Το παρακάτω κείμενο είναι η αντιφώνηση του δασκάλου και λαογράφου Σταμάτη Αποστολάκη στην εκδήλωση τίμησής του την περασμένη Δευτέρα 19 Μαρτίου, στο Ρέθυμνο, από το Ιστορικό – Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης.
Ήθελα – λέει – και να κάτεχα, ύστερ’ απ’ όλον αυτόν τον χείμαρρο επαίνων και τιμών στο πρόσωπό μου, από δωδεκάδα επίλεκτων και υπεράξιων ομιλητών για το όποιο έργο μου, ποιος ειν’ εκείνος που έχει την δύναμη, την αυτοπεποίθηση και το θάρρος, να σταθεί μπροστά σας και να ψελλίσει έστω, δύο λόγια απλά, αλλά γκαρδιακά και πλήρη ευχαριστιών! Για να το μπορέσω, ζητώ τη χάρη του Θεού, τη βοήθεια των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, που προσκυνήσαμε καθώς φτάναμε στην πλατεία, για ν’ αρχίσω, κι ως όπου φτάσω!
Σεβαστοί Άρχοντες κι όλοι εσείς, εκλεκτό μας ακροατήριο, που αφήσατε βραδιάτικα, κι αρχή της εβδομάδας, τις ασχολίες σας, για ν’ ακούσετε, για έναν παλιό Δάσκαλο, και μάλιστα ξενοχωρίτη σας! Ξενοχωρίτη, βέβαια, αλλά λάτρη μια ζωή, του Ρεθέμνους και της ιστορίας του! Και δεν ξεχνιούνται ποτέ οι συγκινήσεις μου: μιλώντας στο «Σπίτι του Πολιτισμού του Δήμου σας, 21 τ’ Οχτώβρη του 2013 με θέμα τα «Ριζίτικα που αναφέρονται σε Ρεθεμνιώτικες ιστορικές τοπωνυμίες», ή στ’ Αμάρι, στο εκεί Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο 27-31/8/2010, με το θέμα «Η καταστροφή των χωριών του Κέντρους το 1944, στη Λαϊκή Ποίηση της Κρήτης μας». Κι άλλες επίσης φορές, σαν την βραδιά την αφιερωμένη στον αείμνηστο Γιάννη Μαθιουδάκη, την «Λουλούδα» του Παρατηρητή των Χανίων, για χρόνια. Και βέβαια οι αξέχαστες εκδρομές με το σχολείο μου, στ’ Αρκάδι, σχεδόν κάθε χρονιά, γιατί πιστεύω πως το χρέος του Δασκάλου είναι να οδηγήσει τα παιδιά του, να προσκυνήσουν, να γονατίσουν, να δουν και να θαυμάσουν, τα πανίερα μέρη του τόπου μας, σαν το μαρτυρικό Αρκάδι και τόσα άλλα! Αξέχαστα διδασκαλικά χρόνια, αλησμόνητα βιώματα, μια ζωής 35 χρόνων…
Ύστερα από τις πετυχημένες παρουσιάσεις, που διοργανώσατε για το έργο των ξεχωριστών φίλων μου κ.κ. Γεωργίου Σμπώκου και Αντώνη Πλυμάκη, σήμερα τιμάτε εμένα και, μάλιστα, βάλατε σε κόπο τόσους εκλεκτούς εισηγητές, από τα Χανιά, τους αγαπητούς μου Βασίλη Χαρωνίτη, Βαγγέλη Κακατσάκη, Κώστα Φουρναράκη και Μαθιό Φραντζεσκάκη.
Κι απ’ εδώ, από τα Ρεθεμνιώτικα, οι συμμετοχές των αγαπητών μου, απ’ αρκετά χρόνια, εισηγητών: κ.κ. Αναστασίας Πλατυρράχου, Γιάννη Παπιομύτογλου, Εύας Λαδιά, Θεόδωρου Πελαντάκη, Κατερίνας Τσακάλη-Δομαζάκη, Μάνου Γοργοράπτη, Μαριέττας Ασημομύτη-Εκκεκάκη, Χάρη Στρατιδάκη και της σεβαστής σε όλους μας κυρίας Φαλής Βογιατζάκη, που πριν από δύο μέρες την καταχειροκροτούσαν τα Χανιά, στο Ίδρυμα Ελευθερίου Βενιζέλου, για την χορηγία της, σε βραβείο πανελλήνιου διαγωνισμού του Ιδρύματος.
Πιστεύω, ότι όλοι σας μπορείτε να ‘ρθετε στη θέση μου και να με βοηθήσετε: Από που ν’ αρχίσω και που να τελειώσω, για να μην σας παρακουράσω βραδιάτικα… Ξεκινώ, λοιπόν, με τις ευχαριστίες μου: προς το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο σας, αυτόν τον θησαυρό και τον πλούτο του Ρεθέμνους, με το ακούραστο, το δραστήριο διοικητικό του συμβούλιο, επειδή εκείνο ξεκίνησε και οργάνωσε την τόσο περιεκτική αυτή εσπέρα. Και βέβαια την πολυσέβαστη Ιερά Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, της οποίας το θεάρεστο και πολύ σημαντικό έργο της, είναι μέγα κεφάλαιο στην Εκκλησία της Κρήτης μας! Δεν ξεχνώ επίσης τις ευχαριστίες μου προς την Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνης και βέβαια προς τον ιστορικό Δήμο Ρεθύμνης, θεσμοί όλοι, που πρωτοπορούν και συμβάλλουν στον πολιτισμό μας! Η παρουσία των είναι από καρδιάς και όχι τυπική! Όσες, όμως, ευχαριστίες και να εκφράσω αυτήν την ώρα για όλους σας, είναι και φτωχικές και λίγες!
Συμπαθήσετέ μου, να μην παραλείψω να μνησθώ των αείμνηστων γονέων και προγόνων μου, για όσα πολύτιμα ενσταλάξανε στην ψυχή μου, κι ας ήταν τα γράμματά τους, του Δημοτικού! Οι λαογραφικοί θησαυροί και οι θρησκευτικοί συνάμα, που μετέδωσαν στο Είναι μου, μου είναι πάντα ανεκτίμητοι οδοδείκτες της πορείας μου! Και βέβαια, δεν ξεχνώ την αγαπημένη σύντροφο της ζωής μου Ελευθερία, μαζί και τα παιδιά και τα εγγόνια μας, θησαυρούς ανεκτίμητους, που χωρίς την αγάπη και την κατανόησή τους, το όποιο έργο μου δεν θα ‘φτανε ποτέ, ως εδώ, π’ αξιώθηκα, κι έφτασε!
«Όλη μέρα μπαμπά, γράφεις ή διαβάζεις∙ δεν εκουράστηκες, να κάμεις διάλειμμα και να πάμε μια βόλτα ως τον Κήπο; – Ναι! ετοιμαστείτε, σε δύο λεπτά φεύγουμε…».
Πώς κι από πότε λοιπόν, άρχισε το όποιο έργο μου, που κι ακόμη συνεχίζεται, ας επιχειρήσω μιαν αναδρομή:
Και να ‘μαι πτυχιούχος της Παιδαγωγικής Ακαδημίας καλοκαίρι του 1952. Είμαι στο χωριό μου, στον Καμπανό του Σελίνου… Εδώ κι αν έχεις διάθεση, σε κατακλύζουν πλούσια θέματα συλλογής, καταγραφής αλλά και έρευνας. Οι εκκλησίες του χωριού μου -οι δυο πανάρχαιες- οι παραδόσεις, τα θαύματα που μου διηγούνται οι γέροντες, κ.λπ. Άλλος τομέας ανεξάντλητος: ο παραδοσιακός βίος στο χωριό (γέννηση, βάπτιση, γάμος, θάνατος), ο επαγγελματικός βίος κι ύστερα τα γλέντια και τα πανηγύρια στο χωριό, αφορμή για συλλογή μαντινάδων, ριζίτικων τραγουδιών, απ’ την πηγή τους, παροιμιών, και λοιπής λαογραφικής ύλης, που με το κατάλληλο βοήθημα της Ακαδημίας Αθηνών (δωρεάν στον αιτούντα), γίνεσαι συλλογέας, συλλέκτης ανεκτίμητου υλικού. Ενός υλικού που με οδήγησε και στην έκδοση του βιβλίου μου «Τα Ριζίτικα», έργου 50 χρόνων.
Και προχωρούμε στον χώρο της Τοπικής Ιστορίας, στις αναμνήσεις από τη Γερμανική Κατοχή, με τα όσα σύραμε. Η μάνα μας ετοιμόγεννη στις φυλακές Αγυιάς, κι ο αναθεματισμένος Αντρέ να μην υποχωρεί στις παρακλήσεις του Δεσπότη Αγαθάγγελου των Χανίων να την αποφυλακίσει. Κι ο πατέρας μας τραυματισμένος διπλά, ν’ ανεβαίνει στη Μαδάρα!
Και ακολουθεί το μέγα για την περιοχή μας, μαρτύριο των συλληφθέντων 48 χωριανών για τα στρατόπεδα Νταχάου, Μαουτχάουζεν, Έμπεζε, κ.λπ. Επέζησαν και επέστρεψαν 6. Να μην τους πάρεις συνεντεύξεις, να μη φέρεις, έστω και έναν τους, στο σχολειό σου, μέρες επετείων της Μάχης της Κρήτης, να διηγηθεί σε παιδιά και συναδέλφους νέους, τα φριχτά τους πάθη;
Έτσι έγιναν τα βιβλία μου: «Μάχη και Αντίσταση της Κρήτης 1941-’45», έτσι και το «Σελινιώτες Ήρωες της Μάχης της Κρήτης, στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων της Γερμανίας», και όποια άλλα σχετικά.
Και προχωρούν τα χρόνια: 1954: μετά το στρατιωτικό νεοδιόριστος Δάσκαλος στο Μαυρόκαμπο Κορεστίων Καστοριάς, κάτω από το Βίτσι, κοντά στις Πρέσπες… Ε! μη με ρωτήσετε πώς προέκυψε εδώ το χειρόγραφο του έργου μου «Οι Μακεδονομάχοι της Κρήτης μας». Πολλοί κάτοικοι γέροντες είχαν να μου πουν και να με πάνε σε σημεία δράσης Κρητών Μακεδονομάχων, δίπλα στη Στάτιστα, στο χωριουδάκι που σκότωσαν τον Μελά. Κι όταν αρκετά αργότερα, το 1984, με τα 80/χρονα του Μακεδονικού Αγώνα, η Νομαρχία Χανίων με πρότεινε ομιλητή στο σχετικό συνέδριο της Θεσσαλονίκης, αυτό το υλικό διάβασα κι ενθουσιασμένη η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών και το Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης, μου πρότειναν να το εκδώσουν και να το προσφέρουν στους επισκέπτες δωρεάν. Μου στέλνουν όταν το επανεκδίδουν λίγα αντίτυπα για τους φίλους!
Τα χρόνια της Καστοριάς έληξαν το 1959, με μετάθεσή μου, επιτέλους στην Κρήτη, στο Σέλινο, στο Ροδοβάνι. Όλη μέρα στο σχολείο τότε. Τα βράδια όμως στο πατρικό. Στη ζεστασιά των γονιών, των αδελφιών. Η μάνα μας στον αργαλειό, για τα προυκιά των κοριτσιών μας. Καμιά φορά μου ‘λεγε: «Πιάσε, Σταμαθιό μου, τον άδραχτο και γέμισέ μου δυο μασούρια για την σαΐτα», που ύφαινε. Κι εγώ ευχαρίστως, αλλά με συνεπήρε η εργασία της, ρωτούσα και μάθαινα, κατέγραφα, κ.λπ. Κι έτσι σε λίγο τα «Λαογραφικά τ’ Αργαλειού», έτοιμα… Παρόμοιας περιπέτειας καρπός και τα «Λαογραφικά του κυνηγίου».. Να ‘χαμε χρόνο να την έλεγα την ιστορία, θα γελούσατε… Κι όταν έμαθα μαντολίνο, πέραν από τη σχολική του χρήση, αυτό και τα γλέντια στο χωριό, έφεραν «Τα Λαογραφικά του χορού», που κάπου εδώ υπάρχει αντίτυπο…
Για τα «Λαογραφικά της ελιάς και του λαδιού», μη με ρωτήσετε, αφού είμαι από το Σέλινο, «απού ‘ναι οι ελιές των δεκοχτώ μιστάτω». Και βέβαια η τεράστια ενότητα με τα Λαογραφικά των εορτών, με τις «Σκολάδες» του Δωδεκαημέρου, τις «Απόκριες και την Καθαρή Δευτέρα στην Κρήτη», των «Κληδόνων», τη «Μεγαλοβδομάδα και Λαμπρή», «Το πανηγύρι στον τόπο μας», αυτά είναι βιωματικές καταγραφές που τις ζεις, συνυπάρχεις, ταυτίζεσαι, κι έχεις χρέος τελικά να τις καταγράφεις για τους επερχόμενους.
Να δεις την Χριστιανική διδασκαλία, κοντά και πλάι στην Παράδοση, τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας, και την Κυριακή Προσευχή, και να θαυμάζεις τον αγράμματο Ποιητή Λαό μας, σαν τον ακούς να τραγουδάει:
«-Ένας ειν’ ο Κύριος, ο Μεγαλοδύναμος…»
Κι εσύ ο Δάσκαλος, να διδάσκεις τους μαθητές σου,
«- Πιστεύω εις Έναν Θεόν…»
Γι’ αυτά αγωνίζομαι 86 χρόνια, μ’ αυτά ζω, βιώνω, συλλέγω, καταγράφω, μελετώ, και δημοσιεύω.
Και να που πάνω στην ώρα για τις επιλογικές μου γραμμές θυμήθηκα πως για την «ενότητα Βενιζέλος», δεν έγινε αναφορά από μέρους μου, κι ας αφιερώθηκαν χρόνια για την «70 χρόνων συλλογή Επιμνημόσυνων Λόγων στα μνημόσυνά Του», κι άλλα τόσα για τα σχετικά λαογραφικά. Επίσης, το ογκωδέστερο κεφάλαιο της έρευνάς μου, το αναφερόμενο στο έργο του αοίδιμου Ιεράρχη Ειρηναίου, που δεν είχε συλλεγεί, δεν είχε δημοσιευτεί. Αναφέρομαι στην εμπνευσμένη ποίησή του με τον τίτλο: «Απλές ωδές» που βρίσκονται στα περιοδικά «Αναγέννησις» της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου και αλλού. Συγκεντρώθηκαν και κυκλοφόρησαν το 2014, ενώ ένα χρόνο νωρίτερα, το 2013, τα «Γράμματα στους μαθητές μου». Κι ήρθε η σειρά των κειμένων του Μακαριστού Ιεράρχη, που εμπνεύστηκε, έγραψε και δημοσίευσε μια ζωή για τον Αποκόρωνα, για το χωριό του! Έδωσα τον τίτλο: «Των Γονικών μου, γη ιερή και πως να σου ξεχάσω» και τυπώθηκε το 2015. Ως τόσο ανήμενε ένας πολύτιμος όγκος Λαϊκής Ποίησης για τον Ειρηναίο, έπρεπε να ετοιμαστεί και να φτάσει στο τυπογραφείο, με τον τίτλο που δώσαμε: «Η Λαϊκή Ποίηση της Κρήτης για τον Σεβασμιώτατο Ειρηναίο Γαλανάκη», Χανιά, 2016, 8ο, σ. 150. Διατίθενται από το Ίδρυμα Αγίας Σοφίας Αποκορώνου, που εκείνος ίδρυσε, για τις ανάγκες των κατοίκων, κι εμείς λαμβάνουμε, γι’ αυτόν τον μόχθο, την ευλογία της Εκκλησίας, κι όσων βοηθούνται τις ευχές!
Κι η τόσο μεγάλη παρένθεση κλείνει εδώ! Ό,τι συλλέχθηκε, δημοσιεύθηκε, εκδόθηκε, έγινε γιατί το ένοιωθα χρέος μου, απέναντι στα νιάτα, και ταυτόχρονα «μνημόσυνο» της προσφοράς των πολύτιμων πληροφορητών μου. Κι όλη η ύλη που μαζεύτηκε μια ζωή, ας θεωρηθεί και σαν κατάθεση κι αντίκρισμα στις τόσες βραβεύσεις, επαίνους και διακρίσεις που δέχτηκα μια ζωή! Κι ειν’ ο καημός, που πάντα με τρώει, καθώς αναρωτιούμαι αν τις αξίζω! Καημός και συγκίνηση και για την αποψινή δική σας Τιμητική Διάκριση στο πρόσωπό μου! Είναι πολύτιμη για μένα και μου δημιουργεί μεγάλη οφειλή, Χρέος προς όλους Σας: Οργανωτική Επιτροπή, Αρχές και Φορείς, Ομιλητές της εσπέρας και το ευγενικό μας ακροατήριο το τόσον εκλεκτό!
Αυτό το βράδυ, δεν ξεχνιέται και μου δίνει κουράγιο που τόσο το ‘χω ανάγκη, και για Ζωή και για Συνέχεια! Χίλια Ευχαριστώ, από τα βάθη της ψυχής μου!