«…στο βάθος η αγωνία έρχεται όταν αντιλαμβανόμαστε πόσο πεθαμένο είναι αυτό που κάνουμε και ζούμε… και τότε αρχίζει το μεγάλο δράμα», Σ. Ράμφος.
Παρακολουθούμε τους τελευταίους μήνες τις πολιτικές εξελίξεις με συναισθήματα που μεταπηδούν από τον άκρατο ενθουσιασμό και την ανακούφιση στον ανεξέλεγκτο θυμό, το φόβο και την κατάθλιψη. Σκέφτομαι ότι αυτό που μας συμβαίνει σαν έθνος ξεφεύγει πια από τα στενά όρια της ακολουθίας πολιτικών γεγονότων και συνεπειών και χρήζει ψυχαναλυτικής προσέγγισης. Πρέπει να αναζητήσουμε τις αιτίες και τις παθογένειες της συμπεριφοράς μας ως πολιτικά όντα στη «βιογραφία» της ιστορικής μας διαδρομής.
Η ιστορία, λένε, επαναλαμβάνεται για τους ανιστόρητους ως φάρσα. Έχουμε εδώ και πολύ καιρό παραιτηθεί από την προσωπική μας ευθύνη στη συγγραφή της ιστορίας κι αναπόφευκτα παραδώσαμε την πένα στους «ξένους», στους «εχθρούς», στους «κατώτερους», στους «τρομοκράτες», όπως αρεσκόμαστε να ονομάζουμε ότι μας ξεπερνά ή κατά μια άλλη έννοια μας νικά. Γι’ αυτό και για ό,τι συμβαίνει πια θεωρούμε ότι φταίνε οι άλλοι και σε προσωπικό και σε εθνικό επίπεδο. Γίναμε μικροπρεπείς και καχύποπτοι, απέραντοι συνομωσιολόγοι, μπλοφαδόροι και ψευτοπαλληκαράδες. Ξεχάσαμε την προσωπική μας ευθύνη αλλά όχι την εθνική μας περηφάνια. Τι άλλο μας έμεινε άλλωστε; Ε, λοιπόν, νομίζω ότι πάψαμε να πιστεύουμε στους άλλους τη στιγμή που σταματήσαμε να πιστεύουμε στους εαυτούς μας. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα και κανείς άλλος, βέβαια, να μη μας πιστεύει (πίστη με την έννοια της εμπιστοσύνης). Και πώς να πιστέψεις κάποιον, που ερμηνεύει τα τεκταινόμενα κατά το δοκούν ή μάλλον κατά το ίδιον συμφέρον κι αυτό χωρίς καμιά σταθερότητα; Ελάχιστοι έχουν το σθένος μιας υγιούς αυτοκριτικής και τη σύνεση μιας υπολογισμένης αντίδρασης.
Έχουμε την παγκόσμια πρωτοτυπία να γιορτάζουμε τις ενάρξεις των πολέμων μας κι όχι τις λήξεις, γιορτάζουμε τον πόλεμο και την επανάσταση κι όχι την ειρήνη και την ευημερία μας. Μιλάμε για αγώνες και μάχες, για νικημένους και νικητές, για ζωή ατιμασμένη και τιμημένο θάνατο σε κάθε καθημερινή μας έκφραση κι αυτό λέει πολλά για το σύνδρομο του «σκλάβου» που κουβαλάμε μέσα μας και σθεναρά αντιστεκόμαστε στην υποδούλωση ημών «των καλών και άξιων που μας φθονούν όλοι» από τους σφετεριστές ξένους. Άλλα, αν κοιτάξουμε πίσω, αυτό δεν ήταν σχεδόν όλη μας η ύπαρξη; Μια διαρκής προσπάθεια «απελευθέρωσης»; Συνδυάζουμε σαν λαός τα άκρα αντίθετα… την ενσυναίσθηση του ιστορικού συνεχούς αλλά και τη βραχύβια μνήμη ενός «χρυσόψαρου». Την αυτοπεποίθηση του νικητή αλλά και την ηττοπάθεια του εκ πεποιθήσεως «χαμένου» Το πάθος και τη μεγαλοπρέπεια του δημιουργικού όντος και την βιαιότητα ενός απαίδευτου και επιφανειακού ανθρωπόμορφου τέρατος. Το μεγαλείο της αυταπάρνησης και της προσφοράς και τη μικρότητα της υστερόβουλης φτηνής ύπαρξης. Κι όλα αυτά την ίδια στιγμή. Παλεύει μέσα μας το ένδοξο παρελθόν μας με το θλιβερό παρόν μας και αμήχανα το μέλλον μας παρακολουθεί αυτή την πάλη για να κριθεί απ’ τη μάχη αυτή αν θα υπάρχει. Χτίζουμε τις τύχες μας χωρίς σχέδιο, χωρίς να υποψιαζόμαστε ότι τα συμβάντα έχουν λογικές συνέπειες και αποδίδουμε τις αποτυχίες μας σε μια συμπαντική κακοδαιμονία.
Αυτή είναι η θλιβερή ιστορία μας. Η σύγκρουση κι η αέναη περιστροφική πορεία γύρω απ’ την ουρά μας… δηλαδή τα λάθη μας. Και το χειρότερο το πιο τραγικό μας λάθος είναι ότι ξεχάσαμε ποιοι είμαστε. Αυτό για το οποίο απαιτούμε υστερικά να μας σέβονται και να μας επιστρέφουν ξανά και ξανά όσα θεωρούμε ότι μας χρωστάνε, την ανυπέρβλητη συνεισφορά μας στο φως και τη γνώση, εμείς οι ίδιοι το απαρνηθήκαμε και βυθιστήκαμε στη μιζέρια και στη γκρίνια. Διεκδικούμε το αλάθητο και το δίκαιο αλλά γινόμαστε αναξιόπιστοι και ανακόλουθοι στις δεσμεύσεις μας. Δεν ξέρουμε πού πάμε και γι’ αυτό δε θα φτάσουμε ποτέ δυστυχώς, αν δε σταθούμε μια στιγμή να κοιταχτούμε στον καθρέπτη. Να θυμηθούμε και να συνδεθούμε ξανά μ’ εκείνον τον υπέροχο Έλληνα, που είχε επίγνωση της «Ευθύνης», του «Καθήκοντος» και της «Πολιτικής αρετής» ως τα βασικά στοιχεία της υπεροχής του φιλοσοφημένου ανθρώπου, που δεν είναι στο έλεος των περιστάσεων και δεν αναθέτει τη διαχείριση του βίου του σε δημαγωγούς και εξουσιαστές.
Ο αφιλοσόφητος άνθρωπος είναι με άλλα λόγια καταδικασμένος να γευθεί, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, την πίκρα της ήττας. Απ’ την άλλη η θωράκιση αυτών των αξιών ανυψώνει τον άνθρωπο πάνω από τα πράγματα, τον οδηγεί στην σφαιρική όραση, στην καλύτερη κατανόηση των συμβαινόντων, σε εγκυρότερη ανάλυση και, εν τέλει, στην ανενδοίαστη ανάληψη ευθύνης. Ο ριζοσπάστης ψυχίατρος Τόμας Σαζ είχε πολύ ορθά τονίσει προ δεκαετιών πως ο πόλεμος για τον έλεγχο του κόσμου είναι πόλεμος ορισμών και πως εκείνος που ορίζει το νόημα μιας κατάστασης, επιβάλλει στον άλλον την δική του πραγματικότητα. Μεγάλη αλήθεια. Όπως επίσης είναι μεγάλη αλήθεια και το άλλο που διατύπωσε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο συγγραφέας Ερνστ Ράουτερ, ότι όσο ασαφέστερα εκφράζεται κανείς, τόσο περισσότερο μένει κρυμμένο το ψέμα που υπάρχει στον λόγο του.
Είμαστε το πρόβλημα αλλά είμαστε κι η λύση. Το μεγάλο ΟΧΙ οφείλουμε να το πούμε στην εσωτερική μας παρακμή. Η ελπίδα στη συνέχειά μας ως κυρίαρχος λαός απαιτεί να ξαναβρούμε ή να «ξαναχτίσουμε», αν χρειαστεί, αυτόν τον Έλληνα μέσα μας. Αν δεν επενδύσουμε στην εκπαίδευση των παιδιών μας με στόχο ένα άλλο αξιακό σύστημα και μια νέα ηθική, θα αναπολούμε επί ματαίω τον «χρυσούν αιώνα» αλλά δε θα τον βιώσουμε ποτέ ξανά.
*Η Αναστασία Μανώλα είναι εκπρόσωπος Επικοινωνίας Ρεθύμνου -Ποτάμι