Ειδικότερα στη λογοτεχνία δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ιχνηλασία για τον εντοπισμό των πασίγνωστων έργων του: «Φωνές από τα μνήματα τ’ Άι Νούφρη» (Μυθιστόρημα, 1973), «Αναπνοές του Ψηλορείτη», (Διηγήματα,1977), «Ο Σταυρούλης» (Μυθιστόρημα, 2003) και «Οι Φευγάτοι» (Μυθιστόρημα 2010).
Ο συγγραφέας πρόσφατα επέλεξε να μας ξαναπαρουσιάσει σε Β’ έκδοση το δεύτερό του βιβλίο, τις «Αναπνοές του Ψηλορείτη» (από τις εκδόσεις «Λευκή σελίδα» αυτή τη φορά).
Ο ένας λόγος, ο προφανής, είναι ο εμπλουτισμός τους με καινούργια διηγήματα. Ο εντοπισμός του άλλου προϋποθέτει την ανάγνωσή μέρους τουλάχιστον του βιβλίου, που πιστεύω ότι παραπέμπει άμεσα σ’ ένα θεμελιώδες θεωρητικό αξίωμα διατυπωμένο από το Μεγάλο Γρηγόρη Ξενόπουλο: «Η ανάγνωσις ωραίου διηγήματος δύναται να αντικαταστήσει την θέαν εικόνος ή την ακρόασιν μουσικής. Ουδέν είνεπροσφορώτερον όπως τέρψη, μαλάσσον το ήθος και τον χαρακτήρα, εμφυτεύον υγιείς αρχάς και ήρεμα αισθήματα. Η κοινωνία έχει χρείαν του διηγήματος, όπως του Σχολείου και του Θεάτρου». (Διατηρήθηκε η ορθογραφία του πρωτοτύπου).
Συνεχίζω αναλυτικότερα και πάντα με το «άλλοθι» ότι ένα λογοτεχνικό έργο, όπως και κάθε έργο τέχνης, ανήκει στον αναγνώστη και στις αναγνώσεις του.
Το «ωραίο» στο συλλογή των 22 διηγημάτων στοιχειοθετείται όχι μόνο ως σημαίνον με τις γλαφυρές περιγραφές, τις ανάγλυφες εικόνες ή το ρωμαλέο και μεστό λόγο, αλλά και ως σημαινόμενο.
Τα διηγήματα καλύπτουν μια πολύ μακριά χρονική περίοδο, που αρχίζει λίγο πριν το 1960 και φτάνει ως και το 2010, δηλαδή μια περίοδο πάνω από μισό αιώνα.
Πρόκειται για λογοτεχνική μετάπλαση βιωμάτων που ανακαλούνται με τους μηχανισμούς της μνήμης και των συνειρμών, χωρίς πρόθεση εξιδανίκευσης, όσο κι αν η τάση της ψυχής είναι να διυλίζει τα άσχημα και να κρατά τα εύσχημα.
Ο συγγραφέας με τον αφηγηματικό χρωστήρα του ζωγραφίζει τον υπαρκτό κρητικό κόσμο, με ένα τρόπο όμως που το τοπικό γίνεται υπερτοπικό και το σύγχρονο διαχρονικό.
Βασική πηγή του είναι το χωριό του, στ’ αγνάντια του Ψηλορείτη, με το πολύ συμβολικό όνομα Γέννα, όπου έζησε τις «μπουνάτσες» και τις «φουρτούνες» του, το γέλιο και το κλάμα του, παραμένοντας ένας «αγιάτρευτος ρομαντικός “χωριάτης”», όπως εξομολογείται προλογικά ο λογοτέχνης.
Από το σπίτι του στη Γέννα ορειβατούσε ανυποχώρητα το βλέμμα του, έφτανε στην κορφή του θεϊκού βουνού και απογειωνόταν…. Μια ορειβασία που του έγινε εξάρτηση και πραγματοποιούσε ακόμα και νοερά, καθώς, όπου κι αν πήγαινε, κουβαλούσε μέσα του τις μνήμες από το χωριό του και τον Ψηλορείτη, όσο αγκαθερές και τσουγκρωτές κι αν ήταν κάποιες!
Οι ψηλορείτικες «αναπνοές» λειτουργούν ως ζωογόνα και λυτρωτική διέξοδος από την επίπεδη ζωή, την επίπεδη σκέψη και τα επίπεδα αισθήματα. ως ασφαλιστική δικλείδα που εμπόδιζε την καρδιά του να «πλαντάξει».
Με την έννοια αυτή ο αξιακός οδοδείκτης των διηγημάτων παραπέμπει στη βουνολατρία του Καζαντζάκη, που, όπως διαπιστώνεται σ’ όλο το έργο του, ταύτιζε τη δυναμική πορεία της ζωής και της ψυχής του -και κατ’ επέκταση του «άνω θρώσκοντος» ανθρώπου- με την επώδυνη ανάβαση.
Έτσι, ο Ψηλορείτης γίνεται ένας εξώστης ή ένας άμβωνας απ’ όπου ο συγγραφέας εκπέμπει το παγκόσμιο μήνυμά του κατά «της πεισματικής αμετανοησίας και της αλαζονικής αχαριστίας του σημερινού «υπερμπούκαλου», αχόρταγου και μεγαλομανούς ανθρώπου». Αλλά και ο «Γολγοθάς» του!…
Η συλλογή διηγημάτων του Α΄ Μέρους (456 σελίδες) συμπληρώνεται από τα 39 ποιήματα του Β΄ Μέρους (62 σελίδες), παραδοσιακής και πολλά «νεοριζίτικης» κοπής, που αναφέρονται στην ίδια χρονική περίοδο με τα πεζά και καλύπτουν μια πλούσια θεματολογία. Το ότι δεν συνεξαγγέλλονται στο εξώφυλλο, τα καθιστά μια… δωροέκπληξη, ανεξάρτητα αν πρόκειται για παράλειψη.
Το πολυσέλιδο βιβλίο ολοκληρώνεται με το απαραίτητο λεξιλόγιο (24 σελίδες).
Στο Ρέθυμνο η θεατρική παράσταση «Χόρεψέ με πατέρα» της Κατερίνας Αντωνιάδου
H θεατρική παράσταση «Χόρεψέ με πατέρα» της Κατερίνας Αντωνιάδου έρχεται στο Ρέθυμνο στο Θέατρο Αντίβαρο για δυο παραστάσεις σήμερα Σάββατο...