Από καιρό προβλημάτιζε τους συγγενείς όσων αναπαύονται στο κοιμητήριο Αγίου Κωνσταντίνου, μια σκαλωσιά σε παρακείμενο μνημείο. Κάτι ετοιμάζονταν αλλά καθένας μέσα στη θλίψη του πώς να δώσει ιδιαίτερη σημασία;
Τελικά το έργο αυτό είναι μια επιτύμβια στήλη -κενοτάφιο και αφορά τους θυσιασθέντες στο νομό Ρεθύμνης Ρώσους (στρατιωτικούς και πολίτες), που ανήκαν στην ειρηνευτική αποστολή κατά τα έτη 1897-1909. Το μνημείο κατασκευάστηκε με δαπάνη της Ρωσικής πρεσβείας κατόπιν πρωτοβουλίας του κ. Κώστα Παδουβά, στρατηγού ε.α, πολιτικού μηχανικού ΕΜΠ και συγγραφέα.
Η κατασκευή έγινε με βάση τα στοιχεία που έχουν καταχωρηθεί στο βιβλίο του κ. Παδουβά με τίτλο: «Ιχνηλατώντας τη Ρωσική παρουσία στην Ελλάδα-Κρήτη 1897-1909- Αθήνα 2013» μια μνημειώδης ερευνητική εργασία για την οποία ο συγγραφέας τιμήθηκε από την πρεσβεία της Ρωσίας στη διάρκεια επίσημης τελετής.
Με την ολοκλήρωση της κατασκευής, θα γίνουν σε λίγες μέρες τα αποκαλυπτήρια, από τον πρέσβη της Ρωσίας στην Αθήνα κ. Αντρέι Μοσλόβ, και της αντιπεριφερειάρχη κας Μαρίας Λιονή που συνδιοργανώνει την εκδήλωση με τις ευλογίες του Σεβασμιοτάτου Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ.κ. Ευγενίου.
Το γεγονός μας φέρνει στο νου πολλά γεγονότα που συνδέονται με την παρουσία των Ρώσων στο Ρέθυμνο και ανασύρει από την αφάνεια σπουδαίες εργασίες Ρεθεμνιωτών για την περίοδο αυτή Καιρός να τις αναδείξουμε.
Η διαχρονική σχέση Ρωσίας – Ρεθύμνου
Κι ας βάλουμε αρχή από μια εργασία του δρ Γεωργίου Σφακιανάκη για την Ιστορικά διαχρονική σχέση Ρωσίας-Ρεθύμνου στην οποία αναφέρει μεταξύ άλλων:
Καθώς μας παραδίνεται από τον λόγιο Βυζαντινό Ιστορικό Χανιώτη από την πολιορκημένη Ακροκόρινθο, τελευταίο προπύργιο του Ελληνισμού στην Πελοπόννησο η Σοφία Παλαιολογίνα, μαθήτρια του Βησσαρίωνα και κόρη του Ιωάννη του Παλαιολόγου, δεσπότη τη Μυστρά, αδελφού του Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, επιβιβάζεται σε ένα πλοίο που την μεταφέρει στη Μόσχα, όπου με το Βυζαντινό τυπικό παντρεύεται με τον Ιβάν τον 3ο στεφόμενη Τσαρίνα πασών των Ρωσιών.
Δημιουργείται μια ευθεία γραμμή αίματος ανάμεσα στην παλαιά και στη καινούργια Ρώμη.
Όταν το Κρητικό ζήτημα έφτασε σ’ ένα οριακό σημείο για την εκλογή του Ύπατου Αρμοστή ο Νικόλαος ο Β’ υποστήριξε τον πρίγκιπα Γεώργιο, ο οποίος διασφάλισε τα εθνικά συμφέροντα αποτρέποντας επικίνδυνες συγκυρίες για τον Ελληνισμό. Όταν ο Νικόλαος ο Β’ έβαλε την επίσημη αναφορά του πρίγκιπα Σερεμέτιεφ, πρεσβευτή της Ρωσίας στην Αθήνα για το Ρέθυμνο και την κατάσταση που επικρατούσε σε αυτό, ο Νικόλαος ο οποίος είχε ήδη επιδείξει ένα θερμό ενδιαφέρον για τον Ελληνισμό όταν τη νύχτα του 1897 η μητέρα του Μαρία Θεοδώροβνα τον ξύπνησε στο θερινό ανάκτορο Πέτρεχωφ για την ανεξέλεγκτη κατάσταση της προέλασης του Τουρκικού στρατού προς την Αθήνα, τότε με απειλή Ρωσοτουρκικού πολέμου ανέκοψε ο Νικόλαος την επέλαση του Τουρκικού λαού. Το Ρέθυμνο ήταν για τον Νικόλαο τον Β’ ο προάγγελος της απελευθέρωσης της Πόλης γι’ αυτό ο ίδιος και η σύζυγός του Αλεξάνδρα θεώρησαν το Ρέθυμνο ως συνέχεια του Βυζαντίου και όλες οι προσπάθειές τους ήταν προς την κατεύθυνση από τα ερείπια της Τουρκοκρατίας να βγει μια νέα πόλη στηριγμένη στα διακριτικά στηρίγματα του Βυζαντίου όπως κατηγορηματικά φαίνεται από το αρχείο του πρέσβη, καθώς και τα πολυάριθμα έγγραφα του προσωπικού αρχείου του πρέσβη, καθώς και τα πολυάριθμα έγγραφα του προσωπικού αρχείου και των ημερολογίων του Νικόλαου του Β’ από το αυτοκρατορικό ταμείο με εντολή του δόθηκαν τα χρήματα για την κάλυψη των δημοσιοοικονομικών αναγκών της Πόλης, τη διοίκηση, τη πρόνοια και την παιδεία. Επίσης αναγέρθηκε εκ βάθρων το μητροπολιτικό μέγαρο που στην πρώτη του μορφή διατηρούσε τα ίδια υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στο θερινό ανάκτορο της Γιάλτας, καθώς και το αρχονταρίκι του Αρκαδίου πριν την παρέμβαση και τη σημερινή του εικόνα.
Ανέθεσε επίσης η Αλεξάνδρα στον προσωπικό της γιατρό Δόκτορα Βότκιν να οργανώσει το νοσοκομείο της πόλεως, είναι άξιο λόγου ότι ο Βότκιν ήταν από τους λίγους που με αυτοθυσία συνόδεψε και δολοφονήθηκε με την αυτοκρατορική οικογένεια στο Αικατερίνομπουκ. Η παρουσία του Ρωσικού στρατού όπως εσφαλμένα έχει λεχθεί «στρατός κατοχής» των μεγάλων δυνάμεων ήταν απελευθερωτικός στρατός Ορθόδοξων αδελφών μας που αυτή του η αγάπη και η θυσία για τον Ελληνισμό εκδηλώθηκε με κάθε τρόπο στην πολύπαθη Κρήτη αφήνοντας μνημεία και την συλλογική μνήμη εκείνη που καταγράφεται στη μεγάλη συνάντηση των Ρώσων και των Κρητικών οι πόθοι που ο Καζαντζάκης θεωρούσε ως λύτρωση από το «Μόσκοβο».
Είναι η αιώνια άσβεστη ιδέα της συνάντησης των δύο κοινών πολιτισμικών παραδόσεων μέσα από δύσκολα ιστορικά φαινόμενα επαναστάσεις βρίσκει ξανά σήμερα τη συνέχεια των Ελληνορωσικών σχέσεων ενοποιώντας τις εικόνες, τα σύμβολα του παρελθόντος σε μια ενιαία ιστορική ανάγνωση όπου ο πρόεδρος Πούτιν ξαναέφερε τη Ρωσία στο προσκήνιο των ιστορικών δρωμένων ξαναζωντανεύοντας το βαθύτερο Ρωσικό πολιτισμό το ρόλο της Ρωσίας για την Ευρώπη και τον κόσμο ως μια Δύναμη σταθερότητας και εγγύησης των εγγενών ανθρώπινων αξιών στην εποχή μας, μιας εποχής κρίσης και μεταβατικότητας.
Εννιά χρόνια παρουσίας και προσφοράς
Για τα εννιά χρόνια παρουσίας των Ρώσων στο Ρέθυμνο αναφέρει μεταξύ άλλων σε εμπεριστατωμένη εργασία του ο κ. Γιάννης Δογάνης πρώην υπάλληλος της Δημόσιας Βιβλιοθήκης με πηγές τον τοπικό τύπο της εποχής.
Ο Ρωσικός στρατός άφησε τις καλύτερες αναμνήσεις στη Ρεθυμνιώτικη κοινωνία. Φιλόπτωχος, ελεήμων, εξοικονομούσε πολύ φτώχεια της εποχής εκείνης από το συσσίτιο του καθημερινά. Φτωχά παιδιά, φτωχοί γονείς, με το «χρειασίδι» στο χέρι, περίμεναν στη Σοχωρα μπροστά στα σημερινά μαγειρειά του Στρατού, να πάρουν το συσσίτιο οι Ρώσοι στρατιώτες και ύστερα να πάρουν και αυτοί σειρά.
«Χλιεμπαι» όπως λένε Ρώσικα το ψωμί, ζητούσαν οι φτωχοί από τους Ρώσους και τα απομεινάρια, το περίσσευμα εδίδοντο χωρίς διάκριση σε φύλο και θρησκεία. Και ήταν πλούσιος ο Ρώσικος Στρατός.
Με μπόλικο άσπρο αλεύρι, ωραίο τσάι και τετράγωνη ζάχαρη. Βοδινά κρέατα, φρέσκα και με ανοιχτοχέρα διαχείριση. Κι έτσι άλλοι από τα περισσεύματα του καζανιού, κι άλλοι από το περίσσευμα του μάγειρα, κι άλλοι από το περίσσευμα του Διαχειριστή, εξοικονομούνταν και ως φτωχοί, μα και πολλές φορές σαν έμποροι!
Λένε πως πολλές φορές το κάρο της Επιμελητείας, φορτωμένο με ζάχαρη σακιά, ξεκινούσε με είκοσι τσουβάλια ζάχαρη από το λιμάνι κι έφτανε στη Σοχώρα με δέκα μόνο.
Στο δρόμο μεσολαβούσε το φιλικό εμπορικό.
Φιλόθρησκοι όπως ήταν λειτουργιούνταν στην Αγία Βαρβάρα.
Με ωραία τετραφωνία που ξεχώριζε, επιβλητικό το μπάσο, έψαλλαν κατανυκτικά τη λειτουργιά.
Κι από έξω στον περίβολο της Αγιάς Βαρβάρας, ήσαν στημένα στο ανάστημα ανθρώπου εννιά καμπανάκια μικρά μουσικότατα, δίδοντας τους ήχους της Βυζαντινής μουσικής κλίμακος συν ένα και που τα έπαιζε ένας μόνος στρατιώτης, σέρνοντας τα σχοινάκια τους.
Σωστό πιάνο στη μουσική τους, δυναμικότητα τα συμπαθητικά καμπανάκια και βιοτινοζος πιανίστας με το χαδιάρικο παίξιμο του, ο Ρώσος παίκτης τους.
Ήσυχοι, συμπαθητικοί ήχοι που δεν ακούγονταν πέρα από εκατό μέτρα, γεννούσαν μια συμπάθεια προς την Εκκλησία. Ο Ρώσος παπάς, γνωρίζονταν από τους δικούς μας από το ντύσιμο του.
Ένας κλειστός χιτώνας από κρεμ μετάξι χωρίς φαρδομάνικα. Ένα εγκόλπιο πλούσιο στο στήθος κρεμασμένο με χονδρή αλυσίδα. Μαλλιά κομμένα πόλκα. Γενάκι περιποιημένο. Και ρεπούμπλικα μαύρη πλατύγυρη, τσακισμένη απάνω σε σχήμα αλωνιού. Και μπαστούνια με αργυρή λαβή.
Ευγενείς και φιλόδωροι οι Ρώσοι μας έχτισαν το σημερινό Δεσποτικό και το Νοσοκομείο. Και φρόντισαν για τον εξωραϊσμό της πόλεως.
Διατηρούσαν μια πλούσια Στρατιωτική Λέσχη (Σομπανιε) στην οποία έρρεε τακτικά η βότκα και η σαμπάνια σε ολονύκτια πάρτι, σκανδαλιάρικα γλέντια με ξένες καλλιτέχνιδες του τραγουδιού.
Αξίζει ακόμα να αναφέρουμε μια πρόταση των Ρώσων κατά την διάρκεια παραμονής τους στο Ρέθυμνο, χάριν στην οποία το μικρό Ρεθυμνάκι, θα έπαιρνε πρώτη θέση στα λιμάνια της Μεσογείου.
Ο Ρώσος Στρατηγός Χροστάκ κάλεσε λέει η παράδοση τους προύχοντας (Δημογέροντες τότε τους έλεγαν) της πόλεως και τους είπε…
Θα χτίσω απάνω στη Φορτέτζα ένα μεγάλο ξενοδοχείο. Θα κάμω και Καζίνο. Ο Ρώσος Αυτοκράτορ θα διατάξει όλα τα Ρώσικα εμπορικά πλοία που θα πηγαίνουν προσκυνητές στα Ιεροσόλυμα να περνούν από το Ρέθυμνο και να σταματούν μια μέρα.
Έτσι θα δώσω στο Ρέθυμνο μεγάλη κίνηση και πλούτο. Κουβέντα δεν σηκώνει πως Λιμάνι θα γινόταν κατ’ ανάγκη κι η αμμουδιά μας θα γινόταν σπουδαία πλαζ.
Τότε η Ρωσία ήταν θρησκόληπτος και η μονέδα της χρυσάφι.
Αν πούμε λοιπόν πως θα περνούσαν τριάντα χιλιάδες προσκυνητές το χρόνο δεν θα πούμε καμιά υπερβολή.
Σιγά σιγά θα έπιαναν στο λιμάνι και άλλα εκδρομικά βαπόρια κι η δουλειά θα μεγάλωνε παραπάνω.
Ο Ρώσος Στρατηγός ζήτησε την συγκατάθεση των προυχόντων.
Κι εκείνοι απάντησαν πως θα το σκεφθούν.
Την άλλη μέρα έδωσαν απάντηση αρνητική, με την δικαιολογία πως αν γίνει αυτό το Καζίνο τα παιδιά τους θα γίνουν χαρτοπαίκτες.
Λέγεται πως ο Ρώσος Διοικητής θύμωσε και απάντησε πως δεν ανακατεύεται πια στις δουλειές του Ρεθύμνου.
Έτσι χάθηκε μια ευκαιρία να γίνει το Ρέθυμνο εκδρομικός σταθμός στη Μεσόγειο.
Κι έτσι κόπηκε και ο ζήλος τον Ρώσων να βοηθήσουν το Ρέθυμνο στην πρόοδό του.
Και κερδίσαμε μόνο το Δεσποτικό και το Νοσοκομείο.
Κι ακόμα ότι δεν γινήκαμε χαρτοπαίκτες.
Μα άραγε οι κάτοικοι του σημερινού Μόντε – Κάρλο παίζουν όλοι χαρτιά.
Αλλά ας το αφήσουμε αυτό και ας γυρίσουμε πίσω στην μέρα που ήρθε η Διαταγή να αποσυρθεί οριστικά ο Ρώσικος Στρατός από την Κρήτη.
Και επειδή αυτό σήμαινε πως πλησίαζε η μεγάλη μέρα της Ενώσεως με την Ελλάδα, η είδηση χαροποίησε τους Ρεθεμνιώτες.
Για την κατευόδωση τους οργανώθηκε Δημοτική εορτή, που μπέρδευε στο ότι ο δήμαρχος Ρεθύμνης ήτο Τούρκος και δεν θα μπορούσε να προσφωνήσει και να κατευοδώσει τους Ρώσους ως Ελευθερωτές.
Αποφασίστηκε γι’ αυτό να μιλήσει στο λιμάνι ο πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου.
Αλλά το βαπόρι άργησε να έρθει και η νύχτα πλάκωσε.
Όμως τότε δεν υπήρχε ηλεκτρικό και μπέρδεψε το πράγμα της κατευοδώσεως.
Και η νύχτα προχώρησε πέραν από τα μεσάνυχτα και το βαπόρι δεν φαινόταν. Λίγος λίγος ο κόσμος πήγαινε σπίτι του.
Μέσα στα χαράματα ακούστηκε στην αγορά η Ρώσικη Στρατιωτική Μουσική να παίζει το εμβατήριο της Πλευνας.
Καμπόσα παράθυρα κρυφάνοιξαν.
Ο Ρώσικος Στρατός με το μαύρο κουστούμι του, τις μαύρες ψηλές μπότες του με το όπλο επ’ ώμου και με τη ξιφολόγχη με τη θήκη της μαζί απάνω στο όπλο, σε τετράδες περνούσε από την αγορά και έφευγε.
Σε λίγο η μουσική του έπαιζε στο λιμάνι και ύστερα έπαυσε.
Λέω πως δεν θα ήταν πάρα πάνω από ένα λόχο.
Στο λιμάνι ήταν λιγοστοί Ρεθεμνιώτες.
Η καθυστέρηση του βαποριού και η άφιξή του μέσα στα ξημερώματα έγινε αφορμή να φύγει από το Ρέθυμνο ο Ρώσικος στρατός χωρίς να τον κατευόδωση όπως του άξιζε το Ρέθυμνο.
Ήταν μια κακή σύμπτωση που εμπόδισε μια πόλη να δείξει όλη τη μεγάλη της ευγνωμοσύνη προς ένα Στρατό, που με την ενεργό επέμβασή του την έσωσε από την Τούρκικη σκλαβιά.
Αρκετές εργασίες άξιες αναφοράς
Τι αναφέρουν όμως σχετικά με το θέμα και άλλοι επιφανείς λόγιοι και συγγραφείς του Ρεθύμνου όπως Κώστας Παδουβάς, Γιάννης Παπιομύτογλου, Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, Χαρίδημος Παπαδάκης (Νταραμανελίτης), Μαρία Τσιριμονάκη, Μιχάλης Τρούλης, Γιώργος Φρυγανάκης, Χάρης Στρατιδάκης, και ποια χρήσιμα συμπεράσματα είχαμε από το συνέδριο για την παρουσία των Ρώσων που είχε γίνει προ ετών στην αίθουσα της Περιηγητικής;
Ποιες μορφές χαράχτηκαν με χρυσά γράμματα στα χρονικά του Ρεθύμνου, ποιες περιπέτειες Ρώσων ράγισαν καρδιές στο Ρέθυμνο και πόσο βοήθησε η πεινασμένη και στερημένη από τη ναζιστική κατοχή πόλη τους Ρώσους αιχμαλώτους που έζησαν εδώ τη δική τους κόλαση αιχμάλωτοι από τους Γερμανούς. Και τέλος ποιος Ρώσος σύνδεσε το όνομά του με την αντίσταση στο νομό και μάλιστα πρωταγωνιστεί σε σημαντικά γεγονότα;
Μέχρι τα αποκαλυπτήρια του μνημείου στις 23 Ιουνίου έχουμε όλο το περιθώριο να τα θυμηθούμε. Και να τιμήσουμε έτσι τους άοκνους εργάτες του πνεύματος που με τις πολύμοχθες έρευνές τους μας επιτρέπουν να ξέρουμε με κάθε λεπτομέρεια περιόδους που σημάδεψαν την ιστορία του τόπου.
Ιδιαίτερο βέβαια θα είναι το αφιέρωμά μας στον στρατηγό εα. Κώστα Παδουβά που με πρωτοβουλία του είχαμε μια ακόμα ευκαιρία να δείξουμε στη φίλη Ρωσία ότι οι συναισθηματικοί δεσμοί με το Ρέθυμνο που ενισχύονται τώρα και στον τουριστικό τομέα παραμένουν σταθεροί.