Είναι πραγματικότητα ότι οι ρίζες των ανθρώπων και των ζώων ποτέ δεν πεθαίνουν όσα χρόνια και αν περάσουν. Θα κάνουν την εμφάνισή τους και θα ανθίσουν φέροντας καρπούς των προγόνων τους. Αυτό μας το επιβεβαιώνουν οι πολλές πράξεις και οι πολλές συμπεριφορές πολλών ηλικιωμένων ανθρώπων που τις ζήσανε και μας τις περιγράφουν με τον πιο καλύτερο τρόπο για να είναι διάδοχοι οι κληρονόμοι τους όπως οι πρόγονοί τους.
Σήμερα εμφανίζονται πολλά παραδείγματα κυρίως από τον υπαίθριο χώρο που έχουν ρίζες από παλιές δύσκολες εποχές στη διατροφή και στη διαβίωση και όσοι δεν πάρουν από αυτές να τις ακολουθήσουν δεν εισέρχονται εύκολα στην πρόοδο που επιθυμούν να έχουν.
Με λεπτομέρειες όσο είναι δυνατόν μας αναφέρουν οι ηλικιωμένοι ο Γιώργος και η Αλεξάνδρα Χριστοφοράκη που κατοικούν σήμερα στο χωριό Ρουσσοσπίτι που έχουν ζήσει στις παλιές εποχές και που έχουν δοκιμάσει όλες τις δυσκολίες που συναντήσανε στην διατροφή και στη διαβίωση κοντά στους γονείς τους που έχουν φύγει πριν πολλά χρόνια από τη ζωή πικραμένοι από την σκληρή ζωή που βιώσανε και ευχαριστημένοι μόνο που είδανε παιδιά και εγγόνια να τους ακολουθούν στα βήματά τους.
Ο Γιώργος έχει γεννηθεί και μεγαλώσει με την φροντίδα των γονέων του Μανώλη και της Χρυσής στο χωριό Ρουσσοσπίτι που είχανε το επάγγελμα του γεωργού και του κτηνοτρόφου και όταν ο γιος τους μεγάλωσε ακολούθησε με τις ίδιες συμπεριφορές των γονέων του στα επαγγέλματά τους.
Και η Αλεξάνδρα από το ίδιο χωριό από τους γονείς Μάρκο και Ελένη στο επάγγελμα γεωργοί.
Όταν ήλθανε σε ηλικία ο Γιώργος και η Αλεξάνδρα με προξενιό προχωρήσανε σε γάμο με τη θέληση των γονέων τους και με τα έθιμα και ήθη του τόπου. Μαζί κτίσανε την οικογένειά τους με την εργατικότητά τους και με αρχές που πρωτοπορήσανε στο χωριό και στα γύρω χωριά του Βρύσινα φέροντας συγχρόνως στη ζωή το μοναδικό τους παιδί το Μανώλη που πήρε το όνομα του παππού του.
Μεγάλωσε με τις ίδιες αρχές των γονέων του και όταν τελείωσε το Δημοτικό προτίμησε να ακολουθήσει όλα τα βήματα του παππού και των γονέων του στο επάγγελμά του κτηνοτρόφου.
Στη συνέχεια ήρθε και αυτός σε γάμο και απέκτησε τέσσερα παιδιά που μεγαλώνουν και αυτά με τις ίδιες οικογενειακές αρχές αλλά μετά το Δημοτικό συνεχίζουν στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο για να σταδιοδρομήσουν σε άλλα επαγγέλματα.
Με την πάροδο των χρόνων ο Γιώργος και η Αλεξάνδρα ήρθανε σε μεγάλη ηλικία και σιγά – σιγά στο κοπάδι και στους βοσκότοπους έγινε κάτοχος ο γιος τους με την πολυμελή οικογένειά του για να συνεχίσει το επάγγελμα των γονέων του χωρίς όμως να απομακρυνθούν τελείως από το κοπάδι τους για να απολαμβάνουν από όλα για τη διατροφή τους όσο μπορούσανε.
Αργότερα η ηλικία τους έγινε ακόμα μεγαλύτερη οπότε απομακρυνθήκανε από το κοπάδι και περιοριστήκανε σε κοντινές αποστάσεις γύρω του χωριού να έχουν σε δικό τους χώρο δυο κατσίκες για το γάλα τους, κότες για τα αυγά τους και κουνέλια για ένα καλό μεζέ για κανέναν συγγενή και φίλο που θα τους κάνανε την επίσκεψή τους.
Πρόσφατα ο φίλος της οικογένειάς τους Γιάννης, που και οι γονείς τους ήτανε καρδιακοί φίλοι και τα παιδιά τους είχανε μεγαλώσει μαζί στην ίδια γειτονιά και στο ίδιο σχολείο, τους έκανε επίσκεψη στο σπίτι να ενημερωθεί από ενδιαφέρον για την υγεία τους που συχνά το συνήθιζε.
Εύχαρα του ανοίξανε την πόρτα όταν ακούσανε το όνομά του εκδηλώνοντας την αγάπη τους προς αυτόν. Τους βρήκε να κάθονται στο καθιστικό δωμάτιο και γύρω από τη μικρή ηλεκτρική σόμπα και δίπλα το τζάκι που θα το ανάβανε αργότερα. Εκεί καθημερινά περνούνε όλες τις ώρες της ημέρας με την μεταξύ τους παρέα με το φαγητό, με την τηλεόραση μέχρι το βράδυ να ανεβούν στον οντά να κοιμηθούν και στο ίδιο δέχονται την οικογένεια του γιου τους, συγγενείς και φίλους.
Στο χρόνο της παρέας τους είπανε μεταξύ τους διάφορα για τις οικογένειές τους, για τα εγγόνια τους, για την υγεία τους και τι τους περιμένει μετά από όλα αυτά.
Επιπλέον ο Γιάννης αναφέρθηκε με εντύπωση στο επάγγελμα του κτηνοτρόφου που είχε ο πατέρας του, μετά ο ίδιος και τώρα συνεχίζει το παιδί τους. Αυτό είπε ότι είναι κληρονομικό εις το σόι σας εις την περιοχή.
Τότε ο Γιώργος ξέσπασε και είπε: Άκου Γιαννιό, εγώ πήρα ρίζες από τον πατέρα μου και από εμένα ο γιος μου. Από μικρός ήμουνα κοντά του και ότι έκανε το έγγραφα στο μυαλό μου. Όταν μεγάλωσα συνεργαζόμουνα μαζί του γιατί ήτανε καλός δάσκαλος σε όλα. Τι να τα κάνεις τα γράμματα αυτή την εποχή δεν είχανε πέραση και τα αδέλφια μου πήγανε σε άλλο επάγγελμα, δεν τους άρεσε η κτηνοτροφία στο χωριό μας. Εμείς είχαμε τα καλύτερα οζά στην περιοχή και ήμασταν επιστήμονες στην κτηνοτροφία. Γιάννη, ακόμα και τα πρόβατά μας είχανε ρίζες από τους γονείς τους. Πάντα κρατούσα τα τσιμπραγά θηλυκά και αρσενικά αρνιά όταν οι μάνες τους ήτανε καλές στο γάλα και μεγαλώνανε μεγάλα αρνιά για να πουλήσω όσα ήτανε γέρικα. Σκάρτα οζά δεν είχα στο κοπάδι μου, γι’ αυτό βγάζανε πολύ γάλα και τα αρνιά που πουλούσα ποτέ δεν ήτανε κάτω από 10 οκάδες.
Στη γεωργία σπέρναμε λίγα χωράφια ίσα – ίσα για να έχουμε μπόλικο ψωμί. Είχαμε και ένα καλό αμπέλι για το κρασί και όποιος έμπαινε στο σπίτι μας προπαντός του Αγίου Πνεύματος και της Αγίας Παρασκευής έπρεπε να φύγει χορτάτος από το κρέας, τα τυροκομικά, το ψωμί και το κρασί που είχαμε. Δυστυχώς Γιάννη, ο πατέρας είχε πεθάνει γρήγορα και μαζί με τη μάνα μου παλέψαμε δυνατά για να πάει καλά η οικογένειά μας. Τα ίδια έκανα και εγώ όταν παντρεύτηκα. Ευτυχώς που πήρα καλή γυναίκα και στάθηκε παλικάρι να μεγαλώσουμε το παιδί μας μέσα στα ίδια πλούσια αγαθά μας και τώρα που μεγαλώσαμε τα παραδώσαμε όλα στον γιο μας το Μανώλη και ζούμε σε αυτό εδώ το κονάκι χωρίς να μας λείπει τίποτα.
Όμως ακόμα Γιάννη αναζητώ τον Βρύσινα με το Άγιο Πνεύμα. Στα αυτιά μου έρχεται το κακάρισμα από τις πέρδικες, τα λέρια των προβάτων, τους ομανίτες που έβρισκα, τους χοχλιούς κ.λπ. αλλά όλα αυτά δεν γυρίζουν πίσω -έτσι είναι η ζωή για όλους, γι’ αυτό δεν παραπονούμαι. Τώρα με την Αλεξάνδρα καμαρώνουμε την οικογένεια του γιου μας μέχρι να ταξιδέψουμε για την άλλη ζωή. Και τελειώνοντας είπε: το ίδιο και εσύ Γιάννη πήρες ρίζες από τους γονείς σου που ήτανε εργατικοί και προοδευτικοί σε όλα. Είχανε έρθει από τη Μ. Ασία σχεδόν γυμνοί και ξυπόλητοι αλλά σε λίγα χρόνια γίνανε καλύτεροι από άλλους. Ακόμα και η φιλία μας έχει ρίζες από τους γονείς μας. Μετά από λίγο χωρίσαμε με την ελπίδα ότι σύντομα θα κάνουμε πάλι παρέα και πάλι πρόσθεσε: Γιάννη, οι παλιοί μας λέγανε:
Ρίζες προγόνων κράτησε – και θα σου χρειαστούνε
εις τις αποτυχίες σου – μπροστά σου θα βρεθούνε.
Και όσοι κληρονομήσανε – ρίζες από τους γονείς τους
πίκρα δεν δοκιμάσανε – ποτέ εις τη ζωή τους.
Και σήμερα συνεχίζουν οι ρίζες να κληρονομούνται σε πολλά επαγγέλματα και φέρουν καλύτερα αποτελέσματα από εκείνους που τις αγνοούν και προτιμούν αυτό που δεν το γνωρίζουν και πιστεύουν πως θα πρωτοπορούν στην πρόοδό τους.
* Ο Γιάννης Τσακπίνης, είναι απόστρατος αξιωματικός