Ζούσε μια φορά κι έναν καιρό ένας απλός ανθρωπάκος, που τον λέγανε Ορέστη. Θα τον έλεγες «απλό» με την πρώτη ματιά, γιατί φορούσε ένα παλιό τζιν και περνούσε απαρατήρητος, αλλά είχε ένα βλέμμα που σπίθιζε. Το σπιτικό του, ένα διαμερισματάκι ταπεινό και απέριττο, βρισκόταν στην άκρη της πόλης.
Ζούσε μόνος του ο Ορέστης. Δεν είχε φίλους. Δεν είχε φίλους, διότι δεν ήταν από εκείνους που μπορούσαν να γίνονται ευχάριστοι στους άλλους αραδιάζοντας όλα αυτά τα βαρετά που ανταλλάσσουν στο δρόμο κάθε μέρα οι άνθρωποι. Δεν μπορούσε να αρκεστεί στα τυπικά καθημερινά και στο τέλος σ’ αυτό το αποτρόπαιο… «υπάρχουν και χειρότερα». Αντίθετα, ο Ορέστης ήταν αντικονφορμιστής και παράξενος. Ήταν αυτόνομος και απότομος. Επίμονος και απρόβλεπτος.
Ανάμεσα στα κουσούρια που του ‘χε δώσει ο θεός ήταν και η κακή συνήθεια… να σκέφτεται! Προσπαθούσε να τα ερμηνεύει όλα με τη λογική, πράγμα όχι και τόσο εύκολο βέβαια. Ήθελε να βρίσκει μόνος του το σωστό και όχι να υιοθετεί τις φήμες, τα φληναφήματα και τους κρωγμούς των παπαγάλων.
Αυτές τις μέρες που ένας φίλος του έτυχε να έχει πρόβλημα υγείας και δεν μπορούσε να καλύψει τα έξοδα, ο Ορέστης βρήκε την ευκαιρία να αναπτύξει τις απόψεις του για την υγεία:
– Βασική αρχή που θα έπρεπε να καθορίζει τη στρατηγική μας στόχευση στην υγεία είναι αυτή της καθολικής, ισότιμης, έγκαιρης και ποιοτικής πρόσβασης όλων των κατοίκων της χώρας στις υπηρεσίες υγείας. Αυτό λέει ο σύγχρονος πολιτισμός και οι ιδέες του καιρού μας. Αυτό όμως δεν έχει καμιά σχέση με αυτό που εφαρμόζεται σήμερα από την ελληνική κυβέρνηση. Ποιος διαφωνεί μαζί μου;
– Έλα βρε Ορέστη, τι ψάχνεις τώρα να βρεις αδερφέ, μου λες; Ψύλλους στ’ άχερα;
– Αν είναι αλήθεια πως για την κρίση ευθυνόμαστε εμείς που «ζούσαμε πάνω από τις δυνατότητές μας», τώρα θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με λιγότερα, είμαι σύμφωνος! Αυτό το «λιγότερα» όμως, τι ακριβώς σημαίνει; Η έννοια του «λιγότερα» δεν περιορίζεται σε χρήμα και χρηματικές μονάδες. Ουσιαστικά σημαίνει πως πρέπει να ζούμε με λιγότερα όνειρα, με λιγότερη αξιοπρέπεια, με λιγότερη αλληλεγγύη. Μας υποχρεώνουν να γίνουμε πιο φτωχοί όχι απλά οικονομικά αλλά διανοητικά και συναισθηματικά. Αυτά όμως δεν ταιριάζουν σε κάποιον που θέλει να λέγεται ΑΝΘΡΩΠΟΣ! Γι’ αυτό ένας τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί να τα δεχτεί!
Τα βράδια ο Ορέστης ανέβαινε στην ταράτσα του και χάζευε το φεγγάρι. Ρομαντισμός; Δε θα το ‘λεγα. Το φεγγάρι όπως και κάθε τι αυθεντικό και πρωτογονικό τον βοηθούσε να σκεφτεί. Τον βοηθούσε να ξεφύγει απ’ όλα τα αποπροσανατολιτιστικά ερεθίσματα που κάποιοι έχουν εφεύρει για να μας τριβελίζουν το μυαλό για να μας καταντούν ανήμπορους να λειτουργήσομε αυτόνομα, να ψάχνουμε έναν καναπέ και να ‘μαστε κι ευχαριστημένοι, όπως λέμε δηλαδή ησυχία, τάξη και ασφάλεια. Αρκεί να αφήνομε κάποιους ήσυχους να κάνουν τη δουλειά τους.
Ο Ορέστης μ’ ένα κουλούρι στο χέρι καταγράφει και αξιολογεί:
– Η νεολαία στο περιθώριο.
– Καθημερινή παραγωγή ψεύτικων ελπίδων.
– Ένα πλεόνασμα που δεν είναι παρά πλεόνασμα δυστυχίας και οργής.
– Διαρκής υποχώρηση σε ζητήματα καίρια για την επιβίωση των πολιτών αυτό που κάποιοι ονομάζουν «διαπραγμάτευση».
Ούτε μία ούτε δύο αλλά δεκαεννέα απαιτήσεις της Τρόικας. Είναι δυνατόν μια συνεχής αποδοχή εντολών να δίνει ελπίδες στο λαό για ένα οποιοδήποτε μέλλον;
– Μα τι μ’ έπιασε, τι ψάχνω να βρω κι εγώ ο ευλογημένος, μονολογώ κι αναρωτιέμαι κι εγώ κάποια στιγμή.
Μόνος αναρωτιέμαι και μόνος απαντώ: Σας μιλώ σήμερα για τον Ορέστη, διότι το συγκεκριμένο όνομα ταιριάζει ΣΤΗΝ και θυμίζει ΤΗΝ σύγχρονη ελληνική τραγωδία μας. Μια τραγωδία που κάποιοι ονομάζουν «μεταρρύθμιση» αλλά τελικά φέρνει τους περισσότερους ανθρώπους στα όριά τους όσον αφορά την αξιοπρεπή τους επιβίωση.
Σας μιλώ για έναν Ορέστη που πιέζεται αφόρητα πια, που η λέξη «φτώχεια» χτυπά την πόρτα του -καθόλου μα καθόλου διακριτικά- χτυπά και η πόρτα τραντάζει. Αυτός ο σκεπτόμενος πολίτης -Ορέστης ΥΠΑΡΧΕΙ, και είναι εκείνος που έχει φτάσει πια στο «μη περαιτέρω» και είναι τελικά εκείνος στον οποίο ελπίζει αυτή η χώρα. Ακριβώς επειδή έχει φτάσει στο «μη περαιτέρω» δεν επηρεάζεται από συνθήματα του τύπου «όλοι ίδιοι είναι». Ξέρει καλά πως -ευτυχώς γι’ αυτή τη χώρα- δεν είναι όλοι ίδιοι.
Αυτό είναι το μήνυμα που θέλω να δώσω. Δεν υπάρχει μόνο ο μυθικός «Ορέστης» του Ευριπίδη. Υπάρχει και ο Ορέστης -ο μέσος Έλληνας. Ίσως να βρίσκεται κάπου κοντά σου, δίπλα σου. Ψάξε να τον βρεις, να του μιλήσεις, να τον ενθαρρύνεις, να του μοιάσεις.
* Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός