Την Κυριακή 21 Αυγούστου, σύμφωνα με ανακοίνωση της Διεύθυνσης Εθιμοτυπίας και Δημοσίων Σχέσεων του Πολεμικού Ναυτικού, εορτάστηκε εφέτος η Παγκόσμια Ημέρα Φάρων. Καθιερώθηκε το 2003 με πρωτοβουλία της Διεθνούς Ένωσης Φαροφυλάκων και γιορτάζεται κάθε χρόνο την τρίτη Κυριακή του Αυγούστου. Σκοπός αυτής της πρωτοβουλίας είναι η ενημέρωση των πολιτών για τη σημασία των φάρων και των υπόλοιπων ναυτικών βοηθημάτων στη ναυσιπλοΐα, αλλά και η προβολή του έργου που επιτελούν οι φαροφύλακες, συχνά κάτω από δύσκολες συνθήκες. Η Παγκόσμια Ημέρα Φάρων γιορτάζεται και φέτος σε εκατοντάδες φάρους σε περισσότερες από 40 χώρες του κόσμου.
Εφέτος η Υπηρεσία Φάρων έχει επιλέξει 30 φάρους, οι οποίοι θα είναι ανοιχτοί για το κοινό από τις 10:00 το πρωί έως τις 7:00 το απόγευμα, με την πραγματοποίηση διάφορων εκδηλώσεων. Στην Κρήτη επισκέψιμος θα είναι ο φάρος στο ακρωτήριο Δρέπανο, στη βόρεια πλευρά του νομού Χανίων, ανατολικά του στομίου της Σούδας.
Η Υπηρεσία Φάρων του Πολεμικού Ναυτικού ιδρύθηκε το 1957 και καθιέρωσε ένα ενιαίο σύστημα ναυτιλιακής σήμανσης, στη βάση του σύγχρονου φαρικού υλικού και της διεθνούς εμπειρίας. Από το 1981 είναι μέλος του διεθνούς μη κερδοσκοπικού οργανισμού φαρικών αρχών IALA (International Association Lighthouse Authorities).
Οι φάροι
Μπορεί να φαίνονται ίδιοι, όμως δεν είναι. Ο καθένας έχει τη δική του γραμμή, το δικό του ύψος και ύφος, τη δική του συχνότητα και εμβέλεια δηλαδή με άλλα λόγια την δική του προσωπικότητα.
Μπορεί να μοιάζουν ίδιοι, αλλά δεν είναι. Άλλοι προσδιορίζουν ακραία όρια, ή επισημαίνουν επικίνδυνες ξέρες, άλλοι ορίζουν δύσκολους δρόμους κι άλλοι καταδεικνύουν γλυκούς προορισμούς. Είναι οι φάροι των θαλασσών. Και αυτών την σπίθα, μέσα στο βαθύ σκοτάδι, άγρυπνα αναζητούν τα έμπειρα μάτια του ναυτικού, που σαν το μίτο της Αριάδνης, θα τον βοηθήσουν να βγει από τις κακοτοπιές που κρύβει η νύκτα, έως ότου έρθει η ροδοδάχτυλη νυκτοθρεμένη αυγή.
Κι είναι αλήθεια. Πόση ασφάλεια και σιγουριά νιώθει ο ναυτικός, όταν βλέπει να τον περιβάλει αυτός ο απέραντος ιστός, που «πλέκουν» με το φως τους αδιάκοπα, οι φάροι των θαλασσών.
Ο φάρος της Γραμβούσας
Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας Φάρων, ας κάνουμε μία αναφορά σ’ ένα παλιό πέτρινο φάρο της Κρήτης που σήμερα δεν υπάρχει. Είναι ο Φάρος της Γραμβούσας.
Κατασκευάστηκε το 1874, την περίοδο της Τουρκοκρατίας, επί μιας νησίδας με έκταση μόλις 0,825 τ.χιλ. της Άγριας Γραμβούσας. Το ύψος του πύργου ήταν 8 μέτρα και το εστιακό του ύψος 96 μέτρα, το δε στίγμα του 35ο 38′ 27”Ν και 23ο 35′ 07” Ε, και ήταν στελεχωμένος με φαροφύλακα. Το 1915 μετά τους βαλκανικούς πολέμους, την απελευθέρωση των νέων χωρών και την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, ο φάρος της Γραμβούσας προστέθηκε στο ελληνικό φαρικό δίκτυο μαζί με άλλους 34 φάρους και φανούς. Οι φάροι αυτοί είχαν κατασκευαστεί και συντηρούνταν, σε συμφωνία με την οθωμανική κυβέρνηση, από την Γαλλική Εταιρεία Εκμετάλλευσης Οθωμανικών Φάρων (Administration Générale des Phares de l’Empire Ottoman). Η ελληνική κυβέρνηση, ύστερα από διαπραγματεύσεις δύο ετών περίπου, κατέβαλε στη γαλλική εταιρεία αποζημίωση για τον προσεταιρισμό αυτών των φάρων.
Ο φάρος της Γραμβούσας καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής με την αιτιολογία ότι εκεί είχε εγκατασταθεί και λειτουργούσε ασύρματος που έδινε πληροφορίες στους Συμμάχους. Παρόμοια ήταν και η τύχη πολλών άλλων φάρων. Η απελευθέρωση βρήκε το ελληνικό φαρικό δίκτυο τελείως κατεστραμμένο και στο τέλος του 1944 λειτουργούσαν μόνο 28 φάροι και φανοί, οι 19 επιτηρούμενοι από φαροφύλακες.
Είναι γνωστό ότι οι πέτρινοι φάροι αποτελούν παραδοσιακά βιομηχανικά μνημεία με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική κατασκευή, εξακολουθούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη και ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, είναι συνδεδεμένοι με τη ναυτική παράδοση της Ελλάδος και αποτελούν σημείο αναφοράς για τους ναυτικούς. Ωστόσο ανάμεσα σε αυτούς που επισκευάστηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν συμπεριελήφθητε και ο φάρος της Γραμβούσας. Έτσι μας έχουν απομείνει λίγες προπολεμικές φωτογραφίες να μας θυμίζουν αυτόν τον φάρο που υπήρχε στο βορειοδυτικότερο άκρο της Κρήτης.
Στα λίγα, μόλις 70 χρόνια ζωής, ο φάρος της Γραμβούσας θα είχε πολλές ναυτικές ιστορίες να μας «πει», αλλά πρόλαβε και να μείνει στην Ιστορία καθώς στα «πόδια» του, εκεί στα ριζά του βράχου, συνέβη προπολεμικά ένα από τα πιο θερμά επεισόδια μεταξύ της φασιστικής Ιταλίας και της Ελλάδος.
Από το 1938 η στάση της Ρώμης ήταν πια απειλητική προς την χώρα μας, ενώ οι ιταλικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποιούσαν μικρές αρχικά προκλήσεις, στις οποίες περιλαμβανόταν η πτήση αεροσκαφών από ελληνικά εδάφη σε συνδυασμό με την ανίχνευση και κατασκόπευση των παράκτιων οχυρώσεων, των ορμητηρίων του στόλου με επίκεντρο τον Ναύσταθμο Σαλαμίνας. Βασικός στόχος της αυτοκρατορικής νεορωμαϊκής διπλωματικής πολιτικής ήταν να αποδείξει τάχα την «μυστική» ελληνοβρετανική στρατιωτική συνεργασία.
Η αεροπορική επιδρομή
Η πρώτη πραγματικά θερμή πρόκληση εκδηλώθηκε στις 12 Ιουλίου 1940 και αφορούσε στην επίθεση ιταλικών αεροσκαφών κατά του βοηθητικού πλοίου φαρικών απόστολων «Ωρίων», το οποίο ανεφοδίαζε το φάρο της Γραμβούσας. Η Ιταλία θα συνεχίσει με μία σειρά σοβαρών προκλήσεων κατά της Ελλάδας, οι οποίες ήσαν κανονικές επιθέσεις κατά των πλοίων του τότε Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού (ΒΝ) και αποκορύφωμα υπήρξε ο τορπιλισμός του πλοίου «Έλλη» στην Τήνο στις 15 Αυγούστου 1940.
Στη Γραμβούσα, τις πρωινές ώρες εκείνης της ημέρας, σμήνος τριών αεροσκαφών προσέβαλλε ανεπιτυχώς με βόμβες την περιοχή που βρισκόταν το πλοίο «Ωρίων», χωρίς ευτυχώς να προκληθούν άλλες ζημιές ή θύματα. Η επίθεση γνωστοποιήθηκε μέσω ραδιογραφήματος, με συνέπεια να διαταχθεί ο απόπλους του αντιτορπιλικού κλάσης Dardo «Ύδρα» (D97), το οποίο εκτελούσε χρέη πλοίου σκοπούντος, προς τη Γραμβούσα. Όταν το πλοίο έφθασε στην περιοχή (στις 10:00 το πρωί), δέχθηκε επίθεση από σμήνος ιταλικών αεροσκαφών, τα οποία πραγματοποίησαν δύο διελεύσεις ρίχνοντας βόμβες με στόχο τη βύθιση του «Ύδρα». Ο κυβερνήτης του αντιτορπιλικού αντιπλοίαρχος Πεζόπουλος αντιλήφθηκε εγκαίρως τις προθέσεις των αεροσκαφών και διέταξε βολή των αντιαεροπορικών, ενώ το πλοίο εκτέλεσε ελιγμούς αποφυγής βομβών. Τα ιταλικά αεροσκάφη δεν πέτυχαν το στόχο τους, ενώ κατά τη δεύτερη διέλευση το ελληνικό αντιτορπιλικό ήταν καλύτερα προετοιμασμένο, εκτελώντας εύστοχα αντιαεροπορικά πυρά, αναγκάζοντας έτσι τους Ιταλούς να σπάσουν τον σχηματισμό τους ενώ πετούσαν σε ύψος 500 μέτρων σύμφωνα με την αναφορά του κυβερνήτη του «Ύδρα». Το γεγονός αμφισβητήθηκε από το Αρχηγείο Στόλου καθώς οι Έλληνες επιτελείς θεώρησαν ότι τα ιταλικά αεροσκάφη θα έπρεπε να πετούσαν σε μεγαλύτερο ύψος, συνεκτιμώντας ότι το πλήρωμα του πλοίου δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει με σαφήνεια τον τύπο τους, καθώς και ότι οι βόμβες που ρίφθηκαν αστόχησαν.
Για να συμβάλλει στην αποκλιμάκωση της έντασης η ελληνική κυβέρνηση διέταξε την ανάκληση του «Ύδρα» και του «Ωρίων» τοποθετώντας μάλιστα στη θέση του κυβερνήτη μάχιμο αξιωματικό του ΒΝ. Ωστόσο, η κυβέρνηση ζήτησε από τον Α/ΓΕΝ να καλέσει τους ναυτικούς ακολούθους για να τους ενημερώσει για το συμβάν. Ο Ιταλός ακόλουθος αρνήθηκε βέβαια ότι η χώρα του είχε οποιαδήποτε σχέση με την επίθεση, ανέφερε όμως ότι, σε αντίθεση με τη διεθνή νομιμότητα, ένα βρετανικό πετρελαιοφόρο ανεφοδιαζόταν στη Γραμβούσα (!). Με τη συγκεκριμένη στάσης της η Ιταλία συντηρούσε τη φημολογία περί παραβίασης της ουδετερότητας μας προς όφελος της Βρετανίας.
Από τη «Λευκή Βίβλο» του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, που κυκλοφόρησε στα τέλη του 1940, αμέσως μετά την ιταλική επίθεση, από τον Ιωάννη Πολίτη (πρέσβη μας στη Ρώμη την περίοδο από 21 Φεβρουαρίου 1940 μέχρι την κήρυξη του πολέμου) αναδύεται η στρατηγική της όξυνσης που επικρατούσε και που οδήγησε από την εύθραυστη ειρήνη σε έναν ολέθριο πόλεμο. Από το πλούσιο πρωτογενές υλικό της βίβλου θα σταθούμε στο: Ντοκουμέντο αριθ. 94. Το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών προς την εν Αθήναις Ιταλικήν Πρεσβείαν. 12 Ιουλίου 1940.
Το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών έχει την τιμήν να φέρη εις γνώσιν της Β. Ιταλικής Πρεσβείας ότι σήμερον, ώραν 6.30, τρία βομβαρδιστικά ιταλικά αεροπλάνα έβαλον δια βομβών και μυδραλλιοβόλων εναντίον του βοηθητικού του Β. Ναυτικού «Ωρίων» της υπηρεσίας φάρων, καθ’ ην στιγμήν προέβαινεν εις τον ανεφοδιασμόν του Φάρου της Γραμβούζης εντός του κόλπου του Κισσάμου (Κρήτης). Τα εν λόγω αεροπλάνα επετέθησαν επίσης και κατά του αντιτορπιλλικού «Ύδρα» όπερ είχε λάβη διαταγήν να σπεύση εις βοήθειαν του «Ωρίων».
Ντοκουμέντο αριθ. 101. Το Β. Υπουργείον των εξωτερικών προς την εν Αθήναις Ιταλικήν Πρεσβείαν. 31 Ιουλίου 1940.
Διά της διακοινώσεως αυτού υπό ημερομηνίαν 12 τρέχοντος μηνός, ήτις και έμεινεν άνευ απαντήσεως, το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών έφερεν εις γνώσιν της Ιταλικής Β. Πρεσβείας τον βομβαρδισμόν υπό τριών ιταλικών αεροπλάνων εν Γραμβούζη (Κρήτη) του βοηθητικού του Β. Ναυτικού «Ωρίων» ως και του αντιτορπιλλικού «Ύδρα» και διεμαρτυρήθη εναντίον των επιθέσεων αυτών αίτινες αποτελούν προσβολήν της κυριαρχίας της Ελλάδος…
Ο τορπιλισμός της «Έλλης»
Ο κύκλος των θερμών επεισοδίων που ξεκίνησε από την Γραμβούσα θα κλείσει με τον χειρότερο τρόπο, με τον τορπιλισμό του εύδρομου «Έλλη» στην Τήνο ανήμερα της Εορτής της Μεγαλόχαρης στις 08:25 το πρωί κι αυτό ήταν που ξεχείλισε από οργή τους Έλληνες.
Τότε, ενώ εντοπίστηκε αμέσως η ταυτότητα του υποβρυχίου που κτύπησε το «Έλλη», από τα τμήματα των τορπιλών που είχαν πλήξει το σκάφος στα οποία διακρίνονταν καθαρά η ιταλική προέλευση και τα γράμματα RM (Regia Marina), όταν ο αρχηγός στόλου διαβίβασε άμεσα με κρυπτογράφημα στον πρωθυπουργό Ι. Μεταξά τα στοιχεία που επιβεβαίωναν την ιταλική πρόκληση, έλαβε μέσα σε λιγότερο από 20 λεπτά την απάντηση: «Λόγω ύψιστων εθνικών συμφερόντων, επιβαλλόταν απόλυτη εχεμύθεια σχετικά με την εθνικότητα των τορπιλών». Χαρακτηριστικό και το Ντοκουμέντο αριθ. 130. Ο Υφυπουργός Τύπου προς τους Γενικούς Διοικητάς και Νομάρχας του Βασιλείου. 21 Αυγούστου 1940.
Παρακαλούμεν όπως εκδώσητε διαταγάς τους ασκούντας την εποπτείαν (sic) του τύπου ίνα απαγορεύσωσιν απολύτως την εις τας εφημερίδας καταχώρησιν οιασδήποτε ειδήσεως περί της εθνικότητος του υποβρυχίου του τορπιλλίσαντος το εύδρομον «Έλλη» ως και γενικώς περί του τορπιλλισμού.(!)
Η διπολικότητα στην εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης της 4ης Αυγούστου σε όλο της το μεγαλείο. Ο Μεταξάς από την μία ήταν υποχρεωμένος, λόγω των ισχυρών βρετανικών συμφερόντων στην Ελλάδα και της στενής σχέσης του Γεωργίου Β’ με το Λονδίνο, να ευθυγραμμιστεί με τη βρετανική εξωτερική πολιτική, ενώ ο εκείνος ήταν θαυμαστής των «επιτευγμάτων» της ναζιστικής Γερμανίας, όντας απόφοιτος της στρατιωτικής ακαδημίας του Βερολίνου και συγχρόνως απέφευγε οποιαδήποτε πρόκληση απέναντι στην Ιταλία που ήταν το έτερο άκρο του Άξονα. Το αποτέλεσμα ήταν η «ευμενής ουδετερότητα» και οι συνεχείς παραχωρήσεις, χωρίς όμως να έχει εξασφαλίσει συγκεκριμένες δεσμεύσεις για τυχόν εμπλοκής της Ελλάδος στον πόλεμο. Προφανώς ο ίδιος, δεν είχε διδαχθεί τίποτε από τον άσπονδο εχθρό του, τον εθνάρχη Βενιζέλο αν και υπήρξε στρατιωτικός του σύμβουλος μέχρι το 1915, ο οποίος όταν αναφερόταν στις Μεγάλες Δυνάμεις μιλούσε για την «θαυμαστή ασάφεια των υποσχέσεών τους». Το δίλημμά του αυτό ο Μεταξάς αναγκάστηκε να το λύσει μόνος του και με τρόπο ασφαλώς οδυνηρό, τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου του 1940.
Το φαρόπλοιο «Ωρίων»
Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, το τέλος του πολέμου βρήκε το φάρο της Γραμβούσας κατεστραμμένο αλλά ίδιο ήταν και το τέλος του έτερου πρωταγωνιστή, του φορόπλοιου «Ωρίων», που από το 1936 είχε ενταχθεί στη δύναμη βοηθητικών πλοίων του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού.
Τα χρόνια εκείνα, κατά τακτά χρονικά διαστήματα προσέγγιζε τον κάθε φάρο ένα πλοίο φαρικών αποστολών, στο οποίο επέβαινε συνεργείο της Υπηρεσίας Φάρων και εκτελούσε εφοδιασμό σε καύσιμα (φωτιστικό πετρέλαιο), φάρμακα γραφική ύλη, υλικά καθαρισμού και υλικά συντηρήσεως του κτιρίου (χρώματα, πινέλα, δομικά υλικά). Ο προϊστάμενος του συνεργείου εκτελούσε επιθεώρηση προσωπικού και ενδιαιτήσεων, και τέλος ο γιατρός του πλοίου εξέταζε τους φαροφύλακες και έκανε υγειονομική επιθεώρηση των χώρων του φάρου.
Ένα τέτοιο πλοίο ήταν και το «Ωρίων», το οποίο είχε ναυπηγηθεί ως φορτηγό πλοίο στην Ολλανδία και καθελκύστηκε τον Ιανουάριο του 1920 με το όνομα: «Heerenveen». Δύο χρόνια μετά πουλήθηκε σε γαλλική εταιρία και πήρε το όνομα: «Bourgneuf». Το 1934 το αγόρασε η Σαμιακή Ατμοπλοοΐα των Υιών Δ. Ιγγλέση Α.Ε. και μετονομάστηκε: «Καρλόβασσι» έως το 1936 που εντάχθηκε στο Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό και μετατράπηκε σε πλοίο φαρικών αποστολών.
Το «Ωρίων» πριν την εισβολή των Γερμανών σε Αθήνα και Πειραιά (Απρίλιος του ’41) είχε αυτοβυθιστεί από το Πολεμικό Ναυτικό στη Βουλιαγμένη, όπως και άλλα πλοία, προκειμένου να αποφευχθεί η καταστροφή τους από αεροπορικές επιδρομές. Το φθινόπωρο του ιδίου έτους ανελκύθηκε από τους Γερμανούς που το θεώρησαν πολεμική λεία, το επισκεύασαν και εντάχθηκε στο Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό (Kriegsmarine) με το ίδιο όνομα (ORION). Χρησιμοποιήθηκε ως οπλιταγωγό-μεταγωγικό πλοίο.
Στις 22 Αυγούστου 1943 έπειτα από δολιοφθορά μέσα στο λιμάνι του Πειραιά το «Orion» βυθίστηκε αλλά ανελκύθηκε, επισκευάστηκε εκ νέου και εξακολούθησε να επιχειρεί υπό τη διοίκηση του γερμανικού ναυτικού. Ένα χρόνο αργότερα (9/8/44) βρίσκεται στο Καρλόβασι της Σάμου ελλιμενισμένο μαζί με άλλα γερμανικά πλοία. Στις 23 Σεπτεμβρίου το πρωί το «Orion» εντοπίστηκε από αεροσκάφος της Αυστραλιανής Πολεμικής Αεροπορίας (RAAF) νότια της νήσου Δονούσας και αναγκάστηκε να προσορμίσει στον όρμο Κέδρος. Τα αεροπλάνα με εύστοχους πολυβολισμούς και εκτόξευση ρουκετών χτύπησαν καίρια το πλοίο, το οποίο ανταπέδωσε τα πυρά. Ακολούθησε και μια δεύτερη εξόρμηση αεροσκαφών που επέφερε το τελειωτικό χτύπημα. Στις 18:48 το καμένο «Orion» είχε εξοκείλει στην παραλία του Κέδρου.
Το κουφάρι του πλοίου παρέμεινε κατεστραμμένο στον Κέδρο, έως τις αρχές της δεκαετίας του ’50 όπου διαλύθηκε και πουλήθηκε σαν σκραπ από τον Οργανισμό Ανέλκυσης Ναυαγίων (Ο.Α.Ν.). Έως σήμερα στο βυθό του όρμου και σε βάθος 5-6 μέτρων, εξακολουθούν να υπάρχουν τα συντρίμμια από το κατωκάραβο του πλοίου, που λόγω ρεστίας, άλλοτε επιχώνονται με άμμο κι άλλοτε είναι εμφανή, ανασύροντας μνήμες από μάχες που δόθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν.
Η κοινή μοίρα
Η 12η Ιουλίου 1940, για τον φάρο της Γραμβούσας και το πλοίο φαρικών αποστολών «Ωρίων» καθώς και η εμπλοκή τους στο θερμό επεισόδιο με εχθρική (τότε) χώρα, είναι η ημερομηνία που καθόρισε την κοινή τους μοίρα. Τέσσερα χρόνια μετά, η λήξη του πολέμου θα βρει και τα δύο κατεστραμμένα. Η αναφορά σε αυτά γίνεται επ’ ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας Φάρων, που για φέτος έχει οριστεί στις 21 Αυγούστου, αλλά και γιατί οι μικρές, οι επιμέρους «στιγμές» της Ιστορίας έχουν τη δική τους σημασία, τη δική τους αξία και γοητεία.
Βιβλιογραφικές αναφορές:
Θεοδωράτος, Ι. (2010). Οι Ιταλικές προκλήσεις πριν την 28η Οκτωβρίου 1940. Στρατοί και Τακτικές. (τ. 5) 32-39.
Μπαρδάνης, Μ. (2016). Το ναυάγιο, του πλοίου φαρικών αποστολών «ΩΡΙΩΝ»
Ανακτήθηκε Ιούλιος 7, 2016, από http://www.naxosdiving.com/ORION
Παγουλάτου-Κυπαρίσση, Κ. (2013). Ιστορικό της Υπηρεσίας Φάρων. (επιμ.), Πετρόκτιστοι φάροι. Ταίναρο και Μαλέας. Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη.
Ψαρομηλίγκου, Α. (2000). Η στρατηγική της όξυνσης. ΙΣΤΟΡΙΚΑ, (τ.54), 6-15.
* Ο Σπύρος Μ. Θεοδωράκης είναι πρώην τραπεζικός. Αρθρογραφεί στο ναυτιλιακό περιοδικό «Εφοπλιστής» και είναι ραδιοφωνικός παραγωγός στο σταθμό Κρήτη fm 87,5 (Αθήνα)