Πέρασα από την οδό Ε. Μαρούλη στο Ρέθυμνο πριν γίνει viral και πριν της κάνει την τιμή να ασχοληθεί ο κ. Ευαγγελάτος. Έμεινα έκπληκτος από την ανοργανωσιά και την ανευθυνότητα των υπηρεσιών του Δήμου στο συγκεκριμένο έργο. Θύμωσα που το 2016 σπαταλάμε ασφαλτικό, πόρους, ευθύνη. Τίποτα δεν μας περισσεύει από αυτά. Μετά από επτά χρόνια κρίσης έπρεπε να είμαστε σοφότεροι.
Είδα και την εκπομπή του κ. Ευαγγελάτου. Ντράπηκα. Όχι από την ανάδειξη του θέματος, (δεν πάσχω από κανένα άρρωστο τοπικισμό). Ντράπηκα για το πώς διαχειρίζεται μια είδηση. Βαρύγδουπα σχόλια, γενικεύσεις, ειρωνείες, διακοπές, αποκλεισμός των μη αρεστών απαντήσεων. Όλα στην υπηρεσία της τέρψης και της κολακείας του «μέσου» τηλεθεατή.
«Γιατί μειώνεται μήνα με τον μήνα η σύνταξή σου δύσμοιρε συνταξιούχε; Μα γιατί ο δήμαρχος του Ρεθύμνου πετάει το ασφαλτικό. Γιατί τριαντάχρονε νέε είσαι άνεργος; Μα γιατί η αντιπολίτευση του Δήμου Ρεθύμνου κάνει μικροπολιτική».
Τι και εάν η πραγματικότητα της πόλης είναι διαφορετική και τoν διαψεύδει. Τι και αν πολίτες της βλέπουν αναπλασμένες πλατείες, πεζοδρόμια που δεν υπήρχαν, ποδηλάτες που κινούνται με ασφάλεια. Τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα. Γιατί πραγματικότητα είναι αυτό που δείχνει ο κ. Ευαγγελάτος.
Τι και αν οι επισκέπτες της πόλης (ξένοι και Έλληνες) την κατατάσσουν στους σύγχρονους και κοσμοπολίτικους προορισμούς. Τι και αν βελτιώνει τις υποδομές της και κερδίζει μερίδια στην τουριστική αγορά χρόνο με τον χρόνο. Τίποτα από όλα δεν συγκινεί τον καλό δημοσιογράφο. Άλλωστε οι Γερμανοί δεν βλέπουν την εκπομπή του, από τους τηλεθεατές του δε, οι περισσότεροι δεν την έχουν επισκεφθεί.
Δεν έχω καμιά διάθεση να υπερασπίσω τον Δήμαρχο, τις υπηρεσίες, την αντιπολίτευση ή όποιον άλλο. Οι ίδιοι έχουν την ευθύνη και την επάρκεια νομίζω, να υπερασπιστούν εαυτούς. Θέλω όμως να σχολιάσω, με τη σειρά μου, τον τρόπο που καταγράφουμε, αναδεικνύουμε και σχολιάζουμε την επικαιρότητα. Γιατί αυτό ακριβώς κάνει η δημοσιογραφία. Ή μάλλον αυτό έπρεπε να κάνει.
Θα μπορούσε δηλαδή, με αφορμή το ρεπορτάζ, να ξεκινήσει μια συζήτηση για το πώς διοικούμε τους Δήμους μας. Τι αρμοδιότητες δίνουμε στις υπηρεσίες μας, ποια η αυτοτέλειά τους, πως τις στελεχώνουμε, τι προσδοκάμε από αυτές. Τι κάνουν οι Ιταλοί, οι Γάλλοι, οι Γερμανοί; Πως καταφέρνουν και έχουν αποτελεσματική αυτοδιοίκηση; Έχουν αυτοί Αντιδημάρχους; Και αν ναι, πόσους; Κάνουν επιτελική δουλειά ή καθημερινή διαχείριση;
Όμως η «ενημέρωση» των πρωινάδικων κάνει κάτι άλλο. Δεν θέλει να καταγράψει, θέλει να εντυπωσιάσει. Δεν θέλει να σχολιάσει, θέλει να λαϊκίσει. Δεν θέλει, εν τέλει, να κάνει δημοσιογραφία, θέλει καλά νούμερα στα μηχανάκια της ΑGB.
Τους θυμάμαι όλους αυτούς, πριν μερικά χρόνια, να ωρύονται για τις αυξήσεις της μιας τυρόπιτας /ημέρα χαρακτηρίζοντάς την κοροϊδία. Να ευνοούν αυξήσεις και παροχές από άδεια ταμεία. Να πουλάνε πατριωτιλίκι σε κάθε ευκαιρία.
Σήμερα που ομολογούν οι πάντες ότι ο νόμος Γιαννίτση θα έσωζε το ασφαλιστικό, που το σύνολο της ημερήσιας σύνταξης αντιστοιχεί σε μια τυρόπιτα, που τα σκισμένα μνημόνια έγιναν αισίως τρία, σήμερα, μετά από επτά χρόνια κρίσης και καταστροφής, κανείς από αυτούς δεν έχει το θάρρος της απολογίας και της συγνώμης.
Για τον κατήφορο αυτή τη χώρας φταίνε πολλοί. Πολλοί περισσότεροι από όσους μας αρέσει να πιστεύουμε. Περίοπτη θέση έχει και η δημοσιογραφία του εντυπωσιασμού, η δημοσιογραφία της ευκολίας. Μα πάνω από όλα φταίει ο πολιτικός κόσμος που φοβήθηκε τον λαϊκισμό και δεν του αντιστάθηκε ως όφειλε.