Ένας ακόμα Ατσιπουλιανός που τίμησε το χωριό και τη γενιά του στο μέτωπο της Μικράς Ασίας ο Γεώργιος Παπατζανής.
Ήταν γιος του Μιχαήλ Παπατζανή και της Ειρήνης Βιστάκη. Γεννήθηκε στο Ατσιπόπουλο στις 30 Οκτωβρίου 1892.
Από μικρός έδειξε μια έφεση στα γράμματα, αλλά κι έναν έκδηλο πατριωτισμό, αφού τον γαλούχησαν τα ανδραγαθήματα τόσων συγχωριανών του. Μετά την τετραετή φοίτηση στο δημοτικό σχολείο του χωριού του, συνέχισε στο Γυμνάσιο αριστεύοντας πάντα. Αμέσως μετά γράφεται στη Σχολή Φυσικών και Μαθηματικών επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο κ. Γεώργιος Περπυράκης, σε μια εμπνευσμένη ομιλία του κατά τα αποκαλυπτήρια της προτομής του ήρωα στη γενέτειρά του, μας είχε δώσει και τον αριθμό μητρώου που είχε ως φοιτητής ο Παπατζανής και ήταν το νούμερο 3533.
Όπως προαναφέραμε όμως ο νεαρός φοιτητής ήταν και μεγάλος πατριώτης παιδιόθεν. Έτσι τον Οκτώβριο του 1911, διακόπτει τις σπουδές του αν και ήταν από τους αριστούχους φοιτητές και κατατάσσεται εθελοντής στον ελληνικό στρατό.
Σύμφωνα με τον κ. Γεώργιο Περπυράκη, όταν άρχισαν οι βαλκανικοί πόλεμοι, τον Οκτώβριο του 1912, ο Γιώργης Παπατζανής μετατέθηκε στο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Εθελοντών Κρητών, το οποίο έλαβε ενεργό μέρος σε όλες τις επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού στην Ήπειρο, με αποκορύφωμα τις επικές μάχες για την εκπόρθηση του οχυρού του Μπιζανίου και την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, 21η Φεβρουαρίου 1913. Στη συνέχεια το σύνταγμα προωθήθηκε στη βόρεια Ήπειρο και έλαβε μέρος στις μάχες του Αργυροκάστρου, της Πρεμετής, της Κορυτσάς και της Μοσχόπολης. Από εκεί το σύνταγμα μεταφέρθηκε στην Καβάλα και στις αρχές του 1914 επέστρεψε στα Χανιά.
Κατά τους βαλκανικούς πολέμους οι Κρητικοί δεν επιστρατεύθηκαν, γιατί η Κρήτη δεν είχε ακόμη ενωθεί με την Ελλάδα. Δεν μπορούσαν, όμως, να παραμείνουν αδρανείς και αδιάφοροι στο κάλεσμα της μητέρας Ελλάδας, στην αγκαλιά της οποίας αγωνιζόντουσαν να πέσουν 100 χρόνια. Έτσι όσοι κρητικοί νέοι ήταν σε ηλικία στράτευσης έπρεπε να πάνε εθελοντές, γιατί διαφορετικά η κοινωνία τους στιγμάτιζε.
Την 1η Δεκεμβρίου 1913, ημέρα κατά την οποία η Κρήτη ενώθηκε με την Ελλάδα, ο Γεώργιος Παπατζανής ονομάστηκε δεκανέας. Ενώ την 1η Απριλίου 1914 προήχθη στο βαθμό του λοχία και στις 18 Μαΐου 1914 απολύθηκε από το 3ο Σύνταγμα Κρητών.
Στις 11 Απριλίου 1915 κατετάγη στο σώμα μονίμων υπαξιωματικών ενώ το Σεπτέμβριο του ιδίου έτους προήχθη στο βαθμό του επιλοχία και το Δεκέμβριο του 1917 ονομάστηκε έφεδρος ανθυπασπιστής. Έλαβε μέρος στη νικηφόρα μάχη του Σκρα, 17 Μαΐου 1918.
Η πατρίδα εκτιμώντας τις υπηρεσίες που προσέφερε και αξιολογώντας την όλη του στάση και συμπεριφορά, αλλά και τον ηρωισμό και την αυταπάρνηση που επέδειξε σε όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στις οποίες έλαβε μέρος, του απένειμε στις 24 Ιουλίου 1919 το βαθμό του ανθυπολοχαγού και με το βαθμό αυτό έλαβε μέρος στην Μικρασιατική Εκστρατεία.
Κατά την εαρινή επίθεση του 1921 του ελληνικού στρατού εναντίον της οχυρής τουρκικής θέσης Αβγκιν-Ντουζ Νταγ-Κοβαλίτσα της γνωστής γραμμής Ινονού, ο ανθυπολοχαγός Γεώργιος Παπατζανής υπηρετούσε στο 28ο Σύνταγμα της δεκάτης μεραρχίας, η οποία βρισκόταν στο κέντρο της ελληνικής παράταξης. Στις 18 Μαρτίου 1921 η 10η μεραρχία δέχθηκε σφοδρή επίθεση ισχυρών τουρκικών δυνάμεων και αναγκάστηκε να υποχωρήσει προς την Προύσα. Άφησε όμως στο πεδίο της μάχης πολλούς νεκρούς.
Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο διοικητής του 28ου Συντάγματος, συνταγματάρχης Χρήστου, αλλά και ο ανθυπολοχαγός Γεώργιος Παπατζανής.
Ο Γιώργης Παπατζανής, ο γενναίος Ατσιπουλιανός αξιωματικός, που εγκατέλειψε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο Αθηνών, για να υπηρετήσει την πατρίδα του, άφησε την τελευταία του πνοή, εκεί στα ποτισμένα με άφθονο ελληνικό αίμα υψώματα του Ντουζ- Νταγ (ίσιο βουνο). Έμεινε εκεί στα βάθη της Μικράς Ασίας, περιβαλλόμενος, όμως, το στέφανο της αιώνιας δόξας.
Η ελληνική πολιτεία του απένειμε το βαθμό του υπολοχαγού μετά θάνατο και τον τίμησε με το μετάλλιο του πολεμικού σταυρού τρίτης τάξεως. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του υπηρεσίας του είχε απονείμει και το μετάλλιο των βαλκανικών πολέμων καθώς και το μετάλλιο του τάγματος του Σωτήρος.
Μανούσος Ι Γιαννούλης
Ο Μανούσος Ι. Γιαννούλης, γεννήθηκε στο Ατσιπόπουλο στις 23 Νοεμβρίου 1896.
Ήταν κι αυτός από τους νεαρούς που γαλουχήθηκαν από τους πρεσβύτες την αγάπη για την πατρίδα.
Παιδί ακόμα κατατάχτηκε εθελοντής στο στράτευμα το 1916. Έλαβε μέρος σε όλες τις μάχες ατρόμητος πάντα και έτοιμος να θυσιαστεί για τα ιδανικά του. Στη μάχη του Σκρα τραυματίστηκε, αλλά σώθηκε από το θάνατο χωρίς να σταματήσει ούτε λεπτό να αγωνίζεται. Για τις ανδραγαθίες του αυτές πρόλαβε να λάβει και τα εύσημα. Τιμήθηκε με τον πολεμικό σταυρό της ανδρείας.
Ήταν 25 χρόνων όταν τον βρήκε ο ηρωικός θάνατος στο πεδίο της τιμής. Είχε ήδη το βαθμό του λοχία και πολεμούσε με τον 5ο λόχο του 45ου Συντάγματος στο Μπιλετζίκ. Ήταν μια φοβερή μάχη, όπου οι Έλληνες μάχονταν με απαράμιλλο θάρρος. Όρθιος συνάντησε το θάνατο και ο Μανούσος Γιαννούλης στις 6 Ιουλίου 1921.
Ανάμεσα στο πάνθεον των ηρώων του το Ατσιπόπουλο, που διέπρεψαν στο Μέτωπο της Μικράς Ασίας κατέχουν δεσπόζουσα θέση ο Ελευθέριος Γεωργίου Γιαννούλης, που εξαφανίστηκε στη Μικρά Ασία και ο Γεώργιος Κασέλας του Μάρκου που σκοτώθηκε εκεί στη μακρινή Ιωνία στις 18 Μαρτίου 1921.
Νικόστρατος Καλομενόπουλος
Από τους στρατιωτικούς που διακρίθηκαν στο μέτωπο της Μικράς Ασίας και ο Νικόστρατος Καλομενόπουλος που διετέλεσε και φρούραρχος Σμύρνης.
Γεννήθηκε στη Σύρο το 1865 και η πατριωτική του δράση για τη λευτεριά της Κρήτης ξεκινά πολύ νωρίς.
Σπούδασε στη Σχολή Υπαξιωματικών, από την οποία αποφοίτησε το 1891, ως ανθυπολοχαγός του πεζικού. Ανήκε στην ιδρυτική ομάδα της Εθνικής Εταιρείας και ήταν από τα πιο δραστήρια μέλη της.
Το 1892, παίρνει μέρος, ως αξιωματικός, σε μια ειδική αποστολή, που είχε σκοπό την μελέτη και τοπογραφία της Κρήτης. Κίνησε όμως τις υποψίες των Τούρκων που δεν άργησαν να τον συλλάβουν, να τον φυλακίσουν και αργότερα να τον απελάσουν.
Το 1894 ωστόσο κατάφερε να δημοσιεύσει το έργο του αυτό με τίτλο « Τοπογραφία και Οδοιπορικά της νήσου Κρήτης».
Το 1896, βρίσκεται στο Ρέθυμνο και εκλέγεται από τους συμπατριώτες του γενικός αρχηγός της Επαρχίας Αμαρίου.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα του Κ. Παπαδάκη, που δημοσιεύεται στην «Κρητική Εστία» το 1897, ο Νικόστρατος, παίρνει μέρος στην αποβατική επιχείρηση της Κρήτης ως ανθυπολοχαγός και είναι ο πρώτος που αποβιβάστηκε στην Κρήτη, ως επικεφαλής του πρώτου αποβατικού τμήματος του Σώματος που αποτελούσαν Κρήτες αγωνιστές.
Κι εδώ στην Κρήτη διακρίθηκε για τη γενναιότητά του.
Στο νησί πήρε μέρος στις πιο σημαντικές πολεμικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα στην εκπόρθηση του οχυρού της Μαλάξας.
Μετά το θάνατο του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά, σπεύδει από τους πρώτους να βοηθήσει το Μακεδονικό Αγώνα. Με το ψευδώνυμο καπετάν Νίδας, ηγείται αντάρτικου σώματος, το 1905 και ο ηρωισμός του γίνεται αντικείμενο υπέρμετρου θαυμασμού από τους συναγωνιστές του. Αυτός και ο καπετάν Βάρδας, ο περίφημος Γεώργιος Τσόντος από τα Σφακιά, που είχε διαδεχθεί τον Παύλο Μελά, κυριολεκτικά αποθεώνονται για τη δράση τους.
Ο Καλομενόπουλος έδρασε ως οπλαρχηγός στην περιφέρεια Φλωρίνης κατά των Βουλγάρων και των Τούρκων. Κρατήθηκε τρία χρόνια αιχμάλωτος στο Μοναστήρι και κάποια στιγμή κατάφερε να αποδράσει.
Ο Νικόστρατος Καλομενόπουλος παραμένει ένας άγρυπνος στρατιώτης στην υπηρεσία της πατρίδας του.
Το 1912, συμμετείχε στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο και τραυματίστηκε στη μάχη του Σαρανταπόρου.
Στη συνέχεια έγινε διοικητής της Κρήτης και της Λέσβου και το 1916 προσχώρησε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης, ηγηθείς μάλιστα των προσφυγόντων στην Κωνσταντινούπολη Αξιωματικών Εθνικής Άμυνας που τον όρισαν αρχηγό τους.
Το 1919 προβιβάστηκε σε υποστράτηγο και διορίστηκε διοικητής της 8ης Μεραρχίας. Διετέλεσε φρούραρχος Σμύρνης. Αποστρατεύθηκε το 1921, οπότε και αφοσιώθηκε στις διάφορες τοπογραφικές και στρατιωτικές του μελέτες.
Αριστείδης Παναγιωτάκης
Έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στο έργο και τις ανδραγαθίες του Αριστείδη Παναγιωτάκη, αλλά δεν μπορεί να λείψει και από το αφιέρωμα αυτό αφού πολέμησε και στη Μικρά Ασία. Συγκεκριμένα:
Τον Απρίλιο του 1913, κατατάχτηκε στο 22 Σύνταγμα της V Μεραρχίας στο Κιλκίς κι έλαβε μέρος στις μάχες Κιλκίς, Λαχανά, Μπέλλες, Στρώμνιτσα, Πατρίτσι, Στενά Κρέσνας, Τσουμαγιά, όπου διακρίθηκε για τη γενναιότητά του.
Στις 17 Ιουλίου 1913, τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι, αλλά χωρίς να δεχθεί περιποίηση στο νοσοκομείο, προχώρησε μέχρι τη Δράμα και εντάχθηκε στο 14ο Σύνταγμα Κρητών. Από τα πιο ευγενικά συναισθήματα του Παναγιωτάκη ήταν ο αγνός πατριωτισμός και το αίσθημα της φιλίας.
Σημαντική η δράση του και στη Μικρά Ασία, όπου και τραυματίστηκε στο κεφάλι. Ήταν στη μάχη στο Γεντίζ.
Στις 18 Αυγούστου 1922, έγινε υπολοχαγός. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα διορίστηκε στρατιωτικός διοικητής λιμένος Πειραιώς. Το 1924 έγινε λοχαγός. Το 1926 μπήκε στη σχολή τυπογραφίας και επί τέσσερα χρόνια υπηρέτησε τη γεωγραφική υπηρεσία για εργασίες πεδίου από τις Σέρρες μέχρι το Καρπενήσι. Γύρισε συνοριακούς τομείς και οχυρώματα, ώσπου το 1940 έγινε διοικητής του 44ου Σ.Π.
Ο ατρόμητος παπά Νουφράκης
Από την παρουσία του Ελληνικού Στρατού στη Μικρά Ασία έχουν σημειωθεί πολλά και σημαντικά, αλλά ένα γεγονός συγκλονίζει ακόμα και σήμερα. Είναι η συνέχιση της λειτουργίας στην Αγία Σοφία, 466 χρόνια μετά την Άλωση, από τον ατρόμητο ιερέα Ελευθέριο Νουφράκη.
Ήταν Γενάρης του 1919 όταν συνέβη το συγκλονιστικό αυτό γεγονός.
Πρωταγωνιστής αυτού του συγκλονιστικού γεγονότος της εθνικής μας ζωής, ήταν ο παπά-Λευτέρης Νουφράκης από τις Αλώνες Ρεθύμνου, ο οποίος υπηρετούσε ως στρατιωτικός ιερέας στη Β’ Ελληνική Μεραρχία, μια από τις δύο Μεραρχίες που συμμετείχαν στις αρχές του 1919 στο «συμμαχικό» εκστρατευτικό σώμα στην Ουκρανία.
Μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών με επικεφαλής το γενναίο Κρητικό και μαζί του τον ταξίαρχο Φραντζή, τον ταγματάρχη Λιαρομάτη, τον λοχαγό Σταματίου και τον υπολοχαγό Νικολάου αγνάντευαν από το πλοίο την πόλη και την Αγιά-Σοφιά, κρύβοντας βαθιά μέσα στην καρδιά τους το μεγάλο μυστικό τους, τη μεγάλη απόφαση που είχαν πάρει το περασμένο βράδυ, ύστερα από πρόταση και έντονη επιμονή του λιονταρόψυχου Κρητικού παπά-Λευτέρη Νουφράκη. Να βγουν δηλαδή στην πόλη και να λειτουργήσουν στην Αγιά-Σοφιά.
Όλοι τους ήταν διστακτικοί, όταν άκουσαν τον παπά-Λευτέρη να τους προτείνει το μεγάλο εγχείρημα. Ήξεραν ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα.
Η Αγιά-Σοφιά, ήταν ακόμη τζαμί, σίγουρα κάποιοι φύλακες θα ήταν εκεί, κάποιοι άλλοι θα πήγαιναν για προσευχή, δεν ήταν δύσκολο από τη μια στιγμή στην άλλη να γεμίσει η εκκλησία. Ύστερα ήταν και οι ανώτεροί τους που δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι αυτή την ενέργεια, η οποία σίγουρα θα προκαλούσε θύελλα αντιδράσεων από τους «συμμάχους» για την «προκλητικότητά» της. Ίσως μάλιστα να δημιουργείτο και διπλωματικό επεισόδιο που θα έφερνε σε δύσκολη θέση την ελληνική κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Όμως ο παπά-Λευτέρης έχει πάρει την απόφασή του, ήταν αποφασιστικός και κατηγορηματικός.
– Αν δεν έρθετε εσείς, θα πάω μοναχός μου! Μόνο ένα ψάλτη θέλω. Εσύ, Κωνσταντίνε (Λιαρομάτη), θα μου κάνεις τον ψάλτη;
– Εντάξει, παππούλη, του απάντησε ο ταγματάρχης, που πήρε και αυτός την ίδια απόφαση, κι όλα πια είχαν μπει στο δρόμο τους.
Τελικά, μαζί τους πήγαν και οι άλλοι.
Το πλοίο που μετέφερε τη Μεραρχία είχε αγκυροβολήσει στ’ ανοιχτά, γι αυτό επιβιβάστηκαν σε μια βάρκα στην οποία κωπηλατούσε ένας Ρωμιός της Πόλης και σε λίγο αποβιβάστηκαν στην προκυμαία. Ο Κοσμάς, ο ντόπιος βαρκάρης, έδεσε τη βάρκα και τους οδήγησε από τον συντομότερο δρόμο στην Αγιά-Σοφιά. Η πόρτα ήταν ανοιχτή λες και τους περίμενε. Ο Τούρκος φύλακας κάτι πήγε να πει στη γλώσσα του, όμως τον καθήλωσε στη θέση του και τον άφησε άφωνο ένα άγριο κι αποφασιστικό βλέμμα του ταξίαρχου Φραντζή. Όλοι μπήκαν μέσα σε ευλάβεια και προχώρησαν κάνοντας το σταυρό τους. Ο παπά-Λευτέρης ψιθύρισε με μεγάλη συγκίνηση: «Εισελεύσομαι εις τον οίκον σου, προσκυνήσω προς Ναόν Αγίον σου εν φόβω.».
Προχωρεί γρήγορα, δεν χρονοτριβεί. Εντοπίζει το χώρο στον οποίο βρισκόταν το Ιερό και η Αγία Τράπεζα. Βρίσκει ένα τραπεζάκι, το τοποθετεί σ’ αυτή τη θέση, ανοίγει την τσάντα του, βγάζει όλα τα απαραίτητα για τη Θεία Λειτουργία, βάζει το πετραχήλι του και αρχίζει.
– Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.
– Αμήν, αποκρίνεται ο ταγματάρχης Λιαρομάτης και η θεία λειτουργία στην Αγιά-Σοφιά έχει αρχίσει. Οι αξιωματικοί μοιάζουν να τα ‘χουν χαμένα, όλα έγιναν τόσο ξαφνικά και φαίνονται απίστευτα.
Η Θεία Λειτουργία προχωρεί κανονικά. Η Αγιά-Σοφιά ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια ξαναλειτουργείται! Ο παπά-Λευτέρης συνεχίζει. Όλα γίνονται ιεροπρεπώς, σύμφωνα με το τυπικό της Εκκλησίας. Ακούγονται τα «Ειρηνικά», το «Κύριε ελέησον», «ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού», που γράφτηκε από τον ίδιο τον Ιουστινιανό με την προσταγή και την φροντίδα του οποίου χτίστηκε και η Αγιά-Σοφιά. Ακολουθεί η «Μικρή Είσοδος», το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ», ο «Απόστολος» από τον ταξίαρχο Φραντζή και το «Ευαγγελικό Ανάγνωσμα» από τον παπά-Λευτέρη. Χρέη νεωκόρου εκτελεί ο υπολοχαγός Νικολάου.
Στο μεταξύ η Αγιά-Σοφιά αρχίζει να γεμίζει με Τούρκους. Ο παπά-Νουφράκης δεν πτοείται και συνεχίζει. Σε λίγη ώρα η αναίμακτη θυσία του κυρίου μας έχει τελειώσει στην Αγιά-Σοφιά, ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια! Η Θεία Λειτουργία στην Αγιά-Σοφιά, έχει ολοκληρωθεί. Ένα όνειρο δεκάδων γενεών Ελλήνων έχει γίνει πραγματικότητα. Ο παπά-Νουφράκης και οι τέσσερις αξιωματικοί είναι έτοιμοι να αποχωρήσουν και να επιστρέψουν στο πλοίο. Η Εκκλησία όμως είναι γεμάτη Τούρκους, οι οποίοι έχουν αρχίσει να γίνονται άγριοι, επιθετικοί συνειδητοποιώντας τι ακριβώς είχε συμβεί. Η ζωή τους κινδυνεύει άμεσα. Όμως δε διστάζουν, πλησιάζει ο ένας τον άλλο, γίνονται «ένα σώμα», μια γροθιά και προχωρούν προς την έξοδο.
Οι Τούρκοι είναι έτοιμοι να τους επιτεθούν, όταν ένας Τούρκος αξιωματούχος παρουσιάζεται με την ακολουθία του και τους λέει: «Ντουρούν χέμεν.»
(Αφήστε τους να περάσουν). Στο άκουσμα αυτών των λόγων οι Τούρκοι υποχωρούν.
Ο παπά-Νουφράκης και οι άλλοι αξιωματικοί βγαίνουν από την Αγιά-Σοφιά και κατευθυνόμενοι προς την προκυμαία, όπου τους περιμένει η βάρκα. Ένας μεγαλόσωμος Τούρκος τους ακολουθεί, σηκώνει ένα ξύλο και ορμά για να χτυπήσει τον παπά-Νουφράκη. Διαισθάνεται, ξέρει ότι αυτός ο παπάς είναι ο εμπνευστής, ο δημιουργός αυτού του γεγονότος.
Ο ηρωικός παπάς σκύβει για να προφυλαχθεί, αλλά ο Τούρκος καταφέρνει και τον χτυπά στον ώμο. Λυγίζει το σώμα του από τον αβάσταχτο πόνο, όμως μαζεύει τις δυνάμεις του, ανασηκώνεται και συνεχίζει να προχωρεί. Στο μεταξύ ο ταγματάρχης Λιαρομάτης και ο λοχαγός Σταματίου αφοπλίζουν τον Τούρκο, που είναι έτοιμος για να δώσει το πιο δυνατό κι ίσως το τελειωτικό χτύπημα στον παπά. Ήδη, πλησιάζουν στη βάρκα. Μπαίνουν όλοι μέσα.
Ο Κοσμάς μαζεύει τα σχοινιά και αρχίζει γρήγορα να κωπηλατεί. Σε λίγο βρίσκονται πάνω στο ελληνικό πολεμικό πλοίο ασφαλείς και θριαμβευτές.
Ακολούθησε διπλωματικό επεισόδιο και οι «σύμμαχοι» διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος αναγκάστηκε να επιπλήξει τον παπά-Λευτέρη Νουφράκη. Όμως κρυφά επικοινώνησε μαζί του και επαίνεσε και συνεχάρη τον πατριώτη ιερέα, που «έστω και για λίγη ώρα ζωντάνεψε μέσα στην Αγιά-Σοφιά τα πιο ιερά όνειρα του Έθνους μας».
Το αφιέρωμά μας συνεχίζεται
Πηγές:
Γεωργίου Περπυράκη: Το Ατσιπόπουλο
Μακελειό: Παπά Νουφράκης
Εύας Λαδιά: Νικόστρατος Καλομενόπουλος
Πολιτιστικό Ρέθυμνο: Ήρωες
Πολιτιστικό Ρέθυμνο : Μορφές
Αποσπάσματα από διάφορα αφιερώματα στα Ρεθεμνιώτικα Νέα