Σιωπηλά παρακολουθώ τελευταία τις εξελίξεις στη λεγόμενη χάριν συνεννόησης «Κεντροαριστερά». Δύο είναι τα ερωτήματα:
– Χρειάζεται, άραγε, στη χώρα μια ενδιάμεση παράταξη, που θα οδηγήσει την Ελλάδα στη μετά τα μνημόνια εποχή ή μας αρκεί το εν πολλοίς συγκυριακό δίπολο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ;
– Με ποιους όρους μια τέτοια παράταξη μπορεί να καταστεί πλειοψηφική, να χαράξει πορεία για την Ελλάδα του 2030 ή του 2050 και όχι απλώς να παραμείνει διασωληνωμένη ως πολιτικό μαυσωλείο ή γραφείο ευρέσεως εργασίας ανεπάγγελτων ή κατά συνήθεια πολιτευομένων, μοιραία όμως δεκανίκι του εκάστοτε πλειοψηφούντος;
Στο πρώτο ερώτημα η απάντηση είναι εύκολη: η εργαλειακή, για λόγους ψηφοθηρίας, ανιστόρητη και επιζήμια για τη χώρα αντιπαράθεση μνημόνιο-αντιμνημόνιο, έχει πλέον αντικατασταθεί από μια ποδοσφαιρικού τύπου αναμέτρηση καθημερινότητας ανάμεσα στη ΝΔ και το ΣΥΡΙΖΑ, που δεν αγγίζει τα μεγάλα ζητήματα της χώρας, εξαντλείται σε επικοινωνιακά θεάματα τύπου Πολάκη-Γεωργιάδη και απογοητεύει τους πολίτες, που, ενώ καταπίνουν την κάμηλο του τρίτου και διαρκούς Μνημονίου, τα δύο μεγάλα κόμματα διυλίζουν τον κώνωπα, αν και όφειλαν, αντί να μονομαχούν ανοήτως να απολογηθούν στην κοινωνία ο μεν πρωθυπουργός για τη συντριβή της μεσαίας τάξης και των ασθενέστερων, που συνοδεύεται από την απογείωση μιας ολιγαρχίας, ντόπιας και ξένης, που όμοια της δεν γνώρισε η χώρα μετά τον πόλεμο, ο δε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης διότι ετοιμάζεται να κυβερνήσει χωρίς ουδεμία αυτοκριτική για την καταστροφική πενταετία Καραμανλή και εν πολλοίς με το ίδιο πολιτικό προσωπικό που την προκάλεσε: πόση ισορροπία μπορεί άραγε να χωρέσει στη μεταρρύθμιση;;;
Συμπερασματικά, ο Τσίπρας απογοήτευσε, ο Μητσοτάκης δεν πείθει, το νέο τεχνητό δίπολο θα πάει τη χώρα ακόμη πιο πίσω- άρα δεν είναι μόνο χρήσιμη, αλλά ιστορικά αναγκαία η επανίδρυση μιας νέας προοδευτικής παράταξης που θα πιάσει το νήμα της ιστορίας και θα οδηγήσει τη χώρα στο μέλλον.
Στο δεύτερο ερώτημα τα πράγματα δυσκολεύουν-χρόνο έχουμε, αλλά όχι αρκετό. Πόση συζήτηση ουσίας να γίνει σε δύο μήνες μέχρι την εκλογή επικεφαλής, όταν τα πρόσωπα και η μικροπολιτική μονοπωλούν τη δημοσιότητα;;; Πόσο απωθητική μπορεί να γίνει το 2017 η επανάληψη, ως φάρσας αυτή τη φορά, η αναμέτρηση στρατών και μηχανισμών-πόσο πιο γραφικοί μπορούμε να γίνουμε;
Προκαταβολικά, εξηγούμαι: η επανεκκίνηση της προοδευτικής παράταξης δεν έχει κανένα νόημα για να απαντήσουμε στο καφενειακό ερώτημα «θα συγκυβερνήσετε με τον Μητσοτάκη ή θα συγχωνευθείτε με τον Τσίπρα», ούτε αν με όρους πασαρέλας στοιχηθούμε πίσω από τον Α ή τον Β, έχει νόημα όμως αν εξηγήσουμε στα παιδιά που πέτυχαν φέτος στο Πανεπιστήμιο σε πέντε χρόνια που θα αποφοιτήσουν αν θα βρουν δουλειά, έχει νόημα αν μπορούμε να απαντήσουμε στην επιχείρηση start up πόση γραφειοκρατία θα υποστεί, στον σύγχρονο αγρότη πώς θα τυποποιήσει και θα εξάγει επιτυχημένα το προϊόν του.
Έχει νόημα -γιατί τα ξεχνούμε τελευταία, αλλά αυτή είναι η μήτρα μας, από το Κυπριακό ξεκίνησε η Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη- να ξαναδούμε τα εθνικά μας θέματα, να ξανασχεδιάσουμε με όρους σύγχρονου πατριωτισμού την ισότιμη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Και έχει νόημα όταν η μεγάλη πλειοψηφική προοδευτική παράταξη θα ξαναενώσει, όπως έπραττε διαχρονικά τους Έλληνες, όταν δεν θα στρέφει τον άνεργο κατά του συνταξιούχου, τον επιχειρηματία κατά του δημοσίου υπαλλήλου, τον κάτοικο της μεγαλούπολης κατά του αγρότη και τούμπαλιν.
Όταν θα αναδείξει μια νέα γενιά στο προσκήνιο: στην επιστήμη, στις επιχειρήσεις, στην τέχνη, την πολιτική.
Όταν θα ξαναθυμηθεί τον Κράιτσκι -γιατί αυτές είναι οι ρίζες μας: «Είμαι σοσιαλιστής στα κοινωνικά ζητήματα, φιλελεύθερος στα οικονομικά και αναρχικός στα θέματα τέχνης».
Όταν, τέλος, θα κοιτάξει στα μάτια την κοινωνία και θα αυτοκριθεί σκληρά για τα λάθη, τα πρόσωπα, τα οράματα που έμειναν μισά.
Τότε, όποιος και να ηγείται, η παράταξη θα ηγηθεί της χώρας- και η Ελλάδα θα ξαναγίνει ηγέτης.
Τότε «ο ουρανός θα γίνει όπως τον θέλουν τα παιδιά»!
* Ο Νίκος Κοτζαμπασάκης είναι δικηγόρος, μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Ρεθύμνου