Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η πολιτική συνιστά την ανώτατη τέχνη που έχει τον πρώτο λόγο, υπερκείμενη των λοιπών. Συνεπώς, η αισθητική πλευρά της, ως τέχνης, είναι ουσιωδέστατη. Και πρέπει όλοι να συμφωνήσουμε, ότι το να αναλίσκονται πολιτικοί αντίπαλοι σε προστριβές κάθε άλλο παρά την βοηθά. Είναι τότε αυτοί σαν εξουθενωμένοι πυγμάχοι, που, αγκαλιασμένοι, βαριά ασθμαίνοντες, ανταλλάσσουν ήπια, αδιάφορα χτυπήματα. Η διαρκής σύγκριση με τον αντίπαλο και κριτική ουδόλως προάγει την ομορφιά της πολιτικής, που καθένας πρέπει να διαμορφώνει αυτοτελώς, προσδιορίζοντας στόχους και χαράσσοντας την πορεία του. Επειδή μόνο με τον τελευταίο αυτόν τρόπο αναδεικνύεται όραμα και ελπίδα. Παραπέρα, όσο μεγαλύτερη η πρωτοτυπία, τόσο πιο ελκυστική η ομορφιά.
Τρανταχτό παράδειγμα πολιτικού με εξαιρετική εμβέλεια επηρεασμού του ελληνικού λαού, που υπηρέτησε (και υπηρετήθηκε από) την αισθητική πλευρά της πολιτικής, υπήρξε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Θυμόμαστε οι παλιότεροι την προσέγγιση και ενοποίηση του κεντρώου με τον αριστερό χώρο, αλλά και φρασεολογία που χρησιμοποιούσε, όπως, ενδεικτικά, «σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας», «αλλαγή», «χρονοντούλαπο της ιστορίας», «μη πόλεμος» (δεν χρειάζεται φυσικά να μιλήσουμε για το ζιβάγκο). Με την αισθητική άσσο στο μανίκι του, τράβηξε τον δικό του δρόμο «κ’ εμάδιε δάφν’ απάνων του οπού θελε περάσει…».
Στην ελληνική κοινωνία σήμερα, η καλαισθησία είναι γενικά κάτι παραμελημένο και υποβαθμισμένο. Ειδικότερα στην κορυφή της πυραμίδας, την πολιτική, είναι πραγματικά θλιβερό το φαινόμενο, παρατάξεις να μην έχουν πρωτότυπες εμπνεύσεις και ιδέες και δικό τους λόγο να εκφέρουν, να αρθρώσουν, παρά να εξαντλούν τις δυνάμεις τους στην κριτική του αντιπάλου, παρασυρμένες και εγκλωβισμένες σ’ έναν οιονεί εναγκαλισμό εξουθενωμένων πυγμάχων.
* Ο Παρασκευάς Μαμαλάκης είναι συγγραφέας