Το μεταναστευτικό και η προσφυγιά, η συνύπαρξη των ανθρώπων που αναζητούν καλύτερες συνθήκες ζωής με τους ντόπιους και η ενσωμάτωσή τους με τις τοπικές κοινωνίες αποτελούν αντικείμενο έρευνας του θερινού σχολείου που πραγματοποιείται σε συνεργασία του Τμήματος Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστήμιου Κρήτης με το Πανεπιστήμιο EOTVOS LORAND UNIV της Βουδαπέστης.
Στο θερινό σχολείο συμμετέχουν πέντε υποψήφιοι διδάκτορες από τη Βουδαπέστη και δέκα φοιτητές του Πανεπιστήμιου Κρήτης (προπτυχιακού, μεταπτυχιακού και διδακτορικού επιπέδου) όπου πραγματοποιούν έρευνες συνομιλώντας με πρόσφυγες και μετανάστες, καθώς και με τους αρμόδιους τοπικούς φορείς για θέματα που έχουν να κάνουν με την ένταξή τους στις τοπικές κοινωνίες, τα προβλήματα που συναντούν στην καθημερινότητα, στην εκπαίδευση και στην κοινωνικοποίησή τους.
Χτες οι δυο υπεύθυνοι καθηγητές των Πανεπιστημίων Κρήτης και Βουδαπέστης, Άρης Τσαντηρόπουλος και Νίκος Φωκάς, κοινωνικοί ανθρωπολόγοι, μαζί με φοιτητές επισκέφτηκαν τον δήμαρχο Ρεθύμνου όπου είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν για το θέμα. Να διατυπώσουν τις απόψεις, τις παρατηρήσεις τους αλλά και τις διαφορές που έχουν εντοπίσει μεταξύ Κρήτης και Βουδαπέστης σε ό, τι αφορά στην συνύπαρξη των προσφυγών με τις τοπικές κοινωνίες αλλά και τα καθημερινά προβλήματα- δυσκολίες που αυτοί συναντούν είτε στον τομέα της γλώσσας, της εκπαίδευσης, της εργασίας και συνολικά της συνύπαρξης.
Τα συμπεράσματα που θα προκύψουν από τις ερευνητικές εργασίες θα συμπεριφερθούν σε σχετικό τόμο του Πανεπιστημίου Κρήτης, μιας και το θερινό σχολείο έχει εκτός από ερευνητικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα.
«Απαραίτητη η γνώση για τις αντιλήψεις και τις νοοτροπίες των ανθρώπων»
Ο καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας ο κ. Αρης Τσαντηρόπουλος, αναφερόμενος στο θέμα του θερινού σχολείου, είπε:
«Ξεκινήσαμε από πέρυσι μια πρώτη έτσι πειραματική προσπάθεια οργάνωσης, από κοινού με καθηγητές και φοιτητές των δύο Πανεπιστημίων, ένα θερινό σχολείο. Το θέμα του θερινού σχολείου είναι, όπως το ονομάσαμε, «Αναγκαστική Συνύπαρξη», διαδικασίες κοινωνικής ζωής και συμβίωσης προσφύγων και μεταναστών στην Κρητική κουλτούρα και κοινωνία.
Σκοπός μας είναι να δούμε, πώς και τί προβλήματα υπάρχουν όταν συνυπάρχουν άνθρωποι, αναγκαστικά πολλές φορές, από διαφορετικές κουλτούρες. Η Κρητική κοινωνία έχει γίνει πλέον μια κοινωνία πολυπολιτισμική. Άνθρωποι από διαφορετικές χώρες και πολιτισμούς έρχονται και ζούνε εδώ. Και θέλουμε να δούμε τί προβλήματα και τί οσμώσεις γίνονται μεταξύ των διαφορετικών πολιτισμών.
Θεσμικά, οποιαδήποτε παρέμβαση, όσο καλές προθέσεις και να υπάρχουν, κάποιες φορές μπορεί να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιθυμεί να επιλύσει όταν δεν υπάρχει γνώση για το τι ακριβώς συμβαίνει «από τα κάτω», δεν υπάρχει δηλαδή γνώση για τις αντιλήψεις και τις νοοτροπίες των ανθρώπων.
Ξεκινάμε με μια έρευνα για γνώση της κατάστασης που έχει πλέον διαμορφωθεί στην κοινωνία της Κρήτης από τα κάτω. Και έχουμε ξεκινήσει σειρά από συνεντεύξεις τόσο με ανθρώπους που μένουν εδώ από άλλες χώρες, κράτη, τόσο και με φορείς και θεσμούς, οι οποίοι έχουν αναλάβει τις διαδικασίες επίλυσης ή τις διαδικασίες παραμονής των ανθρώπων αυτών στην Κρητική κοινωνία».
«Η ενσωμάτωση των μεταναστών στις τοπικές κοινωνίες Κρήτης και Βουδαπέστης διαφέρει»
Από την πλευρά του ο Νίκος Φωκάς, κοινωνιολόγος Πανεπιστημίου EOTVOS LORAND UNIV της Βουδαπέστης, μίλησε για την πορεία του προγράμματος και μεταξύ άλλων τόνισε:
«Πέρυσι κάναμε ένα πιλοτικό πρόγραμμα γιατί ήταν οι πρώτες επαφές και οι πρόσφυγες μόλις είχαν φτάσει πέρυσι αυτή την εποχή στην Κρήτη και οι θεσμοί δεν είχαν ακόμη τόση εμπειρία όση έχουν τώρα. Πέρυσι κάναμε συνολικά τρεις μόνο συνεντεύξεις με πρόσφυγες από τη Συρία. Εκεί οι περισσότεροι περίμεναν την σύνδεσή τους με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Μερικοί ακόμη βρίσκονται εδώ, είναι αυτό ένα ενδιαφέρον στοιχείο. Φέτος ξεκινήσαμε πολύ πιο δυναμικά. Έχουμε δύο διαστάσεις εντάξει στην ερευνά μας. Η μια αφορά στους πρόσφυγες, δηλαδή αυτή τη ροή των ανθρώπων, η οποία έφτασε μετά το 2015 και παράλληλα με τους μετανάστες, με Αλβανούς της Κρήτης και μια κοινότητα Ινδών, και ήδη έχουμε ολοκληρώσει δεκαπέντε (15) συνεντεύξεις, μεταξύ άλλων και με κοινωνικούς λειτουργούς και λοιπά. Τώρα επικεντρωνόμαστε εν μέρει στα τραύματα, δηλαδή αυτοί οι πρόσφυγες τι τραύματα φέρουν μαζί τους. Είναι πολύ νωρίς ακόμη να φτάσουμε σε οποιαδήποτε συμπεράσματα. Είναι γεγονός ότι οποιαδήποτε κοινότητα ήταν πάρα πολύ πρόθυμη στη συνεργασία. Είμαστε πάρα πολύ ευχαριστημένοι και με τους κοινωνικούς λειτουργούς και τα λοιπά, με τους οποίους είχαμε μια συνεργασία στο Ηράκλειο. Μας βοήθησαν πάρα πολύ, μας συνόδευσαν, βρήκαν ερμηνευτές. Τυχαία βρήκαμε και μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση: έναν νεαρό οι γονείς του κατάγονται από το Σουδάν, ήλθαν από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 αρχές του ’70. Αυτός ήδη γεννήθηκε εδώ, σπούδασε εδώ. Ξεκίνησε από το Δημοτικό και έφτασε μέχρι το Πανεπιστήμιο στο Πάντειο όπου σπούδασε ως κοινωνικός ανθρωπολόγος. Πρώτα σαν μεταφραστής, διερμηνέας είχε συνεργαστεί με τους θεσμούς εδώ στην Κρήτη και τώρα ευθύνεται για την εκπαίδευση των προσφυγόπουλων, γιατί θεωρούν όλοι ότι η εκπαίδευση είναι ένα βασικό στοιχείο και τουλάχιστον μάθαμε ότι στο Ηράκλειο πετύχανε μεγάλα ποσοστά ένταξης παρότι οι περισσότεροι πρόσφυγες έχουν το σκοπό να συνεχίσουν. Αλλά τα παιδιά έχουν σχέση με τα Ελληνόπουλα. Οι ίδιοι, όχι όλοι, λένε ότι έχουν καλές σχέσεις με τη γειτονιά, ότι η γειτονιά τους δέχτηκε με πολύ φιλικό τρόπο. Αυτά είναι όχι τα πρώτα συμπεράσματα θα έλεγα αλλά οι πρώτες εντυπώσεις ».
Ο κ Φωκάς μίλησε για τη διαφορετική αντιμετώπιση που επικρατεί στο προσφυγικό θέμα στην Ουγγαρία και στην Κρήτη υποστηρίζοντας πως οι δυο χώρες είχαν επηρεαστεί από τα τέλη του 2015 από την προσφυγική κρίση, ωστόσο η αντίδρασή τους δεν ήταν όμοια. Χαρακτήρισε την κοινωνία της Ουγγαρίας ομοφωνική, τάση η οποία, όπως ανέφερε, ήταν διάχυτη και από τον τύπο. Αντίθετα, υποστήριξε πως η κρητική κοινωνία ήταν φιλόξενη. «Στα τέλη του 2015 διαπιστώνουμε ότι και οι δύο χώρες, και η Ελλάδα και η Ουγγαρία, είχαν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό με την μεγάλη προσφυγική ροή. Η αντίδραση ήταν εμφανώς διαφορετική γι’ αυτό κάναμε και μια έρευνα με ερωτηματολόγια για το πώς διαμορφώθηκε η κοινή γνώμη. Άρα έχουμε και ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα που προσφέρεται για ποιοτική ανάλυση και τώρα με την επιτόπια έρευνα μπορούμε να προσφέρουμε και μια ποιοτική διάσταση του φαινομένου αυτού. Όσον αφορά τώρα στον Τύπο, εκεί διακρίνεται μια τεράστια διαφορά μεταξύ Ελλάδας- Ουγγαρίας. Δηλαδή στην Ουγγαρία από το 2015 έως σήμερα όλο το φαινόμενο της προσφυγιάς συνδέεται με την παρανομία. Δηλαδή κυριαρχούν εκφράσεις, και νέες λέξεις που είναι ξένες για τους Ούγγρους αλλά συνδέονται με την ελληνική λέξη λαθρομετανάστης. Αυτός ο λόγος κυριαρχεί στον Ουγγρικό Τύπο. Κυριαρχεί βέβαια και στην πολιτική. Εκεί η κοινή γνώμη είναι εντελώς διαφορετική και σχετικά με αυτό το θέμα η Ουγγρική έχει γίνει μια φοβική κοινωνία. Όσον αφορά τώρα στην κοινωνία των πολιτών εκεί έχει πάρα πολλούς περιορισμούς. Εδώ και τρεις εβδομάδες ψηφίστηκε ένας καινούριος νόμος, οποίος ποινικοποιεί ακόμη και τη βοήθεια που προσφέρουν τα ΜΚΟ σε πρόσφυγες- μετανάστες γιατί όλη η Ουγγρική κυβέρνηση θεωρεί ότι οποιοσδήποτε βρεθεί στην Ουγγαρία, βρέθηκε στην Ουγγαρία με παράνομο τρόπο. Αυτά είναι τα πρώτα συμπεράσματα που βλέπουμε. Για την Κρήτη τώρα ακόμα ξεκινάμε. Μας τράβηξε το ενδιαφέρον ότι η Κρήτη είχε δηλώσει ότι είναι πρόθυμη να δεχτεί περίπου 2.000 πρόσφυγες. Όλη η Ουγγαρία δεν ήθελε να δεχτεί ούτε 1.300. Ήδη ήταν τεράστιο το φάσμα γι’ αυτό προσπαθήσαμε να ερμηνεύσουμε αυτή τη διαφορά από πού προκύπτει. Προκύπτει από την ίδια την κοινωνία, ότι όλες οι κοινωνίες προς το ξένο είναι λίγο πολύ επιφυλακτικές και η Ουγγρική κοινωνία δεν έχει πολύ μεγάλη προηγούμενη εμπειρία. Γιατί ούτε οι Ούγγροι δεν μεταναστεύουν είναι ένα πολύ πρόσφατο φαινόμενο κι ούτε στην Ουγγαρία έρχεται πολύς κόσμος. Άρα ο «ξένος» είναι άγνωστος που μπορεί να προκαλεί έως ένα βαθμό φόβο. Και αν σε αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει ακόμη περισσότερο και η ίδια η πολιτική συνειδητά, τότε μπορεί να δημιουργηθεί μια φοβική κοινωνία που στην Ελλάδα δεν έχω την εντύπωση ότι έχει δημιουργηθεί μια τέτοια κατάσταση».
«Είμαστε υπέρ της ενσωμάτωσης των μεταναστών»
Ο δήμαρχος Γιώργος Μαρινάκης, αφού υποδέχτηκε εγκάρδια τους δυο καθηγητές και την ομάδα των φοιτητών, επεσήμανε ότι είναι πολύ σημαντική η εργασία και συνεργασία των δυο Πανεπιστημίων για το μεταναστευτικό ζήτημα στην Ευρώπη.
Το μήνυμα που πρέπει να φύγει μέσα από το Πανεπιστήμιο και να διαχυθεί σε όλες τις κοινωνίες, πρέπει να είναι «Η Ευρώπη των ανοιχτών συνόρων» τόνισε ο κ. Μαρινάκης.
«Θεωρώ πολύ σημαντική την εργασία των δυο Τμημάτων των Πανεπιστημίων Κρήτης και Βουδαπέστης διότι μας φέρνει κοντά σε ανθρώπους, οι οποίοι για λόγους ανεξάρτητους της θέλησής τους έχουν φύγει από τις πατρίδες τους. Δεν ξέρω κανένα ευτυχισμένο άνθρωπο που φεύγει από την πατρίδα του. Το μήνυμα που πρέπει να φύγει μέσα από το Πανεπιστήμιο και να διαχυθεί σε όλες τις κοινωνίες, πρέπει να είναι «Η Ευρώπη των ανοιχτών συνόρων» τόνισε ο κ. Μαρινάκης.
Ο δήμαρχος Ρεθύμνου, αναφερόμενος στη φιλοξενία προσφύγων στην Κρήτη, έκανε λόγο για άριστο χειρισμό του θέματος από πλευράς φορέων του νησιού, οι οποίοι απέφυγαν τη δημιουργία ομαδικών καταυλισμών και επέμειναν στην πρότασή τους για φιλοξενία σε κατάλληλα σπίτια, ώστε οι άνθρωποι αυτοί να έχουν πολύ καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.
«Θεωρώ ότι η Κρήτη το όλο θέμα το έχει χειριστεί με τρόπο υποδειγματικό γιατί απέφυγε να δημιουργήσει τους ομαδικούς καταυλισμούς που υπάρχουν στα νησιά του Αιγαίου» είπε.
Ο κ. Μαρινάκης, τόνισε πως ούτως ή άλλως η Κρήτη έχει μια ανοιχτή κοινωνία που φιλοξενεί τόσα χρόνια χιλιάδες μετανάστες που ζουν και εργάζονται στο νησί και έχουν ενσωματωθεί στην τοπική κοινωνία.
Μεταξύ άλλων ανέφερε ότι: «Στην Κρήτη, φιλοξενούμε δεκάδες χιλιάδες μετανάστες. Και πρόσφυγες. Και έχουν ενσωματωθεί εν πολλοίς μέσα στην οικονομική και κοινωνική ζωή της περιοχής μας. Χαιρόμαστε που τα παιδιά τους πηγαίνουν στα σχολεία, μετέχουν της ελληνικής παιδείας, διατηρώντας πάντα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τον πολιτισμό που φέρουν από τις δικές τους πατρίδες. Γιατί εμείς δεν είμαστε υπέρ της αφομοίωσης. Είμαστε όμως υπέρ της ενσωμάτωσης. Αυτή είναι η προσπάθεια την οποία πρέπει να καταβάλουμε όλοι, με όρους δίκαιους και προκαθορισμένους. Όλοι μαζί να συλλειτουργούμε και να βοηθούμε εκείνους που ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός πάντα τους είχε σε εξαιρετική περιωπή, δηλαδή τους «ξένους». Αλλά και η χριστιανική θρησκεία μιλάει για τον ξένο που έρχεται απρόσκλητος και φτωχός και ζητάει τη βοήθειά σου και πρέπει να την προσφέρεις. Η δική μας προσπάθεια πρέπει να εστιάζεται στην κατεύθυνση της ενσωμάτωσης των προσφύγων και μεταναστών, χωρίς να διαταράσσεται η ομαλή κοινωνική και οικονομική ζωή της περιοχής μας. Να φροντίζουμε ώστε αυτοί οι άνθρωποι να ενσωματώνονται, τα παιδιά τους να μορφώνονται και όλοι μαζί να δουλεύουμε για μια καλύτερη κοινωνία. Άλλωστε το μεγάλο πρόβλημα για την Ελλάδα δεν είναι το προσφυγικό αλλά το δημογραφικό. Και γι’ αυτό δεν βλέπω όλους αυτούς τους «υπερπατριώτες» που διαμαρτύρονται, να λένε τίποτα».
Αναφερόμενος ο δήμαρχος Ρεθύμνης στην Ουγγαρία, επεσήμανε πως πρόκειται για μια κλειστοφοβική χώρα και επεσήμανε ότι η μελέτη των φοιτητών που βρίσκονται στην Κρήτη ίσως αποτελέσει τροφή για σκέψη και κοινωνικό διάλογο στη χώρα τους, ενώ δεν παρέλειψε να αναφέρει τη σοβαρή ευθύνη που φέρει η πολιτική ηγεσία της Ουγγαρίας ως προς τη διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος.
«Όσον αφορά στους φίλους μας από την Ουγγαρία που βρίσκονται εδώ, θέλω να πω πως θεωρώ ότι αυτή η μελέτη και τα πορίσματα αλλά και τα καλά παραδείγματα που θα πάρουν από εδώ, θα τους δώσουν βάση και τροφή για ένα ευρύτερο και κοινωνικό διάλογο σε μια χώρα που αποδεικνύεται δυστυχώς κλειστοφοβική και ρέπει σε ακραίες εθνικές αντιλήψεις.
Ο λαός πολλές φορές παρασύρεται από τους κακούς ηγέτες, όπως και παραδειγματίζεται από τους καλούς. Νομίζω λοιπόν ότι αυτά τα καλά παραδείγματα πρέπει να μεταφερθούν» είπε.