Το άγαλμα του Άγνωστου Στρατιώτη ήταν ένας από τους στόχους των Ρεθεμνιωτών από το 1925. Ένοιωθαν την υποχρέωση να τιμούν με το έμβλημα αυτό τον ανώνυμο αγωνιστή που έδωσε νιότη και ζωή για την αξιοπρέπεια της πατρίδας. Η επιθυμία έγινε εντονότερη στα τέλη της δεκαετίας του 20, καθώς ήταν νωπός ακόμα ο απολογισμός από τους αγώνες του έθνους.
Άλλο δεν άκουγες από τους ασπρομάλληδες παρά για τις ανδραγαθίες στα μέτωπα. Και δεν υπήρχε οικογένεια που να μην έδινε τροφή για περηφάνια με ένα ή και περισσότερα μέλη της.
Ένας λόγος τώρα ήταν να στηθεί το άγαλμα. Και γι’ αυτό χρειάζονταν χρήματα. Όταν όμως η πόλη φυτοζωούσε θα ήταν υπερβολή να αποζητά τέτοια μεγαλεία. Και ποιος να βρεθεί χορηγός;
Πάντα υπάρχουν ωστόσο οι οραματιστές που δεν πτοούνται από τα εμπόδια προσπαθώντας να πετύχουν το στόχο τους.
Πώς έλυνε μέχρι τότε τα οικονομικά ζητήματα η πόλη; Με τους εράνους κάλυπτε πλήθος αναγκών. Ένας έρανος παραπάνω λοιπόν δεν θα έβλαπτε για τον ιερό αυτό σκοπό.
Η μέθοδος που απέδιδε καρπούς ήταν οι χοροεσπερίδες. Το τερπνόν μετά του ωφελίμου δηλαδή. Οι Ρεθεμνιώτες, αφού διασκέδαζαν έβαζαν και πιο βαθειά το χέρι στην τσέπη.
Πήρε λοιπόν το θάρρος ο Σύλλογος Εφέδρων Οπλιτών να διοργανώσει χοροεσπερίδα για να εξασφαλίσει κάποια χρήματα. Ήταν Γενάρης του 1929.
Στο Ιδαίον Άντρον
Στις 19 του μήνα, ημέρα Σάββατο, ήταν όλα έτοιμα στο «Ιδαίον Άντρον» που περίμενε λαμπροστολισμένο τους καλεσμένους του Συλλόγου. Η εκδήλωση μάλιστα είχε όλα τα χαρακτηριστικά μεγάλου κοσμικού γεγονότος, καθώς είχε θέσει υπό την αιγίδα του τη χοροεσπερίδα ο Νομάρχης Ανδρέας Μάρκελος. Είχε όμως και αρμοδιότητα γιατί στους ισολογισμούς του Συλλόγου υπογράφει στη θέση του προέδρου.
Από τις 9 το βράδυ άρχισε να καταφθάνει κόσμος εκλεκτός. Μέχρι τις 10 που η Φιλαρμονική του Ορφανοτροφείου χαιρέτισε τον ερχομό του νομάρχη που περνούσε το κατώφλι της αίθουσας δεν έπεφτε καρφίτσα. Κι ενώ ο Ανδρέας Μάρκελος χαιρετούσε δεξιά κι αριστερά, ξεκίνησε αμέσως με συρτό το μουσικό πρόγραμμα που έφερε αρκετούς χορευτές στην πίστα. Το χορό σέρνει ο διοικητής Χωροφυλακής Παπαδαντωνάκης.
Δεν αργεί να ξεκινήσει και το πρόγραμμα με τους ξένους χορούς όπου εκεί ο δημοσιογραφικός φακός εστιάζεται στις εκπληκτικές επιδόσεις ζευγαριών όπως των Ρεγκούκου, Τσάκωνα, Σεϊτανίδου, Γαιτάνου, Δερμιτζάκη, Φωτιάδου, αλλά και των δεσποινίδων Βαλαρή, Κορωνάκη, Μανουρά, Λαμπάκη, Πλουμιδάκη, Πλυμάκη, Σπανδάγου, Χαλκιαδάκη, Δάβη, Φραγκιαδάκη κ.α.
Καλά χόρεψαν κι ήρθε η ώρα του …ρεπό. Ήταν μια θαυμάσια ευκαιρία να απολαύσουν έναν πλουσιότατο μπουφέ.
Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι η προετοιμασία ενός μπουφέ εκείνη την εποχή δεν ήταν κάτι τόσο εύκολο, ούτε απλό. Οι κυρίες όμως με την φαντασία και την επιδεξιότητά τους στην κουζίνα έλυναν τα προβλήματα. Και είναι γεγονός ότι τα πιάτα που ετοίμαζαν γίνονταν ανάρπαστα. Είναι άλλωστε και το σημείο που στέκονται όλοι οι χρονογράφοι οι οποίοι σημειωτέον δεν διέθεταν τη σημερινή τακτική της μεγάλης προσοχής στη διατύπωση μη χαλάσουμε καρδιές. Σε μερικούς χορούς πέφτει «θάψιμο» περιωπής ακόμα και με επώνυμες αναφορές. Κριτική με όλη τη σημασία της λέξης. Επομένως μετράνε πολύ οι έπαινοι που γίνονται ιδιαίτερα στο περιεχόμενο του μπουφέ.
Κι ενώ οι καλεσμένοι του Συλλόγου Εφέδρων Πολεμιστών απολαμβάνουν τις περίτεχνες γεύσεις, ο Νομίατρος Κ. Λίτινας δίνει ρεσιτάλ με τα περίφημα ανέκδοτά του και το αστείρευτο κέφι του.
Ο χορός τέλειωσε κατά τις 7 το πρωί και όλοι απεχώρησαν ενθουσιασμένοι.
Έγιναν και άλλες σχετικές εκδηλώσεις για να συγκεντρωθούν χρήματα. Κάποια φορά θα αναφερθούμε στις πιο εντυπωσιακές δράσεις για να έχουμε μια συνολική εικόνα της μεγάλης αυτής προσπάθειας.
Για γέλια και για κλάματα
Ενώ όλα έβαιναν καλώς και η ανατολή του 1930 σηματοδοτούσε και την εκπλήρωση του ονείρου συνέβησαν κωμικοτραγικά γεγονότα που αν έλειπε ο Νικόλαος Ασκούτσης θα κατέληγε σε φιάσκο η όλη προσπάθεια.
Μόλις είχαν συγκεντρώσει κάποιο ποσόν τα μέλη της επιτροπής που είχε αναλάβει τη διαχείριση του θέματος, ήρθαν σ’ επαφή με γλύπτη στην Αθήνα και διαπραγματεύτηκαν μαζί του την φιλοτέχνηση του αγάλματος.
Κλείσανε στις 140.000 δραχμές, δόθηκε μια προκαταβολή 105.000 δραχμών και συμφωνήθηκε να τελειώσει το άγαλμα, να μεταφερθεί στην πόλη για να το αξιολογήσει αρμόδια επιτροπή και αφού τοποθετηθεί να εξοφληθεί το ποσόν στον καλλιτέχνη.
Κι ενώ όλα έβαιναν καλώς κι άρχισε να σχεδιάζεται η οργάνωση της τελετής, λαμβάνει η επιτροπή κάποιες περίεργες επιστολές που από θαύμα τα μέλη της γλίτωσαν το έμφραγμα.
Ο καλλιτέχνης φαίνεται πως είχε χρέη. Οι πιστωτές του λοιπόν προχώρησαν σε κατάσχεση και μέσα στα αντικείμενα που θα «έτρωγε» το μαύρο σκοτάδι ήταν και το άγαλμα του Άγνωστου Στρατιώτη. Για να μη χάσουν τα λεφτά τους ζητούσαν από την αρμόδια επιτροπή να τους δοθεί το ποσόν των 60.000 δραχμών, για να παραχωρήσουν αμέσως το άγαλμα. Όφειλαν όπως τόνιζαν -περισσότερο για «καλόπιασμα»- να προτιμήσουν το Ρέθυμνο από άλλη πόλη που θα έδειχνε ενδιαφέρον από τη στιγμή μάλιστα που είχε δοθεί από αυτό η σχετική παραγγελία.
Ο πολύτιμος Ασκούτσης
Εκεί πάνω στις διαπραγματεύσεις σπαταλήθηκε χρόνος και το άγαλμα βγήκε σε πλειστηριασμό αντί του ποσού των …500 δραχμών. Νέα οδύσσεια από πλευράς της επιτροπής μέχρι να βρεθεί μια λύση. Εδώ στάθηκε πολύτιμη η παρέμβαση του Νικολάου Ασκούτση, ο οποίος κατάφερε να φέρει την επιτροπή σε επαφή με τον αγοραστή του αγάλματος. Ακολούθησαν νέα παζάρια μέχρι που συμφωνήθηκε να δώσει ο αγοραστής το άγαλμα αντί του ποσού των 20.000 δραχμών. Έτσι κι έγινε. Ο αγοραστής πήρε προκαταβολή δέκα χιλιάδες και τα υπόλοιπα όπως συμφωνήθηκε του δόθηκαν αργότερα.
Έτσι ήρθε επιτέλους το άγαλμα στο Ρέθυμνο λίγες μέρες πριν ξεκινήσει ο πανελλήνιος εορτασμός για την επέτειο των 100 χρόνων από την απελευθέρωση. Το Ρέθυμνο ήταν στο επίκεντρο του εορτασμού που θα λάμπρυνε με την παρουσία του ο Ελευθέριος Βενιζέλος, επειδή συνέπιπταν οι εκδηλώσεις με την επέτειο του ιστορικού ολοκαυτώματος της Ιεράς Μονής Αρκαδίου. Κι έφτασε επιτέλους η πολυπόθητη μέρα.
Κυριακή λοιπόν 8 Νοεμβρίου 1930, από τις 9.30 το πρωί είχε συγκεντρωθεί κόσμος στην πλατεία περιμένοντας τους επισήμους που δεν άργησαν να καταφθάνουν. Και να ο Γενικός Διοικητής Κρήτης Κατεχάκης, ο Μέραρχος Κρήτης Στρατηγός Παναγιωτάκος με το επιτελείο του, ο νομάρχης, οι δήμαρχοι Ρεθύμνου, Χανίων και Αγίου Νικολάου, ενώ ο κόσμος συνέρρεε από παντού.
Μόλις συγκεντρώθηκαν όλοι εψάλη επιμνημόσυνη δέηση χοροστατούντος του Τοποτηρητή της Ιεράς Μητρόπολης Λάμπης και Σφακίων Αγαθάγγελου Λαγκουβάρδου και αμέσως μετά έλαβε το λόγο ο Πολύβιος Τσάκωνας που γοητεύοντας το ακροατήριο με την ευφράδειά του αναφέρθηκε στη σημασία της τελετής. Αμέσως μετά ο δικηγόρος Αντώνης Καλαϊτζάκης, ως πρόεδρος του Συλλόγου Εφέδρων Οπλιτών, που έκανε τόσο αγώνα για την ανέγερση του αγάλματος, καταθέτοντας στεφάνι είπε:
«Συγκυρία ευτυχής, ανταξία των μεγάλων γεγονότων το επιβλητικόν προσκύνημα του Αρκαδίου, κατά την επέτειον της ολοκαυτώσεώς του και η τελετή αύτη καθ’ ην ο Ρεθυμνιακός λαός με ευγκωτοτέραν υπενθύμισιν παραδίδει ευλαβώς, εις την αιωνιότητα την εποποίαν των τέκνων του των τελευταίων ενδόξων ενιαυτών.
Προς τι και αν ανά τας στέππας της Ρωσίας και τα βουνά της Ιωνίας, μακράν φιλτάτων νωποί ακόμα υπάρχουν οι τάφοι των γενναίων η και αν εις κορυφογραμμάς και εις χαράδρας άταφα παραμένουν των Ελλήνων ιερά εξ ίσου ιερά και η ανάμνησις των επιζώντων εξ ίσου ιερά και ευγενής η εκδήλωσις τούτων και είναι η εκδήλωσις υπέρ της μνήμης εκείων τα απανταχού της Ελλάδος εγειρόμενα ηρώα.
Αιστανθείτε τα οστά των τετιμημένων ηρώων όπου και αν ευρίσκεσθε και σεις ψυχές γλυκές εάν πλανάσθε γύρω μας ιδέτε ότι δεν σας ελησμονήσαμεν.
Ο εφεδρικός κόσμος του νομού Ρεθύμνης, ο σύλλογος των Εφέδρων οπλιτών, συμπολεμισταί των μελών του οποίου υπήρξαν εκείνοι οίτινες ελάμπρυναν το όρσαμα της εποποίίας ταύτης υπό τας πτυχάς της ενδόξου σημαίας των του ηρωικού 8ου Συντάγματος των Κρητών και υπό άλλας ενδόξους ωσαύτως προσφέροντες ότι πολυτιμότερον είχον την νεανικήν των ζωήν εις τα διάφορα πεδία των μαχών δια να εξασφαλίσουν καλυτέραν αύριον εις τας επερχομένας γενεάς. Ο Σύλλογος ούτος με την ζωηράν ανάμνησιν των ενδόξων εκείνων συναγωνιστών του προσέρχεται προσκυνητής του ηρώου των και καταθέτει δι εμού επί τούτου στέφανον δάφνης, ελάχιστον φόρον τιμής των επιζώντων Ρεθυμνίων συμπολεμιστών του».
Μετά τα ζεστά αυτά λόγια ο Μάνος Τσάκωνανς εξ ονόματος της επιτροπής εκατονταετηρίδος παρακαλεί τον Κατεχάκη να αποκαλύψει το μνημείον, ενώ η μουσική των παρατεταγμένων ευζώνων ανακρούει τον εθνικό ύμνο και οι παρατεταγμένοι στρατιώτες παρουσιάζουν όπλα. Ακολούθησε κατάθεση στεφάνων. Εκ μέρους των αναπήρων οπλιτών κατέθεσε στέφανο ο ήρωας των τελευταίων πολέμων λοχαγός Ν. Ζερβός κάνοντας και μια εμπνευσμένη ποιητική προσφώνηση.
Έπειτα οι επίσημοι κατευθύνθηκαν στο Δημαρχείο και παρακολούθησαν την παρέλαση τμημάτων στρατού και μαθητών των σχολείων. Μετά την παρέλαση οι επίσημοι ανέβηκαν στο δημαρχείο όπου και τους προσφέρθηκαν αναψυκτικά.