Μια σημαντική αναμφίβολα «στιγμή» στη νεοελληνική πολιτική ιστορία είναι οι εκλογές του Νοεμβρίου του 1910, καθώς σηματοδοτούν τη με περιφανή λαϊκή επιδοκιμασία έναρξη της βενιζελικής «ακμής» στην Ελλάδα. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος κι η πρώτη υπό την προεδρία του κυβέρνηση, λοιπόν, στα τέλη του Νοέμβρη του 1910 (28/11) διεξάγουν βουλευτικές εκλογές, με την έγκριση του βασιλιά Γεωργίου του 1ου και με σκοπό -αντίθετα με το παλλαϊκό, αρχικά, αίτημα για Συνταχτική Εθνοσυνέλευση- την ανάδειξη της 2ης Αναθεωρητικής βουλής σε αντικατάσταση της αμέσως προηγούμενης, προκειμένου να συμπληρώσει και να ολοκληρώσει το έργο της.
Θυμίζουμε ότι ένα περίπου χρόνο έπειτα από το κίνημα του «Στρατιωτικού Συνδέσμου» στο Γουδί και ιδιαίτερα μετά από διαβουλεύσεις στις 1 και 2 Οκτώβρη του 1910, κατά τις οποίες χρησιμοποιώντας διπλωματική μετριοπάθεια και διαλλακτικότητα συγκεντρώνει από τη μια τα «πυρά» των παλαιοκομματικών και από την άλλη κερδίζει την εύνοια του Γεωργίου, στις 6 του ίδιου μήνα ο Ελευθέριος Βενιζέλος ορκίζεται για πρώτη φορά πρωθυπουργός του ελεύθερου ελληνικού κράτους. Μαζί του ορκίζονται και τα μέλη της πρώτης -υπό την προεδρία του- κυβέρνησης, η οποία, επειδή ακριβώς αποτελείται από ικανούς και νέους, πρωτόπειρους κι άφθαρτους πολιτικούς συγκεντρώνει τα βέλη και συναντά έντονες αντιδράσεις από τη συντηρητική πλειοψηφία της βουλής.
Χωρίς παλαιοκομματικούς
Ο Βενιζέλος, πλέον, όμως, έχει το «πάνω χέρι». Αυτό γίνεται φανερό, πλέον σε όλους, όταν ο νέος πρωθυπουργός άσκησε όλη την επιρροή του να παραμείνει Αναθεωρητική η βουλή και συμφώνησε να ξαναγυρίσει ο Διάδοχος Κωνσταντίνος στον Στρατό, αλλά περισσότερο όταν πείθει τον βασιλιά Γεώργιο, που -σημειωτέον- τον έβλεπε αρχικά με διστακτικότητα λόγω της «κόντρας» του με τον πρίγκιπα Γεώργιο στην Κρήτη (1905), να διαλύσει την 1η Αναθεωρητική Εθνοσυνέλευση στις 12 του ίδιου Οκτώβρη και να προκηρύξει νέες εκλογές για Αναθεωρητική πάλι βουλή, τις οποίες θα διεξήγαγε κυβέρνηση του ίδιου του Βενιζέλου στις 28 του Νοέμβρη του 1910.
Με τη διάλυση της βουλής, βάσει βασιλικού διατάγματος, διαφωνούν οι ηγέτες των ισχυρών σε κοινοβουλευτική δύναμη στη διαλυθείσα Εθνοσυνέλευση κομμάτων, Γ. Θεοτόκης, Δ. Ράλλης και Κ. Μαυρομιχάλης. Καθώς αντιδρούν και στους βενιζελικούς χειρισμούς, μα και στα συμπεφωνημένα κατά τις επαφές Ανακτόρων – Βενιζέλου, αποφασίζουν να απόσχουν από τις εκλογές του Νοέμβρη του 1910.
Έτσι, οι κάλπες -σε σύνολο, όπως και στην 1η Αναθεωρητική Εθνοσυνέλευση, 362 εδρών- δίνουν στον Κρητικό πολιτικό και το Κόμμα «Φιλελευθέρων» παντοδυναμία με 307 έδρες, ενώ θα εκλεγούν και 28 Αγροτικοί προερχόμενοι από τη Θεσσαλία, 20 ανεξάρτητοι (λόγω της αποχής των παλαιοκομματικών) και 7 «Κοινωνιολόγοι». Οι «Κοινωνιολόγοι» είναι μια ομάδα ριζοσπαστών νεοεκλεγέντων βουλευτών, που έχουν επικεφαλής τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου (γενν. 1879 – πεθ. 1936) και αγωνίζονται τόσο υπέρ μιας δίκαιης αγροτικής μεταρρύθμισης, όσο και για να ληφθούν από το Συνταγματικό Νομοθέτη ή την Πολιτεία μέτρα εις όφελος των εργαζομένων.
Νέο Σύνταγμα
Η 2η Αναθεωρητική βουλή συνέρχεται στις 8 του Γενάρη του 1911, έχει ως στόχο τη δημιουργία ενός κράτους δικαίου, στα πλαίσια ενός φιλελεύθερου αστικού πολιτεύματος. Προς αυτήν την κατεύθυνση, λίγες εβδομάδες μετά ανέλαβε την επεξεργασία ενός κυβερνητικού προσχεδίου αναθεώρησης του Συντάγματος του 1864 μία 30μελής ειδικά εξουσιοδοτημένη από τη βουλή κοινοβουλευτική επιτροπή, η οποία θα ‘χε πρόεδρο τον πρώην πρωθυπουργό Στ. Δραγούμη, εισηγητή τον Κωνσταντίνο Ρακτιβάν και γραμματέα τον Κ. Ζαβιτζιάνο. Η επιτροπή άρχισε τις εργασίες της στις 26/1/1911 και τις ολοκλήρωσε στις 20 του Μάη του ίδιου έτους, ενώ -αφού η τελική επιψήφισή του θα γίνει στις 27 του ίδιου Μάη στη βουλή- το νέο Σύνταγμα δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 1/6/1911 και ισχύει από την άλλη μέρα κιόλας (2 Ιούνη).
Βασικές διατάξεις του (αναθεωρημένου) Συντάγματος θεωρούνται τα ακόλουθα: Ενισχύονται και προστατεύονται καλύτερα τα ατομικά δικαιώματα, η ελευθερία του τύπου, αλλά κι η ιδιοκτησία. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα θεσπίζεται -προκειμένου να εκλείψει το «πελατειακό σύστημα» των πολιτευτών για άγρα ψηφοφόρων;- η μονιμότητα, αλλά και το αμετάθετο των δημοσίων υπαλλήλων. Επίσης, ενώ καθιερώνεται η δωρεάν στοιχειώδης εκπαίδευση, παράλληλα ιδρύονται τεχνικά σχόλια στις αγροτικές περιοχές. Τέλος, επιτρέπονται (άρθρο 17 του νέου Συντάγματος) οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις μεγάλων εκτάσεων γης με αποζημίωση, μόνον -όμως- όταν πρόκειται να εξυπηρετηθεί το κοινωνικό συμφέρον, όπως π.χ. εγκατάσταση ακτημόνων στην περιοχή.
Νομοθετικό έργο
Παράλληλα με το συνταγματικό της έργο, η βενιζελικής συντριπτικής πλειοψηφίας 2η Αναθεωρητική βουλή (Νοέμβρης 1910 – Μάρτης 1912) προωθεί και το νομοθετικό έργο της κυβέρνησης Βενιζέλου, την ώρα που η τελευταία, μερίμνη του ίδιου του πρωθυπουργού, προσπαθεί να οργανώσει τον ελληνικό στρατό και να του ανυψώσει το «ντροπιασμένο» από το 1897 ηθικό. Στο νομοθετικό, λοιπόν, έργο της 2ης Αναθεωρητικής βουλής, το οποίο υπήρξε πολύ σπουδαίο, δεν πρέπει να παραβλεφθεί κι η έντονη παρουσία των «Κοινωνιολόγων». Έτσι, καταργείται, με διάφορους νόμους, το φεουδαρχικό καθεστώς στα Εφτάνησα, ενώ ιδρύονται και αγροτικοί συνεταιρισμοί, χρηματοδοτούμενοι από την Εθνική Τράπεζα.
Σ’ ό,τι αφορά τη φορολόγηση των πολιτών, από τη μια αποπειράται εξυγίανση -βάσει σχετικών νομοσχεδίων που προωθούνται προς ψήφιση στη βουλή- του φορολογικού συστήματος, από την άλλη δε εισάγεται ο φόρος συνολικού εισοδήματος.
Θα πρέπει, όμως, να σημειωθεί και τούτο σε ό,τι αφορά τη γεμάτη διορατικότητα πολιτική του Βενιζέλου στα πρώτα μετά το 1910 χρόνια. Μετακαλεί Γάλλους και Άγγλους εκπαιδευτές για τον ελληνικό στρατό, οι οποίοι ήλθαν, παρά τις αντιδράσεις του φίλα προσκείμενου στη Γερμανία Θρόνου, αρχές του 1911 στην Ελλάδα και όλα δείχνουν πως συνέβαλαν τα μέγιστα για τις κατοπινές επιτυχίες του στρατεύματός μας κατά τους βαλκανικούς πολέμους του 1912-’13.
Τέλος, σχετικά με την εργατική τάξη έχουμε και την προώθηση και θεσμοθέτηση σημαντικών μεταρρυθμίσεων με κοινωνικό αντίχτυπο. Συγκεκριμένα, από την κυβέρνηση Βενιζέλου της περιόδου 1910-’12, αναγνωρίζονται τα εργατικά συνδικάτα της Αθήνας και του Πειραιά, ενώ απαγορεύεται η συμμετοχή των εργοδοτών στις εργατικές οργανώσεις. Επίσης, καθώς ορίζεται η Κυριακή ημέρα υποχρεωτικής αργίας, κατοχυρώνονται νομοθετικά η ασφάλιση των εργαζομένων κι η καθιέρωση της 8ωρης εργασίας.
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
1. Βασίλειος Τσίχλης, «Το κίνημα του Γουδή και ο Ελευθέριος Βενιζέλος», Εκδ. Πολύτροπον, 2007, Αθήνα.
2. Richard Clogg, Συνοπτική ιστορία της Ελλάδας 1770-2000, μτφρ. Λύδια Παπαδάκη, Μαρία Μαυρομμάτη, εκδ. Κάτοπτρο, Αθήνα, 2003.
3. Γεώργιος Ασπρέας, «Πολιτική Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδος».
4. «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» της Εκδοτικής Αθηνών, τόμος ΙΕ (1913-1941).
5. Γ. Κορδάτου, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας».
* Ο Γεώργιος Η. Ορφανός είναι υποψήφιος διδάκτωρ
στο Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής του Α.Π.Θ.,
φιλόλογος, Msc Διαχ/σης Πολιτιστικής Κληρονομιάς