«Η Ουάσιγκτον έχει συμφέρον να στηρίξει αυτήν την προσπάθεια μεταξύ δύο κρίσιμων συμμάχων και εταίρων, ειδικά υπό το φως της αστάθειας που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία», γράφει σε ανάλυσή του το «Ινστιτούτο Μπρούκινγκς», ενόψει της επίσκεψης του Ισραηλινού Προέδρου στην Άγκυρα.
Από τα ζητήματα που συμφωνούν Τουρκία και Ισραήλ, το «Μπρούκινγκς» ξεχωρίζει αυτό του Ιράν, «θεωρώντας ότι δεν πρέπει να έχει πυρηνικά όπλα». Εντοπίζει επίσης την «κοινή προσπάθεια» «στη σημερινή ρωσο-ουκρανική κρίση», καθώς «έχουν διαλέξει ένα είδος ουδετερότητας». Στη βάση αυτών των συγκλίσεων, το ίδρυμα εκτιμάει ότι «Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η στρατιωτική της παρουσία στη Συρία, αλλάζει δραματικά την «τάξη ασφάλειας» στην περιφέρεια και θα συμβάλει πιθανώς στη συγκέντρωση των μυαλών και στις δύο πλευρές προς την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων».
Το «παζλ» συμπληρώνουν οι αυξημένες πλέον ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης από άλλες πηγές, προκειμένου να επιταχυνθεί η «απεξάρτηση» από το ρωσικό αέριο, φέρνοντας στο προσκήνιο τη συνεκμετάλλευση των ενεργειακών πηγών της Μεσόγειου και τη μεταφορά αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές μέσω και της Τουρκίας. Για παράδειγμα, πριν από λίγες μέρες, στέλεχος της ισραηλινο-αμερικάνικης πετρελαϊκής εταιρείας «DELEK» έλεγε απευθυνόμενος στην Τουρκία: «Η θέση μας είναι καθαρή πάντα. Αν θέλετε αέριο, τέλεια. Είμαστε έτοιμοι να δώσουμε. Εσείς φτιάξτε τον αγωγό προς εμάς και εμείς θα προμηθεύσουμε το αέριο». Όπως όλα δείχνουν, οι σχέσεις Ισραήλ – Τουρκίας αποκαθίστανται ραγδαία. Γκρεμίζεται έτσι άλλος ένας μύθος των ελληνικών αστικών κυβερνήσεων και κομμάτων, ότι η σύσφιξη των σχέσεων Ελλάδας – Ισραήλ αποτελεί «εγγύηση ασφάλειας» απέναντι στις αμφισβητήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων από την Τουρκία.
Όλοι αυτοί που σήμερα καταγγέλλουν τον «αυταρχισμό» και την «απολυταρχία» του Πούτιν, για να ξελασπώσουν τα δικά τους εγκλήματα σε βάρος των λαών, είναι οι ίδιοι που πανηγύριζαν όταν ένας «φιλελεύθερος» και «δημοκράτης» αναλάμβανε την πρωθυπουργία της Ρωσίας τον Αύγουστο του 1999, κατ’ επιλογή του τότε Προέδρου Γιέλτσιν, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διάλυση της πρώην ΕΣΣΔ, σε ανοιχτή γραμμή με τον αμερικανοΝΑΤΟικό ιμπεριαλισμό. Λίγους μήνες μετά, ο Πούτιν διορίστηκε και στη συνέχεια εξελέγη Πρόεδρος της Ρωσίας. Όπως διηγείται ένας από τους στενότερους συμβούλους του Γέλτσιν σε συνέντευξή του στο BBC, ο τότε Πρόεδρος της Ρωσίας «είχε αρκετούς υποψήφιους στο μυαλό του, όπως τον Μπόρις Νεμτσόφ, τον Σεργκέι Στεπάσιν και τον Νικολάι Αξενένκο. Σε κάποια στιγμή ο Γέλτσιν με ρώτησε: Τι πιστεύεις για τον Πούτιν; Απάντησα: Νομίζω ότι είναι ένας εξαιρετικός υποψήφιος. Πιστεύω ότι θα πρέπει να τον λάβεις υπόψη. Είναι ξεκάθαρο από τον τρόπο που κάνει τη δουλειά του ότι είναι έτοιμος για πιο δύσκολες εργασίες (…) Το γεγονός ότι ήταν πρώην πράκτορας της KGB δεν σήμαινε τίποτα. Ο Πούτιν είχε αποδειχθεί ένας φιλελεύθερος και δημοκράτης, ο οποίος ήθελε να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις της αγοράς». Ήταν τότε που οι ηγέτες της Δύσης συναγωνίζονταν ποιος θα τον πρωτοκαλέσει για επίσημη επίσκεψη στη χώρα του και χαριεντίζονταν μαζί του, εκτιμώντας τον αντικομμουνισμό του και βέβαια την προσήλωσή του στον «οικονομικό μετασχηματισμό» της Ρωσίας. Είχαν άλλωστε ποντάρει πολλά στη «φιλελευθεροποίηση» της ρωσικής οικονομίας, διεκδικώντας μερτικό από τον πλούτο του σοβιετικού λαού, που οικειοποιήθηκαν μια χούφτα παράσιτα μετά τις ανατροπές, αναδεικνύοντας βέβαια και το ανάλογο πολιτικό προσωπικό, όπως ήταν και ο Πούτιν. Χαρακτηριστική είναι η στάση των Αμερικανών Προέδρων απέναντι στον αναδυόμενο τότε αστέρα της ρωσικής πολιτικής. «Κοίταξα τον άντρα στα μάτια. Τον βρήκα πολύ ευθύ και έμπιστο (…) Κατάφερα να πάρω μια αίσθηση της ψυχής του», δήλωνε ο Μπους τον Ιούνη του 2001. «Ο Πρόεδρος Γέλτσιν οδήγησε τη Ρωσία στην ελευθερία. Υπό τον Πρόεδρο Πούτιν η Ρωσία έχει την ευκαιρία να οικοδομήσει ευημερία και δύναμη, διαφυλάσσοντας παράλληλα το κράτος δικαίου», έλεγε ο Κλίντον το 2000, συμπληρώνοντας ότι «Ο Πούτιν έχει εκφράσει μια γνήσια δέσμευση για οικονομική μεταρρύθμιση».
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι ο Πούτιν, τον οποίο σήμερα παρουσιάζουν ως «σφαγέα» και «παρία της δημοκρατίας», είναι 100% «δικός τους». Για την ακρίβεια είναι ένας απ’ αυτούς, όσο κι αν προσπαθούν να χαράξουν κάλπικες γραμμές με την καπιταλιστική Ρωσία για να δικαιολογήσουν τα δικά τους εγκλήματα και τη σύνθλιψη των λαών στις μυλόπετρες των ανταγωνισμών τους όπως: Γιουγκοσλαβία, Κύπρο, Λιβύη, Αφγανιστάν, Συρία, Σαλέχ, και όπου Γης.