Στέκομαι αμίλητος και απορημένος. Κλαίω, κάθε φορά που ακούω για ανθρωποκτονίες ή άλλα εγκλήματα ανθρώπων εις βάρος συν-ανθρώπων τους και μας.
Και αναρωτιέμαι κάθε ανθυποστιγμή της ζωής μου, γιατί το μίσος, η ζήλεια, ο φθόνος και η κακία φωλιάζουν μέσα στην καρδιά των ανθρώπων και, πολύ συχνά, όπως ακούμε, τους μεταμορφώνουν σε ανθρωποειδή άβουλα και αγνώμονα προς όσους τους περιβάλλουν επί χρόνια με στοργικές συμβουλές, αγάπη και ψυχωφελή συμπαράσταση σε χαρές και λύπες;
Τι είναι, όμως, αυτό που, αντί να εξοβελίζει από τα σώψυχα των ανθρώπων την παραφροσύνη και τη μανία για τα εφήμερα και τα ουσιαστικά ασήμαντα, τις σπρώχνει να είναι οι οδηγοί της ζωής τους και συνάμα διώχνει μακριά τη σωφροσύνη και την αγάπη;
Με τα παραπάνω ερωτήματα να μοιάζουν ρητορικά, πολλοί από τους αυτοαποκαλούμενους «άνθρωποι» δεν παύουν, με ό,τι λένε ή κάνουν, στιγμή να μας εκπλήσσουν. Δυσάρεστα! Και να μας πληγώνουν…
Ψάχνοντας, επομένως, και εγώ τα αίτια της κρίσης των ανθρώπινων σχέσεων, φτάνω στο συμπέρασμα, απ’ όσα ακούω και ό,τι βλέπω, ότι φταίει που οι άνθρωποι αφενός αφήνουν όσα από χθες κουβαλούν πίσω στην πλάτη τους να «βαρύνουν» όσα οι ίδιοι κάνουν σήμερα ή θα κάνουν αύριο και αφετέρου, που συγκρίνοντας «πρότυπα» και ανθρώπους ειδωλοποιούν τα μεν, πληγώνουν τους δε…
Ενώ, λοιπόν, ό,τι σε πληγώνει πιο πολύ είναι να σου φέρνονται ανήθικα, να στηρίζουν την αδικία τους, δηλαδή σε γραπτούς, καταπατώντας τους άγραφους νόμους, οι ανθεκτικότεροι στη ζωή λιμενοβραχίονες θαρρώ πως είναι να ξέρεις ότι – αν και δεν θέλουν ή/και δεν μπορούν να το βλέπουν οι άλλοι – έχεις δίκιο και η αγάπη…
Και καθώς σκεφτόμουν πως ο Θεός είναι η δικαιοσύνη των αδικημένων, το σπίτι των άστεγων, η υπερηφάνεια των ταπεινών, ο γονιός των ορφανών, ο οβολός των φτωχών, η ξεκούραση των καταπονημένων και το χαμόγελο των δακρυσμένων, η Πυθία μού είπε να σας πω, ότι πρέπει να καταλάβετε τα τωρινά, για να αντιμετωπίσετε τα σε λίγο…
* O Γεώργιος Η. Ορφανός είναι φιλόλογος