Το έτος 1900 πέθανε ο επίσκοπος Αρκαδίας Νικόδημος και ο Βασίλειος χειροτονήθηκε από την Ι. Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης ως επίσκοπος Αρκαδίας. Πέραν των καθαρά εκκλησιαστικών δραστηριοτήτων του, ο Βασίλειος εργάστηκε αποτελεσματικά και στον κοινωνικό τομέα, κάτι που τον καταξίωνε απεριόριστα στη συνείδηση τού πληρώματος της Εκκλησίας (Πρακτική Γεωργική Σχολή Μεσαράς, διάνοιξη κοινοτικών δρόμων κ.λπ.).
Αργότερα, το 1941, ενώ είχε ήδη ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Αρκαδίας Βασίλειος εκλέγεται Μητροπολίτης στο θρόνο του αγίου Τίτου, στο Ηράκλειο (1941-1950). Η εκλογή τού Βασιλείου σε Μητροπολίτη Κρήτης, στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πόλεμου, θα τον αναδείξει σε έναν αληθινά φλογερό, έντιμο και αγνό πατριώτη και κληρικό. Εξαπολύοντας εγκυκλίους του προς τους ναούς όλης της Κρήτης, ο Βασίλειος εμψυχώνει από το ένα μέχρι το άλλο άκρο τού νησιού τον Κρητικό λαό και στρέφεται ευθέως κατά των κατακτητών, αναδεικνυόμενος ως «ο πνευματικός ηγέτης όλων των αγωνιζόμενων Κρητικών». Ο άμβωνας του αγίου Μηνά έγινε από τον Βασίλειο φάρος ελευθερίας και βήμα περήφανο εναντίον των Γερμανών κατακτητών βροντοφωνώντας θαρρετά μετά από κάθε λειτουργία: «Καλή Λευτεριά!», «Και του χρόνου λεύτεροι!».
Συνέπεια της αντιστασιακής δράσης του ήταν η σύλληψή του από τους κατακτητές στις 26 Μαρτίου 1942 και η βίαιη απομάκρυνσή του στην Αθήνα, όπου, για μια τριετία περίπου, μέχρι τις 12 Φεβρουαρίου 1945, κρατήθηκε μακριά από το αγαπημένο του ποίμνιο και κάτω από αυστηρότατη επιτήρηση, κάτι που υπέσκαψε σοβαρά την ήδη εύθραυστη υγεία του και τα τραύματα από τον κλονισμό που γνώρισε η υγεία του δεν έκλεισαν, έκτοτε, ποτέ, μέχρι τον θάνατό του στις 13-1-1950.
Του Μητροπολίτη αυτού το «Bιβλίο Eπισκεπτών» της περιόδου 20 Ιουνίου 1915 – 28 Δεκεμβρίου 1940, πριν, δηλαδή αναλάβει τη Μητρόπολη Κρήτης (αρχές 1941), και όταν, ακόμα, ήταν επίσκοπος Αρκαδίας, στη Μεσαρά (1902- Δεκ. 1940), περιέπεσε στα χέρια μας1.
1. Το «Βιβλίο» ανήκει στην ανιψιά του Βασιλείου Μαρκάκη κ. Πολύμνια Λιοπυράκη-Μαρκάκη, την οποία και από τη θέση αυτή θερμά ευχαριστώ για την ευγενική παραχώρησή του προς μελέτη και φιλολογική επεξεργασία (βλ. Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, «Συμπληρωματικά στοιχεία για τον Μητροπολίτη Κρήτης Βασίλειο Μαρκάκη (1872-1950), περιοδ. Δήμου Χανίων Ελλωτία, τ. 9 (2000-2001), σελ. 153- 174).
Η χρησιμότητα τού συγκεκριμένου «Βιβλίου» -όπως, ασφαλώς, και κάθε «Βιβλίου Επισκεπτών»- έγκειται τόσο στις πολύτιμες πληροφορίες που μας παρέχει για την αξιόλογη δράση και την εν γένει προσωπικότητα του σεπτού Ιεράρχη Βασιλείου Μαρκάκη, όσο και στο γεγονός ότι μπορούμε, διεξερχόμενοι τις σελίδες του, να έχουμε μιαν έστω και απλή παρακολούθηση και υπενθύμιση του ονόματος χιλιάδων επισκεπτών – γνωστών και αγνώστων- που, στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων (1915-40), κυριολεκτικά «όργωσαν» την Ι. Επισοπή Αρκαδίας, «σημαδεύοντας» το πέρασμα τους από εκεί ή με την απλή υπογραφή τους στο «Βιβλίο» ή και με την παράλληλη αναγραφή σε αυτό και ενός σύντομου κειμενιδίου εντυπώσεών τους.
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον -ανάμεσα στις εκατοντάδες εγγραφές επισκεπτών του εν λόγω βιβλίου- εντοπίσαμε και δύο που προέρχονται από την πέννα τού μεγάλου Κρητικού λογοτέχνη Νίκου Καζαντζάκη. Η πρώτη εγγραφή του Ν. Καζαντζάκη στο «Βιβλίο Επισκεπτών», στις 28-8-1924, σημειώνεται με μίαν απλή υπογραφή. Τη δεύτερη, όμως, φορά, στις 29-4-1940, ο Καζαντζάκης καταθέτει, επί πλέον, λακωνικά, τον γνωστό συμβολικό λόγο τού Ιησού: «Συ εί η άμπελος και ημείς τα κλήματα». Και είναι, βέβαια, προφανές ότι με αυτήν τη δεύτερη εγγραφή του, παραθέτοντας ο Καζαντζάκης τον συγκεκριμένο λόγο του Ιησού (Ιω. Ιε’ 5-6), και, ειδικότερα, με αυτό το «ημείς» τού ευαγγελικού λόγου, αποδέχεται, ακριβώς, ότι και ίδιος αποτελεί ένα κλήμα τού «Αμπελώνος» του Κυρίου. Πρόκειται, ασφαλώς, για μία άγνωστη «υπογραφή» τού Νίκου Καζαντζάκη με ιδιαίτερη βαρύτητα, που δεν μπορεί να περάσει, έτσι, απαρατήρητη.
Πάντως, ο Καζαντζάκης εκτίμησε, φαίνεται, βαθύτατα την προσωπικότητα και το ήθος του Ρεθεμνιώτη επισκόπου Βασιλείου Μαρκάκη και ανέπτυξε μαζί του φιλική σχέση και αλληλογραφία, όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε από ευχετήρια κάρτα2, γραμμένη σε μονοτονική γραφή, που απέστειλε ο Καζαντζάκης στον Βασίλειο Μαρκάκη από την «Αγία Πόλη» της Ιερουσαλήμ, το Πάσχα, ήδη, του 1926, ενάμιση, περίπου, χρόνο από την πρώτη επίσκεψή του (28-8-1924) στην επισκοπή Αρκαδίας. Δημοσιεύουμε, στη συνέχεια, το εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο τής κάρτας τού Καζαντζάκη, που έχει ως εξής:
«Ιερουσαλήμ Πάσχα 1926
Από την Αγία Πόλη Σας στέλνω ένα
χαιρετισμό γεμάτο σεβασμό και αγάπη.
Ποτέ δε Σας ξεχνώ κι αλησμόνητες μένουν
στον νου και στην καρδιά μου οι θαυμάσιες (-αστές;)
ώρες που πέρασα στην επισκοπή Σας
Καλή Λαμπρή κι ο Χριστός ανέστη!
Ν. Καζαντζάκης»
2. Και η κάρτα αυτή ανήκει στην ανιψιά του Βασιλείου Μαρκάκη κ. Πολύμνια Λιοπυράκη-Μαρκάκη, την οποία και από τη θέση αυτή θερμά ευχαριστώ για την ευγενική παραχώρησή της προς μελέτη και φιλολογική-θεολογική επεξεργασία. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν πρόκειται για τη μοναδική κάρτα ή και επιστολή που ο Καζαντζάκης απέστειλε στον Βασίλειο Μαρκάκη ή αν ακολούθησαν και άλλες, που, όμως, δεν διασώθηκαν.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακή η γραφή του Ν. Καζαντζάκη στη συγκεκριμένη ευχετήρια κάρτα μάς ώθησε σε ορισμένες προσωπικές παρατηρήσεις, που κρίνουμε σκόπιμο να τις καταθέσουμε και κοινοποιήσουμε με το κείμενό μας αυτό, με την ευκαιρία των εορτών τού Πάσχα που μόλις εορτάσαμε, μια και πρόκειται για πασχαλινές ευχές του μεγάλου αποστολέα προς τον σεπτό Ιεράρχη.
Έτσι, από το κείμενο της παραπάνω κάρτας μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε:
1. τον εξαιρετικό σεβασμό και την αγάπη που ο μεγάλος κρητικός συγγραφέας έτρεφε στο πρόσωπο τού εν λόγω φίλου του, επισκόπου Αρκαδίας, Βασιλείου Μαρκάκη (γεμάτο σεβασμό και αγάπη),
2. τον σεβασμό, επίσης, με τον οποίο ο αποστολέας αναφέρεται στην «Αγία Πόλη» των Ιεροσολύμων, το μέγα κέντρο της Ορθοδοξίας και την πηγή τού Χριστιανισμού,
3. τα εύστοχα λεκτικά σχήματα που χρησιμοποιεί και τη βεβαιότητα με την οποία ο Καζαντζάκης φαίνεται, τουλάχιστον, να μιλά για το γεγονός της Αναστάσεως τού Κυρίου. «Καλή Λαμπρή», σημειώνει κατά λέξη, «κι ο Χριστός Ανέστη!». Ο Καζαντζάκης εδώ -ως προς μεν το πρώτο- χρησιμοποιεί την, σαφώς, πολύ ωραιότερη ελληνική λέξη «Λαμπρή», από την αντίστοιχη, κατά κόρον χρησιμοποιούμενη σήμερα, εβραϊκή «Πάσχα». Και μπορεί, βέβαια, το θεολογικό περιεχόμενο της εβραϊκής λέξης «Πάσχα» να είναι σημαντικότερο και ουσιαστικότερο (αφού εννοεί το «πέρασμα» -αυτό σημαίνει «Πάσχα» στα Εβραϊκά- από την αμαρτία στην ελευθερία του Χριστού) από αυτό της ελληνικής λέξης «Λαμπρή», όμως ο απλός άνθρωπος, συνήθως, αυτό δεν το αντιλαμβάνεται, ενώ, τουλάχιστον ακουστικά αν όχι και περιεκτικά, η λέξη «Λαμπρή» απηχεί θετικότερους συμβολισμούς στην ψυχή του.
Η βεβαιότητα, τέλος, που προσθέτει στη χριστιανική αναστάσιμη ευχή αυτό το οριστικό άρθρο «ο» – «κι ο Χριστός Ανέστη!» – είναι συγκλονιστική και ανεπανάληπτη και εγώ, τουλάχιστον, για πρώτη φορά την ανακαλύπτω εδώ, σε αυτήν τη συγκεκριμένη γραφή του Καζαντζάκη. Αν, τώρα, πρόκειται για εκφραστική αντανάκλαση ειλικρινούς χριστιανικής πίστης στο γεγονός της Ανάστασης του Χριστού ή απλά πρόκειται για μίαν όλως «τυπική» γραφή και ευχή (και σύμφωνα προς αυτό που λέμε: «κατά συνθήκην ψεύδη») -αφού απευθύνεται σε έναν ορθόδοξο Αρχιερέα- ή, τέλος, αν πρόκειται για εκφραστική αντανάκλαση του εγνωσμένου υψηλού λογοτεχνικού ταλέντου του, που, «φύσει», έχει τη «θεϊκή» ικανότητα να δίνει βιωματική δύναμη στις σκέψεις του, αυτό επαφίεται στην απόλυτη ερμηνευτική διάθεση και αντίληψη του αναγνώστη μας να το κρίνει. Εγώ, πάντως, όφειλα να το καταθέσω, από τη στιγμή που η άγνωστη αυτή ευχετήρια κάρτα υπέπεσε στην αντίληψή μου και την οποία δημοσιεύω εδώ και από τις δύο πλευρές για τους αναγνώστες μου.
4. Τέλος, η ζωγραφική απεικόνιση της ευχετήριας κάρτας, είμαστε της γνώμης ότι απηχεί θαυμάσια την πολυμερή ψυχοσύνθεση και τον ανυπότακτο χαρακτήρα του Καζαντζάκη. Η δυναμική μορφή του Ιησού που εκδιώκει τους εμπόρους από τον ναό, εκφράζει, σαφώς, την έννοια της «κάθαρσης» της Εκκλησίας από κάθε «ξένο» προς αυτήν στοιχείο, ιδέα την οποία, ασφαλώς, ως μέγας κοινωνικός αναμορφωτής, ο αποστολέας της κάρτας σαφώς επιθυμεί να υποβάλει στον επαναστάτη και μεγάλο αντιστασιακό φίλο του επίσκοπο-παραλήπτη της.
(Για περισσότερες πληροφορίες για τον άνδρα παραπέμπουμε στον τόμο 8 (1999), σελ. 193-216, του επίλεκτου περιοδικού «Ελλωτία», του δήμου Χανίων, όπου έχουμε δημοσιεύσει μελέτη για το Μητροπολίτη Κρήτης Βασίλειο Μαρκάκη, με τον τίτλο: «Βασίλειος Μαρκάκης (1872-1950)- Ο αντιστασιακός και φιλάνθρωπος Μητροπολίτης Κρήτης»).