Μέρος 2ο
Από τους επιφανείς λόγιους του τόπου μας που ασχολήθηκε με τα έργα ευποιίας των Ρώσων ο φιλόλογος – θεολόγος – συγγραφέας κ. Κωστής Ηλ. Παπαδάκης.
Ο ίδιος μάλιστα μέσα από την ευρηματική λέξη «ευποιία» καταγράφει τα ίχνη πολιτισμού που άφησε το πέρασμα των Ρώσων από την πόλη μας.
Αναφέρει σχετικά σε μια εξαιρετική μελέτη του που «δανειστήκαμε» απόσπασμά της από την ΑΓΟΝΗ ΓΡΑΜΜΗ.
Έργα ευποιίας
Την πρώτη δεκαετία του εικοστού αιώνα το Ρέθυμνο γνώρισε σημαντική οικονομική άνθιση και ευεξία, που οφείλεται, κυρίως, στο γεγονός της παρουσίας, εδώ, στην Κρήτη των Μεγάλων Δυνάμεων και στο Ρέθυμνο, ειδικότερα, δυόμιση χιλιάδων ομόδοξων Ρώσων, που ορίστηκαν ως εγγυήτρια δύναμη τήρησης της τάξης στο διαμέρισμα του Ρεθύμνου, με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Θεόδωρο ντε Χιοστάκ, άνδρα ικανό και φιλέλληνα.
Οι Ρώσοι, λοιπόν, την παρουσία τους στο Ρέθυμνο (1898-1909) συνόδευσαν με σημαντικά έργα ευποιίας, φιλανθρωπίας και επωφελούς κοινωνικής δράσης. κτίζουν το Τσάρειο Νοσοκομείο (εγκαίνια Μάιο 1899), το επισκοπείο, ενώ συμμετέχουν ενεργά στα έξοδα ανέγερσης του καμπαναριού του μητροπολιτικού ναού, με την κάλυψη της δαπάνης του χυτηρίου των οκτώ κωδώνων του, από τα έσοδα του γραμματόσημου της Κατοχής, τα οποία παραχώρησε στην Ενοριακή Επιτροπεία ο Ρώσος Διοικητής Θεόδωρος ντε Χιοστάκ. Επισκευάζουν, ακόμα, το Διοικητήριο, τη γέφυρα του Πλατανιά και πολλούς δρόμους της πόλεως (κάνοντάς τους λιθόστρωση), ενώ ο Ρώσος υπολοχαγός Μ. Ρουτσόφσκι φτιάχνει τοπογραφικό της πόλεως και αργότερα, περί το 1900, τυπώνεται και σχετικός χάρτης για τον προσανατολισμό των Ρώσων στρατιωτικών στη νέα τους πατρίδα, το Ρέθυμνο. Τότε ονοματοθετούνται και οι δρόμοι της πόλης για πρώτη φορά. Στα ονόματα των δρόμων εμφαίνεται σαφώς η στενή συνεργασία Ρώσων και Ελλήνων, που αγνόησαν προκλητικά το τουρκικό στοιχείο της πόλης και μόνο σε ορισμένες γειτονιές διατηρήθηκαν εμφανή κάποια ονόματα τουρκικής προέλευσης. Οι κυριότεροι δρόμοι της πόλης παίρνουν ονόματα Ρωσικών προσωπικοτήτων, όπως Τσάρου (η σημερινή Αρκαδίου), Σκρυδλώφ (η πλατεία Ηρώων), Ρώσων (η Εθνικής Αντιστάσεως) κ.λπ. Η ουδετερότητα, ίσως, των Ρώσων συμμάχων να αποτελούσε τη σταθερή δικλείδα ασφαλείας, προς αποφυγή προστριβών με το τουρκικό στοιχείο, για τα νέα αυτά ονόματα που δόθηκαν, τότε, στους δρόμους της πόλεως. Κάνουν, ακόμη, αντιπλημμυρικά έργα στο Καμαράκι, απαλλοτριώνουν μερικά σπίτια ανατολικά της πόλεως και γκρεμίζουν την εκεί καστρόπορτα (Άμμος Πόρτα), για να ανοιχτεί και να αναπνεύσει η πόλη προς τα Περιβόλια, ενώ έφτιαξαν και χορωδίες και έψαλλαν στην εκκλησία τις Κυριακές (και τη Μεγαλοβδομάδα τα εγκώμια) και μάλιστα στην αγία Βαρβάρα, που τους είχε παραχωρηθεί από την Εκκλησία τού Ρεθύμνου για τις θρησκευτικές τους ανάγκες.
Όλα αυτά έφεραν τον τόπο μπροστά, που γνώρισε, όπως ήδη σημειώσαμε, μεγάλη πνευματική άνθιση, ακμή και οικονομική ευεξία. Οι Ρώσοι ως ομόδοξος, ως προς τη θρησκεία, λαός, στις περισσότερες περιπτώσεις, συνεργάσθηκαν αρμονικά με το ντόπιο στοιχείο και, σε κάθε περίπτωση, απέφυγαν να συμπεριφερθούν βίαια, με σκληρότητα και αδιαλλαξία, ως στρατός κατοχής.
Και με την ευκαιρία της αναφοράς μας αυτής στα έργα ευποιίας των Ρώσων κατά τα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας προβαίνουμε σε μια ειδικότερη αναφορά στο ονομαζόμενο Δημοτικό ή Ρωσικό ή Τσάρειο Νοσοκομείο, το κυριότερο, ίσως, έργο της εδώ παρουσίας τους, με σημαντικές πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις.
Αμέσως, λοιπόν, μετά την άφιξη των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μεγαλόνησο το έτος 1897, ο ρωσικός στρατός, δείχνοντας πολλές φορές δείγματα συμπάθειας και ομοψυχίας προς τους κατοίκους, αντιλήφθηκε άμεσα την ανάγκη βελτίωσης των συνθηκών περίθαλψης. Έτσι, μόλις ήρθαν οι Ρώσοι στο Ρέθυμνο άρχισαν να κτίζουν, με δικά τους αποκλειστικά μέσα και σχέδια, ένα νέο Νοσοκομείο, έξω από την πόλη του Ρεθύμνου. Οι εργασίες ολοκληρώνονται το 1899 και το ίδρυμα προσφέρεται από τη Ρωσική αρχή στον Δήμο Ρεθύμνης.
Το Τσάρειο Νοσοκομείο
Ήταν το Δημοτικό ή Ρωσικό ή Τσάρειο Νοσοκομείο, για τη σημερινή εποχή αρχέγονο, μα για την εποχή του εξαιρετικά σπουδαίο. Πρώτος Διευθυντής του διετέλεσε ο Θεμιστοκλής Μοάτσος, ο οποίος χρημάτισε Διευθυντής τής Παθολογικής Κλινικής (1900-1910).
Το νοσοκομείο είχε δυναμικότητα 25-30 κλινών και χειρουργείο, του οποίου η στέγη ήταν κατασκευασμένη από γυάλινα κεραμίδια, γεγονός που θεωρήθηκε ως μεγάλο τεχνικό επίτευγμα για την εποχή εκείνη. Πληρούσε όλες τις προδιαγραφές της εποχής και ο εξοπλισμός του χειρουργείου προερχόταν από το Παρίσι. Είχε ευρωπαϊκή επίπλωση και φαρμακείο σε αρίστη κατάσταση, πλήρες χειρουργείο και καθαρό μαγειρείο. Ο προϋπολογισμός του έφθανε τις 40.000 δραχμές ετησίως -οι οποίες εισπράττονταν με ειδικό φόρο από τα εισαγόμενα και τα εξαγόμενα προϊόντα του Ρεθύμνου- και η διατήρησή του αποτελούσε αληθινή πρόκληση για το Ρέθυμνο.
Υπήρξε το πρώτο σύγχρονο νοσοκομείο της Κρήτης, που το εγκαινίασε στις 6 Μαΐου 1899 ο Ύπατος Αρμοστής Κρήτης. Κατά τη διάρκεια της τελετής ο πρόξενος της Ρωσίας διαβίβασε το δωρητήριο έγγραφο τού τσάρου Νικολάου του Β’ στον τότε δήμαρχο Ρεθύμνου Γιουσούφ Αλιγιατζιδάκη –τον τελευταίο Τούρκο δήμαρχο της πόλης- ως ανάμνηση της διαμονής των ρωσικών αυτοκρατορικών στρατευμάτων στο Ρέθυμνο.
Στο νοσοκομείο, τα μετέπειτα χρόνια, έγιναν μερικές μικροαλλαγές, όπως η προσθήκη τμήματος «Κοινών Γυναικών» το 1902-1903. Η διάδοση των αφροδίσιων νοσημάτων -λόγω και της παρουσίας μεγάλου αριθμού στρατιωτών των Εγγυητριών Δυνάμεων- είχε αποβεί μείζον πρόβλημα για τη δημόσια υγεία το 1900. Παρουσιάστηκε, λοιπόν, και στο Ρέθυμνο ανάγκη ίδρυσης Τμήματος «Κοινών γυναικών», επειδή υπάρχει σχετική προκήρυξη προσθήκης στην Ανατολική πτέρυγα ειδικού διαμερίσματος τού νοσοκομείου.
Το Νοσοκομείο παρέμεινε στην ίδια κτιριακή εγκατάσταση μέχρι την έναρξη της μάχης της Κρήτης (20-5-1941), οπότε επιτάχθηκε από τον στρατό για την περίθαλψη των τραυματιών. Την τρίτη, όμως, ημέρα της μάχης στο Ρέθυμνο (22 Μαΐου 1941), χτυπήθηκε από Γερμανικά αεροπλάνα, παρά τα εμφανή σήματα τού Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, που υπήρχαν στη στέγη του, και εγκαταλείφθηκε. Αυτή ήταν και η τελευταία ημέρα λειτουργίας του ως Δημοτικού Νοσοκομείου. Μετά την απελευθέρωση, το 1952, λειτούργησε ορισμένα χρόνια ως σανατόριο (παράρτημα του κρατικού νοσοκομείου Ρεθύμνης), για να εγκατασταθεί τελικά σε αυτό το Παράρτημα της Σχολής Οπλιτών Χωροφυλακής Κρήτης.
Τα έργα ευποιίας των Ρώσων προς την πόλη του Ρεθύμνου φαίνεται να αναγνωρίστηκαν ευρέως από την κοινή συνείδηση των Ρεθεμνιωτών. Δείγματα της αναγνώρισης αυτής βρίσκουμε στην ειδησεογραφία εφημερίδων της εποχής, όπως, για παράδειγμα, στην εφημερίδα «Αναγέννησις» της 6/10/1900, όπου, σε ένδειξη τιμής και ευγνωμοσύνης, προτείνεται να τοποθετηθεί επιγραφή στο ανακαινισμένο με δαπάνη του τσάρου της Ρωσίας Νικολάου Β’ επισκοπικό μέγαρο, στην οποία «χρυσοίς γράμμασιν» και με τα σύμβολα τού ρωσικού στέμματος να αναγραφεί: «Δαπάνη Τσάρου Νικολάου του Β’». Και η εφημερίδα, περαιτέρω, σημειώνει χαρακτηριστικά για τα έργα ευποιίας και φιλανθρωπίας των Ρώσων στο Ρέθυμνο: «Δεν πρέπει να λησμονώμεν την ευεργετικήν δράσιν τού Ρωσικού στρατού εν τω ημετέρω νομώ και ιδία εν τη πόλει μας. ο καλλωπισμός της πόλεώς μας οφείλεται εις την ρωσικήν κατοχήν. Χιλιάδες σάκοι αλεύρου και κριθής διενεμήθησαν τοις πτωχοίς του ημετέρου νομού αδιακρίτως θρησκεύματος, χρήματα άφθονα διετέθησαν υπέρ των πτωχών οικογενειών εκ τού ακένωτου ρωσικού ταμείου. Η ευεργετική δράσις της ρωσικής κατοχής εν τω ημετέρω νομώ πρέπει να μείνει αΐδιος. Το να ευγνωμονεί τις τον ευεργέτην του είναι αρετή» .
Αυτά όλα στάθηκαν, προφανώς, η αφορμή ώστε να συνεχίζουμε να διαβάζουμε -ακόμη και μετά την παρέλευση ικανού χρονικού διαστήματος από της εδώ παρουσίας των Ρωσικών Δυνάμεων- στις εφημερίδες της εποχής (1914), ειδήσεις όπως η παρακάτω περί τελέσεως «δοξολογίας επ’ ευκαιρία της εορτής τού Αυτοκράτορος της Ρωσίας Νικολάου του Β’, υπό της κοινότητος της πόλεώς μας, εις ευγνωμοσύνην διά τας προς αυτήν μεγάλας τούτου δωρεάς». Και η είδηση συνεχίζει παρακάτω: «Μετά την δοξολογία ο κ. Νομάρχης μετά τού υποπροξένου τής Ρωσίας κ. Χατζηγρηγοράκη και αρκετού κόσμου μετέβησαν εις το Νεκροταφείον, όπου κατετέθη στέφανος εξ ονόματος τής Γ. Διοικήσεως εις τους τάφους των Ρώσων αξιωματικών και στρατιωτών. Ένθα και ομιλία τού κ. Χατζηγρηγοράκη αναφερομένη στας ενεργηθείσας υπό των Ρώσων ευεργεσίας προς τον ρεθυμνιακό λαό, το νοσοκομείο, την επισκοπή και τον επισκοπικό ναό…».
Απώλειες από τις ασθένειες
Σύμφωνα με τον Χριστόφορο Σταυρουλάκη σε δημοσίευμα του της 19-3-1974,
«…Αι βαρειαί εργασίαι το θερμόν κλίμα της νήσου και η ακαθαρσία της πηγής του ποσίμου ύδατος, αν και ελαμβάνοντο όλα τα προφυλακτικά μέσα προεκάλεσαν κοιλιακόν τύφον και την ελονοσίαν. Περισσότεροι των 100 ανδρών της αποστολής απέθανον υπό αυτάς τας συνθήκας…
Οι Ρώσοι, ως ορθόδοξοι χριστιανοί, ετάφησαν στο νεκροταφείο της Μεσαμπελίτισσας. Οι τάφοι τους περίπου εκατό υπήρχαν ανατολικά του νεκροταφείου δίπλα στο οστεοφυλάκιο. Για του 18 Πολωνούς και 4 άλλους καθολικούς που είχαν στα στρατεύματά τους οι Ρώσοι και πέθαναν τότε, δημιουργήθηκε και ετάφησαν, την εποχή εκείνη, στο γνωστό μας Πολωνικό νεκροταφείο.
Και προσθέτει ο Κώστας Ξεξάκης σε δημοσίευμά του σχετικό με το θέμα:
Οι Ρώσοι εταφήκανε σε μεγαλοπρεπέστατους τάφους με αγάλματα, πράγματα κ.λ.π. που τους καμάρωνε το Ρέθυμνο. Ήτανε γύρω στους 100 τάφους τέτοιους, ωραιότατοι και δυστυχώς οι εμπορευόμενοι τα τετραγωνικά μέτρα του νεκροταφείου εξεπατώσανε τους Ρώσικους τάφους.
Για τους τάφους μόνο πρόσφατα έγινε προσπάθεια για την αποκατάσταση των ζημιών που είχαν υποστεί με τη φθορά του χρόνου. Γιατί η κατάσταση ήταν άθλια όπως αναφέρει σε σημείωμά του το 2005, ο εκλεκτός συγγραφέας – ιστοριοδίφης Χ. Παπαδάκης.
«Από τους εκατό περίπου τάφους απέμειναν, σήμερα, στη νοτιοανατολική πλευρά του νεκροταφείου μόνο τρεις μισοκατεστραμμένοι σταυροί, χωρίς μνήματα και ένα μισοκατεστραμένος τάφος με σπασμένο σταυρό ως ανάμνηση της διαμονής των Αυτοκρατορικών στρατευμάτων και τιμής και ευγνωμοσύνης ένεκα δι. ην παρέσχον εις την πόλιν προστασίαν».
Μια ευρηματική αναφορά στις καμπάνες
Από τα σχετικά δημοσιεύματα που αφορούν τα έργα των Ρώσων στην πόλη μας σταχυολογούμε ένα περίφημο απόσπασμα από ένα δημοσίευμα του γνωστού φιλολόγου και συγγραφέα κ. Γιώργου Φρυγανάκη.
Βάζοντας το καμπαναριό να μιλά στους σύγχρονους νέους (θαυμάσια ιδέα) αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Η πρώτη μου καμπάνα ήταν πολύ μεγάλη, δώρο των οινοπωλών, μα θαρρώ πως και ο μαστρο-Γιώργης ο Φραγάκης μάλλον θα τα ‘χε τσούξει όταν την έφτιαχνε, γιατί ράγισε τον ίδιο χρόνο. Ο λαός την έλεγε «Γερόντισσα». Πού να στα λέω! Την κατέβασαν με χίλια ζόρια, την έστειλαν στη Βενετία, όπου την έλιωσαν και από το υλικό της έφτιαξαν 8 νέες καμπάνες, που πήραν τα ονόματα: Θεόδωρος ντε Χιοστάκ, Ζαμόφσκυ, Λόβσκυ, Ζιτόρμσκυ, Μοδλίσκυ… Όχι, μη βιάζεσαι∙ δεν πρόκειται για παίκτες της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Ρωσίας. Είναι το όνομα του γενικού Ρώσου Διοικητή, το πρώτο, και των διοικητών τεσσάρων ρωσικών συνταγμάτων στο Ρέθυμνο, τα άλλα. Η Ρωσία ήταν μια από τις Προστάτιδες Δυνάμεις που είχε αναλάβει τότε το Ρέθυμνο επί Κρητικής Αυτονομίας. Τα ονόματα των υπολοίπων είναι: Σύνταγμα Σκοπευτών, Ταξιαρχία Πυροβολικού και Ελευθερωθείσα Πατρίς… Γελάς με το τελευταίο, ε; Είσαι ακόμη μικρός για να καταλάβεις… Ίσως να είμαι κι εγώ σε πολύ μεγάλη ηλικία για να δείχνω πως καταλαβαίνω».
Θα συνεχίσουμε όμως γιατί έπονται και άλλες σημαντικές εργασίες που καλύπτουν όλο το φάσμα της παρουσίας των Ρώσων στο Ρέθυμνο.