Έχει δημιουργηθεί μία αρνητική δυναμική, η οποία οδηγεί στη συνεχή επέκταση του Δημοσίου παρά την εφαρμογή μιας πολιτικής, που υποτίθεται ότι οδηγεί στον περιορισμό του. Η δυναμική αυτή οφείλεται σε παραδοσιακές πολιτικές αντιλήψεις και πρακτικές, αλλά και στη διαρκή συρρίκνωση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας λόγω της κρίσης.
Μονιμοποιήσεις και προσλήψεις
Η κυβέρνηση Τσίπρα, συνεχίζει μία ρουτίνα μονιμοποιήσεων και προσλήψεων, η οποία αυξάνει το κόστος λειτουργίας του Δημοσίου. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ των ΜΜΕ, πρόκειται να μονιμοποιηθούν 10.000 συμβασιούχοι στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης, ενώ τα κυβερνητικά στελέχη αυξάνουν τους διορισμούς συνεργατών, συγγενών και φίλων, γεγονός που οδηγεί και στην αύξηση του αριθμού των μετακλητών υπαλλήλων.
Η αύξηση του αριθμού όσων αμείβονται από το Δημόσιο, συνοδεύεται και από αυξήσεις στις αποδοχές τους. Επιβαρύνεται έτσι το μισθολόγιο του Δημοσίου, σε μια περίοδο κατά την οποία βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση οι αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα και οι περισσότερες νέες προσλήψεις αφορούν θέσεις μερικής και όχι πλήρους απασχόλησης.
Ο παραγωγικός ιδιωτικός τομέας της οικονομίας, ο οποίος έχει περιορισμένες δυνατότητες λόγω της κρίσης, καλείται να καλύψει τις αυξανόμενες οικονομικές απαιτήσεις του Δημοσίου, μέσω αλλεπάλληλων αυξήσεων στη φορολογία και στο ασφαλιστικό κόστος.
Διορισμοί με άλλοθι το προσφυγικό
Την αρρωστημένη νοοτροπία που επικρατεί, έφεραν στη δημοσιότητα βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι διαμαρτύρονται, απόλυτα δικαιολογημένα, για τις μεθοδεύσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης. Προσελήφθησαν 2.500 συμβασιούχοι για να καλύψουν τις ανάγκες διαχείρισης του προσφυγικού – μεταναστευτικού και οι περισσότεροι από αυτούς χάθηκαν με εντυπωσιακή ευκολία στην αυτοδιοικητική γραφειοκρατία, χωρίς να πάνε στους τόπους φιλοξενίας των προσφύγων και των μεταναστών, για να συμβάλουν στη δημιουργία ανθρώπινων συνθηκών διαβίωσης.
Η κυβέρνηση ευθύνεται γι’ αυτή την απαράδεκτη κατάσταση, για τη νομοθέτηση υπέρ των κοπανατζήδων, στο όνομα της κάλυψης των αναγκών της τοπικής αυτοδιοίκησης, ενώ διασύρθηκαν και οι Δήμαρχοι, οι οποίοι εμφανίζονται να δίνουν τη μάχη υπέρ των προσφύγων και των μεταναστών, ενώ στην πραγματικότητα συνεχίζουν τον αγώνα υπέρ των διορισμών.
Δημοσιονομικό αδιέξοδο
Με τον τρόπο που γίνεται η διαχείριση του τρίτου προγράμματος – μνημονίου, συντηρείται το δημοσιονομικό αδιέξοδο και απομακρύνεται χρονικά η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε περίοδο δυναμικής ανάπτυξης.
Το κόστος του μισθολογίου του Δημοσίου δεν μειώνεται, αυξάνονται οι διορισμοί, το κόστος των οποίων θα φανεί στο άμεσο μέλλον, η μείωση του αριθμού των απασχολούμενων στο Δημόσιο επιτυγχάνεται μέσα από δαπανηρά προγράμματα, κατά κανόνα πρόωρης συνταξιοδότησης, ενώ μεγαλώνουν και οι ανάγκες χρηματοδότησης του ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Όλα αυτά, παραπέμπουν στο παρελθόν και στις επιλογές που οδήγησαν στην υπερχρέωση του Δημοσίου, με μία βασική διαφορά. Σήμερα, ο ιδιωτικός τομέας, ο οποίος έχει χάσει γύρω στο 1 εκατομμύριο θέσεις εργασίας σε σχέση με το παρελθόν, έχει πολύ μικρότερες δυνατότητες χρηματοδότησης του Δημοσίου. Στον έβδομο χρόνο της μνημονιακής προσαρμογής, διαπιστώνουμε ότι η επιρροή του Δημοσίου στην οικονομία και οι απαιτήσεις του από τους φορολογούμενους είναι μεγαλύτερες απ’ ό,τι ήταν πριν την έναρξη εφαρμογής του πρώτου προγράμματος – μνημονίου, τον Μάιο του 2010.
Όσο για τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές, δικαιολογημένα διαμαρτύρονται, γιατί όλα δείχνουν ότι δεν πρόκειται να πάρουν πίσω τα λεφτά που έχουν δανείσει στο ελληνικό Δημόσιο τις επόμενες δεκαετίες. Το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα εξακολουθεί να είναι οριακό, με αποτέλεσμα να μην αποπληρώνουμε το κεφάλαιο, ούτε το μεγαλύτερο μέρος των τόκων που αναλογούν σε αυτό. Συνεχίζεται λοιπόν η υπερχρέωση του ελληνικού Δημοσίου εφόσον ο συνδυασμός διαρκούς επέκτασης του κράτους και καχεκτικού ιδιωτικού τομέα της οικονομίας στέκεται εμπόδιο στις θετικές εξελίξεις.
*Ο Γιώργος Κύρτσος είναι ευρωβουλευτής της Ν.Δ.