Ο Παναγιώτης Μαρακάκης κατάγεται από την Λίμνη Κισσάμου, αλλά έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στην Αθήνα. Είναι παντρεμένος με την Δέσποινα Βιτωράκη από την Λαμπινή και έχουν δυο κόρες και ένα γιο. Τα τελευταία 10 χρόνια ζει και δραστηριοποιείται στο Ατσιπόπουλο Ρεθύμνου έχοντας καταφέρει το στούντιο ηχοληψίας του να είναι από τα καλύτερα που υπάρχουν, διότι εκτός του ότι ο ίδιος είναι ένας καταξιωμένος μουσικός που παίζει λαγούτο, κιθάρα, μπάσο, μαντολίνο και άλλα όργανα, έχει σπουδάσει μουσική τεχνολογία, αρμονία και ενορχήστρωση στο Ωδείο «Φίλιππος Νάκας» στην Αθήνα. Τον γνωρίζω πολλά χρόνια και όταν του ζήτησα να μου μιλήσει για τη ζωή του και το έργο του στην αρχή αρνήθηκε λόγω της σεμνότητάς του, κατάφερα όμως να τον πείσω και έτσι βρέθηκα στο σπίτι του και στο στούντιό του που είναι στο ισόγειο και σας παραθέτω την ενδιαφέρουσα συζήτησή μας.
Ερ. Παναγιώτη καλώς σε ηύρα στον χώρο σου που περνάς πολλές ώρες την ημέρα μαζί με μουσικούς, που έρχονται να γράψουν τα τραγούδια τους ή μόνος σου στη συνέχεια για να τελειοποιήσεις την ηχογράφηση. Μίλησέ μας για το ξεκίνημά σου και τις πρώτες σου εμπειρίες ή συνεργασίες.
Απ. Γιώργο καλωσόρισες και σε ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σου, παρόλο που δεν είμαι συνηθισμένος να μιλώ για τον εαυτό μου. Ξεκίνησα σε ηλικία 14 ετών να μαθαίνω μόνος μου λαγούτο στον σύλλογο Κρητών Καματερού, στον οποίο χόρευα από μικρότερη ηλικία. Πρόεδρος ήταν τότε ο Δημήτρης Ορφανάκης, ενώ στη συνέχεια ο Γιώργος Ελευθεριάδης, οι οποίοι επιτέλεσαν σπουδαίο έργο, ώστε τα παιδιά να μαθαίνουν χορό, μουσικά όργανα και να αγαπήσουν την Κρήτη και την παράδοσή της. Δεν είχα κάποιον συγγενή να με βοηθήσει ή να τον έχω σαν πρότυπο αλλά βλέποντας άλλους συνομηλίκους μου να ασχολούνται και ακούγοντας τους όμορφους σκοπούς μου γεννήθηκε η επιθυμία να μάθω να παίζω λαγούτο. Σιγά σιγά βελτιώθηκα και μπόρεσα να γνωρίσω και να παίξω με μεγάλους καλλιτέχνες, μερικοί εκ των οποίων δεν ζουν πλέον.
Να αναφέρω ότι έπαιξα με σπουδαίους λυράρηδες όπως με τον Θανάση Σκορδαλό (ένα βράδυ στο κέντρο Ζορμπάς), τον Νίκο Σκευάκη, τον Στέλιο Μπικάκη, τον Βαγγέλη Πυθαρούλη, τον Γιώργο Φραγκιουδάκη, τον Νίκο Βενιανάκη, τον Μιχάλη Αλεφαντινό, αλλά και με σπουδαίους λαγουτιέρηδες όπως τον Νίκο Αλεφαντινό, τον Νίκο Καδιανό, τον Βασίλη τον Κατσαμά, τον Γιώργο Κουμιώτη, τον Ανδρέα Βαρβατάκη και άλλους, να με συγχωρέσουν αν ξεχνώ κάποιους, τους ευχαριστώ όμως όλους και τους θυμάμαι με νοσταλγία. Στη συνέχεια γνωρίστηκα με τον κουμπάρο μου Στέφανο Βορδώνη, με τον οποίον συνεργάστηκα γύρω στα πέντε χρόνια, συνεργασία από την οποία έχω όμορφες αναμνήσεις, όπως και αυτή με τον σύντεκνό μου Διονύση Κορνηλάκη. Στη συνέχεια άρχισε η μακροχρόνια συνεργασία μου με τον Γιώργο Ζερβάκη που κράτησε 17 ολόκληρα χρόνια στη διάρκεια των οποίων γνώρισα εκτός από πολλά μέρη της Ελλάδας και πολλά μέρη του κόσμου όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Καραϊβική, ο Καναδάς και η Ευρώπη που μας καλούσαν και παίζαμε σε εκδηλώσεις για μεγάλα διαστήματα.
Ήταν μια μεγάλη εμπειρία και σε αυτό το σημείο θα ήθελα να αναφέρω ότι ο Γιώργος Ζερβάκης είναι ένας μεγάλος δεξιοτέχνης που έχει την ικανότητα να ξεσηκώνει τον κόσμο με τη λύρα του και με τις μαντινάδες του, να τους κάνει να γλεντούν και να χορεύουν ασταμάτητα. Θεωρείται εμπορικός καλλιτέχνης, μπόρεσε όμως να αποκτήσει ένα φανατικό νεανικό κοινό, που τον ακολουθούσε και στη συνέχεια να ακούσει και άλλους Κρητικούς καλλιτέχνες, τους οποίους στήριζε στα κέντρα της Αθήνας. Εκείνη την εποχή, μιλώ για τη δεκαετία του ενενήντα και του δυο χιλιάδες, γενικά υπήρχε υπερβολή αλλά στη συνέχεια τα πράγματα ομαλοποιήθηκαν λόγω της κρίσης. Θυμάμαι ότι παίζαμε κάθε βράδυ με έντονους ρυθμούς στο κέντρο Κονάκι εκτός μιας μέρας τη βδομάδα και αυτό κράταγε για τρεις μήνες συνέχεια. Είμαστε μαζί από το 1995 μέχρι το 2012, αλλά τα πρώτα χρόνια στα γλέντια της Κρήτης είχε δίπλα του τον Γιώργο Κατσουλιέρη.
Ερ. Πολύ ωραία Παναγιώτη, παράλληλα όμως είχες ξεκινήσει το στούντιο και έκανες εγγραφές σε συναδέλφους σου στην Αθήνα μέχρι να κατέβεις οριστικά στο Ρέθυμνο. Μίλησε μου για αυτή την πλευρά της επαγγελματικής σου πλευράς.
Απ. Το στούντιο το ξεκίνησα στην Αθήνα στην περιοχή του Καματερού το έτος δυο χιλιάδες, διότι ήθελα να εξασκήσω το επάγγελμα το οποίο έχω σπουδάσει και παράλληλα να γράφουμε τις διάφορες δουλειές που κάναμε με τους συνεργάτες μου αλλά και άλλων μουσικών που με προτιμούσαν. Αναφέρω μερικούς όπως ο Γιώργος Ζερβάκης, ο Στέφανος Βορδώνης, ο Διονύσης Κορνηλάκης, ο Στρατής Μαμαλάκης με την Τασούλα, ο Γιώργος Στριλιγκάς, ο Ανδρέας Λιλικάκης και πολλοί άλλοι. Το 2012 ξεκίνησα να γράφω στο στούντιο που βρισκόμαστε και αφού πήραμε με την γυναίκα μου την απόφαση να μείνουμε στο Ρέθυμνο και ειδικά στο Ατσιπόπουλο, πράγμα που δεν το έχουμε μετανιώσει διότι υπάρχει καλύτερη ποιότητα ζωής και οι άνθρωποι είναι ζεστοί και φιλόξενοι
Με την ευκαιρία που μου δίνεις θέλω να ευχαριστήσω όλους τους μουσικούς που με προτιμούν και με εμπιστεύονται, διότι το αποτέλεσμα που θέλει ο καθένας είναι ότι καλύτερο μπορεί να γίνει και αυτό προσπαθώ να κάνω. Να τονίσω επίσης ότι όταν τελειώσει η εγγραφή (που πλέον γίνεται σαν να ενώνει κανείς ένα πάζλ) στο τέλος επιθεωρεί το αποτέλεσμα, στη συνέχεια ακολουθεί το ρεμίξ (remix) και το λεγόμενο μάστερινγκ (mastering), που σημαίνει ότι γίνονται οι διορθώσεις στο κάθε τραγούδι και στο τέλος στο γενικό σύνολο. Παλαιότερα οι μουσικοί έκαναν τις πρόβες και στη συνέχεια καθόντουσαν όλοι μαζί στο στούντιο, έπαιζαν, τραγουδούσαν και έγραφαν τα τραγούδια. Υπήρχε η επαφή, έβγαινε το συναίσθημα, πράγμα που σήμερα δεν συμβαίνει διότι κάθε όργανο παίζεται χωριστά και μετά έρχεται ο τραγουδιστής και τραγουδά. Βέβαια όπως όλα αλλάζουν στη ζωή μας έτσι άλλαξε και αυτό. Υπάρχει γνωστός λυράρης που μου είπε κάποια στιγμή, Παναγιώτη αν έχω κάνει ένα μικρό λάθος άστο μην το πειράξεις, δεν είμαστε τέλειοι σε αυτή τη ζωή αλλά προσπαθούμε να τελειοποιηθούμε. Αυτό που θέλω να κάνει τη διαφορά είναι το συναίσθημα και πρέπει να το νιώσει ο ακροατής.
Το να βγει λοιπόν σωστό αποτέλεσμα απαιτεί μια διαδικασία που θα ικανοποιήσει τους περισσότερους από όσους το ακούν, αν και είναι φυσικό να υπάρχουν διαφορετικά γούστα σχετικά με την ενορχήστρωση για την οποία αν μου ζητηθεί λέω την άποψή μου. Βέβαια τα τελευταία χρόνια όπως όλοι γνωρίζουμε έχουν έρθει τα πάνω κάτω στη δισκογραφία, αφού πλέον οι ψηφιακοί δίσκοι δηλαδή τα σιντί όπως τα λέμε, δεν πουλάνε εφόσον έχει ο καθένας τη δυνατότητα να το κατεβάσει από το ιντερνέτ. Έτσι λοιπόν βλέπουμε οι νέοι μουσικοί να ετοιμάζουν ένα ή δυο τραγούδια να έρχονται να κάνουν την εγγραφή και παράλληλα να ετοιμάζουν ένα βιντεοκλίπ, ώστε να το ανεβάσουν στο κανάλι youtube και να μπορεί να το δει ο καθένας σε όλο τον πλανήτη. Ασχολούμαι και με αυτό το κομμάτι της δημιουργίας βιντεοκλίπ, στο οποίο έχω και την βοήθεια της κόρης μου της Ρεγγίνας, που σπουδάζει πάνω σε αυτή την τέχνη και την ευχαριστώ πολύ, τονίζω όμως ότι δεν πρέπει οι μουσικοί να υπερεκτιμούν τα οφέλη της εικόνας αλλά να δίνουν μεγάλη σημασία στο ηχητικό αποτέλεσμα. Αυτό ακούει κάποιος ραδιόφωνο στο σπίτι του, στο αυτοκίνητο ή σε άλλους χώρους και αν το αποτέλεσμα δεν είναι σωστό δεν το βοηθά το βιντεοκλίπ. Επίσης λέω στους νέους μουσικούς να μην παρασύρονται από τις θεάσεις (views) των βιντεοκλίπ, διότι αρκετές φορές είναι παγίδα, ο μουσικός δεν είναι ηθοποιός να στηρίζεται στο θέαμα αλλά στηρίζεται στην δημιουργία, στην κατάθεση ψυχής και πρωτίστως στον ήχο.
Ερ. Τώρα να θίξουμε ένα άλλο θέμα που αφορά την ποιότητα του ήχου που βγαίνει στα κέντρα διασκέδασης σε μικρά ή μεγάλα. Θεωρείς ότι είναι καλή ή πάσχει και πρέπει να βελτιωθεί;
Απ. Γιώργο θίγεις ένα ζήτημα που πραγματικά αποτελεί διαχρονικό πρόβλημα τόσο δικό μας, που καθόμαστε στο πάλκο, όσο και των ακροατών που βρίσκονται κάτω και θέλουν να διασκεδάσουν. Συνήθως οι τελευταίοι κατηγορούν εμάς γιατί ο ήχος βγαίνει πολύ δυνατός ή παραμορφωμένος, δεν είναι όμως τα πράγματα πάντα έτσι. Χωρίς να θέλω να δικαιολογήσω την ορχήστρα που θέλοντας να καλύψει μια τεράστια αίθουσα δυναμώνει την ένταση πρέπει να τονίσω ότι ελάχιστα κέντρα διασκέδασης εστιάζουν την προσοχή τους στα υλικά που πρέπει να χρησιμοποιηθούν κατά την κατασκευή, ώστε να είναι φιλικά προς τον ήχο που θα βγαίνει από τα ηχεία. Χρειάζεται οπωσδήποτε ένας τεχνικός ήχου να κάνει μια μελέτη και να συνεργαστεί με τον κατασκευαστή, ώστε, όταν γίνει η μουσική εκδήλωση, ο ήχος να είναι σωστός και να μην κουράζει τους ακροατές.
Ερ. Πολύ σωστά το θέτεις Παναγιώτη και είναι καιρός να το δούνε οι επαγγελματίες, ώστε να αλλάξει ο ήχος και να βελτιωθεί. Ας έρθουμε τώρα στον τομέα της δημιουργίας, είσαι και δημιουργός εκτός από σπουδαίος μουσικός και επαγγελματίας του ήχου.
Επιτυχίες σου έχουν τραγουδήσει ο Βασίλης Σκουλάς, ο Μανώλης Κονταρός, ο Γιώργος Ζερβάκης, ο Στέφανος Βορδώνης, ο Λευτέρης Μαθιουδάκης, ο Κώστας Σταυρουλιδάκης, ο Δημήτρης Πηγουνάκης, η Δήμητρα Μιχελουδάκη αλλά και εσύ ο ίδιος. Είναι στιγμές που σου έρχεται η έμπνευση, διαβάζεις πρώτα τους στίχους; Πώς γράφεις τη μουσική;
Απ. Το να γράψει κανείς μουσική όπως και στίχους απαιτεί ταλέντο και φυσικά ένα ερέθισμα που να εξωτερικέψει τα συναισθήματά του και να τα μετατρέψει σε ήχο ή σε έμμετρο λόγο.
Δόξα τω Θεώ είναι στιγμές που μου έρχεται η έμπνευση είτε διαβάζοντας στίχους, είναι βλέποντας κάτι όμορφο στη φύση, είτε όταν μου συμβαίνει κάτι, καλό ή κακό στον εσωτερικό μου κόσμο που το μετατρέπω σε νότες και βγαίνει ένας σκοπός. Τώρα αν είναι καλός ή όχι αυτό το κρίνει ο κόσμος. Εμένα όμως με ευχαριστεί που εξωτερικεύω τα συναισθήματά μου και χαίρομαι ακόμα περισσότερο όταν τα τραγούδια μου τα αγκαλιάσει ο κόσμος και τα εκτελούν και άλλοι καλλιτέχνες.
Ερ. Γνωρίζω ότι βοηθάς νέους αξιόλογους καλλιτέχνες και συμμετέχεις στις ζωντανές εμφανίσεις ή κάνοντας εγγραφές στο στούντιο.
Με ποιους έχεις συνεργαστείς από τον καιρό που κατέβηκες μόνιμα στην Κρήτη;
Απ. Χωρίς να θεωρώ τον εαυτό μου δάσκαλο, από την εμπειρία μου μέχρι τώρα και όσα έχω δει στην πορεία μου συμβουλεύω τα νέα παιδιά όχι τόσο πολύ πάνω στην μουσική αλλά κυρίως στην συμπεριφορά τους πάνω στο πάλκο αλλά και γενικότερα, διότι η προσωπικότητα του ανθρώπου μετράει πάρα πολύ όχι μόνο στο επάγγελμα του μουσικού αλλά και σε όλα τα επαγγέλματα. Όσο για τις συνεργασίες μου από τότε που κατέβηκα μόνιμα στην Κρήτη είναι με βιολάτορες όπως ο Περικλής Τζουγανάκης και ο Γιώργος Μυλωνάκης, οι λυράρηδες Νίκος Ζωιδάκης, Γιάννης Δινιακός, Μανώλης Αγγελάκης, Λευτέρης Μαθιουδάκης και αρκετοί άλλοι με τους οποίους έχω παίξει σε μια ή περισσότερες εκδηλώσεις. Γενικά τα τελευταία χρόνια αφιερώνω περισσότερο χρόνο στο στούντιο παρά στα γλέντια, άλλωστε έχουν αλλάξει τα πράγματα, ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες με την πρωτόγνωρη κατάσταση της καραντίνας. Οι καλλιτέχνες, όπως και πολλές άλλες επαγγελματικές τάξεις, υποφέρουν οικονομικά, ας ελπίσουμε όμως τα πράγματα να αλλάξουν προς το καλύτερο.
Ερ. Παναγιώτη θα μπορούσαμε να συζητάμε ώρες, διότι είσαι ένας άνθρωπος με κατασταλαγμένη άποψη, εμπειρία και θετικό τρόπο σκέψης. Ωστόσο σε ευχαριστώ για αυτή την συνέντευξη, που δίνει την ευκαιρία στον κόσμο να σε γνωρίσει καλύτερα και ίσως στο μέλλον να τα ξαναπούμε. Σου εύχομαι κάθε επιτυχία στην επαγγελματική σου πορεία και κάθε ευτυχία στην προσωπική σου ζωή μαζί με την όμορφη οικογένειά σου.
Απ. Γιώργο Σηφάκη ή Σιμισακογιώργη και εγώ σε ευχαριστώ πολύ για την ευκαιρία που μου έδωσες να μιλήσω για τον εαυτό μου (πράγμα που δεν συνηθίζω) και την πορεία μου στη μουσική, η οποία μοιάζει με ωκεανό και όσο και να ταξιδεύει κανείς δεν βρίσκει στεριά. Εύχομαι και σε εσένα καλή επιτυχία στο νέο σου βιβλίο που περιέχει όμορφους στίχους, καλές εκπομπές στο Ράδιο Μεγαλόνησος αλλά και ότι επιθυμείς στην ζωή σου.