Η Ιστορία όμως θα γράψει -έτσι όπως εκείνη ξέρει- ότι στην Κρητική Επανάσταση του 1866-69 και σε διάστημα δυο ετών, συνέβησαν δυο γεγονότα απαράμιλλης αυτοθυσίας και ηρωισμού με το ίδιο όνομα (Αρκάδι) και το ίδιο αποτέλεσμα (ολοκαύτωμα). Κάτι τέτοιο μαρτυρά άλλωστε κι η ιστορία του ατμόπλοιου «Αρκάδιον».
Το θρυλικό ατμόπλοιο
Το συγκεκριμένο πλοίο ανήκε στην μεγάλη «Υπερωκεάνιο ατμοπλοΐα Παπαγιάννης και Μακίβερ» κι ήταν ένα τροχήλατο πλοίο, ελαφρύ ταχύπλοο καταδρομικό, που αγοράστηκε στην Αμερική με χρήματα των Ελλήνων του Λονδίνου το έτος 1867, ένα χρόνο μετά το ολοκαύτωμα της Μονής και πήρε το όνομά του προς τιμήν της. Το αρχικό του όνομα ήταν: Dream (Όνειρο) και έδρασε κατά τον Αμερικανικό Εμφύλιο πόλεμο. Είχε ταχύτητα 10 κόμβων και ήταν εξοπλισμένο με τέσσερα πυροβόλα Armstrong. Ανέλαβε αμέσως δράση στις αρχές του 1867, προκειμένου να κρατήσει άσβεστη τη φωτιά της Επανάστασης στην πιο κρίσιμη περίοδό της.
Ο αποκλεισμός της Κρήτης είχε καταστεί ασφυκτικός, με το μεγαλύτερο τμήμα του Οθωμανικού στόλου να περιπολεί τις ακτές της. Να σημειωθεί ότι τότε, το τουρκικό ναυτικό διέθετε πλοία μεγαλύτερα, ταχύτερα και καλύτερα εξοπλισμένα, τα οποία είχε πρόσφατα αγοράσει από την Αγγλία, όπως ήταν τα καταδρομικά «Χουνδαβεκίρ» και «Ιτζεδδίν». Είχε δε ενισχυθεί κι από ξένους αξιωματικούς όπως ο Άγγλος πλοίαρχος Hovart, στον οποίο η τουρκική κυβέρνηση προσέφερε τη θέση του αντιναυάρχου. Στο Αρκάδιον και στα: Κρήτη Ι, Ένωσις και Πανελλήνιον που ανήκαν στην ιδρυθείσα το 1855 «Εταιρεία Ελληνικής Ατμοπλοΐας» με έδρα την Σύρο, διετέλεσαν πλοίαρχοι οι, Κουρέντης, Σουρμελής, Κοτζιάς, Κιοσσές, Ορλώφ, Αγγελικάρας και Σαχτούρης, ενώ τα πληρώματά τους αποτελούνταν από υπαξιωματικούς και ναύτες του τότε Βασιλικού Ναυτικού. Η Εταιρεία Ελληνικής Ατμοπλοΐας, της οποίας κύριος μέτοχος ήταν η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, διέθεσε τα πλοία της χωρίς να ζητήσει ούτε μια δραχμή από την Κυβέρνηση για την εκτέλεση αυτών των ταξιδιών, που ήταν μεγάλης σημασίας για την έκβαση των επιχειρήσεων στη Κρήτη.
Το μοιραίο ταξίδι
Στις 4/16 Αυγούστου 1867, το «Αρκάδιον» απέπλευσε από τη Σύρο με πλοίαρχο τον Κουρέντη, υποπλοιάρχους τους Παυλίδη και Καλλιγά και πρωτέα τον περίφημο σφακιανό Εμμ. Τσαρδή. Είχε πλήρωμα 120 άνδρες και μεταξύ αυτών τον μεγάλο σε ηλικία αγωνιστή Ματζουράνη και μερικούς υπαξιωματικούς οι όποιοι γνώριζαν τον χειρισμό των πυροβόλων του. Ενώ ξεφόρτωνε στη περιοχή της Αγίας Ρουμέλης, εντοπίστηκε από τα τουρκικά πολεμικά πλοία και παρά τις προσπάθειες του αλλά και της επιμονής να ξεφορτώσει τα μεταφερόμενα εφόδια, αναγκάστηκε να μεθορμίσει στη παραλία Πρέβελη απ’ όπου και από εκεί, συνεχώς παρακολουθούμενο από τους τούρκους, αναγκάστηκε ν’ ανοιχτεί βαθιά στο πέλαγος.
Κατέφυγε στη Γαύδο όπου και παρέμεινε όλη την ημέρα. Το βράδυ επέστρεψε στην Αγία Ρουμέλη προκειμένου να ολοκληρώσει την εκφόρτωση των πυρομαχικών και εφοδίων αλλά ενεπλάκει και πάλι με τα τουρκικά πλοία. Καθώς προσπαθούσε να περάσει το ακρωτήριο Κριός. (Γεωγρ. μήκος 35ο 13΄46’’ Β, / γεωγρ. πλάτος 2ο 37’00’’ Ε), o πλοίαρχος Κουρέντης αποφάσισε να δώσει μάχη κατά τη διάρκεια της οποίας ένα εχθρικό βλήμα έπληξε τον δεξιό τροχό μειώνοντας έτσι την ταχύτητά του με κίνδυνο να αιχμαλωτισθεί. Ο Κυβερνήτης του τότε έστρεψε την πλώρη προς το τουρκικό πολεμικό «Ιτζεδδίν» για εμβολισμό, διατάζοντας το πλήρωμα σε ετοιμότητα εισπήδησης (ρεσάλτο) ενώ, κατεβάζοντας την Ελληνική Σημαία κινείτο πλέον ως ανένταχτο πλοίο.
Τα δύο πλοία τότε βρέθηκαν πάρα πολύ κοντά και μετά από μανούβρα του τουρκικού συνέχιζαν και τα δύο εγγύτατη παράλληλη πορεία. Πλησιάζοντας ακόμη πιο κοντά το «Αρκάδιον», τρεις Έλληνες ναύτες πηδώντας από την εξαρτία στο κατάστρωμα του «Ιτζεδδίν» όρμησαν με τσεκούρια κατά των πρώτων τούρκων που βρέθηκαν στο σημείο εισπήδησης τους οποίους και σκότωσαν. Στη νέα όμως μανούβρα κι αλλαγή πορείας του τουρκικού πλοίου δεν κατάφεραν ρεσάλτο άλλοι ναύτες, με συνέπεια οι τρεις πρώτοι να σκοτωθούν. Τότε ο πλοίαρχος του «Αρκάδιον» αποφάσισε την αναγκαστική προσάραξη (προσγειάλωση) του πλοίου και την εκφόρτωση του υπόλοιπου φορτίου στη παρακείμενη ακτή της Παλαιοχώρας, αναγκάζοντας τα τουρκικά πλοία να μείνουν μακριά του μη μπορώντας να το ακολουθήσουν στα αβαθή. Το πλήρωμα αμέσως πήδηξε στην ξηρά και τελευταίος βγήκε ο υποπλοίαρχος Παυλίδης, ο όποιος βοηθούσε να εγκαταλείψουν το πλοίο τα επιβιβασθείσα από την Αγία Ρουμέλη γυναικόπαιδα.
Τελικά αφού ολοκληρώθηκε η εκφόρτωση του πολύτιμου για τους επαναστατημένους Κρήτες φορτίου, ο πλοίαρχος διέταξε την αυτοπυρπόληση του πλοίου. Τουρκικά αποβατικά αγήματα που πλησίασαν με βάρκες κατάφεραν μετά από ώρα κι έσβησαν τη φωτιά, το ρυμούλκησαν μέχρι τον Κεράτιο και το επεδείκνυαν σαν λάφυρο μεγάλου κατορθώματος. (σ.σ. κατά άλλην εκδοχή, οι Τούρκοι απέσπασαν έναν ξύλινο κορμό από τα αποκαΐδια του πλοίου τον οποίο και μετέφεραν στην Πόλη). Ο καπετάν Κουρέντης με το πλήρωμά του αφού κατάφεραν και γλύτωσαν την αιχμαλωσία, κατέφυγαν στα Σφακιά.
Οι τουρκικοί πανηγυρισμοί
Ο Τούρκος στρατηγός Ομέρ πασάς (ο Κροατικής καταγωγής και εξωμότης χριστιανός Μιχαήλ Λάττας) που το ίδιο έτος είχε σταλεί στη Κρήτη για να καταπνίξει την επανάσταση, βρισκόταν στα Χανιά. Χωρίς να έχει ακριβείς πληροφορίες ενημέρωσε αμέσως την Υψηλή Πύλη για το κατόρθωμα του τούρκικου στόλου.
Έγραψε δε για την ναυμαχία τα εξής: «Το Αρκάδι, το οποίο πριν από πολλούς μήνες μετέφερε στην Κρήτη εθελοντές, τρόφιμα και πολεμοφόδια παντός τύπου, παρατηρήθηκε απέναντι από την Αγία Ρουμέλη, τη νύκτα της 8ης Αυγούστου από το «Ιτζεδδίν», που είναι πλοίο του Αυτοκρατορικού στόλου, διοικούμενο από τον Χασάν Μπέη, όπου παρέπλεε τα παράλια αυτά. Το οθωμανικό θωρηκτό επιτέθηκε εναντίον του ελληνικού καταδρομικού και αγώνας μεγάλος με το πυροβολικό τους έγινε, μεταξύ των δυο πλοίων. Το «Αρκάδιον» αφού έπαθε πολλές ζημιές και ήταν έτοιμο να υποκύψει, δοκίμασε να ανοιχτεί στο πέλαγος. Το «Ιτζεδδίν» ταχύτερο κατεδίωξε το πειρατικό(!) και σε λίγο το πλησίασε.Τότε έγινε μάχη από κοντά, η οποία τέλειωσε με τον θάνατο του πλοιάρχου του «Αρκαδίου», (σ.σ. κάτι που δεν είχε συμβεί στην πραγματικότητα), του πηδαλιούχου και των περισσοτέρων από το πλήρωμα του. Κατά την μάχη αυτή μια οβίδα από το εχθρικό πλοίο, έσκασε στην γέφυρα του «Ιτζεδδίν» και σκότωσε ή τραυμάτισε πέντε ή έξι ναύτες.
Ο Οθωμανός πλοίαρχος και όλο το πλήρωμα έδωσαν γενναία μάχη, η οποία διήρκεσε από τις 10η ώρα τη νύχτα μέχρι τις τέσσερις το πρωί. Τέλος ο Χασάν Μπέης έδωσε στο πλοίο του ελαφρά κίνηση προς τα πίσω, άρχισε να το εμβολίζει, συντρίβοντας τον δεξιό του τροχό. Το πειρατικό τότε πλοίο εξόκειλε στους υφάλους της ακτής. Ο σκελετός του έπλεε ακόμη όταν το υπόλοιπο πλήρωμά του, έβαλε φωτιά να το κάψει. Τα πυροβόλα του «Αρκαδίου» μεταφερθήκαν στη θωρηκτή φρεγάτα «Μαχμουτιέ» και άρχισε η ανέλκυση της μηχανής. Έτσι καταστράφηκε το πειρατικό τούτο πλοίο το οποίο χρησίμευσε στο να μεταφέρονται στη δυστυχή νήσο της Κρήτης, τόσοι εγκληματίες και πλανητές και το οποίο έγινε η σπουδαιότερη αιτία για τα δεινά τα οποία υπέστη η νήσος αυτή».
Ο Αγώνας συνεχίστηκε
Το θρυλικό ατμόπλοιο Αρκάδιον, προσέφερε τις πολύτιμες υπηρεσίες του στην πολύπαθη Ελλάδα μόνον για επτά μήνες, (συνολικά πραγματοποίησε 26 αποστολές), ενώ πλοίαρχοί του ήταν εκτός του Κουρέντη και οι, Αγγελικάρας, Κοτζιάς και Κιοσσές. Μετέφερε στη Μεγαλόνησο εθελοντές Έλληνες και φιλέλληνες αλλά και εφόδια, τρόφιμα, ρούχα, φάρμακα, όπλα και πυρομαχικά, ενώ έφερνε από την Κρήτη στη Σύρο τραυματίες και εκατοντάδες πρόσφυγες. Βεβαίως σημαντικός ήταν κι ο ρόλος των οργανώσεων που είχαν συσταθεί εκείνη την περίοδο. Στην Αθήνα υπήρχε «Η Κεντρική υπέρ των Κρητών Επιτροπή», στην όποια διαχειριστής ήταν ο εκ Κρήτης νομομαθής και συγγραφέας Μάρκος Ρενιέρης (διοικητής τότε της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος). Συμμετείχαν ακόμη ο Σφακιανός ευεργέτης Γιώργος Ξενουδάκης -μεγάλος οραματιστής της Ένωσης και μετέπειτα βουλευτής Κρήτης- οι Ανδρ. Αναγνωστάκης, Αντ. Φ. Γιαπαδάκης, Λέων Μελάς, Ιωαν. Σκαλτσούνης κ.α. Ταυτόχρονα στη Σύρο δραστηριοποιείτο «Η Ειδική επί των αποστολών Επιτροπή» όπου επικεφαλής ήταν ο Μίνως Μπογιατζόγλου και μαζί ο Ιωαν. Σακκόραφος (με καταγωγή από τον Αγ. Κωνσταντίνο Ρεθύμνου) και άλλοι, οι οποίοι βοηθούσαν στην οργάνωση των αποστολών, αλλά και στην υποδοχή των προσφύγων και των τραυματιών.
Έναν αιώνα μετά
Κι ενώ φέτος συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα και παρά το ότι «ουδέν ευγενέστερον και ενδοξότερον του υπέρ πίστεως και πατρίδος θμήσκειν, πυρ δε και ξίφος και τα πάντα χάριν τούτων αψηφείν», (όπως αναγράφει η επιτύμβια πλάκα στην Μονή Αρκαδίου), ούτε η επίσημη πολιτεία, ούτε τοπικοί φορείς έχουν φροντίσει μέχρι σήμερα για την ανάδειξη και προβολή αυτής της σημαντικής πτυχής της Ελληνικής ιστορίας. Μοναδική εξαίρεση ίσως αποτελεί η ανοικτή επιστολή-πρόταση της Ένωσης Τουριστικών Καταλυμάτων Νομού Χανίων που δημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα και στην οποία τεκμηριωνόταν το αυτονόητο, δηλαδή η ανάγκη ανέγερσης μνημείου για το «Αρκάδιον» και η προβολή του σπουδαίου αυτού γεγονότος. Είχε δε αποδέκτες τον περιφερειάρχη Κρήτης Σταύρο Αρναουτάκη, τον αντιπεριφερειάρχη Χανίων Απόστολο Βουλγαράκη, τους δημάρχους Κισάμου και Καντάνου-Σελίνου και την Παγκρήτια Ομοσπονδία των Η.Π.Α.Για τη συνέχεια, αναμένομεν…
Ο πλοίαρχος Αναστάσιος Κουρέντης
Γεννήθηκε στο Γαλαξίδι γύρω στα 1829. Ήταν γιός Ιταλού μετανάστη που είχε εγκατασταθεί εκεί. Έγινε εμποροπλοίαρχος και διεύθυνε το πλοίο της οικογένειάς του για πολλά χρόνια. Διέπλευσε τον Ατλαντικό ωκεανό πολλές φορές, την Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο. Γύρω στα 1860 προσκλήθηκε στην Εταιρεία Ελληνικής Ατμοπλοΐας ως υποπλοίαρχος, και το 1862 προβιβάστηκε σε πλοίαρχο. Πολλές φορές κυβέρνησε και το Α/Τ «Πανελλήνιον». Ήταν δε πλοίαρχος του θρυλικού «Αρκάδιον» όταν αυτό πυρπολήθηκε στις 7/19 Αυγούστου του 1867 κοντά στην Αγία Ρουμέλη.
«…το γλυκοχάραμα στης Κρήτης το σκοτάδι»
Η λαϊκή μούσα αγκάλιασε αλλά και εμπνεύστηκε από το ηρωικό καταδρομικό «Αρκάδιον». Τα κατορθώματά του συμπεριέλαβε σε ένα μεγάλο ποίημα που «έστησε» ένας λαϊκός ποιητής από τα Σφακιά, ο βοσκός Μπατζελιός. Στο απόσπασμα που ακολουθεί, είναι εμφανή τα εξιδανικευμένα συναισθήματα και τα πρόσημα ομοψυχίας που βιώνουν όσοι ζουν στιγμές υπερβατικές, επαναστατικές στιγμές. Απολαύστε το:..
Που είσαι και δεν φαίνεσαι, αγαπημένο «Αρκάδι»
το μεσημέρι πέρασε, εδιάβηκε το βράδυ,
κι ακόμη δε εφάνηκαν τα κάτασπρα πανιά σου,
στη Κρήτη μην απόμεινες μαζί με τα παιδιά σου;
Μην πολεμάς με τον βοριά, μην παίζεις στη γαλήνη,
γεράκι της Αμερικής, Ελληνικό δελφίνι;
Αχ! Είδηση μας έφεραν πικρή, φαρμακωμένη
και στ’ ακρογιάλια τρέχουμε για σένα τρομαγμένοι!
Παιδάκια πούσθε άγγελοι κι έχετε χάρη τόση,
παρακαλείτε το Χριστό τ’ «Αρκάδι» μας να σώσει.
Γέροντες που του τάφου σας τα χώματα πατείτε
κι είσθε γειτόνοι του ουρανού, και σεις παρακαλείται…
Αχ! Ένα μόνο το ‘χουμε, ειν’ ένα το καημένο,
μας το ‘χουνε τ’ αδέλφια μας απ’ τη Φραγκιά σταλμένο.
Και με αυτό εστέλναμε το ύστερο ψωμί μας,
το ύστερο το φόρεμα και κάπου το σπαθί μας…
Μ’ αυτό ταξίδευες, θεά της Σαλαμίνας μόνη
και τα πελάγη έσχιζες κρατώντας το τιμόνι!
Τ’ «Αρκάδι»!.. ξέρετε παιδιά, τι είναι το «Αρκάδι»;
είναι το γλυκοχάραμα στης Κρήτης το σκοτάδι.
Είναι το μάνα τ’ ουρανού που τρέφει τα παιδιά μας,
είναι οι Σπέτσες, τα Ψαρά, η Ύδρα, η καρδιά μας.
Είναι της Κρήτης η ζωή, το άγιο φυλαχτό της,
είναι η Ελλάς ολόκληρη μαζί με τ’ όνειρο της!…
Βιβλιογραφικές αναφορές:
- Δογάνης, Ι. (2012), Το θρυλικό ατμόπλοιο «Αρκάδιον». Ανακτήθηκε Αύγουστος 29, 2012, από http://topaliorethemnos.blogspot.gr.
- Θεοδωράκης, Σ. (2012), Αρκάδι και Αρκάδιον. Εφοπλιστής, τεύχος 234.
- Παπαθανασοπούλος, Κ. (1988), Εταιρεία Ελληνικής Ακτοπλοΐας (1855-1872). Αθήνα: Εκδόσεις Μ.Ι.Εθνικής Τράπεζας.
- Ένωση Τουριστικών καταλ. Ν.Χανίων, (2012, 12 Ιανουαρίου). Ανέγερση μνημείου για το «Αρκάδιον» στο Λαφονήσι. Χανιώτικα Νέα, σελ.8.
*Ο Σπύρος Μ. Θεοδωράκης είναι τραπεζικός. Αρθρογραφεί επίσης στο ναυτιλιακό περιοδικό «Εφοπλιστής»