, να προάγει και να υπερασπίζει -δίχως αρρωστημένες προκαταλήψεις και τυφλό φανατισμό, αλλά έμπρακτα και ενεργά- τις ηθικές αρχές και τα πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα όλων των πολιτών, ανεξάρτητα από φύλο, ηλικία, κοινωνική τάξη.
Όλα τα παραπάνω τριγυρίζουν διαρκώς, τις τελευταίες ημέρες, στο νου μου. Με αφορμή καθετί που γίνεται ερήμην ή εν γνώσει των πολιτών κάθε στιγμή και ανά τον κόσμο. Και πέραν τούτων, αναρωτιέμαι πώς μια κοινωνία, ενώ ξέρει ότι μονόδρομος για την προκοπή και την ευημερία της είναι ο σεβασμός των δικαιωμάτων των πολιτών και η βοήθειά τους να υπερβούν τις καθημερινές δυσκολίες, συχνά, παρασυρμένη από εξωγενείς και ευκαιριακούς παράγοντες, βάζει «εμπόδια και τρικλοποδιές» στα μέλη της, ιδίως όταν θέλουν να υπερφαλαγγίσουν όσα δεν αφήνουν την, εντός και εκτός σπιτιού, ζωή τους να «ορθοποδήσει».
Απάντηση δε θα βρω, το ξέρω! Ο τρόπος με τον οποίο ο καθένας μας ως μεμονωμένο άτομο αλλά και ως οργανωμένο μέλος ενός κοινωνικού συνόλου και η κάθε κοινωνία αντικρίζουμε ή αντιμετωπίζουμε τα καθημερινά μας προβλήματα εξαρτιέται, όλοι το ξέρουμε καλά!, σε μεγάλο βαθμό από τις ιδέες μας, την παιδεία μας, την οικονομική μας κατάσταση, από το συναισθηματικό μας κόσμο.
Την ίδια στιγμή, οι πιο πολλοί από εμάς, δείτε προσεχτικά γύρωθέ μας, κλείνονται στον εαυτό και το μικρόκοσμό τους και δεν έχουν καμία δύναμη και διάθεση να συμβάλουν στον κοινό αγώνα ν’ αλλάξει η παρούσα δύσκολη για όλους κατάσταση! Γιατί τάχα;
Είναι φως – φανάρι ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες των ημερών μας νοσούν, ίσως και χωρίς δυνατότητα ίασης! Μήπως, όμως, ξέρετε πώς θ’ αλλάξει αυτό άραγε;
Μολαταύτα, στον παρόντα επίλογό μου, ένα θα ‘θελα να σας προτείνω. Όταν ξανακοιταχτείτε στον καθρέφτη ένα πρωί, ως ξεκίνημα μιας καινούργιας ημέρας, ας θυμηθείτε, σας παρακαλώ, πώς ο Ισοκράτης (στον «Αρεοπαγιτικό» λόγο του, σε μετάφραση Σ. Τζουμελέα) καλούσε, αφενός τους συμπατριώτες του να συγκρίνουν τη νοσηρή δημόσια εικόνα της πατρίδας του στα χρόνια του (Αθήνα, μέσα 4ου αι. π.Χ.) με την υγιή των προηγούμενων ετών και να σκεφτούν, αφετέρου ό,τι πρέπει εκείνοι να κάνουν για να «ξανασταθεί στα πόδια» της η Αθήνα όρθια ως εύρωστη κοινωνία: «Τότε μεν ουδείς πολίτης εστερείτο των διά την ζωήν αναγκαίων μέσων, ουδέ εντρόπιαζε κανείς την πόλιν ζητών ελεημοσύνην από τους διαβάτας, τώρα δε είναι περισσότεροι οι άποροι από τους ευπόρους· τους οποίους (απόρους) πρέπει να συγχωρώμεν, εάν ουδόλως ενδιαφέρωνται διά τα κοινά, αλλά φροντίζουν από πού και πώς θα εξοικονομήσουν τα μέσα διά να περάσουν εκάστην ημέραν. Εγώ μεν λοιπόν, επειδή νομίζω ότι, εάν μιμηθώμεν τους προγόνους μας, και της παρούσης δυστυχίας θα απαλλαγώμεν και σωτήρες θα γίνωμεν όχι μόνον της πόλεως αλλά και όλων των Ελλήνων, παρουσιάσθην ενώπιόν σας και ωμίλησα· σεις δε αφού σκεφθήτε όλα αυτά, εγκρίνατε εκείνα που θεωρείτε ότι συμφέρουν εις την πόλιν».
* Ο Γεώργιος Η. Ορφανός είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής του Α.Π.Θ., φιλόλογος