Λένε, και είναι πολύ σωστό, ότι «η ιστορία διδάσκει», καθώς επίσης, ότι «ένας λαός χωρίς ιστορία μειονεκτεί»!
Εμείς θα τα «ερμηνεύσουμε» ετούτα τα ψήγματα της σοφίας, λέγοντας, πως άμα υπάρχει παρελθόν και στραφούμε προς αυτό, τότε θα πάρουμε χρήσιμες εμπειρίες και γνώσεις, από τις οποίες μπορούμε να ωφεληθούμε για το παρόν και το μέλλον μας.
Η ελληνική αρχαιότητα έχει τεράστιο διδακτικό περιεχόμενο για κάθε παράμετρο γνώσης, εμπειρίας, τεχνογνωσίας, και ιδεογνωσίας.
Θα μπορούσαμε λοιπόν, να ωφεληθούμε πολλά, αν αξιοποιήσουμε, αν «εκμεταλλευθούμε», ετούτη την κυψέλη ιδεών και γνώσης.
Πολλές φορές, (με τάση προς το «πάντοτε»!), και διαχρονικά, (και, πολύ περισσότερο τώρα με την οικονομική κρίση), σε οποιαδήποτε αιτήματα, προτάσεις και απόψεις, δίνεται από την εκάστοτε εξουσία, η «μονότονη» απάντηση και δικαιολογία της έλλειψης «παρουσίας» της, εκείνο το στείρο «δεν έχουμε λεφτά», που «σκοτώνει» οποιοδήποτε ατένισμα προς το μέλλον, οποιαδήποτε προσπάθεια διαφυγής από την ταλαιπωρητική και απογοητευτική μιζέρια μας.
Θα τολμήσουμε να «θυμίσουμε», ότι οι ποταμοί των χρημάτων δεν διατρέχουν όλους τους τόπους, και επομένως, «σαν εμάς», (δηλ. τόπους που δεν διατρέχονται από ποταμούς χρημάτων), υπήρξαν, υπάρχουν, και θα υπάρχουν πάρα πολλοί τόποι!
Όμως παρά αυτήν την ποταμική έλλειψη, διαχρονικά βλέπουμε, (μελετώντας την ιστορία!), ότι έγιναν διάφορες προσπάθειες, και υπάρχουν αντίστοιχες αποτελεσματοφόρες εμπειρίες, με τις οποίες «έφεραν» τέτοια ποτάμια μέσα στους τόπους τους.
Μπορούμε δηλαδή να ισχυρισθούμε, τεκμηριωμένα και αποδεικτικά, πως κανένα πρόβλημα δεν είναι άλυτο, καμιά έλλειψη δεν είναι αναντιμετώπιστη, καμιά δυσκολία δεν είναι αξεπέραστη, αρκεί να ανασκουμπωθούμε και να ακολουθήσουμε την γνωστή Ευαγγελική ρήση «ο ζητών ευρήσει»!
Στην σημερινή οικονομική πραγματικότητα, οπότε πραγματικά και αντικειμενικά, «υπάρχουν δυσκολίες», υπάρχει μια πρόσθετη αιτία, ώστε να είμαστε υποχρεωμένοι ( αν θέλουμε «να κάνουμε την δουλειά μας», για την οποία άλλωστε εκλεχτήκαμε σε καρέκλα εξουσίας), να ψάξουμε «παντού» και να αξιοποιήσουμε οποιεσδήποτε δυνατότητες, για να βρούμε τα αναγκαιούντα και ωφέλιμα χρήματα.
Να «προλάβουμε» τον διάχυτο λαϊκισμό, που υπάρχει και διαλύει κάθε ώριμη και υπεύθυνη πρόταση, και να ξεκαθαρίσουμε, πως δεν περιλαμβάνουμε και δεν εννοούμε, με αυτό το «παντού» καμιά πρόσθετη φορολόγηση κανενός και πουθενά!
Υπάρχει πληθώρα άλλων παραμέτρων και δυνατοτήτων, ώστε ετούτη η έσχατη παράμετρος να μην αφορά στις παρούσες απόψεις μας, ούτε να περιέχεται στις παρούσες σκέψεις μας.
Εχουμε μιλήσει άλλες φορές για διάφορες εφικτές και τεκμηριωμένες δυνατότητες, που υλοποιούν μια εκτροπή του και φέρνουν τον «Αχελώο» του χρήματος στον τοπικό «κάμπο», ώστε να μην χρειάζεται να επεκταθούμε και στο παρόν σημείωμά μας σε αυτές τις αναφορές.
Στο παρόν σημείωμά μας θα περιορισθούμε μόνον στο «μάθημα» από το παρελθόν, για να προτείνουμε νέες αντιλήψεις ερειδόμενες και εκπορευόμενες από αυτήν την γνώση και εμπειρία.
Αν αναπολήσουμε την αρχαία Αθήνα, θα δούμε, ότι ο θεσμός της χορηγίας, ήταν μια «καθημερινότητα», και ο Δήμος κάλυπτε ουσιαστικές και δραχμοβόρες ανάγκες του μέσα από αυτές τις χορηγίες των εχόντων πολιτών του.
Π.χ., εκεί είχαμε τις λεγόμενες «λειτουργίες», ένα σύστημα μέσα από το οποίο οι πλούσιοι βοηθούσαν τους ασθενέστερους.
Ακόμη είχαμε την επιλογή ευπόρων πολιτών που κάλυπταν τα λειτουργικά έξοδα πολεμικών πλοίων.
Επίσης είχαμε πλούσιους πολίτες που χρηματοδοτούσαν ομάδες αθλητών, θεατρικές κ.λπ. παραστάσεις και χορωδίες.
Η επιλογή των χορηγών εγινόταν από ανώνυμους κρατικούς λειτουργούς, και οι επιλεγόμενοι εύποροι πολίτες θεωρούσαν τιμή τους την ανταπόκριση τους.
Μάλιστα, η ανταγωνιστικότητα μεταξύ των ευπόρων πολιτών, ήταν δείγμα ανδρείας για αυτούς.
Παράλληλα, η πολιτεία ευχαριστούσε και αναδείκνυε αυτήν την προσφορά τους.
Κοντολογίς ο αρχαίος αυτός Δήμος της Αθήνας είχε αναδείξει σε ύψιστη αξία την χορηγία και οι εύποροι πολίτες δεν απέφευγαν την συμμετοχή τους, αλλά ανταγωνιζόντουσαν για την Τιμή αυτής της συμμετοχής.
Δηλαδή οι χορηγίες αυτές είχαν άγραφους κανόνες τιμής και δημόσιας αξίας, και διαφανείς συγκεκριμένες δράσεις και χρηματοδοτήσεις.
Αν περπατήσουμε στο χρόνο, θα δούμε στην συνέχεια, (σε επόμενους αιώνες), τεράστιες εθελοντικές προσφορές μεγάλου αριθμού εχόντων πολιτών, των εθνικών Ευεργετών, με τις οποίες ορθοπόδησε το ελληνικό Κράτος.
Αν συνεχίσουμε αυτήν την παρελθοντική πορεία μας, θα δούμε και πιο πρόσφατες τέτοιες σημαντικές οικονομικές προσφορές από εύπορους πολίτες, που κάλυπταν σημαντικές τοπικές ανάγκες του τόπου καταγωγής τους (και όχι μόνον)!
Ακόμη και «στις μέρες μας» σημαντικές εταιρικές χορηγίες καλύπτουν ουσιαστικές ανάγκες του τόπου μας, και μπορεί να είναι νομοθετημένες, όμως μπορούν να οργανωθούν, να βελτιωθούν, να επαυξηθούν, και να προωθηθούν ώστε να γίνουν αποτελεσματικότερες και περιεκτικότερες.
Θέλουμε να πούμε με αυτήν την «πορεία» μας στο παρελθόν, πως «χρήματα υπάρχουν», μόνο που είναι λεπτά ζητήματα ετούτα που αφορούν στα λεφτά του οποιουδήποτε εύπορου πολίτη, και απαιτούν ένα δικό τους «κλίμα» για να φυτρώσουν και να καρπίσουν.
Συνεπώς είναι απαραίτητες οι ιδιαίτερες σκεπτικές και λειτουργικές του δήμου, (οποιουδήποτε Δήμου), οι ιδιαίτεροι χειρισμοί και αναδείξεις των «χωραφιών» προς τα οποία θα αναζητηθούν οι «σπορές» των καλυπτικών προοπτικών, η ιδιαίτερη λεπτότητα διαφάνειας, εμπιστοσύνης, και μέγιστης κοινής ωφέλειας, η ιδιαίτερη πειστικότητα και ωριμότητα ολόκληρης της εκάστοτε προσπάθειας.
Ταυτόχρονα πρέπει να είναι ώριμη η τοπική κοινωνία, (ολόκληρη η τοπική κοινωνία), να δεχτεί και να αξιολογήσει ετούτες τις χορηγίες, και να «επιτρέψει» την ωρίμανση των σχεδιασμών και προγραμματισμών.
Αυτή η ωριμότητα θα επιτευχθεί, όταν μετέχει η τοπική κοινωνία σε όλη αυτήν την προσπάθεια και λειτουργική, όταν εκείνη αποφασίσει στόχους και επιδιώξεις!
Ενδεικτικά θα δανειστώ για να προσθέσω μια αμερικάνικη εμπειρία, όπου οι χορηγοί-χρηματοδότες της τοπικής κοινωνίας μπορούν και απολαμβάνουν ανάλογες τιμές, όπως π.χ. μια τιμητική ονοματοθεσία κ.λπ.
Έχουμε μια αρνητική «συνήθεια», να απορρίπτουμε, πριν καν ακούσουμε, αναλύσουμε και μελετήσουμε, ο,τιδήποτε «νέο» μας καταθέσουν!
Καιρός είναι να θυμηθούμε, και να «τιμήσουμε» ακολουθώντας την, την γνωστή ρήση του Θεμιστοκλή προς τον Ευριβιάδη, «άκουσον μεν κλπ»!
Εμείς θα επιμείνουμε σε όσα πολλές φορές έχουμε πει και υποστηρίξει, όσον αφορά στον Δήμο μας (που αφορά οποιονδήποτε δήμο):
1. Η συμμετοχή των πολιτών-δημοτών στους σχεδιασμούς και στις υλοποιήσεις των δημοτικών δράσεων είναι πρωταρχικής και ουσιαστικής σημασίας!
Να «βάλλουμε», λοιπόν, τους δημότες στο Δημαρχείο!
Εχουμε καταθέσει πολλές «δράσεις» υλοποίησης αυτής της «εισόδου» των δημοτών στο δημαρχείο (πχ «ώρα του δημότη» στα δημοτικά συμβούλια, μετάδοση των συνεδριάσεων όλων των οργάνων του δήμου, περιοδικές δημοτικές συνελεύσεις για τα οποιαδήποτε εκάστοτε τιθέμενα θέματα, υποδοχή του δημότη στο δημαρχείο, ουσιαστικό περιεχόμενο ενημέρωσης και διαλόγου με τον πολίτη της ιστοσελίδας του δήμου, μηνιαίες κοινές συνεντεύξεις των επικεφαλείς των δημοτικών παρατάξεων-διάλογος με τους ακροατές δημότες, κλπ).
Όταν οι δημότες «μπουν» στο Δημαρχείο, και έχουν ενημέρωση και γνώση των δημοτικών υποθέσεων, όταν μπορούν να ελέγχουν τις διάφορες παραμέτρους, τότε συμμετέχουν στις υλοποιήσεις των κοινών προσπαθειών για το «καλλίτερο Ρέθυμνο» που όλοι θέλουμε και όλοι προσδοκούμε.
Τότε κρίνουν σωστά, γιατί αντιδρούν με γνώση και ενημερωμένη κρίση, τότε ανοίγουν, μόνον, «δρόμους» στις λύσεις που δρομολογούνται και αποτελούν ουσιαστικές θετικές δυνάμεις στις κοινές προσπάθειες.
2. Η αξιολόγηση συμμετοχής όλων των δημοτικών δυνάμεων, ώστε να διαμορφώνεται μια «κυψέλη» στην οποία όλοι δουλεύουν χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς προαπαιτούμενα, χωρίς αλαζονείες και απαιτήσεις συνταύτισης, χωρίς μονοδρόμους και περιχαρακώσεις, χωρίς υποχρεώσεις και οποιουσδήποτε όρους και συμβιβασμούς.
Στην «κυψέλη» όλοι «φέρνουν» το πολύτιμο «μέλι», που είναι το ίδιο χωρίς «χρώματα» παρατάξεις, και πολιτικές!
3. Άνοιγμα από τον Δήμο, στην ιστοσελίδα του., μιας «κυψέλης ιδεών», στην οποία οποιοσδήποτε δημότης θα μπορεί να καταθέτει την πρόταση του, την ιδέα του, την σκέψη του κλπ!
Μιλούμε για κυψέλη ιδεών και όχι για «καλάθι αχρήστων», κατά που συνηθίζεται σήμερα στα γραφεία της εξουσίας!
Γι αυτό θα υπάρχει αρμόδιο «γραφείο» στον δήμο, που θα δουλεύει αυτήν την κυψέλη, αξιολογώντας, προωθώντας και, κυρίως, απαντώντας στον δημότη (όπως άλλωστε υπάρχει νομική υποχρέωση του δήμου).
4. Το δημοτικό συμβούλιο να αποκτήσει πολιτική οντότητα, δηλ να γίνει ένα όργανο παραγωγής δημοτικής πολιτικής!
Σήμερα, (μάλλον, εδώ και … δεκαετίες!), το δημοτικό συμβούλιο είναι άτολμο να μπει στα ουσιαστικά θέματα που «καίνε», και περιορίζεται στα λεγόμενα «υπηρεσιακά θέματα».
Αν είναι δυνατόν, (και όμως, αυτή είναι η πραγματικότητα!), να μην έχουν συζητηθεί στο δημοτικό συμβούλιο, και να μην έχουν ληφθεί αποφάσεις άσκησης αντίστοιχης πολιτικής, το κυκλοφοριακό πρόβλημα, το κοινωνικό πρόβλημα κλπ!
5. Τα διάφορα όργανα που αποφασίζουν στον Δήμο, (δημοτικό συμβούλιο, Επιτροπές κ.λπ.) συνήθως έχουν ελλιπείς απλές τυπικές εισηγήσεις, με ο,τι αυτό σημαίνει για την ωριμότητα των λαμβανομένων αποφάσεων. Αρκετά θέματα αναβάλλονται και εκ του λόγου τούτου!
Είναι σημαντικό επίσης, ότι κάποιες αποφάσεις που παίρνονται ( όταν παρθούν !) δεν υλοποιούνται (όπως πχ η ημερίδα για την επικινδυνότητα ή όχι, επί της υγείας των πολιτών, από την λειτουργία των κεραιών κινητής τηλεφωνίας, κλπ)
Για να μην επεκταθώ περισσότερο, θα συμπερασματολογήσω θέτοντας την νέα αντίληψη για την λειτουργική μιας δημοτικής αρχής που στρέφεται και αξιοποιεί όλες τις τοπικές δυνάμεις, τόσον τους ασχολούμενους με τα λεγόμενα κοινά, όσον και όλους τους πολίτες, ακούγοντας τους και «φέροντας τους στον δήμο», κοινωνούς όλων των συζητήσεων, των αποφάσεων, των σχεδιασμών κλπ
Θα ξαναπώ την άποψη μου, πως (και) ο δήμος μας έχει αναξιοποίητες τις τεράστιες τοπικές δυναμικές, και οφείλει, επιτέλους, να αλλάξει αντίληψη και λειτουργική απέναντί τους.
Οι, πραγματικές, νέες αντιλήψεις δεν είναι ούτε τίτλοι, ούτε συνθήματα!
Είναι πράξεις, είναι λειτουργικές, είναι αποδείξεις, είναι αποτελέσματα!
Κοιτώντας και διδασκόμενοι από το παρελθόν, ας αποκτήσουμε (πραγματικές!) νέες αντιλήψεις, με περιεχόμενο και ουσιαστικά αποτελέσματα.
Ας αποκτήσουμε λοιπόν, (πραγματικές!) νέες αντιλήψεις, για να μπορέσουμε να ανοίξουμε δρόμους αντιμετώπισης και λύσης των τοπικών προβλημάτων, να ανοίξουμε πόρτες και παράθυρα προς το καλλίτερο μέλλον του τόπου μας, να πλημμυρίσουμε τον τόπο μας με το οξυγόνο της αισιοδοξίας και της ελπίδας που τόσο μας λείπουν.
* Ο Νίκος Νίνος είναι δημοτικός σύμβουλος,
επικεφαλής της μείζονος μειοψηφίας στον Δήμο Ρεθύμνου