Οι Κρήτες και η ιδιοσυγκρασία τους
Η ανθρωπογεωγραφία της Κρήτης, διαφοροποιείται από περιοχή σε περιοχή και είναι διαμορφωμένη τώρα και αρκετές εκατονταετίες.
Στη διαμόρφωσή της δε αυτή, συνέβαλλαν οι αλληλεπιδράσεις πολλών παραγόντων. Διερευνώντας αυτούς τους παράγοντες, διαπιστώνουμε, πως η συμβολή τους ήταν ιδιαίτερη κρίσιμη στη διαμόρφωση της ιδιοσυγκρασίας των κατοίκων της Κρήτης.
– Ας πούμε ένας από αυτούς είναι το πόσο απομονωμένη είναι μια περιοχή και πόσο μακριά βρίσκεται από μια μεγάλη πόλη.
– Επίσης το ανάγλυφο και η γεωμορφολογία της περιοχής. Το πόσο δηλαδή ορεινή ή πεδινή είναι.
– Ακόμη η ύπαρξη ή όχι επαρκών καλλιεργήσιμων εκτάσεων, παράγοντας που αναδεικνύει την οικονομική ή όχι ευρωστία της περιοχής.
– Το αν η περιοχή γειτνιάζει ή όχι με τη θάλασσα.
– Το πόσο γηγενείς είναι οι κάτοικοί της ή έχουν εγκατασταθεί εκεί από εσωτερική μετακίνηση.
Σφακιά και Αποκόρωνας
Σαν παράδειγμα μπορούμε να δούμε την περιοχή των Σφακίων, μια περιοχή που βρίσκεται πολύ μακριά από πόλη, είναι αρκετά ορεινή και οι κάτοικοί της διαθέτουν ελάχιστη καλλιεργήσιμη γη.
Ιστορικά, τα Σφακιά, συμμετείχαν πολύ ενεργά στους αγώνες για την ανεξαρτησία της Κρήτης, με τους κατοίκους τους να έχουν αυξημένη την αίσθηση της ανεξαρτησίας και της αυτοδιάθεσης.
Όμοια χαρακτηριστικά παρουσιάζει και η περιοχή του Αποκόρωνα, με τη τραχιά τοπιογραφία της, και τα χωριά της να βρίσκονται περιμετρικά στη βόρεια ρίζα των Λευκών Ορέων.
Οι κάτοικοι και των δύο αυτών περιοχών, ήταν αναγκασμένοι να ζουν με σκληρούς όρους στην καθημερινότητά τους, αντιπαλεύοντας τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, με αποκλειστική τους σχεδόν απασχόληση τη κτηνοτροφία αφού διέθεταν ελάχιστο καλλιεργήσιμο κλήρο.
Συγχρόνως στις περιοχές αυτές όπου οι Τούρκοι ποτέ δεν κατάφεραν να τις υποτάξουν εντελώς ή και καθόλου, όπως ήταν τα Σφακιά, οι κάτοικοί τους ήταν αναγκασμένοι και για λόγους της οντολογικής τους ύπαρξης, να ήταν σκληροί στο ήθος και στο χαρακτήρα. Οι λόγοι αυτοί αιτιολογούν τη σκληρότητα αλλά συγχρόνως και την αποφασιστικότητα των ανθρώπων αυτών.
Το παράδειγμα του Μυλοποτάμου
Μια τέτοια περιοχή όπου οι Τούρκοι αντιμετώπιζαν ισχυρές αντιστάσεις στη πρόσβαση και τη κυριαρχία της, ήταν και το ορεινό Μυλοπόταμο.
Βέβαια αυτές οι δύσκολα προσβάσιμες περιοχές ενδιέφεραν δευτερευόντως τους κατακτητές λόγω του άγονου του εδάφους τους και το ενδιαφέρον τους εντοπίζονταν στο ότι ήθελαν να τις ελέγχουν καθότι ήταν το καταφύγιο των επαναστατών, που αναζωπύρωναν τις συνεχείς εξεγέρσεις εναντίον τους.
Ωστόσο οι κάτοικοι των ορεινών αυτών χωριών του Μυλοποτάμου όπως και στα Σφακιά και στον Αποκόρωνα χαρακτηρίζονταν επίσης για το σκληρό του χαρακτήρα τους.
Ανατρέχοντας την ιστορία, παρατηρούμε πως τα χωριά με αμιγή ή στην πλειοψηφία τους Μωαμεθανικό πληθυσμό, ήταν κατά βάση στο πεδινό Μυλοπόταμο, όπου προτιμούσαν να εγκαθίστανται οι Τούρκοι, γιατί αφενός ήταν γονιμότερες περιοχές, και αφετέρου κινδύνευαν λιγότερο στις περιόδους των εξεγέρσεων.
Με τις συνθήκες αυτές για τουλάχιστον 80 χρόνια και με τους Ρεθεμνιώτες μπροστάρηδες στους αγώνες η συμμετοχή του Μυλοποτάμου ήταν πάντα σημαντική και με οπλαρχηγούς αλλά και με μαχητές.
Με φτώχεια μεν, με ελεύθερο πνεύμα δε!
Μέσα σε αυτό το γενικό πλαίσιο και τις συνεχείς εξεγέρσεις των Κρητών επαναστατών έρχεται η απελευθέρωση αρχές του 1900, που όμως ολοκληρώνεται τελικά μόλις το 1913 με την πολυπόθητη Ένωση.
Οι φτωχοί κάτοικοι του Μυλοποτάμου, όπως και του υπόλοιπου ορεινού Ρεθύμνου, ελεύθεροι πια, αγωνίζονται για να βρουν «το σειρά τους».
Εννοούμε δηλαδή το τρόπο να κατακτήσουν συνθήκες αξιοπρέπειας στην καθημερινότητά τους, σε μια χώρα με ελάχιστες υποδομές, και πρωτόγνωρες διαδικασίες νηπιακής Δημοκρατικής διακυβέρνησης.
Τα φτωχικά εισοδήματά τους, δυσκολεύουν τις συνθήκες διαβίωσής τους και οι συνήθειες κοινωνικού ανταγωνισμού, τους οδηγούν στο να δημιουργούν πολυπληθείς οικογένειες, ώστε να μπορούν να κατακτούν και να διατηρούν υψηλό κοινωνικό γόητρο, τόσο στο χωριό τους όσο και στην ευρύτερή τους περιοχή.
Όμως η αίσθηση της πραγματικής ελευθερίας τους οπλίζει με αισιοδοξία και από μαχητές της ελευθερίας γίνονται τώρα μαχητές της ζωής!
Τα εισοδήματά τους καθ’ όλη τη διάρκεια και του μεσοπολέμου προέρχονται τόσο από τις πενιχρές πρωτόγονες καλλιέργειές τους, αφού η χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων τους ήταν άγνωστες, όσο και από την εκτροφή μικρών κοπαδιών από αιγοπρόβατα στις πιο ορεινές περιοχές.
Ένας επιπλέον λόγος του χαμηλού εισοδήματός τους ήταν σίγουρα και ο πολυτεμαχισμός των καλλιεργούμενων εκτάσεων, με αποτέλεσμα ο αναλογούν κλήρος ανά καλλιεργητή να είναι πολύ μικρός και εν τέλει να υπάρχει αδυναμία εκσυγχρονισμού των καλλιεργειών τους και αύξηση της παραγωγικότητας.
Δυστυχώς η Ελληνική πολιτεία, εν μέσω των πολιτικών κλυδωνισμών που χαρακτήριζε τις κυβερνήσεις εκείνης της περιόδου, αδυνατεί να παρεμβαίνει και να δημιουργεί συνθήκες στήριξης τέτοιων αναιμικών, οικονομικά και κοινωνικά, περιοχών.
Η υποτυπώδης εκπαίδευση, αρχές του 1900
Οι συνθήκες εκπαίδευσης ήταν εντελώς υποτυπώδεις, με ελάχιστα δημοτικά σχολεία, και με διδασκάλους που δυστυχώς διέθεταν χαμηλού επιπέδου μόρφωση, αφού δεν υπήρχαν εκπαιδευτήρια για να εκπαιδευτούν.
Το μοναδικό σχολείο στην περιοχή ήταν το Σχολαρχείο στο Πάνορμο, που λειτούργησε έως και τις αρχές του 1900 και που ήταν ένα σχολείο του επιπέδου του Δημοτικού σχολείου.
Οι απόφοιτοι του σχολαρχείου αυτού θα ήταν οι μετέπειτα διδάσκαλοι στα Δημοτικά σχολεία που άρχισαν να ιδρύονται μετά το 1910.
Το πρώτο σχολείο ανώτερου υποτίθεται επίπεδου ήταν το ημιγυμνάσιο του Πανόρμου που λειτούργησε το 1918, γιατί τότε η πρωτεύουσα του Μυλοποτάμου ήταν το Πάνορμο. Με αυτές τις ανεπαρκέστατες υποδομές, το μορφωτικό επίπεδο των κατοίκων διατηρούνταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο.
Ωστόσο η περιοχή του Μυλοποτάμου, με τις πολυπληθείς οικογένειες, ανέπτυσσε μια αξιόλογη δυναμική, που ήταν μάλιστα έντονα ενδο-ανταγωνιστική, και ενισχύονταν από τις επικρατούσες αντιλήψεις και στάσεις, του θαυμασμού τού επιτυχημένου και τη προσπάθεια για μίμηση της πορείας του.
Η εγκατάσταση των Ελλήνων Μικρασιατών
Την περίοδο της Μικρασιατικής καταστροφής, και της ανταλλαγής των πληθυσμών που ακολούθησε, εγκαταστάθηκαν στο Ρέθυμνο όπως και σε όλη τη Κρήτη, πολλές εκατοντάδες Έλληνες πρόσφυγες της Μικράς Ασίας.
Στο Μυλοπόταμο όμως δεν εγκαταστάθηκαν σχεδόν καθόλου, εξ αιτίας της φτωχής οικονομικής κατάστασης των κατοίκων, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις όπως στους Έρφους όπου έμειναν λίγες οικογένειες.
Οι νεοφερμένοι Έλληνες της Μικράς Ασίας ως προερχόμενοι από περιοχές περισσότερο προοδευμένες από την Κρήτη διέθεταν περισσότερες γνώσεις για νέες πρωτοπόρες καλλιέργειες, καθώς και πιο σύγχρονα επαγγέλματα πέραν του γεωργού και του κτηνοτρόφου με τα οποία κυρίως απασχολούνταν οι ντόπιοι.
Οι πρόσφυγες λοιπόν αυτοί, στα χωριά που εγκαταστάθηκαν, έφεραν την τόνωση των τοπικών κοινωνιών και οικονομική και κοινωνική.
Επιπλέον πολλοί από αυτούς ήταν εγγράμματοι και αρκετοί επίσης διέθεταν ιδιαίτερες εμπορικές δεξιότητες.
Είναι γνωστό πως την καλλιέργεια της σουλτανίνας και την παραγωγή σταφίδας που έμελε να γίνει μεταπολεμικά το σπουδαιότερο εισόδημα σε όλη την περιοχή του Μυλοποτάμου για πολλές δεκαετίες, την έφεραν οι πρόσφυγες Μικρασιάτες.
Η περιοχή όμως του Μυλοποτάμου, αφού δεν κατοικήθηκε από τους Έλληνες της Μικράς Ασίας, στερήθηκε της ευκαιρίας της εξέλιξης όπως επωφελήθηκαν άλλες περιοχές, με την ανάμειξη του πληθυσμού.
Η εκπαίδευση την εποχή μετά την κατοχή
Αν σκεφτούμε πως μια περιοχή που ήταν τόσο πολυπληθής μιας και ο πληθυσμός της επαρχίας Μυλοποτάμου, τις περιόδους αυτές ανέρχονταν σύμφωνα με την απογραφή του 1940 στις 21.300 κατοίκους, στο μεγαλύτερό του ποτέ συνολικό πληθυσμό, και που ελαττώθηκε ελαφρώς το 1951 στις 20.700 και το 1961 στις 20.200, δεν διέθετε πλήρες γυμνάσιο.
Έως τότε, αρχές του 1950, λειτουργούσε υποτυπωδώς το γυμνάσιο του Πανόρμου, το οποίο προήλθε από την αναβάθμιση του παλιού ημιγυμνασίου, καθώς και το μικρό γυμνάσιο Ανωγείων που κτίστηκε το 1954 με δαπάνες του Μιχάλη Σταυράκη, Ανωγειανού ομογενούς από την Αμερική.
Το γυμνάσιο στο Πέραμα εγκαινιάστηκε μόλις το 1964 επί κυβερνήσεως της Ενώσεως Κέντρου από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου.
Ωστόσο οι άλλες επαρχίες, του Νομού, αναπτύσσονταν με γρηγορότερους ρυθμούς, για λόγους που έχουν σχέση με:
– την κοινωνική τους κινητικότητα,
– την καλύτερη ίσως οικονομική τους θέση,
– την ευκολότερή τους πρόσβαση στην πόλη του Ρεθύμνου,
– και ίσως με τη γενικότερη στάση τους που έχει να κάνει με την αναζήτηση και άλλης μορφής απασχόλησης πέραν της κτηνοτροφίας και της γεωργίας στις οποίες επέμεναν οι κάτοικοι του Μυλοποτάμου.
Έτσι διαπιστώνουμε πως στη δεκαετία του ’50, όπου αρχίζει να ανοικοδομείται το Ελληνικό κράτος και οι δημόσιες υπηρεσίες του Ρεθύμνου άρχισαν να στελεχώνονται από Ρεθύμνιους, η συμμετοχή των αμιτών ελάχιστη.
Ήταν οι περίοδοι όπου οι διορισμοί στο δημόσιο γίνονται με τις παρεμβάσεις των πολιτικών παραγόντων της εποχής, και που οι κάτοικοι του Μυλοποτάμου δεν διαθέτουν τις ανάλογες πολιτικές γνωριμίες για να εκμεταλλευτούν τις περιστάσεις.
Εξ άλλου, όλα τα χρόνια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, έως τότε, πέραν των Ανωγείων που ανέδειξαν δύο ντόπιους βουλευτές, το υπόλοιπο Μυλοπόταμο εξέλεξε τον πρώτο του πολιτικό εκπρόσωπο μόλις το 1977!
Πτυχιούχοι επιστήμονες στο Μυλοπόταμο
Βλέπουμε λοιπόν πόσο καθυστερεί η δημιουργία υποδομών εκπαίδευσης, και να φτάνει πια στα 1970 όταν αποφοιτούν οι πρώτοι απόφοιτοι του γυμνασίου Περάματος!
Όταν δηλαδή στις άλλες επαρχίες αναδεικνύονταν επιστήμονες από την δεκαετία του ’50, από το Μυλοπόταμο ανεδείχθησαν οι πρώτοι επιστήμονες που είχαν αποφοιτήσει από τα οικεία σχολεία του, μόλις το 1975 και εντεύθεν!
Σίγουρα και κάποιοι ελάχιστοι επιστήμονες είχαν αναδειχτεί έως τότε και από το Μυλοπόταμο, που όμως είχαν αποφοιτήσει από σχολεία των πόλεων είτε του Ρεθύμνου είτε του Ηρακλείου και ίσως και κάποιοι ελαχιστότατοι και από το γυμνάσιο Ανωγείων.
Η ευθύνη της πολιτείας στην εκπαιδευτική υστέρηση στο Μυλοπόταμο
Συμπερασματικά λοιπόν καταλήγουμε στις εξής διαπιστώσεις:
– Η σημαντική καθυστέρηση της ίδρυσης κανονικού επαρκούς γυμνασίου στην πρωτεύουσα της επαρχίας στο Μυλοπόταμο σημάδεψε την υστέρηση εκπαίδευσης και αντίστοιχα το επίπεδο μόρφωσης των κατοίκων της περιοχής.
– Η έντονη ενδο-ανταγωνιστικότητα των κατοίκων μεταξύ τους, τους ωθεί σε παράτολμες πρωτοβουλίες, και στην ανάληψη υψηλών ρίσκων.
– Ωστόσο η ευρυματικότητα και η εργατικότητα των κατοίκων, καθώς και η καλλιέργεια υψηλών προσδοκιών και στόχων τους οδηγεί σε επαγγελματικές επιτυχίες και σε συνεχή καλυτέρευση της οικονομικής τους θέσης.
– Όμως πολλές φορές οδηγούνται σε λαθεμένες επιλογές και ενέργειες, καθ’ ότι η οικονομική τους θέση και δυνατότητα, που συνεχώς βελτιώνεται, δεν συνοδεύεται με την αντίστοιχη βελτίωση της μορφωτικής τους θέσης και αντίστοιχα της κοινωνικής τους κατοχύρωσης, με τελικό αποτέλεσμα τη δημιουργία δυσαρμονίας προσωπικής δυνατότητας και προσωπικής πραγματικότητας!
– Στην προσπάθειά τους να συνταιριάξουν αυτές τις δύο κοινωνικές παραμέτρους, δημιουργούνται κοινωνικές αναταράξεις, ικανές να αναστατώσουν και να ενοχλήσουν ολόκληρο τον κοινωνικό τους χώρο.
Οι νέες αντιλήψεις, η απαρχή της κοινωνικής κανονικότητας
Ωστόσο τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια έντονη προσπάθεια των νέων για την εισαγωγή τους σε Πανεπιστημιακές σχολές, και μάλιστα στην προσπάθειά τους αυτή βρίσκουν θερμούς συμπαραστάτες τους γονείς τους.
Με αυτό τον τρόπο η ίδια η τοπική κοινωνία ως αυτοδιατιθέμενη και με ίδιες δυνάμεις και δικές της αποφάσεις, επιχειρεί από μόνη της και χωρίς εκ των άνω επιβολή, να προχωρήσει στις αναγκαίες κινήσεις ώστε να αλλάξει η αξιακή κλίμακα, του τοπικού κοινωνικού χώρου.
Αρχίζει δηλαδή ο κοινωνικός χώρος να αναγνωρίζει την πραγματική αξία των Πανεπιστημιακών πτυχίων και της μόρφωσης, και να αποσυνδέει την ευημερία και την ευτυχία, από την επαγγελματική και την οικονομική επιτυχία!
Οι αλλαγές αυτές είναι οι απόλυτα απαραίτητες για την ομαλοποίηση των κανόνων κοινωνικής συμπεριφοράς και ενεργειών.
Είναι αποδεδειγμένο πως οι κοινωνικοί χώροι κατακτούν την κανονικότητα τους, την ηρεμία τους και εν τέλει την ωριμότητά τους, απολαμβάνονοντας συνθήκες ευημερίας με την ενσυναίσθηση των μελών τους, ότι το κοινωνικο-μορφωτικό επίπεδο όλων των συνοικούντων τους, βρίσκεται σε ένα τουλάχιστον ικανοποιητικό όριο.
Ή με άλλα λόγια μπορούμε να νοιώσουμε την ευτυχία γιατί όλοι μας αναγνωρίζουμε πως δεν είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το ατομικό συμφέρον αλλά με τη ποιότητα των ανθρώπινων σχέσεων που όμως αντέχουν στις σημερινές δύσκολες συνθήκες των υψηλών απαιτήσεων και του έντονου ανταγωνισμού!
Η παραίνεση
Με αυτές τις σκέψεις και ενστερνιζόμενοι την επιχειρούμενη προσπάθειά τους, απευθυνόμαστε και σε αυτούς αλλά και σε όλους εμάς τους ίδιους για να εκφράσουμε το ευκταίον.
Να είναι βέβαιοι οι κάτοικοι του Μυλοποτάμου ότι θα έχουν τη συμπαράσταση τόσο της πολιτείας όσο και του υπόλοιπου πληθυσμού στην ειλικρινή τους προσπάθεια που ήδη επιχειρούν για τη συνεχή τους κοινωνική βελτίωση και κατοχύρωση.
Ακόμη τους διαβεβαιώνουμε πως με αυτές τις συνέργειες και μόνο θα οδηγηθούμε στη λύση της παρεξήγησης που αληθινά δεν έχει λόγο ύπαρξης και που εν τέλει όσο υπάρχει, για κανέναν δεν προκύπτει όφελος!
* Ο Γιώργος Ουρανός είναι γεωλόγος
ouranosgeo@gmail.com