Η απόσταση δύο ολόκληρων αιώνων από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, την «Αγιασμένη Επανάσταση» κατά το Φώτη Κόντογλου, κάθε άλλο παρά στάθηκε αρκετή ώστε να ατονήσει στην εθνική μας μνήμη η ηχώ των ιαχών και των απαναστατικών καριοφιλιών, κανονιών, και μπουρλότων, που μας καλούν και πάλι να εκφράσουμε τη βαθιά ευγνωμοσύνη μας προς όλους εκείνους, Έλληνες και φιλέλληνες, που με τον αγώνα και τη θυσία τους ξανάφεραν τον Ελληνισμό στο προσκήνιο της Ιστορίας. Τόσο μάλλον, που ο φετινός εορτασμός αποτελεί το επίκεντρο του επετειακού έτους για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, όπως ανακηρύχθηκε το έτος που διανύουμε από την Ελληνική Πολιτεία.
* * *
Σπάνια, βέβαια, επετειακή εορτή -όπως η 25η Μαρτίου για τους Έλληνες- περικλείει τόσο υπέροχη σύνθεση ιδεωδών και πραγματοποιήσεων: Στην ημερομηνία αυτή συνταιριάζονται αρμονικά το χριστιανικό υπερεθνικό μήνυμα του Ευαγγελισμού με το εθνικό ανοιξιάτικο άγγελμα της Επανάστασης των Ελλήνων για την εθνική τους ανεξαρτησία.
Συχνά, όμως, κάτω από την έντονη στους επετειακούς πανηγυρισμούς συναισθηματική φόρτιση παρασυρόμαστε σε υπερβατικές ερμηνείες που αποφορτίζουν το κορυφαίο εθνικό κοσμοϊστορικό γεγονός της Επανάστασης του ’21 από τα πραγματικά του νοήματα και μηνύματα.
Η επέτειος του ’21, όπως και κάθε άλλη επέτειος, λειτουργεί ως πηγή εθνικού και κοινωνικού φρονηματισμού, μόνο αν τη προσεγγίζουμε με πυξίδα τις υποθήκες του Σολωμού «Εθνικό είναι ό,τι είναι αληθινό» και του Ρήγα «Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά».
Γι’ αυτό το ’21 μας καλεί σήμερα να εκπληρώσουμε διπλό χρέος: χρέος της καρδιάς και χρέος του νου. Μας καλεί πάνω απ’ όλα να προσδιορίσουμε τη σημασία της ανεπανάληπτης αυτής εποποιίας και τη θέση της στην ιστορική συνέχεια του Έθνους μας, χωρίς όμως στείρες εξιδανικεύσεις ή εκπτώσεις.
* * *
Αναμφισβήτητα η Επανάσταση του ’21 έχει τις διαστάσεις ενός… θαύματος, διότι υπερβαίνει οποιαδήποτε ανθρώπινα μέτρα. Ήταν όμως θαύμα;
Ο αγώνας της εθνικής παλιγγενεσίας δεν άφηνε κανένα περιθώριο αισιόδοξης έκβασης. Τόσο μάλλον που η Ευρώπη βρισκόταν στα νύχια της ανίερης Ιερής Συμμαχίας και ο καγκελάριος Μέττερνιχ, η πιο κολασμένη της ψυχή, με ύφος πολιτικού ληξίαρχου της Οικουμένης, είχει ήδη προεξοφλήσει το θάνατο της Ελλάδας: Graecia Fuit (:Η Ελλάδα υπήρξε)!
Και όμως οι Έλληνες αγωνιστήκαν κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ακρωτηρίασαν. κατά του πνεύματος της Ιεράς Συμμαχίας και το καταρράκωσαν. κατά του πνεύματος της τυραννίας και το συνέτριψαν. υπέρ της Ελευθερίας και την κατέκτησαν. υπέρ του «Πνεύματος Ελλάδα» και την ανέστησαν και την επύργωσαν ξανά στα ύψη σαν παγκόσμιο σύμβολο ελευθερίας, αξιοπρέπειας, πολιτισμού…
Διότι ένα μόνο δεν μπόρεσε να πάρει στα χέρια του ο κατακτητής: την αδούλωτη ελληνική ψυχή. Εκεί φύτρωσε ο σπόρος της Φιλικής Εταιρείας και των Δασκάλων του Γένους.
Τo ’21 συνδέει το νεοελληνισμό με το παρελθόν του, στερεώνοντας την ελληνική ιστορική συνέχεια, σχεδόν συγκολλώντας μέσα στη φωτιά του πολέμου τα τρία μεγάλα ιστορικά συστατικά της: την Αρχαία Ελλάδα, το Βυζάντιο και τη Νέα Ελλάδα. Ο Μακρυγιάννης, όπως αναφέρει στα Απομνημονεύματά του, σε κάποιους στρατιώτες που θα ξεπούλαγαν δύο αρχαία ελληνικά αγάλματα σε κάποιους ευρωπαίους, είπε χαρακτηριστικά: «Αυτά και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι ’ αυτά πολεμήσαμε»! Στα δικά του Απομνημονεύματά ο Κολοκοτρώνης τονίζει ότι ο πόλεμος με τους Τούρκους μετά την Άλωση της Πόλης εξακολουθεί να μένει ανοιχτός: «Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη, καμιά συνθήκη δεν έκαμε. Η φρουρά του είχε παντοτεινόν πόλεμον με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήτον πάντοτε ανυπότακτα. Η φρουρά του βασιλέως μας είναι οι λεγόμενοι κλέφται, τα φρούρια είναι η Μάνη και το Σούλι».
Με την επανάσταση του ’21 γίνεται ρεαλιστική προσαρμογή της Ορθοδοξίας στον Ελληνισμό, που κάποτε ταυτιζόταν με την ειδωλολατρία. Μια χούφτα ρακένδυτων τολμά να αναμετρηθεί με τον πιο βάρβαρο γίγαντα «για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδας την ελευθερία». Η θρησκεία παραμερίζει το μεταφυσικό κάλυμμα, για να δει την εγκόσμια πραγματικότητα και παύει να είναι απλώς το καταφύγιο των αδυνάτων. Το χρώμα του ιερατικού ενδύματος δεν εκφράζει απλώς το πένθος του ελληνισμού, αλλά και ταράζει τον ύπνο των εχθρών του. Η πίστη παίρνει και εθνικό περιεχόμενο και τα χριστιανικά σύμβολα συνοδεύουν από τότε το νεοελληνισμό, που έχει για σημαία του το σταυρό και προστάτη του στρατού του τον Άγιο Γεώργιο. Ας θυμηθούμε τη συγκλονιστικά συμβολική σκηνή της συνάντησης Θρησκείας και Ελευθερίας στο Μεσολόγγι (Α΄ Πολιορκία: 26.10-31.12.1822), όπως δίνεται στον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν», που εμπνεύστηκε ο Δ. Σολωμός κάτω από μια ελιά της Ζακύνθου και υπό τους ήχους των κανονιοβολισμών:
Πήγες (Ελευθερία) εις το Μεσολόγγι / την ημέρα του Χριστού,
μέρα που άνθισαν οι λόγγοι / για το τέκνο του Θεού (στρ.88)
Σούλθε εμπρός λαμποκοπώντας / η Θρησκεία μ’ ένα σταυρό,
και το δάκτυλο κινώντας / οπού ανεί τον ουρανό. (στρ.89)
Σ’ αυτό, εφώναξε, το χώμα / στάσου ολόρθη, Ελευθεριά
και φ ι λ ώ ν τ α ς σ ο υ τ ο σ τ ό μ α
μπαίνει μες στην εκκλησιά. (στρ.90)
To ’21 επανασυνδέει την Ελλάδα και την Ευρώπη με γέφυρα το υπέροχο Κίνημα του Φιλελληνισμού, που με την πολύτιμη και πολύτροπη προσφορά του αντικαθιστά ή τουλάχιστον αμβλύνει τις θλιβερές αναμνήσεις από τη Φραγκοκρατία και τη στάση της Ευρώπης πριν και κατά την άλωση της Πόλης. Τα όποια μελανά σημεία καιροσκοπισμού δεν μπορούν να αμαυρώσουν τον καθοριστικό ρόλο του στην τελική έκβαση του ελληνικού Αγώνα.
Το ’21 κτύπησε και κλόνισε το ραγιαδισμό, το ηθικό και πνευματικό μίασμα που έθεσε η Τουρκοκρατία ως επίστρωμα πάνω στο σκλαβωμένο ελληνισμό. Μέσα στο οχτάχρονο καθαρτήριο της Ελληνικής Επανάστασης ο τύπος του ραγιά αντικαθίσταται από τον τύπο του Νεοέλληνα.
Το ’21 είναι απόρροια της αυτοπεποίθησης των Ελλήνων, της συνειδητοποίησης της ανάγκης να στηριχθεί το Έθνος κατά κύριο λόγο στις δικές του δυνάμεις. Ο ανώνυμος συγγραφέας της «Ελληνικής Νομαρχίας» επισημαίνει: «Ίσως, τέλος πάντων, προσμένετε να σας δώσει την ελευθερίαν κανένας από τους αλλογενείς δυνάστας; Ω Θεέ! Έως πότε, ω Έλληνες, να πλανώμεθα τόσον αστοχάστως; Είναι ανιστόρητη η υποβάθμιση του ρόλου των – και βέβαια ανταγωνιζόμενων- Μ. Δυνάμεων στην εξέλιξη του Αγώνα. Όμως, εάν οι Έλληνες δεν υπέγραφαν τον ξεσηκώμό, κανείς ξένος δεν θα σηκωνόταν από τον καναπέ του για το χατίρι τους.
Το ’21, όμως, έδειξε και ότι ο Νεοελληνισμος είχε μπροστά του να διανύσει μια μακρά και περιπετειώδη διαδρομή ανάμεσα στις Συμπληγάδες Πέτρες της μανίας του εκδυτικισμού που κυριαρχούσε σε κόλπους των ανώτερων στρωμάτων και του εξανατολισμού που κυριαρχούσε σε κόλπους των λαϊκών στρωμάτων, της αρχαιομανίας και νεομανίας, της προοδοπληξίας και του τυφλού συντηρητισμού…
Το ’21 θεμελιώνει τη νεοελληνική πολιτεία σε δημοκρατικές βάσεις. Όλα τα συνταγματικά κείμενα του αγώνα (τα «τοπικά» ή «γενικά πολιτεύματα του Αγώνα», όπως λέγονταν) είχαν έντονα φιλελεύθερο και δημοκρατικό χαρακτήρα, καθώς οι επιδράσεις κάτω από τις οποίες συντάχτηκαν ήταν κυρίως οι Διακηρύξεις των Δικαιωμάτων της Αμερικανικής και της Γαλλικής Επανανάστασης. Η ίδια γενιά των αγωνιστών, φορέας των δημοκρατικών αυτών αντιλήψεων, θα αποκαταστήσει τις βάσεις της συνταγματικής παράδοσης της νεότερης Ελλάδας, μετά την αναστολή της από τις συγκεντρωτικές κυβερνήσεις και ιδιαίτερα του Όθωνα και της Αντιβασιλείας του. Δεν αρκεί, φαίνεται, μια μεγάλη Επανάσταση. χρειάζονται πολλές μικρότερες, που θα την προστατεύουν από την καπηλεία και τα «καπελώματα», τις παραποιήσεις και τις εκποιήσεις των κάθε λογής όψιμων «σωτήρων»!
Το ’21 μέσα στη φωτιά του αγώνα καθαγιάζει και τη γλώσσα των αγωνιστών, τη ζωντανή γλώσσα του λαού, που θα διεκδικήσει με μεγαλύτερο σθένος την καθιέρωσή της ως επίσημης εθνικής του γλώσσας. Αυτή την αντίληψη απηχούν τα λόγια του Γιάννη Ψυχάρη στο πεζογράφημά του «Το ταξίδι μου», ένα έργο -με τις όποιες καλοπροαίρετες υπερβολές του- σταθμό στον αγώνα των δημοτικιστών: «Μισή λευτεριά δεν την θέλει ο λαός μας. Δεν του στρέγει να βρίζουνε ατιμώρητα την πατρική του γλώσσα. Νίκησε το σπαθί του. Είναι ανάγκη και η γλώσσα του τώρα να νικήσει». Αυτό το πνεύμα απηχεί η εμβληματική φράση του εθνικού μας ποιητή Δ. Σολωμού: «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;» («Ο Διάλογος»)
Το ’21 είναι ο καμβάς που πάνω του σχηματίστηκαν τα πρώτα ελληνικά κόμματα, όμως ως προβολές των διαφορετικών και ανταγωνιζόμενων πολιτικών συμφερόντων της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας στο Ελληνικό Ζήτημα. Έτσι δημιουργήθηκαν τρία κόμματα με ξενικό όνομα, το Αγγλικό, το Γαλλικό και το Ρωσικό, χωρίς αρχές και προγράμματα, ξενοκίνητα. Προσηλυτίζονται, εκβιάζονται ή εξαγοράζονται πολιτικοί ή στρατιωτικοί, το παρασκήνιο και οι αποκλεισμοί οργιάζουν και οι μπαρουτοκαπνισμένοι αγωνιστές απογοητεύονται. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν ο διχασμός 1825-1826, που στοιχειοθέτησε το «νόμιμο» δικαίωμα των ξένων επεμβάσεων.
Θα ήταν παραποίηση της ιστορίας αν υποβαθμίζαμε τον κυρίαρχο εθνικό χαρακτήρα της Επανάστασης του ’21, όπως θα ήταν και πλαστογράφησή της αν παραβλέπαμε την κοινωνική διάσταση του Εθνικού Αγώνα των Ελλήνων. Πυρήνας του επαναστατικού λαϊκού στρατού είναι οι κλεφταρματολοί και το αίτημα για εθνική ανεξαρτησία και ολοκλήρωση συνδυάζεται με το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη και αποκατάσταση των πλατιών λαϊκών μαζών με πρωτοπόρους τους εξεγερμένους αγρότες, που στόχευαν και στην αναδιανομή της γης. Εμπόδιο στα αιτήματα αυτά είναι όχι μόνο η τουρκική κυριαρχία αλλά και η πλειοψηφία των κοτζαμπάσηδων που αντιδρούσαν σε κάθε κοινωνική εξέλιξη ως απειλή στα προνόμιά τους. Ας θυμηθούμε τους προεστούς της Πελοποννήσου που πάσχιζαν με κάθε μέσο (ακόμη και τουρκικό) να εξοντώσουν τον Παπαφλέσσα, όταν ήρθε ως απεσταλμένος του Α. Υψηλάντη να ξεσηκώσει το λαό.
Η «διχόνοια η δολερή» (κατά το Δ. Σολωμό) δεν είναι απλώς ένα αίτιο αλλά και το αποτέλεσμα των κοινωνικών ζυμώσεων. Η 25η Μαρτίου 1821, λοιπόν, δεν ήταν απλώς η αφετηρία μιας ευθύγραμμης και αταλάντευτης πορείας του Έθνους μας προς την Ελευθερία και την κοινωνική δικαιοσύνη… Ούτε απουσιάσαν οι μικρότητες και οι λιποψυχίες στις Μεγάλες Ώρες του Γένους μας: στην ανηφόρα του Γολγοθά, στη Σταύρωση και στην Ανάστασή του… Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος κατηγορείται από τον I. Κωλέττη ως «εχθρός της πατρίδος» (!), φυλακίζεται και εκτελείται από το πρώην πρωτοπαλίκαρό του Γιάννη Γκούρα! Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης κατηγορείται από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο ως «επίβουλος και προδότης»(!) και καθαιρείται από όλα τα αξιώματα και τους βαθμούς, για να «πάει» από ελληνικό, όπως λέγεται, βόλι στη μάχη του Φαλήρου! Ο Κολοκοτρώνης κατηγορείται από τους Κουντουριώτηδες ως «κακούργος και αφιλότιμος»(!), φυλακίζεται για έξι μήνες και αμνηστεύεται για να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ στο Μόριά. (Αλλά και αργότερα, επί Βαυαροκρατίας θα καταδικαστεί σε θάνατο ως «ένοχος εσχάτης προδοσίας»! Άλλο αν δεν τόλμησαν να εκτελέσουν την ποινή). Η Μαντώ Μαυρογένους, που ξόδεψε την τεράστια περιουσία της για τον Αγώνα, πέθανε πάμπτωχη στην Μύκονο, όπου την είχε απελάσει ο I. Κωλέττης!… Δεν μπορούμε, άλλωστε -ούτε πρέπει-, να ξεχάσουμε ότι μετά τον αγώνα αμέτρητοι λαϊκοί αγωνιστές ρίχτηκαν στις φυλακές, άλλοι γύριζαν ξυπόλυτοι με τρυπημένες τις αιματοβαμμένες φουστανέλες και άλλοι απελπισμένοι ξαναπήραν τα βουνά, για να εξοντωθούν σαν κοινοί ληστές, γιατί δεν συμβιβάστηκαν με τη νέα τάξη πραγμάτων. Και αυτά, όταν τις ίδιες στιγμές ξοδευόταν δημόσιο χρήμα με ανόσιο τρόπο και κατατρώγονταν καθ’ οδόν ευρωπαϊκά δάνεια από μεταφορείς τους ή «βολεύονταν» κάποιοι άκαπνοι… λιμοκοντόροι ή… Νενέκοι!
Όμως οι όποιες μικρότητες δεν μπορούν να αναιρέσουν ούτε στο παραμικρό το Μεγαλείο του ’21, το οποίο ιερό και αλώβητο εκπέμπει διαχρονικά τα μηνύματά του όπου κτυπούν ελληνικές καρδιές και αγωνιζόμενοι άνθρωποι: το μήνυμα κατά της διχόνοιας και υπέρ της ομοψυχίας, το μήνυμα ότι δεν υπάρχουν υποθέσεις χαμένες εκτός από αυτές που εγκαταλείψαμε, το μήνυμα ότι, αν θέλουμε να μείνουμε όρθιοι μέχρι το τέλος, πρέπει να γονατίσουμε μπροστά στα ιδανικά μας υψώνοντας το «πυγμή του δικαίου» απέναντι στο όποιο «δίκαιο της πυγμής»! (…)
* * *
Για την επιβίωση και την πρόοδο ενός λαού απαιτείται μια συγκινούσα (συν-κινούσα) Ιδέα. Η ηχώ της σπαρακτικής κραυγής «Η Πόλις εάλω», που ακούστηκε στη Βασιλεύουσα εκείνο το ζοφερό μαγιάτικο πρωινό του 1453, μπορεί να ήταν η πένθιμη αναγγελία του θανάτου της Μεσαιωνικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Χριστιανικού Ελληνισμού. όμως η συνήχηση του σπαραχτικού και παρηγορητικού στίχου της λαϊκής ψυχής «Πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα ’ναι» σηματοδότησε τη γέννηση της Ιδέας της αποκατάστασης, όχι μόνο εδαφικής αλλά και πνευματικής. Μιας Ιδέας που οδήγησε τελικά μέσα από περιπέτειες αιώνων στη μεγαλειώδη έκρηξη της -ημιτελούς- επανάστασης του ’21. Είναι η ίδια Ιδέα που θα οδηγήσει τον Ελληνισμό μέσα από άλλες περιπέτειες να εορτάσει, σχεδόν ένα αιώνα μετά, το έπος των Βαλκανικών Πολέμων και, ακριβώς 100 χρόνια μετά, το «ξεμαρμάρωμα» του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα και τη -μερική έστω- υλοποίηση του οράματος της επαναφοράς προαιώνια ελληνικών εδαφών (συγκεκριμένα: της Ανατολικής Θράκης και της Ιωνίας) στους κόλπους της Μητροπολιτικής Ελλάδας. Μιας επαναφοράς που ακύρωσε η συμφορά της Μικρασιατικής Καταστροφής, ως αποτελέσματος -εκτός των άλλων- της αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς Ελλήνων και της μεταστροφής των αντιμαχόμενων Συμμάχων μας σε αντίμαχούς μας. Μιας Καταστροφής, που σηματοδότησε μια αντίστροφη πορεία. Η όποια ανασυγκρότηση από τα ερείπια της εθνικής συμφοράς δεν μπόρεσε να επουλώσει στην εθνική ψυχή την πληγή του 1922. Το ίδιο και η, μετά από μισό αιώνα, πληγή της Κύπρου. Και οι δύο όμως πληγές, όπως και η πιο πρόσφατη της οικονομικής κατάρρευσης και υποδούλωσης της χώρας μας, βεβαίωσαν και επαναβεβαίωσαν το ότι η ιστορία διδάσκει πως οι Έλληνες δεν διδάσκονται από την ιστορία. (Με την απαραίτητη βέβαια διαβάθμιση των ευθυνών και όχι την ανεύθυνη και ανιστόρητη και βολική για κάποιους ισοπέδωσή τους).
Σήμερα που τα εθνικά μας θέματα βρίσκονται και πάλι στο προσκήνιο και σε κρίσιμη καμπή, για να μπορέσουμε να μείνουμε ανυποχώρητοι έστω στην εθνική μας «κόκκινη γραμμή» του «Δεν διεκδικούμε τίποτε, αλλά και δεν παραχωρούμε τίποτε», αντί να παίζουμε με τις «αποχρώσεις του κόκκινου θα πρέπει να αφουγκραζόμαστε και να συνειδητοποιούμε τα μηνύματα του ’21 ως αιτιατού προγενέστερων ιστορικών γεγονότων και αιτίου μεταγενέστερων, αλλά με ρεαλισμό και χωρίς παραποιητικές μεμβράνες στην όραση και στην ακοή μας. Μηνύματα που συμ-βάλλουν προς ένα δρόμο, στο μονόδρομο της Ομοψυχίας, της οικονομικής ανάπτυξης και ταυτόχρονα της στρατιωτικής ισχυροποίησης, χωρίς να χάσουμε βέβαια την «προσωπικότητα» και το ανθρώπινό μας πρόσωπο. Το ρωμαϊκό «Εάν θέλεις ειρήνη, προετοίμαζε πόλεμο», διατηρεί και εδώ πλήρως την αποτρεπτική ισχύ του. Διαφορετικά θα υποχωρούμε κατά περί-πτωση σε όλο πιο ξεθωριασμένες… αποχρώσεις του κόκκινου της εθνικής μας γραμμής υπό την πίεση της νεοοθω-μανίζουσας «Γαλάζιας πατρίδας» των απέναντι!
Μακάρι τα πράγματα να ήταν ή να γίνονταν διαφορετικά στη γειτονιά μας κι από τις δυο πλευρές της να πετούσαν ασπροπερίστερα. Αν όμως από τη μία εξαπολύονται μαυρογέρακες, είναι αυτονόητο ότι από την άλλη θα πρέπει τα περιστέρια να συνοδεύονται από γυπαετούς…