Του ΒΑΣΙΛΗ ΠΕΛΑΝΤΑΚΗ*
Είχα την τύχη να παρακολουθήσω την παρουσίαση της εικαστικού Hadas Tapouchi με θέμα «Transforming/Τέχνη και Ιστορική Μνήμη». H παρουσίαση αυτή φιλοξενήθηκε Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στο Ρέθυμνο, το Σάββατο 28/5/2016.
Το κατατοπιστικό δελτίο τύπου που είχε προηγηθεί της εκδήλωσης ανέφερε ότι: «Από το Βερολίνο στο Αμάρι. Η Χαντάς Ταπούχι (Πολωνία/ Ισραήλ) είναι η εικαστικός που συμμετέχει αυτή την περίοδο στο ArtAmari Residency. Η Χαντάς θα παρουσιάσει την πορεία του πρότζεκτ Transforming, από το Βερολίνο όπου ξεκίνησε, μέχρι και το Αμάρι. Πρόκειται για μια δουλειά σε εξέλιξη, την οποία θα συνεχίσει και σε άλλες περιοχές της Ευρώπης. Η Hadas Tapouchi καταγράφει φωτογραφικά, τοποθεσίες στην Ευρώπη που χρησιμοποιήθηκαν σαν χώροι αναγκαστικής εργασίας κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου… Το Αμάρι, όπου διαπράχθησαν ολοκαυτώματα και εκτελέσεις και όπου η αναγκαστική εργασία ήταν μια πραγματικότητα για τους ντόπιους την περίοδο της Κατοχής είναι το επίκεντρο του πρότζεκτ…»
Στη συγκεκριμένη παρουσίαση μας εξηγήθηκε ότι στη διάρκεια της παραμονής της στο Αμάρι η ερευνήτρια, φιλοξενούμενη από το ArtΑmari Residency (Αγγελική Δουβέρη) αναζήτησε τόπους μαρτυρικών εκτελέσεων και χώρους καταναγκαστικής εργασίας. Η σύντομης διάρκειας έρευνα πεδίου της ερευνήτριας (3 εβδομάδες σε 9 περιοχές/χωριά «στην κοιλάδα του Αμαρίου» – ως το ανέφερε η ίδια – και επιπλέον σε περιοχές γύρω από το Τυμπάκι) άφησε αρκετό φωτογραφικό υλικό, το οποίο μας παρουσίασε εν συντομία και επίσης θα παρουσιάσει αναλυτικότερα στην Πολωνία και στη Γερμανία, όπου θα συνεχίσει το έργο της.
Η ερευνήτρια εντυπωσιάστηκε από το Νότιο τρόπο της φιλόξενης υποδοχής της, ως ερευνήτριας, και τον ιδιαίτερα γενναιόδωρο τρόπο παροχής πληροφοριών από τους ντόπιους, μέσα όμως από ένα δύσκολο δίκτυο αναζήτησης πληροφορητών, που συνήθως δεν μιλούν ξένες γλώσσες. Η ίδια ελπίζει ότι με την έρευνά της αυτή βοηθά στο διάλογο πάνω στα θέματα που την ενδιαφέρουν.
Όπως μας εξηγήθηκε, η αντίστοιχη έρευνά της που είχε προηγηθεί στο Βερολίνο (3 χρόνια) και στη Πολωνία (3 μήνες) έδωσε στην προσπάθειά της προφανώς μεγαλύτερο υλικό και αποτέλεσμα. Η ίδια εργάζεται για την καταγραφή και φωτογραφική αποτύπωση 3.000 εντοπισμένων θέσεων/χώρων καταναγκαστικής εργασίας ή εγκλεισμού για καταναγκαστική εργασία μόνο μέσα στο ίδιο το Βερολίνο. Στις θέσεις αυτές μεταφέρθηκαν και εργάστηκαν κατά περιόδους συνολικά 20.000.000 αναγκαστικοί εργάτες/δούλοι του 3ου Ράιχ κατά το διάστημα 1939-1945. Η σχετική έρευνα συνεχίζεται εκεί.
Η αντίστοιχη έρευνα που έγινε στην πόλη Poznan της Πολωνίας αποτύπωσε πολλούς αντίστοιχους χώρους αναγκαστικής εργασίας ή εγκλεισμού για αναγκαστική εργασία και η τοπική κοινωνία αγκάλιασε την έρευνα αυτή, συμβάλλοντας στη συλλογή στοιχείων, πολλά από τα οποία αποτυπώθηκαν από το φωτογραφικό φακό της ερευνήτριας και παρουσιάστηκαν σε εκθεσιακό χώρο, αλλά και μέσω ενός δικτύου φωτογραφιών και αφισών σε ολόκληρη την πόλη αυτή. Μια ιδιότυπη ζωντανή έκθεση, μέσα στους δρόμους και στις πλατείες, ανάμεσα στην καθημερινότητα και στη ζωντάνια της πόλης. Μια ζωντανή φωτογραφική έκθεση υπενθύμισης και μνήμης για την ιστορία της καταναγκαστικής εργασίας την περίοδο του 3ου Ράιχ.
Με αφορμή την έρευνά της στο Αμάρι η ερευνήτρια μας εξήγησε ότι δεν αποτυπώνει φωτογραφικά τα μνημεία/αφιερώματα για τα ιστορικά αυτά γεγονότα (πλην εξαιρέσεων), αλλά τους ίδιους τους τόπους των εκτελέσεων και των χώρων καταναγκαστικής εργασίας και πώς αυτοί υπάρχουν και λειτουργούν σήμερα. Πώς συντηρούν, αφομοιώνουν ή και εξαφανίζουν κατά περίπτωση τα συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα και την ιστορική μνήμη που τους αντιστοιχεί, ή που θα έπρεπε να αντιστοιχεί. Πώς η ιστορική αυτή μνήμη εμφανίζεται και λειτουργεί σήμερα ή πώς εξαφανίζεται κατά περιπτώσεις. Τα «κενά μνήμης» αυτά ιντριγκάρουν την ερευνήτρια. Ένα τέτοιο παράδειγμα φαίνεται να είναι για εκείνην η εξαφάνιση της ιστορικής μνήμης των ντόπιων για την τυχόν ύπαρξη στρατοπέδου (camp) κλειστού τύπου στο Τυμπάκι. Δεν υπάρχουν ιδιαίτερες αναφορές από ιστορικούς για αυτό το στρατόπεδο. Φαίνεται ότι οι ντόπιοι αναγκάζονταν μεν σε παροχή εργασίας («αγγαρείες» για τη δική μας ιστορική γλώσσα), αλλά δεν διανυκτέρευαν εκεί, ούτε έμεναν κάπου έγκλειστοι. Αν δεν ήταν εκείνοι έγκλειστοι, είχαν μεταφερθεί άλλοι εργάτες/δούλοι σε εκείνο το στρατόπεδο εργασίας;
Και τί απέμεινε από εκείνη την εργασία; Απέμειναν σίγουρα τα έργα που οι ντόπιοι αναγκάστηκαν να κατασκευάσουν, κάποια οδικά δίκτυα για παράδειγμα, εμφανή και σήμερα, συντηρητές τα ίδια της σχετικής ιστορικής μνήμης. Απέμειναν κάποιες στρατιωτικές εγκαταστάσεις, κάποιες μπούγκες, που όμως σήμερα είναι κρυμμένες ανάμεσα στα θερμοκήπια και σώζονται βέβαια, αλλά δεν είναι εύκολα διακριτό και δεν είναι ευρέως γνωστό που ακριβώς βρίσκονται.
Η ερευνήτρια προσφέρει απλόχερα και μια ιδιαίτερης μορφής και ματιάς καταγραφή, που προστίθεται φυσικά στις τόσες άλλες έρευνες και καταγραφές που έχουν γίνει σχετικά.
Μακάρι να βρεθούν τρόποι (και ιδίως χορηγοί, υποστηρικτές) για να συνεχιστεί αυτή η έρευνα. Μακάρι να βρεθεί τρόπος να παρουσιαστεί η συγκεκριμένη εργασία σε ευρύτερο κοινό και φυσικά στους ίδιους τους Αμαριώτες που συμμετείχαν στην έρευνα αυτή. Μακάρι να γίνουν και άλλες αντίστοιχες έρευνες, ή να βρουν τρόπο να κοινοποιηθούν όσες έχουν τυχόν γίνει και δεν έχουν δημοσιευθεί. Μακάρι να υπάρχει σχετική εξωστρέφεια και διασύνδεση των πληροφοριών και των διάφορων ερευνητικών εργασιών. Μακάρι να υπάρξει ή να οργανωθεί καλύτερα ένα τέτοιο δίκτυο καταγραφών και πληροφοριών. Μακάρι να μην υπάρχουν (επικίνδυνα) κενά ιστορικής μνήμης και ουσιαστικής καταγραφής πληροφοριών για το πώς συνδέεται το παρελθόν με το παρόν.
Δεν έχω παρά να δώσω τα θερμά μου συγχαρητήρια στην ερευνήτρια αλλά και στην κ. Αγγελική Δουβέρη (Art Amari Residency), η οποία μας συστήθηκε κατά την ως άνω παρουσίαση και μας ενημέρωσε, για τη σπουδαία αυτή πρωτοβουλία τους αλλά και για τις άλλες δράσεις του Art Amari Residency.
Η τοπική επικαιρότητα (αλλά και η χρονική συγκυρία του εορτασμού της Μάχης της Κρήτης) υποδεικνύουν την αναγκαιότητα για τέτοιες έρευνες και για την εξωστρέφεια τέτοιων προσπαθειών. Η τέχνη μπορεί να είναι αρωγός στη συμπλήρωση των κενών μνήμης. Μακάρι τέτοιες προσπάθειες να συνεχίζονται και να ενισχύονται. Ο ενθουσιασμός στο ακροατήριο για τη δουλειά που μας παρουσιάστηκε συμπληρώθηκε με προτάσεις τυχόν στήριξης αυτής της προσπάθειας και κάθε ανάλογης ιστορικής έρευνας και καταγραφής. Μακάρι να ακούσουν αυτή την ανάγκη στήριξης οι Δήμοι του Ρεθύμνου (και βεβαίως ο Δήμος Αμαρίου, εν προκειμένω), αλλά και οι άλλοι αρμόδιοι φορείς.
*Ο Βασίλης Θ. Πελαντάκης είναι δικηγόρος, ερευνητής