Β‘
Πυργιωτάκης: Σωστά, ας προχωρήσουμε λοιπόν. Αλήθεια πότε συλλαμβάνεται η ιδέα για Πανεπιστήμιο στο Ρέθυμνο; Γνωρίζω ότι το αίτημα για Πανεπιστήμιο στην Κρήτη αρχίζει να διαμορφώνεται κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Όμως όλοι μιλάνε για Πανεπιστήμιο στο Ηράκλειο. Όλοι οι νομοί της Κρήτης αποδέχονται τη λύση αυτή. Έχει λοιπόν ενδιαφέρον να ακούσομε πώς ξαφνικά προέκυψε το Ρέθυμνο με το κεντρικό αυτό αίτημα.
Αρχοντάκης: Φοβούμαι ότι πρέπει να μακρηγορήσω πάλι. Η ιδέα του Πανεπιστημίου στο Ρέθυμνο δεν γεννήθηκε στο μυαλό μου μεμονωμένη και ουρανοκατέβατη. Ήταν η προσωπική μου αντίδραση στην ανακοίνωση, το 1965, της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου για την πρόθεσή της να ιδρύσει Πανεπιστήμιο στο Ηράκλειο. Υπενθυμίζω ότι στην Εισηγητική Έκθεση του νομοσχεδίου «Περί ιδρύσεως Πανεπιστημίων», που κατατέθηκε στη Βουλή, έγραφε: «Εις την Μεγαλόνησον Κρήτην, έχουσαν πληθυσμόν 500.000 περίπου κατοίκων, θέσιν επίκαιρον και έκδηλον οικονομικήν και πνευματικήν ζωτικότητα, ιδρύεται Πανεπιστήμιον με τον τίτλον «Πανεπιστήμιον Κρήτης» και έδραν το Ηράκλειον. Του Πανεπιστημίου τούτου η Μαθηματική Σχολή θα λειτουργήσει εις Χανιά, η Γεωπονική εις Ρέθυμνον, αι δε λοιπαί Σχολαί εις Ηράκλειον».
Ως φοιτητής είχα μελετήσει αρκετά την Επτανησιακή και την Κρητική Σχολή και τις θαύμαζα ως πρώιμες πνευματικές ανθοφορίες, που έφεραν πλούσιους καρπούς. Ιδιαίτερα αγαπούσα και αγαπώ τη Ρεθεμνιώτικη πνευματική παραγωγή με κορυφαίο τον Γ. Χορτάτζη και τη συνδύαζα με τον μνημειακό πλούτο του Ρεθύμνου, την Παλιά Πόλη, τη Φορτέτζα, το Ενετικό Λιμάνι κλπ, ώστε στο μυαλό μου αυτά τα δύο είχαν συγχωνευθεί, το μαρτυρεί η ονομασία «Ερωφίλη» που έδωσα στο θέατρο της Φορτέτζας, και αποτελούσαν ένα ιδιότυπο λαμπρό πολιτισμικό σύνολο, το καταλληλότερο λίκνο για ένα νεογέννητο Πανεπιστήμιο. Η εξαγγελία, λοιπόν, της πρόθεσης της κυβέρνησης για την ίδρυσή του στο Ηράκλειο μου προκάλεσε αλγεινή εντύπωση, γιατί το θεώρησα παραγνώριση της πολιτισμικής παράδοσης της Κρήτης, που ήθελε «Τους Ρεθεμνιώτες για τα Γράμματα». Άλλωστε η πρώτη νεότερη Ακαδημία, η Ακαδημία των Vivi, που υπήρξε το γενεσιουργό κύτταρο της Ακαδημίας στην Ελλάδα μέχρι την εποχή μας, ιδρύθηκε στο Ρέθυμνο από Ρεθεμνιώτες λόγιους το 1561. Πέραν τούτου η διανομή στις μεγαλύτερες πρωτεύουσες της Κρήτης σπαραγμάτων Πανεπιστημίου και μάλιστα με μη ορθολογικό σκεπτικό, αφού ο φτωχότερος σε καλλιεργήσιμες γαίες και αρδεύσεις νομός Ρεθύμνης θα έπαιρνε τη Γεωπονική Σχολή, δεν μου έδωσε την εντύπωση ουσιαστικής παρέμβασης για την αναβάθμιση του επιστημονικού και γενικότερου πνευματικού πεδίου της Κρήτης, αλλά μάλλον συνήθους ψηφοθηρικής υποσχεσιολογίας προς τον κύριο όγκο των Κρητικών ψηφοφόρων.
Αλλά καθώς σκεφτόμουνα τότε το ζήτημα, έκανα μια ακόμη σοβαρή διαπίστωση: Ότι η πρόθεση τοποθέτησης του Πανεπιστημίου στο Ηράκλειο είχε, εκτός από την πολιτισμική, και μια πολύ σημαντική οικονομική – κοινωνική παράμετρο, η οποία προστιθέμενη στην ήδη δυναμική Οικονομία του Ηρακλείου τη γιγάντωνε και καταδίκαζε το Ρέθυμνο στη φτώχεια, που την είχα γνωρίσει από πρώτο χέρι στην Παλιά Πόλη, και στον ρόλο της φθίνουσας απόφυσης του υδροκεφαλικού γείτονά του. Ο χειρισμός του πολιτισμικού και οικονομικού αυτού θέματος με πολιτικά κριτήρια, δηλαδή με την αρχή της πλειοψηφίας, εύρισκα ότι ήταν λάθος, στρεβλή αντίληψη περί Δημοκρατίας, γιατί παραβίαζε την αρχή της ισόρροπης ανάπτυξης, την οποία θεωρούσα και θεωρώ πολύ σωστή και δημοκρατική. Η «Οικονομική Δημοκρατία», εννοώ την κατανομή των οικονομικών πόρων με πλειοψηφικά κριτήρια, συνήθως κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους και αυτό είναι λάθος, σωστή θεωρώ την «Κοινωνική Δημοκρατία», ας την ονομάσουμε έτσι, αυτή που αποβλέπει στη μείωση των οικονομικών διαφορών μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Δηλαδή, σκεφτόμουνα, επειδή οι Ηρακλειώτες είναι πιο πολλοί, να τα παίρνουν όλα κι ας πεθάνουμε εμείς οι λιγότεροι; Αλλά επειδή όλη η Κρήτη είχε συμφωνήσει για το Πανεπιστήμιο στο Ηράκλειο και κανείς δεν είχε διαμαρτυρηθεί στο Ρέθυμνο, ούτε Δήμαρχος ούτε Πρόεδρος Συλλόγου ή Σωματείου ούτε ιδιώτης, αλλά όλοι συμφωνούσαν, δεν μίλησα. Και αν μιλούσα, ποιος θα με άκουγε, ένα νεαρό άγνωστο καθηγητή, όταν ο Δήμαρχος της πόλης συμμετείχε μαζί με τους Δημάρχους των τριών άλλων πρωτευουσών της Κρήτης υπό την προεδρία του Αρχιεπισκόπου Κρήτης στην επιτροπή για την προώθηση της υλοποίησης της εξαγγελίας ίδρυσης του Πανεπιστημίου στο Ηράκλειο; Δεν μίλησα λοιπόν, αλλά η σκέψη ότι η εξαγγελία αυτή αποτελούσε αφ’ ενός στρεβλή εφαρμογή των αρχών της Δημοκρατίας και αφ’ ετέρου προφανή παραγνώριση της πνευματικής παράδοσης του Ρεθύμνου και μαζί καταδίκη του σε μαρασμό και σε ρόλο φθίνουσας επαρχίας του Ηρακλείου, έμεινε στο μυαλό μου. Κι όταν οι ιστορικές μεταπτώσεις της χώρας μας με έφεραν κατά διαταγή Δήμαρχο του Ρεθύμνου, το Πανεπιστήμιο αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο ενός ευρύτερου σχεδιασμού μου που απέβλεπε στον ριζικό αναπροσανατολισμό της Οικονομίας του Ρεθύμνου και την πολύπλευρη ανάπτυξή του. Χαρακτηριστικό είναι ότι λίγους μήνες μετά την ανάληψη εκ μέρους μου των καθηκόντων του Δημάρχου, παρακινημένος από την πείσμονα διεκδίκηση της έδρας του Πανεπιστημίου εκ μέρους του Ηρακλείου και των Χανίων, μπήκα στη μέση με έγγραφό μου προς τον Ρεθεμνιώτη υπηρεσιακό προϊστάμενό μου Υπουργό Εσωτερικών Στ. Παττακό και ζητούσα να οριστεί το Ρέθυμνο ως έδρα του ιδρύματος προσφέροντας αστικό οικόπεδο για την ανέγερση των κτιρίων του, (αρ. Πρ. 2115 – 19 Ιουλίου 1968). Παρατίθεται η βασική επιχειρηματολογία του εγγράφου.
Αυτή υπήρξε η γένεση της ιδέας του Πανεπιστημίου στο Ρέθυμνο. Εκ των υστέρων παρουσιάστηκαν πολλοί Ηρακλείς της ιδέας αυτής, κατά τη γνωστή ρήση ότι «η Νίκη έχει πολλούς πατεράδες, ενώ η Ήττα είναι ορφανή», αλλά η πραγματικότητα είναι αυτή που εξέθεσα. Δεν ξέρω κανένα που να ύψωσε φωνή διαμαρτυρίας υπέρ του Ρεθύμνου όταν το 1965 ανακοινώθηκε η πρόθεση της Κυβέρνησης να ορίσει το Ηράκλειο ως έδρα του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Και το 1967 ακόμη το Ρέθυμνο εκλιπαρούσε την κυβέρνηση να ιδρύσει μια Πανεπιστημιακή Σχολή σ’ αυτό, όπως βεβαιώνει το παρατιθέμενο συλλογικό έγγραφο των επιστημονικών, επαγγελματικών και κοινωνικών φορέων της πόλης. Το Ρέθυμνο όταν με τοποθέτησαν Δήμαρχό του, δεν είχε κανένα όραμα, ούτε για το Πανεπιστήμιο ούτε ευρύτερα, για την αντιμετώπιση της «παντερμιάς» του και τη γενικότερη ανάπτυξή του.
Αυτή ήταν η συλλογική θέση του Ρεθύμνου τότε. Δεν είχε κανένα στόχο για το μέλλον του, είχε αποδεχτεί τη μοίρα του και δεν είχε απαιτήσεις για τη βελτίωσή της πέρα από μια Πανεπιστημιακή Σχολή στην καλύτερη περίπτωση. Προφανώς, το Ρέθυμνο δεν είχε πιστέψει την εξαγγελία του 1965 που του έδιδε μια Σχολή και εξακολουθούσε να ζητά την ίδρυση μιας Σχολής.
* Ο Δημήτρης Ζ. Αρχοντάκη είναι φιλόλογος – τ. δήμαρχος Ρεθύμνης