Από την έναρξη του επετειακού έτους 2021, που σηματοδοτεί τη συμπλήρωση 200 ετών από την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης του ’21, πραγματοποιήθηκε πλήθος πολυποίκιλων δράσεων και αναμένεται η πραγματοποίηση και άλλων μέχρι το επικείμενο τέλος του έτους.
Ο πολύπτυχος αυτός επετειακός εορτασμός έδωσε ευκαιρίες να προβληθεί και να εμπεδωθεί εκτός των άλλων ότι το 1821 σήμανε τότε συναγερμό στις ψυχές των απανταχού Ελλήνων και όχι μόνο της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας και του νησιώτικου τμήματός της, όπου έπεσαν φυσικά οι προβολείς της ιστορίας, γιατί εκεί διαδραματίστηκαν τα κεντρικά πολεμικά και πολιτικά γεγονότα (για συγκεκριμένους αντικειμενικούς λόγους), αλλά και γιατί ήταν οι περιοχές που απελευθερώθηκαν πρώτες, σχηματίζοντας το πρώτο ελεύθερο εθνικό κράτος στα Βαλκάνια και ένα από τα πρώτα εθνικά κράτη στην Ευρώπη. Έδωσε την ευκαιρία να προβληθεί ο ρόλος και περιοχών που (α) δεν εντάχθηκαν από την αρχή στο ελεύθερο ελληνικό κράτος, όπως η Κρήτη, ή (β) χάθηκαν τελικά για τον ελληνικό κόσμο, όπως η Μικρά Ασία (Ιωνία, Πόντος, Καππαδοκία) και η Ανατολική Θράκη μετά την Καταστροφή του 1922.
Ενώ, όμως, αξιοποιήθηκε η ευκαιρία ως προς την πρώτη περίπτωση, δε φαίνεται (και για ακριβολογήσω, εγώ τουλάχιστον δεν είδα) να αξιοποιήθηκε, μέχρι τώρα τουλάχιστον, ως προς τη δεύτερη. Η συμβολή ιδιαίτερα των Μικρασιατών δεν αποτιμήθηκε ούτε τιμήθηκε, όπου και όπως ήταν «δίκαιον και πρέπον». Και ναι μεν «το παρελθόν είναι διδάσκαλος του μέλλοντος», όμως η όποια διδασκαλία του εξαιρεί εξαίρετες ιστορικές πτυχές, είναι μια λειψή, μια ανάπηρη διδασκαλία.
Στο παρόν δημοσίευμά μου δεν φιλοδοξώ φυσικά να εξαντλήσω τη συμβολή των Μικρασιατών στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Απλώς θέλω να καταθέσω κάποια… λιθαράκια μνήμης αντιστικτικά προς τη λήθη.
* * *
Ας θυμηθούμε, λοιπόν, τη σμυρναίικη καταγωγή του Αδαμάντιου Κοραή, ενός από τους κορυφαίους εμπνευστές της ελληνικής αναγέννησης αλλά και την ποντιακή και κωνσταντινουπολίτικη καταγωγή των Υψηλάντηδων, από τους οποίους ο ένας, ο Αλέξανδρος (εικ. 1), άρχισε την Επανάσταση στο Δραγατσάνι (19 Ιουνίου 1821) και ο άλλος, ο Δημήτριος, την τελείωσε στη μάχη της Πέτρας (12 Σεπτεμβρίου 1829).
Ας θυμηθούμε ότι ανάμεσα στους 500 νέους του «Ιερού Λόχου» του Αλέξανδρου Υψηλάντη συμμετείχαν πολλοί Πόντιοι Έλληνες.
Ας θυμηθούμε εξάλλου ότι το αρχικό σχέδιο που αποφασίστηκε στη Συνέλευση του Ισμαηλίου της Βεσσαραβίας [(1-8 Οκτωβρίου 1820) περιοχή στην ανατολική όχθη του Δούναβη, που σήμερα ανήκει κυρίως στη Μολδαβία] ήταν ταυτόχρονα να ξεκινήσουν επαναστατικά κινήματα και στις παράλιες πόλεις της Μικράς Ασίας και επιπλέον να πυρποληθεί ο τουρκικός στόλο στην Κωνσταντινούπολη. Σχέδιο, όμως, που έγινε γνωστό στους Τούρκους με αποτέλεσμα τη φυλάκιση και τον αποκεφαλισμό των επικεφαλής του εγχειρήματος.
Ας θυμηθούμε ότι το κίνημα της Φιλικής Εταιρείας βρήκε γόνιμο έδαφος στην Κωνσταντινούπολη, στην Καππαδοκία, στην Ιωνία (κυρίως στη Σμύρνη, στις Κυδωνίες) και στον Πόντο και ότι με το πρώτο προσκλητήριο της πατρίδας πολλοί Μικρασιάτες εντάχθηκαν αμέσως στα στρατιωτικά σώματα οπλαρχηγών, όπως του Νικηταρά, του Μακρυγιάννη, του Γκούρα, του Κολοκοτρώνη ή του Δημήτριου Υψηλάντη. Η ελληνική τους συνείδηση και όχι η γεωγραφική απόσταση καθόρισε τη στάση τους απέναντι στην Επανάσταση του ’21. μια στάση που προκαλούσε τρομερά αντίποινα από την πλευρά των Τούρκων, όπως κατασχέσεις, λεηλασίες και δημεύσεις των περιουσιών τους, φυλακίσεις, βασανιστήρια και θανατώσεις των συγγενών τους.
Τα ψευδώνυμα -και κυρίως πατριδωνυμικά- που χρησιμοποιούσαν (π.χ Σμυρναίος, Αϊβαλιώτης, Μοσχονησιώτης, Βουρλιώτης, Τραπεζούντιος, Τσεσμελής κ.ά.) δεν αρκούσαν βέβαια για να αποτρέψουν τα αντίποινα αυτά.
Ας θυμηθούμε ότι, στη Σμύρνη είχε συσταθεί η «Φιλόμουσος και Φιλάνθρωπος Γραικική Εμπορική Εταιρία», η οποία με τα κέρδη της αγόραζε και προωθούσε πολεμοφόδια στην επαναστατημένη Ελλάδα. Αναφέρεται ότι οι Φιλικοί από τη Σμύρνη φόρτωσαν με πολεμοφόδια δυο καράβια και τα έστειλαν στην Πελοπόννησο, όπου τα παρέλαβαν ο Νικηταράς κι ο Αναγνωσταράς και τα έφεραν στην Καλαμάτα για να πραγματοποιηθεί και με αυτά η απελευθέρωση της πόλης και ν’ αρχίσει ουσιαστικά η Επανάσταση στο Μοριά στις 23 Μαρτίου 1821.
Ας θυμηθούμε ότι πέντε χρόνια μετά την Έκρηξη της Επανάστασης, ο Σμυρνιός Ιωάννης (Γιανακός) Καρόγλου (εικ. 2) συγκροτεί στην Πελοπόννησο την «Ιώνιο Φάλαγγα» (1826-1828), ανεξάρτητο στρατιωτικό σώμα με το οποίο Ίωνες Μικρασιάτες έδωσαν συγκροτημένα το μαχητικό παρών τους στην Επανάσταση, όπως στη μάχη του Μεχμέτ Αγά, στις επιχειρήσεις στη Στερεά Ελλάδα, στη μάχη της Αράχοβας, στην πολιορκία της Ακροπόλεως και αλλού. Διαλύθηκε το 1827, μετά την αποτυχημένη εκστρατεία για την απελευθέρωση της Χίου υπό το Φαβιέρο, για να επιστρέψουν οι περισσότεροι άντρες του στο Ναύπλιο και να αποτελέσουν αργότερα μαζί με άλλους Μικρασιάτες την βάση του εθνικού τακτικού στρατού που οργάνωσε ο Καποδίστριας.
Ας θυμηθούμε και το Σμυρνιό γιατρό Νικόλαο Χορτάκη, o οποίος το 1827, μόλις παίρνει το πτυχίο της ιατρικής από το πανεπιστήμιο της Ιένας χρόνο πολεμά ως ιατρός υπό τον Δημήτριο Υψηλάντη και τον επόμενο χρόνο στήνει και διευθύνει πρόχειρο νοσοκομείο στο χωριό Χρυσό κοντά στους Δελφούς, με συνεργάτη του τον γιατρό Ιωάννη Ολύμπιο, αργότερα καθηγητή ιατρικής στο πανεπιστήμιο της Αθήνας.
Ας θυμηθούμε το Χατζησάββα Καισαρέα, ο οποίος λιποτάκτησε από το τάγμα των γενίτσαρων και κατόρθωσε να καταφύγει στην Ελλάδα και να ενταχθεί στο σώμα του Δημήτρη Πλαπούτα, ανδραγαθώντας σε διάφορες μάχες κατά των Τούρκων. Αλλά και πολλούς άλλους Καππαδόκες, που αναφέρονται ως Καραμανλήδες ή Ανατολίτες στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.
Ας θυμηθούμε ότι εκτός από την αυτοθυσία των γυναικών στο Ζάλογγο (μετά την κατάληψη του Σουλίου από τον Αλή Πασά, το Δεκέμβριο του 1803) και την αυτοθυσία των γυναικών στη Νάουσα (και συγκεκριμένα στα ορμητικά νερά της Αράπιτσας τον Απρίλιο του 1822 μετά την καταστροφή της πόλης από τους αφιονισμένους Τούρκους), δεκαεπτά γυναίκες στην Καισάρεια της Καππαδοκίας έπεσαν στον ποταμό Σάρρο, για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων την επόμενη της Επανάστασης.
Ας θυμηθούμε ότι όλες οι παραθαλάσσιες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας πρόσφεραν σημαντική βοήθεια στους επαναστάτες, προκαλώντας την εκδικητική μανία των Τούρκων. Διωγμοί των Ελλήνων ως αντίποινα των Τούρκων έγιναν στη Σμύρνη, στην Πόλη, το Κουσάντασι και αλλού. Εκεί όμως που οι η εκδικητικότητα των Τούρκων έδειξε την πιο ειδεχθή της όψη το 1821 ήταν η πόλη των Κυδωνιών της Μικράς Ασίας, δηλαδή το Αϊβαλί. Μετά από την ανατίναξη ενός οθωμανικού δίκροτου πλοίου από τον μπουρλοτιέρη Δημήτρη Παπανικολή στο λιμάνι της Ερεσσού (εικ. 3), η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες και κάηκε ολοσχερώς (2 Ιουνίου 1821). Όσοι από τους 30.000 κατοίκους της γλύτωσαν τη σφαγή με τη βοήθεια του Ελληνικού στόλου και με δικά τους μέσα πέρασαν στα Ψαρά και από εκεί στα άλλα νησιά και στο ελλαδικό χώρο, όπου μεγάλος αριθμός από αυτούς εντάχθηκε στα επαναστατικά τμήματα.
Ας θυμηθούμε ότι ανάμεσα στα θύματα των Αϊβαλιωτών ήταν και η οικογένεια της «Ψωροκώσταινας». Το πραγματικό της όνομα ήταν Πανώρια Χατζηκώστα. Ήταν γυναίκα του πάμπλουτου εμπόρου Κώστα Αϊβαλιώτη και μητέρα τεσσάρων παιδιών. Τους έχασε όλους στη μεγάλη σφαγή. Αυτή σώθηκε στα Ψαρά και αργότερα κατέφυγε στο Ναύπλιο, όπου ξενοδούλευε και ζητιάνευε, όχι μόνο για να ζήσει αλλά και για να θρέψει τα ορφανά παιδιά του Αγώνα. Στην πολιορκία του Μεσολογγίου (1826), στον έρανο που έγινε, ήταν η πρώτη που πλησίασε στο άδειο τραπέζι και πρόσφερε τη χρυσή βέρα της και ένα γρόσι, δηλαδή όλη κι όλη την περιουσία της! Η πράξη αυτή της φτωχότερης όλων πυροδότησε το φιλότιμο των Ελλήνων και το τραπέζι φορτώθηκε με προσφορές. Αργότερα προσλήφθηκε ως εθελόντρια πλύστρα στο πρώτο ορφανοτροφείο του Kαπoδίστρια στην Αίγινα. Κι εκεί έκλεισε τα μάτια της γεμάτα από χαρά που έβλεπε τα «παιδιά της» ντυμένα και ταϊσμένα. Τα ορφανά παιδιά της πρόσφεραν τη μοναδική αλλά μέγιστη επικήδεια τιμή: την έραναν με τα δάκρυά τους και τη συνόδευσαν ως την τελευταία της κατοικία. (Το παρατσούκλι «Ψωροκώσταινα» της το «κόλλησαν» τα πειρακτήρια της παραλίας του Ναυπλίου, που την έβλεπαν ρακένδυτη και την έπαιρναν από πίσω, ενώ η διατήρησή του οφείλεται στο απαξιωτικό συσχετισμό της οικονομικής κατάστασης της Ελλάδας και της ίδιας).
Ας θυμηθούμε, τέλος, και τη «Χρύσα, την αρχικεντήστρα της Σμύρνης», η οποία φιλοτέχνησε το λάβαρο της Επανάστασης του 1821, που ύψωσε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στην Αγία Λαύρα, στις 25 Μαρτίου 1821…
* * *
H Ελληνική Επανάσταση, βέβαια, ανακόπηκε στα παράλια της Μικράς Ασίας και στην Κωνσταντινούπολη, εξαιτίας των μεγάλης κλίμακας προληπτικών σφαγών στις οποίες επιδόθηκαν οι αφιονισμένοι από τις πρώτες επιτυχίες των Ελλήνων Τούρκοι στις περιοχές αυτές (όπως συνέβη και στην Κύπρο). Οι «λογαριασμοί» όμως που άνοιξαν οι Μικρασιάτες -και όχι μόνο- Έλληνες με τη Επανάσταση του 1821 παρέμειναν ανοιχτοί και μετά το 1829, που έληξαν οι πολεμικές επιχειρήσεις και ακολούθησαν οι συνθήκες δημιουργίας του πρώτου μικρού Ελληνικού Κράτους. Εμβληματικό σημείο μέσα στον ιστορικό χρόνο θα σταθεί μετά από ένα ακριβώς αιώνα η Μικρασιατική Εκστρατεία με την απελευθέρωση της Ιωνίας αλλά και την τελική μεγάλη Καταστροφή, που θα σημάνει το τέλος της «Μεγάλης Ιδέας»! Όμως γι’ αυτό το θέμα σύντομα ανοίγει νέος κύκλος στοχασμού, αναστοχασμού και αναψηλάφησης με αφορμή τη μαύρη επέτειο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή που σηματοδοτεί το νέο έτος.
Βασικές πηγές
– Τάκης Σαλκιτζόγλου: Η Μικρά Ασία στην επανάσταση του 1821. Εκδόσεις του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, Αθήνα 2010.
– Αρχοντία Βασ. Παπαδοπούλου: Η Συμβολή των Ελλήνων της καθ’ ημάς Ανατολής στην Παλλιγγενεσία του 1821. Εκδόσεις Λεξίτυπον, 2012.
– Μικρασιατική Ηχώ της Ενώσεως Σμυρναίων.
– Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΒ’: Η ελληνική Επανάσταση και η ίδρυση του Ελληνικού Κράτους (1821-1932), Εκδοτική Αθηνών ΑΕ, 1975 .
* Ο Γιώργος Φρυγανάκης είναι φιλόλογος-συγγραφέας