Σε ατόπημα που εκθέτει όχι μόνο τον ίδιο και την παράταξη την οποία εκπροσωπεί, αλλά και την ίδια τη χώρα, υπέπεσε ο Αντώνης Σαμαράς με την επιλογή του, να μην παραστεί στην τελετή παραλαβής – παράδοσης και να παραδώσει στον αντικαταστάτη του. Πρόκειται για μια στάση που προσβάλλει τους θεσμούς, τη δημοκρατία αλλά και δεν δείχνει σεβασμό στην ίδια την λαϊκή ετυμηγορία. Κανένας πρωθυπουργός, για κανέναν λόγο, δεν μπορεί να ευτελίζει τους θεσμούς, τους οποίους υποτίθεται ότι εξελέγη για να υπηρετήσει. Μια στάση που ενόχλησε αρκετά και πολλά από τα στελέχη της Ν.Δ., τα οποία ένιωσαν ευτελισμένα από την άρνησή του να παραδώσει την πρωθυπουργία. Είναι πραγματικά πρωτοφανές ν’ αφικνούνται στο Μέγαρο Μαξίμου ο νέος πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του και να βρίσκουν ένα «άδειο κτίριο» και η τελετή παράδοσης-παραλαβής καθηκόντων του νέου πρωθυπουργού να μην γίνεται από τον απερχόμενο, αλλά από τον διευθυντή του γραφείου του.
Η νεότερη ελληνική ιστορία μας έχει δώσει αρκετά παραδείγματα σκληρών εκλογικών αναμετρήσεων, όπως αυτή του 1981 όταν ο Γεώργιος Ράλλης ηττήθηκε με μεγάλη διαφορά, της τάξης των 12 ποσοστιαίων μονάδων από τον Ανδρέα Παπανδρέου, ή εκείνη του 2004 με τον Κώστα Σημίτη να χάνει από τον Κώστα Καραμανλή. Όμως ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις ποτέ δεν είδαμε τέτοιου είδους συμπεριφορά από τον ηττημένο. Ούτε ο κύριος Ράλλης, ούτε ο κύριος Σημίτης, ούτε κανείς άλλος μέχρι τώρα δεν είχε επιδείξει τέτοια στάση παρά τη μεγάλη πόλωση της τότε εποχής, παραδίδοντας και ενημερώνοντας κανονικά τους πολιτικούς αντιπάλους τους -ως όφειλαν- σύμφωνα με τον κώδικα της πολιτικής δεοντολογίας. Θα μπορούσε κάποιος ν’ αποδώσει αυτή τη συμπεριφορά του κύριου Σαμαρά σε αλαζονεία, σε έλλειψη κοινωνικής δεξιότητας, σε περιφρόνηση του αντιπάλου ή σε απουσία πολιτικού πολιτισμού. Ακόμα και σε προσωπική απογοήτευση από την εκλογική συντριβή. Δεν έχει σημασία. Ας την αποδώσει ο καθένας όπου θέλει. Οφείλουν όλοι όμως να δείχνουν ότι αντιλαμβάνονται πως είναι πολιτικοί ηγέτες. Ο κύριος Σαμαράς όχι μόνο δεν έδειξε ότι είναι ηγέτης, αλλά προέβη σε μια συμπεριφορά που εμένα προσωπικά μου θύμισε ένα παιδικό μου φίλο ο οποίος, όταν ήμασταν μικροί, κάθε φορά που έχανε σε ένα παιχνίδι θύμωνε, κατέβαζε τα μούτρα και καθόταν σε μια γωνία μακριά από την υπόλοιπη παρέα. Αυτή την εικόνα μου φέρνει στο μυαλό σήμερα και ο κύριος Σαμαράς. Την εικόνα ενός μικρού κακομαθημένου παιδιού, που δεν ξέρει να χάνει. Οι πραγματικοί ηγέτες όμως, πρέπει να δείχνουν μεγαλοσύνη και να παραδέχονται την ήττα τους. «Αρχή άνδρα δείκνυσι», έλεγε ο θείος Σοφοκλής. Συνεπώς ο κύριος Σαμαράς ας σταθεί επιτέλους για μια φορά, έστω και τώρα στο τέλος, στο ύψος των περιστάσεων και της ηλικίας του, ας βάλει στην άκρη τον εγωισμό του και ας απολογηθεί δημόσια γι’ αυτή του την απαράδεχτη συμπεριφορά. Όχι μόνο για τον ίδιο αλλά για ολόκληρη την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας που εκπροσωπεί.
Δυστυχώς όμως, αυτή η κίνηση του πρώην -πια- πρωθυπουργού δεν αποτελεί μόνο ένδειξη απουσίας πολιτικού πολιτισμού, όπως είπαμε και πολλοί άλλοι ορθώς σχολίασαν πριν από μένα. Την απουσία πολιτικού πολιτισμού έτσι κι αλλιώς την είχαμε εντοπίσει καιρό τώρα από την συστηματική άρνησή του, ν’ απαντήσει σε ερωτήσεις στη βουλή και να υποστεί κοινοβουλευτικό έλεγχο, από τη γενικευμένη απουσία του από το κοινοβούλιο, από την επίσης άρνησή του να κάνει διάλογο προεκλογικά με τους πολιτικούς του αντιπάλους ή να ενημερώσει τον πρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα κρίσιμα θέματα της πολιτικής ατζέντας. Δεν είναι λοιπόν η έλλειψη πολιτικού πολιτισμού, ή όπως αλλιώς αποδίδουμε και χαρακτηρίζουμε αυτή τη συμπεριφορά, που με ανησυχεί, αλλά το τι σημαίνει πολιτικά αυτή η συμπεριφορά. Αποτελεί ένδειξη μιας πολύ σκληρής και εχθρικής αντιπολίτευσης, που προτίθεται ν’ ακολουθήσει ο κύριος Σαμαράς το επόμενο διάστημα. Κι όλα αυτά σε μια περίοδο πολύ κρίσιμη για τη χώρα μας, όπου το κλίμα συναίνεσης και ενότητας είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητο και αναγκαίο. Αυτό είναι που με ανησυχεί και με προβληματίζει περισσότερο απ’ όλα.
*Ο Αντώνης Τσιριγώτης είναι φοιτητής του
Τμήματος Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών στο
Πανεπιστήμιο Κρήτης