Κι όμως περάσανε σαράντα χρόνια από τότε, που λίγο πιο κάτω από τον πέργιαυλο της εκκλησίας των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, στον Άγιο Ιωάννη Αμαρίου, υπήρχε μια σηκωματάρικη «ελιά του Αγίου», όπως την ξέραμε. Για όσους δεν ξέρουνε, τους νεότερους, σηκωματάρικο θα πει, το δένδρο που ανήκει σε άλλο ιδιοκτήτη από τον ιδιοκτήτη που έχει το χωράφι. Και σύμφωνα με την παράδοση και το νόμο, ο ιδιοκτήτης του χωραφιού έχει τον πρώτο λόγο αν θέλει να αγοράσει το δένδρο. Έτσι, αφού είχα κληρονομήσει από το έτος 1975 το χωράφι, μέσα στο οποίο ήτανε η ελιά, την αγόρασα από τον «Άγιο», το έτος 1981, όπως φαίνεται από το Συμφωνητικό Αγοραπωλησίας, για να την ξεπατώσω και να διαμορφώσω το περιβόλι μου με άλλα δένδρα, όπως είναι σήμερα.
Στον ίσκιο της κοιμηθήκανε μεσημέρια, αμέτρητα καλοκαίρια, πολλοί πατεράδες, παππούδες και προπαππούδες μας, με τα ρούχα και τα στιβάνια που φορούσανε, με το σαρίκι-κεφαλομάντηλο στο κεφάλι, ακουμπισμένο σε μια πέτρα-πελέκι για μαξελάρι και το νανούρισμα-γλυκιά μελωδία από πολυάριθμους τζιτζίρους (αρχαία ελληνική λέξη τέτιξ). Και σαν έφτανε το «ξεσταλιστό», όλοι μαζί ξεκουρασμένοι, αφού είχανε απολαύσει τη δροσεράδα της ελιάς, ένας ένας έπαιρνε το δρόμο για το σπιτικό του, για να συνεχίσει στην εξοχή τη βοσκή των οικόσιτων ζώων που έτρεφε. Παράξενες, αλλά νοσταλγικές όμορφες εικόνες μιας άλλης εποχής για όσους τις ζήσαμε.
Και σήμερα λέω πως, αν γυρνούσανε τα χρόνια πίσω θα άφηνα απείρακτη την «ελιά του Αγίου», μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς. Δυστυχώς και άλλα παρόμοια, έχουνε συμβεί στο πέρασμα των χρόνων, που δεν διορθώνονται. Έκανα την αυτοκριτική μου με αυτή τη μικρή αναφορά, στη μνήμη όλων των προσφιλών μας προσώπων, που απολαύσανε τον ίσκιο της, με την ευχή να είναι αναπαυμένη η ψυχή τους. «Στερνή μου γνώση, να σ’ είχα πρώτα».
(Στη φωτογραφία με φόντο την ελιά η Ελένη Φωτάκη και Κλειώ Μαγαριτσανού, έτος 1971)
Οκτώβριος του 2021