Κανένας σοβαρός σχεδιασμός δεν έχει γίνει στην Ελλάδα για πολλά χρόνια σε σχέση με την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, που τον τελευταίο μήνα έχει «νεκρώσει» κυριολεκτικά.
Το σύστημα απονομής δικαιοσύνης δεν συμβαδίζει ούτε με την εποχή, ούτε με τα νέα δεδομένα, αφενός των αυξημένων αναγκών που υπάρχουν και αφετέρου της εξέλιξης της τεχνολογίας, μέσω της οποίας θα μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να αποσυμφορηθούν τα δικαστήρια.
Αντ’ αυτών, η υποστελέχωση των δικαστηρίων της χώρας και η ολοένα αυξανόμενα δικαστική ύλη, δημιουργούν ασφυξία με αποτέλεσμα την ταλαιπωρία πολιτών, εισαγγελέων και δικαστών καθώς και δικηγόρων.
Εισαγγελείς και ανακριτές έχουν στα γραφεία τους στίβες τις εκκρεμείς υποθέσεις. Οι περισσότεροι παίρνουν τους φακέλους στα σπίτια τους, προκειμένου να εργαστούν τις νύχτες και τα Σαββατοκύριακα, ώστε να προλάβουν να διεκπεραιώσουν όσο το δυνατόν περισσότερη ύλη.
Τα τελευταία πέντε χρόνια η οικονομική κρίση και η δημοσιονομική πολιτική όπως έπληξαν και πλήττουν τους χώρους της υγείας και της παιδείας, πλήττουν περαιτέρω και τον χώρο της δικαιοσύνης. Το τελευταίο προπύργιο της δημοκρατίας, που αποτελεί την ύστατη ελπίδα και καταφύγιο των πολιτών, καταρρέει εξ αιτίας των μνημονιακών πολιτικών.
Το ασφαλιστικό νομοσχέδιο ήρθε το τελευταίο δίμηνο να προκαλέσει περαιτέρω ασφυξία στον χώρο. H πολυήμερη αποχή των δικηγόρων της χώρας από τα καθήκοντα τους, έχει «νεκρώσει» το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης.
Οι υποθέσεις που αναβάλλονται σε όλα τα δικαστήρια, όλων των βαθμίδων, ανέρχονται σε χιλιάδες και προστίθεται στον ήδη απίστευτο όγκο εκκρεμών δικών που βρίσκονται στα εισαγγελικά και ανακριτικά γραφεία.
Η δικαιοσύνη δεν λειτουργεί αφού προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η συμμετοχή των δικηγόρων, που όπως φαίνεται δεν προτίθενται να επιστρέψουν στα γραφεία τους, αλλά κυρίως στις δικαστικές αίθουσες εάν η κυβέρνηση δεν αποσύρει το νομοσχέδιο, οι φορολογικές ρυθμίσεις του οποίου, όπως επισημαίνουν όλοι οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, οδηγούν σε εξαθλίωση τον δικηγορικό κόσμο.
Για περισσότερο από ένα μήνα οι δικηγόροι απέχουν από τα καθήκοντα τους. Οι κινητοποιήσεις του επιστημονικού κλάδου ξεκίνησαν στις 12 Ιανουαρίου με τριήμερη αποχή και συνεχίζονται έως και σήμερα κατόπιν αποφάσεων που λαμβάνουν ανά οκτώ ημέρες η Συντονιστική Επιτροπή και η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων. Και όπως φαίνεται, οι δικαστικές αίθουσες θα συνεχίσουν να παραμένουν άδειες για καιρό σε περίπτωση που δεν υπάρξει ανταπόκριση από πλευράς της κυβέρνησης στο αίτημα για απόσυρση του ασφαλιστικού νομοσχεδίου.
Το «μπλακ αουτ» στα Δικαστήρια Ρεθύμνου
Η κωλυσιεργία στην εκδίκαση υποθέσεων στη χώρα μας είναι ένα χρόνιο πρόβλημα καθώς τα δικαστήρια είναι υποστελεχωμένα και η εκκρεμούσα δικαστική ύλη φτάνει στο ακροατήριο με ρυθμούς χελώνας παρά τις τιτάνιες προσπάθειες εισαγγελέων και δικαστών.
Η αποχή των δικηγόρων επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την ήδη προβληματική κατάσταση, τόσο στο σκέλος της καθυστέρησης απονομής της δικαιοσύνης, όσο και στο σκέλος της ταλαιπωρίας των πολιτών.
Αρκεί να ληφθεί υπόψη πως η υπόθεση που πρόκειται κάθε φορά να εισαχθεί σε δίκη εκκρεμεί επί έτη. Στην καλύτερη περίπτωση επί τρία ή πέντε χρόνια.
Χαρακτηριστικό της παράλυσης της δικαιοσύνης τούτο το διάστημα που απέχουν οι δικηγόροι από τα καθήκοντα τους, είναι αυτό που συμβαίνει στα δικαστήρια Ρεθύμνου:
Στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο
* Στη δικάσιμο της 25 Ιανουαρίου από τις 71 υποθέσεις αναβλήθηκαν οι 58
* Στη δικάσιμο της 2 Φεβρουαρίου από τις 58 υποθέσεις αναβλήθηκαν οι 44
* Στη δικάσιμο της 15 Φεβρουαρίου από τις 98 υποθέσεις αναβλήθηκαν οι 76
Στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο
* Στις 28 Ιανουαρίου από τις 66 υποθέσεις αναβλήθηκαν οι 59
* Στις 4 Φεβρουαρίου, από τις 38 υποθέσεις αναβλήθηκαν οι 29
* Στις 11 Φεβρουαρίου από τις 46 υποθέσεις αναβλήθηκαν οι 38.
Οι παραπάνω ημερομηνίες και αριθμοί είναι ενδεικτικοί του προβλήματος που δημιουργείται. Διότι καθημερινά τα πινάκια είναι γεμάτα από ποινικές υποθέσεις που αναβάλλονται. Εκατοντάδες είναι φυσικά και οι αστικές υποθέσεις που «παραπέμπονται» για δίκη στο μέλλον.
Αν ληφθεί υπόψη πως οι αναβληθείσες υποθέσεις εκκρεμοδικούσαν για 3 μέχρι 5 χρόνια, η αναβολή λόγω της αποχής των δικηγόρων επιβαρύνει χρονικά επιπλέον την κάθε υπόθεση για 7 με 8 μήνες ή και ένα χρόνο.
Και να σημειωθεί πως όσο μεγαλύτερη πληθυσμιακά είναι μια περιφέρεια, τόσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των υποθέσεων που εκκρεμούν στα Πρωτοδικεία, τόσο μεγαλύτερος και ο χρόνος που εκκρεμεί κάθε υπόθεση και βέβαια τόσο μεγαλύτερος και ο αριθμός των υποθέσεων που αναβάλλεται κάθε μέρα αποχής των δικηγόρων από τα καθήκοντα τους.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Ρεθύμνου, Βαγγέλη Μουνδριανάκη, οι κινητοποιήσεις του κλάδου αποτελούν μονόδρομο για τους δικηγόρους. «Πρόκειται για ένα ανάλγητο και αντικοινωνικό νομοσχέδιο που επί της ουσίας τιμωρεί τους μαχόμενους δικηγόρους και τους οδηγεί στην έξοδο από το επάγγελμα. Δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου. Οι δικηγόροι αδυνατούν ήδη να ανταποκριθούν στις σημερινές μεγάλες ασφαλιστικές εισφορές, οπότε καταλαβαίνετε πως οι επιβαρύνσεις, όπως προβλέπονται στο σχέδιο νόμου συμπεριλαμβανομένων των υψηλών φορολογικών εισφορών, θα οδηγήσουν σε μηδενισμό του εισοδήματός τους» ανέφερε ο κ. Μουνδριανάκης στα «Ρ.Ν.» προσθέτοντας επίσης ότι με το νομοσχέδιο πλήττεται η ίδια η δικαιοσύνη και κατ’ επέκταση οι πολίτες. «Βάλλει κατά της συνταγματικής τάξης και καταρρακώνει το όποιο αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών. Και ειδικά σε μια περίοδο που η δικαιοσύνη και οι λειτουργοί της καλούνται να επιτελέσουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο για να προστατεύσουν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών, ώστε να μην εξαθλιωθεί πλήρως ο κοινωνικός ιστός».
Επιμένουν οι επιστημονικοί φορείς στην απόσυρση του νομοσχεδίου
Η αποχή των δικηγόρων από τα καθήκοντα τους ισχύει έως τις 22 του μήνα οπότε και θα συνεδριάσει εκ νέου η συντονιστική επιτροπή για να αξιολογήσει τυχόν νέα δεδομένα και να αποφασιστεί η περαιτέρω στάση των δικηγόρων.
Πάντως, η στάση του δικηγορικού κλάδου είναι ενιαία με αυτή των υπολοίπων επιστημονικών φορέων που δεν προτίθενται να διακόψουν τις κινητοποιήσεις τους εάν δεν αποσυρθεί το νομοσχέδιο και να ξεκινήσει διάλογος από μηδενική βάση. Και πλέον ζητούν την παρέμβαση του ιδίου του πρωθυπουργού και όχι του υπουργού Εργασίας Γ. Κατρούγκαλου έναντι του οποίου έχει απολεσθεί η εμπιστοσύνη τους.
Σε κοινή επιστολή τους προς τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, η Ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, το Οικονομικό Επιμελητήριο, το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο, ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος, ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος, η Ελληνική Οδοντιατρική Ομοσπονδία, η Συντονιστική Επιτροπή Συμβολαιογραφικών Συλλόγων Ελλάδος, η Ομοσπονδία Δικαστικών Επιμελητών, ο Πανελλήνιος Κτηνιατρικός Σύλλογος, ο Πανελλήνιος Σύλλογος Φυσικοθεραπευτών, η Ένωση Φοροτεχνικών Ελλάδος, η Ένωση Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών Ελλάδος και η Ένωση Ελλήνων Χημικών αναφέρουν μεταξύ άλλων:
1. Το προτεινόμενο σχέδιο δεν είναι ασφαλιστικό αλλά απροκάλυπτα φορολογικό, με αμιγώς δημοσιονομική στόχευση. Συνεπάγεται έμμεση φορολόγηση, λόγω δε του ύψους των επιβαλλόμενων εισφορών καταλήγει να είναι δημευτικό του εισοδήματος των ελευθέρων επαγγελματιών.
2. Πρόκειται για σχέδιο έντονα αντιαναπτυξιακό καθώς οδηγεί σε μαζική έξοδο από το επάγγελμα και αύξηση της ανεργίας.
3. Σημαντικός αριθμός επιστημόνων-ελευθέρων επαγγελματιών θα αδυνατεί να ανταποκριθεί στις προβλεπόμενες από το σχέδιο ασφαλιστικές του υποχρεώσεις, οπότε ελλείψει εισφοροδοτικής ικανότητας, θα επιδεινωθεί έτι περαιτέρω η βιωσιμότητα του συστήματος.
4. Η δημιουργία ενός ενιαίου φορέα ασφάλισης στερείται οποιασδήποτε ασφαλιστικής, οικονομικής και διοικητικής λογικής.
5. Η πρότασή μας στηρίζεται σε ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα, που εμφορείται από την λογική της καταβολής ασφαλίστρου με αντίστοιχη παροχή (συνταξιοδοτική και υγειονομική).
6. Συνιστά επιτακτική αναγκαιότητα η εισφοροδοτική ελάφρυνση των νέων επιστημόνων και επαγγελματιών με χαμηλά εισοδήματα, καθώς και όσων έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα, ώστε να αποφευχθεί η μαζική συνταξιοδότησή τους και περαιτέρω επιβάρυνση των ταμείων.
Κατόπιν αυτών, ζητούμε την απόσυρση του σχεδίου και την έναρξη διαλόγου από μηδενική βάση, σύμφωνα με τις ανωτέρω κατευθύνσεις.